Παρασκευή 29 Ιανουαρίου 2016

H χαμένη τιμή ενός μετακλητού

Φωτογραφία ΕΘΝΟΣ
Της Φένιας Ρουγκούνη*
Πολύς λόγος τελευταία για τους μετακλητούς υπαλλήλους που προσλαμβάνονται σε πολιτικά γραφεία μελών της κυβέρνησης ή του Κοινοβουλίου. Πολλή παραφιλολογία, υψηλοί τόνοι, μαθήματα ηθικής από ακατάλληλους δασκάλους, πολύ υλικό για ανθρωποφαγία, ελάχιστη πληροφόρηση επί της ουσίας.
Ας ξεκινήσουμε με μια απλή παραβολή. Πείτε πως ένα γύρισμα της τύχης, ένα χέρι μαγικό σάς χρίζει υπουργό. Δεν είναι και κανένας άθλος άλλωστε, «γερό στομάχι χρειάζεται μόνο» έλεγε ο Ανδρέας Παπανδρέου, τα υπόλοιπα βρίσκονται. Το πρώτο πράγμα που θα κάνετε μόλις κοπάσει ο αλαλαγμός των συγχαρητηρίων είναι η επιλογή συνεργατών. Και εδώ αρχίζει ο τρόμος του πολιτικού. Ποιος θα με στηρίξει; Ποιος θα με προστατεύσει από παγίδες και διαρροές; Ποιος θα δουλεύει για μένα χωρίς συγχρόνως να οργανώνει τη δική του ανέλιξη πάνω στις αστοχίες μου; Ποιος θα με κοιτά στα μάτια και θα τραγουδά χαρωπά κάθε πρωί το λαϊκό άσμα «όλα δικά σου μάτια μου και ο πόνος σου δικός μου»;

Η απάντηση είναι μία και προφανής. Ο δικός μας άνθρωπος. Ο εξ αίματος ή εξ αγχιστείας ή εκ κουμπαρείας. Αρχίζουμε με τον αδερφό μας, και στην ατυχή περίπτωση που ο αδερφός μάς έχει φάει κάνα κτηματάκι παραθαλάσσιο στη Μεσσηνία και νοιώθουμε προδομένοι, τον αφήνουμε και προχωράμε στον ξάδερφο. Αν τώρα ο ξάδερφος τύχει να είναι ευεπίφορος στις ηδονές, και κατά συνέπεια ασταθής, προχωράμε στον κουμπάρο. Και αν δεν ευδοκιμήσει και αυτός, τότε αναζητούμε πρόσωπο από τη δεξαμενή των ξένων, των κοινών θνητών. Και αφού κάποια στιγμή καταλήξουμε ότι τα μείζονα κριτήρια της εμπιστοσύνης και της αφοσίωσης πληρούνται, προχωράμε στο επόμενο στάδιο, στη διερεύνηση των τεχνικών προδιαγραφών και την εξέταση των βιογραφικών.
Επειδή η εμπιστοσύνη όμως είναι το πρώτο και το μείζον ζητούμενο, το οποίο δυστυχώς δεν απεικονίζεται στα βιογραφικά, ο νομοθέτης δίνει τη δυνατότητα στα πολιτικά πρόσωπα να επιλέξουν κατά την κρίση τους έναν αριθμό συνεργατών για το ιδιαίτερο γραφείο τους και να προχωρήσουν στην πρόσληψή τους κατά παρέκκλιση των ισχυουσών διαδικασιών προσλήψεων στο δημόσιο. Οι συνεργάτες αυτοί αποκαλούνται μετακλητοί. Ο όρος δεν είναι επιτυχής, ούτε ακριβής, αλλά δεν θα ασχοληθώ με τη γλωσσική αστοχία, σε αυτό το κείμενο. Το πλαίσιο των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων των μετακλητών ορίζεται ρητά από το νόμο. Είναι δημόσιοι υπάλληλοι με ημερομηνία λήξεως. Ο χρόνος της εργασιακής τους ζωής ταυτίζεται με τη θητεία του πολιτικού προσώπου, φεύγουν αυτοδίκαια μαζί του μετά από ανασχηματισμό ή εκλογές, καθώς και οποιαδήποτε στιγμή κρίνει ο πολιτικός εν μέσω θητείας, δεν δικαιούνται επίδομα ανεργίας μετά την αποχώρηση και δεν επιτρέπεται εδώ και πολλά χρόνια τώρα η προσωρινή τους ιδιότητα ως μετακλητών να οδηγήσει σε μόνιμη σχέση εργασίας με το δημόσιο. Αυτό αξίζει να αναφερθεί, διότι μια δεκαετία πριν μετακλητοί υπό κάποιες προϋποθέσεις, νόμιμες πάντα, μετεξελίσσονταν σε μονίμους υπαλλήλους. Σκανδαλώδες αλλά αληθές.
Κάποιες φορές οι μετακλητοί δεν είναι συγγενείς των πολιτικών προσώπων. Ούτε κουμπάροι, ούτε συγχωριανοί. Κυρίως, οι μετακλητοί ειδικών προσόντων και εμπειρίας σπανίως είναι συγγενείς. Κάποια γνωριμία από το κοινωνικό περιβάλλον, κάποιες σοβαρές συστάσεις που να εγγυώνται το αξιόπιστο του υποψηφίου, οι εκλεκτικές συγγένειες που φέρνουν ανθρώπους ενστικτωδώς κοντά οδηγούν συχνά ένα πολιτικό, αν δεν είναι φοβικός και συνωμοσιολόγος, στην επιλογή ατόμων με τα οποία δεν τον συνδέει τίποτε από το παρελθόν. Και πολλές φορές μεταξύ αυτών των δύο αγνώστων φτιάχνονται σχέσεις αγάπης και εμπιστοσύνης, ισχυρότερες από κουμπαριές και από συγγένειες. Επίσης θα δείτε κάποιες φορές το φαινόμενο μετακλητοί ενός κόμματος να συνεχίζουν να εργάζονται και στον επόμενο πολιτικό του αντίπαλου κόμματος. Και εδώ προϋπόθεση είναι αφενός ο πολιτικός να μην είναι φοβικός, ώστε να μπορεί να αξιολογεί ψύχραιμα την ποιότητα του εργαζομένου, και αφετέρου ο συνεργάτης να είναι ικανός και να μην είναι απολίθωμα κομματικό.
Το ερώτημα που πλανάται στην ατμόσφαιρα και προκαλεί πολλές αναταράξεις είναι τι προσφέρει επιτέλους κατ? ουσίαν αυτός ο φοβερός τύπος που η μοίρα τον όρισε μετακλητό. Η απάντηση είναι απλή. Οι μετακλητοί, όπως και οι αμετάκλητοι, γράφουν την ιστορία τους ανάλογα με το ανάστημά τους. Αν ο μετακλητός είναι υπεύθυνος, δουλεύει 12 με 14 ώρες τη μέρα, και τα σαββατοκύριακα συνεργάζεται αρμονικά με τους μονίμους υπαλλήλους του φορέα του, γιατί σ? αυτούς αναγνωρίζει τη θεσμική μνήμη της διοίκησης, ξεχνά ότι υπάρχει ζωή εκτός γραφείου, παραμελεί την υγεία του και τους δικούς του, και όταν η θητεία του τελειώσει καταλήγει άνεργος χωρίς επίδομα ανεργίας. Έχει το πλεονέκτημα της εμπειρίας και το μειονέκτημα της ταύτισης με ένα πολιτικό πρόσωπο. Το ονομάζω μειονέκτημα, γιατί στις άγουρες δημοκρατίες σαν τη δική μας η συνεργασία με ένα πολιτικό πρόσωπο, ακόμα και για ένα εξάμηνο, δημιουργεί στρατόπεδα και στεγανά. Ωστόσο, το μεγαλύτερο «δώρο» που αποκομίζει από τη θητεία του σ? ένα πολιτικό γραφείο ο ευπρεπής μετακλητός είναι η λησμοσύνη. Μετά την αποχώρηση, πορεύεται μόνος, με την κούρασή του, το βιογραφικό του και τις αναμνήσεις του. Ωστόσο, στην αντίθετη περίπτωση, αν δηλαδή ο μετακλητός είναι φιγουρατζής παραγοντίσκος, δουλεύει ελάχιστα έως καθόλου, πουλάει εξουσία, καταδυναστεύει τους υπηρεσιακούς, λατρεύει την καρέκλα του και κάνει εκδουλεύσεις. Είναι βέβαιο δε ότι μετά την αποχώρησή του από τη θέση θά ?χει εξασφαλίσει και μια διάδοχη κατάσταση κάπου αλλού, όπου θα συνεχίσει να ανθεί ανέμελα και παρασιτικά.
Από το ήθος του πολιτικού προϊσταμένου και την εσωτερική του συγκρότηση εξαρτάται ποιο μοντέλο μετακλητού θα ευδοκιμήσει στο γραφείο του. Το πολιτικό πρόσωπο είναι αυτό που φέρει την απόλυτη ευθύνη της επιλογής, της πρόσληψης, της αξιολόγησης, της επιβράβευσης ή της αποπομπής του μετακλητού. Οι πολιτικοί σε όλο τον κόσμο έχουν το πλεονέκτημα της επιλογής των στενών συνεργατών τους. Η διαχείριση αυτού του πλεονεκτήματος εξαρτάται από τον πολιτικό πολιτισμό της κάθε χώρας. Ας αποφασίσει ο πολιτικός κόσμος της δικής μας χώρας με σοβαρότητα αν ο θεσμός των μετακλητών πρέπει να παραμείνει, να αυστηροποιηθεί ή να καταργηθεί. Ας αποδεχθεί όμως πρώτα ότι αυτός τον συνέλαβε ως κατασκευή, εν συνεχεία τον επέβαλε ως πάγια πρακτική, τον θωράκισε νομοθετικά, και εδώ και δεκαετίες, με ελάχιστες διορθωτικές ενέργειες στο ενδιάμεσο, σύσσωμος τον αγκαλιάζει και ευλαβικά τον συντηρεί.
  • Η Φένια Ρουγκούνη έχει σπουδάσει αγγλική λογοτεχνία, νομικά και μάνατζμεντ. Σήμερα εργάζεται στον Συνήγορο του Πολίτη
mignatiou.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου