Κυριακή 29 Ιουλίου 2018

Μάτι-Μάνδρα: Διαχρονικές οι ευθύνες λένε οι ειδικοί


Αντιμέτωπη με μια μεγάλη τραγωδία βρίσκεται η Αττική, την δεύτερη μέσα σε λίγους μήνες μετά τις φονικές πλημμύρες του περασμένου Νοεμβρίου, με απώλειες ανθρώπων και καταστροφές υποδομών και περιουσιών. Κοινός παρονομαστής των δύο τραγωδιών ένα ακραίο καιρικό φαινόμενο, που όμως φέρνει στην επιφάνεια, όπως επισημαίνουν οι ειδικοί, την «γύμνια» των υποδομών και τις διαχρονικές ευθύνες.
«Μάνδρα και Ραφήνα συνολικά είναι οι ίδιες περιπτώσεις πολεοδομικής και χωροταξικής αυθαιρεσίας, οι οποίες επλήγησαν από δύο διαφορετικά φαινόμενα, από τις πλημμύρες η Μάνδρα και από τις φωτιές η Ανατολική Αττική» τόνισε, μιλώντας στον ραδιοφωνικό σταθμό του ΑΠΕ-ΜΠΕ, «Πρακτορείο 104,9 FM», Ο πρόεδρος του Οργανισμού Αντισεισμικού Σχεδιασμού και Προστασίας, Ευθύμιος Λέκκας.
Σύμφωνα με τον κ. Λέκκα «είναι δεδομένο ότι είχαμε να κάνουμε με ένα ακραίο φαινόμενο. Το θέμα είναι πώς το αντιμετωπίζουμε και πώς από την άλλη πλευρά διαχρονικά έγιναν εγκληματικές ενέργειες και διαδικασίες σε ό, τι αφορά το στήσιμο των οικισμών μας, το στήσιμο των πόλεων, γιατί εδώ έχουμε να κάνουμε με μία Μάνδρα».

Δεν υπήρχαν δρόμοι διαφυγής

Ανέφερε επίσης ότι το ζητούμενο δεν είναι οι καταστροφές σε κατοικίες και υποδομές, αλλά ότι «η μεγάλη πρόκληση είναι να διερευνήσουμε γιατί τόσοι άνθρωποι χάθηκαν σε μια τόσο μικρή πυρκαγιά, γιατί ήταν μικρή η πυρκαγιά από άποψη διαστάσεων. Είναι 100 φορές μικρότερη από την πυρκαγιά που είχε εκδηλωθεί στην Ηλεία το 2007».
Σύμφωνα με τον κ Λέκκα «κατά μήκος της διαδρομής της πυρκαγιάς ήταν οι δρόμοι οι πολεοδομικοί, ήταν η ανάπτυξη των σπιτιών. Το έγκλημα που υπάρχει στην περιοχή που επλήγη ήταν ότι δεν υπήρχαν δίοδοι διαφυγής, δεν υπήρχαν εγκάρσιοι δρόμοι παρά μόνο δρόμοι- παγίδες».
«Κατά μήκος των δρόμων υπήρχαν αδιέξοδα είτε στην ακτογραμμή είτε σε άλλα σημεία και αυτό εγκλώβισε ουσιαστικά τους κατοίκους και είχαμε όλα αυτά τα θύματα», εξήγησε ο καθηγητής και πρόσθεσε πως «οι στιγμές είναι δύσκολες, αλλά θέλει μεθοδικότητα και ψυχραιμία», η ανάλυση των παραμέτρων της τραγωδίας.

«Δυστυχώς το κράτος είναι …λαδωμένο»

Σε ανάλογες διαπιστώσεις καταλήγει και η πρώην Ειδική Γραμματέας Επιθεωρητών Περιβάλλοντος Μαργαρίτα Καραβασίλη, επισημαίνοντας ότι «στην περιοχή, στο Μάτι, που έγινε η τραγωδία, από ό, τι φαίνεται δεν υπήρχε καμία διέξοδος προς την παραλία γιατί είχαν γίνει μάντρες».
Μιλώντας στον ρ/σ realfm 97,8 η κ. Καραβασίλη κατήγγειλε μάλιστα, όπως αναφέρεται στην ιστοσελίδα του σταθμού, ότι «δυστυχώς το κράτος είναι ‘λαδωμένο’, όλες οι αρμόδιες υπηρεσίες δυστυχώς» και αναφέρθηκε σε πιέσεις που δέχθηκε το 1992 δέχθηκε πιέσεις.
«Εγώ το 1992, εάν είχα υποχωρήσει και είχα βάλει τη γραμμή λίγο πιο εκεί για να εντάξω κάποια ‘φιλέτα’, θα ήμουν τώρα με περιουσία. Αυτό γινόταν, θα πάρεις οικόπεδο και θα μοσχοπουλήσεις, βάλε τη γραμμή πιο εκεί, αυτές ήταν οι πιέσεις» ανέφερε η αρχιτέκτων-πολεοδόμος.
«Το έχω δεχτεί επανειλημμένα αυτό. Έκανα το Γενικό Πολεοδομικό (Σχέδιο) Κηφισιάς, αντίστοιχες οι πιέσεις. Κάποιοι κρατούσαν «Θερμοπύλες», κάποιοι δεν το έκαναν, κάποιοι άρχισαν να ξεχειλώνουν τα πράγματα και μετά άρχισαν οι νόμοι να ξεχειλώνουν, παράθυρα και πόρτες για να μπορεί ο καθένας το αυθαίρετο του να το νομιμοποιήσει. Αυτό γίνεται συνέχεια, ποτέ δεν υπήρξε πολιτική βούληση. Ποτέ δεν θα υπάρξει όσο το σύστημα στηρίζεται στην ψηφοθηρία», τόνισε η κ. Καραβασίλη, αναφερόμενη στην εκπόνηση του Γενικού Πολεοδομικού Σχεδίου του Δήμου Νέας Μάκρης, στον οποίο ανήκει διοικητικά και η πληγείσα περιοχή στο Μάτι.

Τους …μπήκε στο Μάτι

«Ο Δήμος της Νέας Μάκρης ήταν ένας από αυτούς τους δήμους που είχε ανάπτυξη από την εποχή του ’80 – ’90 και έπρεπε να μπουν κανόνες. Ο πολεοδομικός σχεδιασμός και η νομοθεσία έδιναν ακριβώς αυτά που πρέπει να προβλέψει κανείς προκειμένου να εξασφαλίσει βιώσιμους οικισμούς, ασφαλείς οικισμούς. Ολοκληρώθηκε το γενικό πολεοδομικό περίπου το 1992, από εμένα την ίδια, σε μία περιοχή που το 80% ήταν δασική, που σημαίνει ότι βάσει της νομοθεσίας δεν μπορούσαν να μπουν στο σχέδιο. Ένας από αυτούς ήταν και η περιοχή στο Μάτι, στα όρια δηλαδή με τον δήμο Ραφήνας», τόνισε η κ. Καραβασίλη.
Και πρόσθεσε: «Αυτή η περιοχή δεν μπήκε ποτέ στο σχέδιο, παρά το γεγονός ότι μετά το 1992 ακολούθησαν και πολεοδομικές μελέτες, έγιναν αρκετές τροποποιήσεις στον σχεδιασμό με στόχο να μπει στο σχέδιο και το υπόλοιπο κομμάτι. Με πιέσεις μεγάλων που είχαν συμφέροντα πάνω στη γη. Εγώ είχα δεχτεί απίστευτες πιέσεις για να βάλω στο σχέδιο κάτι που θα έπεφτε έτσι και αλλιώς από το ΣτΕ το οποίο ήταν ο τελικός νομοθέτης. Το Μάτι ανήκει στον δήμο Νέας Μάκρης, που σημαίνει ότι αυτό το κομμάτι δεν μπορούσε ποτέ να μπει στο σχέδιο. Ήταν στο γενικό πολεοδομικό ως προστατευόμενη περιοχή, δασική έκταση».
Σύμφωνα με την ίδια «από το 2006 – 2008 άρχισαν ξανά οι πιέσεις σε μία περιοχή που είχε ήδη οικοδομηθεί πάρα πολύ έντονα με τα γνωστά αυθαίρετα, ταυτόχρονα η οικοδόμηση είχε φτάσει μέχρι την παραλία έχοντας κλείσει είτε με κατοικίες, είτε με κέντρα, είτε με ξενοδοχεία την παραλία σε όλο το μήκος».

Ο «στρατηγός» άνεμος

Στην ταχύτητα διάδοσης της φωτιάς αποδίδει τον μεγάλο αριθμό των θυμάτων ο ειδικός ερευνητής για το κλίμα και τις πυρκαγιές, διευθυντής του Παγκόσμιου Κέντρο Παρακολούθησης των Πυρκαγιών του Φράιμπουργκ, Λίντον Πρόντο.
Σε συνέντευξή του στην γερμανική εφημερίδα «Die Zeit», ο Πρόντο, αφού αναφέρει ότι βρισκόμαστε μπροστά σε «μια ακραία κατάσταση» για την οποία δεν έχουμε όλα τα δεδομένα, σημειώνει: «Αυτό που ξέρουμε είναι ότι υπάρχει μια πυρκαγιά στα περίχωρα των πόλεων και των αγροτικών οικισμών-στη γλώσσα μας ονομάζουμε αυτή τη ζώνη Wildland Urban Interface (WUI). Οι πυρκαγιές σε ένα τέτοιο τοπίο εξαρτώνται λιγότερο από το μέγεθός τους και περισσότερο από την ταχύτητά τους. Και εδώ ήταν ο καταστροφικότερος παράγοντας: πολλοί άνθρωποι απλώς δεν μπορούσαν να διαφύγουν εγκαίρως».
Ο ίδιος προσθέτει πως «είναι σαφές ότι η φωτιά ήταν απίστευτα γρήγορη λόγω κλιματικών παραγόντων, όπως η ξηρασία και οι τρέχουσες καιρικές συνθήκες με χαμηλή υγρασία και ισχυρό άνεμο» και σημειώνει ότι «η υπερβολική θερμότητα και ο πυκνός καπνός στο μέτωπο της φωτιάς μπορούν επίσης να προκαλέσουν χάος και να παρεμποδίσουν την ορατότητα».
Εξηγώντας τέλος την περίπτωση της Αττικής σημειώνει ότι «όταν μια πυρκαγιά ξεσπά σε ένα αστικό περιβάλλον, έχει ένα εκρηκτικό αποτέλεσμα: συναντά άφθονη βλάστηση, σπίτια και αυτοκίνητα που υποδαυλίζουν τη φωτιά». Προσθέτει ακόμη ότι σε αυτές τις περιπτώσεις «οι φλόγες δεν κινούνται ομοιόμορφα πάνω στο έδαφος, αλλά μπορούν να πηδήσουν προς τα εμπρός πάνω από στέγες, δέντρα και άλλα εμπόδια. Έτσι οι φλόγες και ο καπνός μπορεί να περικυκλώσουν τους ανθρώπους και να αποκόψουν το δρόμο τους».

Πηγή slpress

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου