analyst
Τα άρθρα που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς τους. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες των συνεργατών της.
Θεωρητικά μπορεί κανείς να προβλέψει τις μελλοντικές προοπτικές των επιχειρήσεων, από την τιμή της μετοχής τους – με την έννοια πως οι υψηλότερες τιμές οφείλονται στις προβλέψεις για μεγαλύτερα κέρδη, οπότε για έναν ισχυρότερο ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας. Εν τούτοις, ο κανόνας αυτός φαίνεται να έχει καταργηθεί από το πλημμύρισμα των αγορών με νέα χρήματα – από την τεράστια αύξηση της ποσότητας των φθηνών χρημάτων δηλαδή που δημιουργούνται από τις κεντρικές τράπεζες, απλά και μόνο με το πάτημα ενός κουμπιού.
.
Επενδύσεις & Αγορές
- του Άρη Οικονόμου
Το να επικρατούν συνθήκες κατακαλόκαιρου σε ολόκληρο σχεδόν τον πλανήτη τα τελευταία δέκα χρόνια, ενώ στην Ελλάδα βαρυχειμωνιά, είναι κάτι που προβληματίζει περισσότερο από τη ληστεία που βιώνουμε – με ληστές το κατεχόμενο δημόσιο και τις ενδοτικές κυβερνήσεις που ανακυκλώνονται ανάλογα με τις ανάγκες των Γερμανών, τις αφελληνισμένες τράπεζες και τη γερμανική Τρόικα.
Ειδικότερα, οι χρηματιστηριακές αγορές συμπεριφέρονται με έναν τρόπο που μοιάζει με άλυτο γρίφο – όπως την περασμένη εβδομάδα όπου, ενώ η έκθεση για την αγορά εργασίας των Η.Π.Α. ήταν χειρότερη από αυτήν που ανέμεναν οι αναλυτές, με τους διεθνείς οικονομολόγους να προειδοποιούν για μία σημαντική επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης, οι τιμές των μετοχών εκτοξεύθηκαν στα ύψη!
Την ίδια ημέρα δε η Παγκόσμια Τράπεζα μείωσε δραστικά τις προβλέψεις της για το διεθνές εμπόριο – σημειώνοντας πως ο παγκόσμιος ρυθμός ανάπτυξης θα περιοριστεί στο 2,6% από 4,1% το προηγούμενο έτος. Με δεδομένο δε το ότι, μόλις τον Ιανουάριο είχε προβλέψει ρυθμό ανάπτυξης 3,6% για το 2019, άρα 1% περισσότερο, ενώ πρόκειται για το χαμηλότερο μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, όλοι περίμεναν πτώση των χρηματιστηρίων – κάτι που δεν συνέβη, παρά το ότι οι προβλέψεις της δεν οφείλονται τόσο στον εμπορικό πόλεμο Η.Π.Α. – Κίνας, όσο στο ότι επιχειρήσεις και κράτη διεθνώς επενδύουν λιγότερο.
Περαιτέρω, δεν πρόκειται για κάποιες μεμονωμένες περιπτώσεις, αφού οι αρνητικές ειδήσεις πολλαπλασιάζονται χωρίς όμως να επηρεάζονται τα χρηματιστήρια – τα οποία φαίνεται να ενδιαφέρονται πια αποκλειστικά και μόνο για τα προγράμματα των κεντρικών τραπεζών. Μόνο για την Ελλάδα δεν ισχύει κάτι τέτοιο, αφού είναι η μοναδική χώρα που έχει απομονωθεί εντελώς από την ΕΚΤ, σαν να πρόκειται για ένα μίασμα – με αποτέλεσμα να έχει στερέψει η ρευστότητα της και να μην κινείται απολύτως τίποτα, δίνοντας την εντύπωση πως ενώ παντού βρέχει χρήματα, επιμένει να κρατάει ανοιχτή την ομπρέλα.
Όταν λοιπόν ο πρόεδρος της Fed (J. Powel) δήλωσε πως δεν θα διστάσει να μειώσει τα βασικά επιτόκια εάν διαπιστώσει πτώση του ρυθμού ανάπτυξης, οι αγορές πανηγύρισαν – αφού οι κακές ειδήσεις από την αγορά εργασίας τους δημιούργησαν την προσμονή χαμηλότερων επιτοκίων. Επομένως η αρνητική είδηση μετατράπηκε σε θετική – γεγονός που σημαίνει πως τυχόν επόμενες, όπως υποθετικά η πτώση των αμερικανικών εξαγωγών, θα θεωρηθούν θετικές, επειδή θα αναμένεται η αύξηση της ρευστότητας από τις κεντρικές τράπεζες.
Στα πλαίσια αυτά, όποιος πιστεύει ακόμη στη θεωρία, σύμφωνα με την οποία οι τιμές των μετοχών απεικονίζουν τις συνθήκες στην πραγματική οικονομία, όπως η ΕΚΤ, κρίνοντας από το πρόσφατο δελτίο της που ανέφερε ότι, «οι τιμές των μετοχών προβλέπουν τις εξελίξεις στην οικονομία», είναι εκτός τόπου και χρόνου – αν και συμπληρώνει την αναφορά της με το ότι, «ως γνωστόν είναι πολύ πιο ευμετάβλητες από την πραγματική οικονομία και μπορεί να παρέχουν ψευδή μηνύματα».
Συνεχίζοντας, η τιμή μίας μετοχής αντιπροσωπεύει σε παρούσες αξίες το σύνολο όλων των μελλοντικών μερισμάτων της – άρα των κερδών της. Θεωρητικά λοιπόν μπορεί κανείς να προβλέψει τις μελλοντικές προοπτικές των επιχειρήσεων, από την τιμή της μετοχής τους – με την έννοια πως οι υψηλότερες τιμές οφείλονται στις προβλέψεις για μεγαλύτερα κέρδη των επιχειρήσεων, οπότε για ισχυρότερο ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας.
Εν τούτοις, ο κανόνας αυτός φαίνεται να έχει καταργηθεί από το πλημμύρισμα των αγορών με νέα χρήματα – από την υψηλότερη ρευστότητα δηλαδή που παρέχεται από τις κεντρικές τράπεζες. Αυτό που μετράει πλέον σήμερα είναι η ρευστότητα και τίποτα άλλο – ως αποτέλεσμα των μηδενικών επιτοκίων και των προγραμμάτων ποσοτικής χαλάρωσης όλων των μεγάλων κεντρικών τραπεζών. Έτσι στον όμορφο καινούργιο οικονομικό κόσμο που ζούμε, έχουν κυριαρχήσει προϋποθέσεις που θυμίζουν τις ακραίες θέσεις των μονεταριστών – σύμφωνα με τις οποίες η άνοδος του ΑΕΠ (ανάπτυξη) δεν έχει καμία επίδραση στην ευημερία των ανθρώπων που για να διατηρηθεί ή για να βελτιωθεί απαιτείται μόνο η αύξηση της ποσότητας των χρημάτων.
Στα χρηματιστήρια πάντως ο νέος αυτός «κανόνας» έχει γίνει πραγματικότητα – αφού οι τεράστιες ποσότητες φθηνών χρημάτων που τέθηκαν σε κυκλοφορία από τις κεντρικές τράπεζες οδηγήθηκαν στις αγορές και εκτόξευσαν στα ύψη τις τιμές των μετοχών. Μπορεί όμως κάτι τέτοιο να συνεχίζεται στο διηνεκές; Δεν θα προκληθεί ακριβώς το αντίθετο, εάν πάψουν οι κεντρικές τράπεζες να τροφοδοτούν με νέα ρευστότητα το σύστημα – πόσο μάλλον όταν αναγκασθούν να την «αναρροφήσουν», εάν προκληθεί κάποια στιγμή υπερπληθωρισμός;
Κάτι σχετικά ανάλογο συνέβη το 2018, συνοδευόμενο από μία κατακόρυφη πτώση των τιμών των μετοχών που σοκάρισε τις κεντρικές τράπεζες – αναγκάζοντας τες να αλλάξουν άμεσα πολιτική, ανοίγοντας ξανά τους κρουνούς της ρευστότητας. Έτσι όμως κανένας δεν δίνει σημασία στα θεμελιώδη μεγέθη των επιχειρήσεων και των κρατών, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται πολλές διαστρεβλώσεις – να γίνονται επενδυτικά λάθη και να αυξάνεται τόσο ο αριθμός, όσο και το μέγεθος των υπερβολών (φούσκες).
Κατά την άποψη μας, τα παραπάνω είναι αδύνατον να διατηρηθούν αιώνια – ενώ όσο πιο πολύ διαρκέσουν οι ασύμμετρες αυτές εξελίξεις, τόσο πιο επώδυνες θα είναι οι συνέπειες για την παγκόσμια οικονομία και τόσο πιο επικίνδυνο να οδηγήσουν τον πλανήτη σε καταστροφικούς πολέμους. Ας ελπίσουμε λοιπόν να μη χαθεί ο έλεγχος εκ μέρους των κεντρικών τραπεζών – αφού τότε δεν θα μπορεί κανένας να αντιμετωπίσει το χάος που θα προκύψει.
Τα άρθρα που δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα μας εκφράζουν αποκλειστικά τους συγγραφείς τους. Η ιστοσελίδα μας δεν λογοκρίνει τις γνώμες των συνεργατών της.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου