Παρασκευή 1 Ιουνίου 2018

Ο σκοτεινός κόσμος των παραγώγων

ΕΛευθερη Λαικη Αντιστασιακη Συσπειρωση


«… οἷον καὶ τὸ Θάλεω τοῦ Μιλησίου (…) κατανοήσαντά φασιν αὐτὸν ἐλαιῶν φορὰν ἐσομένην ἐκ τῆς ἀστρολογίας, ἔτι χειμῶνος ὄντος εὐπορήσαντα χρημάτων ὀλίγων ἀῤῥαβῶνας διαδοῦναι τῶν ἐλαιουργίων τῶν τ” ἐν Μιλήτῳ καὶ Χίῳ πάντων, ὀλίγου μισθωσάμενον ἅτ” οὐθενὸς ἐπιβάλλοντος: ἐπειδὴ δ” ὁ καιρὸς ἧκε, πολλῶν ζητουμένων ἅμα καὶ ἐξαίφνης, ἐκμισθοῦντα ὃν τρόπον ἠβούλετο, πολλὰ χρήματα συλλέξαντα ἐπιδεῖξαι ὅτι ῥᾴδιόν ἐστι πλουτεῖν τοῖς φιλοσόφοις, ἂν βούλωνται, ἀλλ” οὐ τοῦτ” ἐστὶ περὶ ὃ σπουδάζουσιν.» (Αριστοτέλης, «Πολιτικά», βιβλίο πρώτο)
Δεν είχα καμμιά πρόθεση να «ταλαιπωρήσω» τους αναγνώστες τού ιστολογίου με περισσότερες λεπτομέρειες για τα παράγωγα (πιο σωστά: παράγωγα χρηματοοικονομικά προϊόντα) περί των οποίων μιλήσαμε στα τελευταία σημειώματα. Όμως, το σχόλιο του Γιάννη Μαν, δυο μηνύματα ηλεκτρονικής αλληλογραφίας και μια σχετική χτεσινή συζήτηση, σχεδόν με υποχρεώνουν να το κάνω.
Θεωρητικά, παράγωγο χρηματοοικονομικό προϊόν καλείται το συμβόλαιο του οποίου η αξία εξαρτάται από την μελλοντική αξία κάποιου άλλου υποκειμένου προϊόντος. Υποκείμενο προϊόν μπορεί να είναι μια μετοχή, ένα αγαθό, ένα -αναμενόμενο ή πιθανό- γεγονός, ακόμη δε και… ο καιρός. Κλασσικό παράδειγμα παραγώγου αποτελεί αυτό που περιγράφει ο Αριστοτέλης στο παραπάνω απόσπασμα των «Πολιτκών» του. Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, ο Θαλής ο Μιλήσιος μελέτησε τα άστρα (δηλαδή, τον καιρό) και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι καιρικές συνθήκες θα ευνοήσουν την παραγωγή ελαιοκάρπου κατά την επόμενη χρονιά. Έτσι, φρόντισε έγκαιρα να καπαρώσει σε χαμηλή τιμή για τον εαυτό του τα ελαιουργία τής Μιλήτου και της Χίου. Την επόμενη χρονιά, χάρη στην όντως αυξημένη «λαδιά», ο Θαλής έβγαλε πολλά λεφτά, αποδεικνύοντας ότι είναι εύκολο να πλουτίσει κανείς.
Αν και υποθέτω ότι ήδη πήρατε μια ιδέα, ας δούμε μερικές μορφές παραγώγων προϊόντων ώστε να καταλάβουμε καλύτερα το παιχνίδι:

Ι. Προθεσμιακά Συμβόλαια (forward contracts)
Πρόκειται για την απλούστερη μορφή παραγώγου. Ο αγοραστής Α (long position) συμφωνεί να αγοράσει από τον πωλητή Β (short position) μετά από 6 μήνες 100 βαρέλια πετρέλαιο προς 80 δολλάρια το βαρέλι. Αν μετά από 6 μήνες, η τιμή του πετρελαίου έχει πάει στα 90 δολλάρια, ο αγοραστής Α θα κερδίσει άκοπα 10 δολλάρια ανά βαρέλι ενώ ο πωλητής Β θα χάσει το ίδιο ποσό. Αντίθετα, αν η τιμή πέσει, κερδισμένος από το παράγωγο θα βγει ο πωλητής, ο short position. Γι” αυτό ο πωλητής προσπαθεί να «σορτάρει» (να ρίξει) την τιμή τού υποκείμενου προϊόντος όπως μπορεί. Τα Προθεσμιακά Συμβόλαια συνάπτονται ανάμεσα στις δυο συμβαλλόμενες πλευρές και δεν μπαίνουν για διαπραγμάτευση σε κάποιο χρηματιστήριο.
ΙΙ. Συμβόλαια Μελλοντικής Εκπλήρωσης (future contracts)
Εδώ ισχύουν όσα είπαμε για τα Προθεσμιακά Συμβόλαια, μόνο που τα Συμβόλαια Μελλοντικής Εκπλήρωσης διαπραγματεύονται επίσημα στα χρηματιστήρια αξιών ή στα ειδικά χρηματιστήρια παραγώγων. Έτσι, συνήθως αγοραστές και πωλητές δεν γνωρίζονται μεταξύ τους, ενώ η υλοποίηση (δηλαδή, η εγκυρότητα) της συναλλαγής είναι εγγυημένη από το χρηματιστήριο. Βεβαίως, τόσο ο αγοραστής όσο και ο πωλητής μπορούν να μεταπωλήσουν το συμβόλαιο σε τρίτους, ανάλογα με τις εκτιμήσεις τους για την μελλοντική αξία τού υποκείμενου προϊόντος. Εξυπακούεται ότι κι εδώ γίνεται σορτάρισμα, όπου αυτό είναι δυνατόν.
ΙΙΙ. Προϊόντα Δανεισμού Τίτλων (stock repo – stock reverse repo)
Εδώ μιλάμε για δανεισμό μετοχών. Ο επενδυτής Γ, που δεν σκοπεύει να πουλήσει τις μετοχές του, τις δανείζει προσωρινά στον επενδυτή Δ, έναντι ενός σταθερού μηνιαίου αντιτίμου (stock lending – repo). Ο επενδυτής Δ δέχεται τον δανεισμό (stock borrowing – reverse repo) επειδή προσδοκά ότι θα έχει όφελος από το «παιχνίδι» που θα κάνει με τις συγκεκριμένες μετοχές για όσο διάστημα διαρκεί ο δανεισμός.


IV. Δικαιώματα Προαίρεσης (options)

Φανταστείτε ένα Προθεσμιακό Συμβόλαιο ή ένα Συμβόλαιο Μελλοντικής Εκπλήρωσης όπου ο αγοραστής έχει το δικαίωμα (και όχι την υποχρέωση) να ολοκληρώσει την αγορά κατά την λήξη τού συμβολαίου ενώ ο πωλητής είναι υποχρεωμένος να συμμορφωθεί με οποιαδήποτε απόφαση του αγοραστή. Κάτι παρόμοιο γίνεται και στο ποδόσφαιρο, όπου μια ομάδα παίρνει κάποιον παίκτη ως δανεικό για έναν χρόνο αλλά στο σχετικό συμβόλαιο υπάρχει «οψιόν» αγοράς του (αν θέλει, όταν λήξει το συμβόλαιο δανεισμού μπορεί αν τον αγοράσει έναντι ενός συμφωνηθέντος τιμήματος). Επειδή στα options ο μόνος που αναλαμβάνει ρίσκο είναι ο πωλητής, ο αγοραστής υποχρεούται στην καταβολή ενόςασφαλίστρου κινδύνου, το οποίο χάνει αν δεν υλοποιήσει το συμβόλαιο.
Αν όσα είπαμε ως εδώ σας φαίνονται περίπλοκα, σκεφτείτε πόσο περισσότερο περίπλοκες (άρα και πολύ πιο επικίνδυνες) είναι οι περιπτώσεις όπου το παράγωγο προϊόν έχει ως υποκείμενο κάποιο άλλο παράγωγο. Δηλαδή, εδώ έχουμε παράγωγο παραγώγου (όποιος αναγνώστης έχει προχωρημένες γνώσεις μαθηματικών, ίσως μπορεί να αντιληφθεί για τι πράγμα μιλάμε). Ακόμη, σκεφτείτε ότι ένα παράγωγο προϊόν μπορεί να περιλαμβάνει πολλά υποκείμενα προϊόντα, κάποιων εκ των οποίων αναμένεται μείωση τιμής και κάποιων αύξηση.
Τέλος, θυμηθείτε ότι σ” αυτή την θεοσκότεινη και εξαιρετικά ρισκαδόρικη αγορά παίζονται ποσά που αντιστοιχούν μέχρι και στο εικοσαπλάσιο του ετησίως παραγόμενου παγκόσμιου πλούτου. Σ” αυτή την αγορά, υπολογίζεται ότι μόνο οι δέκα μεγαλύτερες τράπεζες του κόσμου έχουν τοποθετήσει ποσά που υπερβαίνουν τα 230 τρισεκατομμύρια δολλάρια. Αν αυτό δεν συνιστά πραγματική βόμβα στα θεμέλια του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος, δεν ξέρω τι άλλο συνιστά.
Ας κλείσουμε το σημερινό μας σημείωμα με δυο ιστοριούλες:
Μια φορά κι έναν καιρό, ήταν μια μεγάλη τράπεζα, η οποία ανέλαβε να βοηθήσει μια μικρή ευρωπαϊκή χώρα να μπει στην ευρωζώνη. Η τράπεζα έκανε ό,τι μπορούσε και, τελικά, ο στόχος επετεύχθη. Μόνο που η τράπεζα δεν ήταν καθόλου σίγουρη πως όσα είχε κάνει τα είχε κάνει καλά. Έτσι, προκειμένου να αντισταθμίσει τους κινδύνους που είχε αναλάβει, έφτιαξε ένα παράγωγο προϊόν, το οποίο θα απέδιδε κέρδη σε περίπτωση που η αξία των ομολόγων εκείνης της χώρας θα έπεφτε. Με τις προμήθειες που μάζεψε κι από τις δυο δουλειές, η τράπεζα θα έβγαινε κερδισμένη ό,τι κι αν γινόταν.
Μια άλλη φορά κι έναν άλλο καιρό, ήταν μια άλλη μεγάλη τράπεζα, η οποία ανέλαβε την διαχείριση των μετοχών μιας εταιρείας που προσδοκούσε να γίνει μεγάλη. Προκειμένου να κάνει καλά την δουλειά της, η τράπεζα φρόντισε να διαφημίσει (και, κατ” επέκταση, να προωθήσει στους πελάτες της) τις μετοχές της εταιρείας. Επειδή, όμως, η τράπεζα κατά βάθος ήξερε πως η εταιρεία δύσκολα θα γινόταν μεγάλη, φρόντισε (μέσω κάποιας θυγατρικής της, φυσικά) να εκδώσει ένα παράγωγο προϊόν, το οποίο «στοιχημάτιζε» ότι οι πολυδιαφημισμένες μετοχές θα πήγαιναν φούντο. Με τις προμήθειες που μάζεψε κι από τις δυο δουλειές, η τράπεζα θα έβγαινε κερδισμένη ό,τι κι αν γινόταν.
Και ζήσαν οι κεφαλαιοκράτες καλά κι εμείς χειρότερα, όπως πάντα…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου