Του Μάκη Ανδρονόπουλου
Ελάχιστες μέρες μετά την εκλογή του Κυριάκου Μητσοτάκη στην ηγεσία της ΝΔ, η κυβέρνηση άρχισε την διερεύνηση της δυνατότητας άμεσης εφαρμογής ενός νέου εκλογικού νόμου.
Αυτό και μόνο, δεδομένου ότι δεν έχει ακόμη γίνει η πρώτη αξιολόγηση, ανοίγει συζήτηση για εκλογές, οι οποίες προφανώς θα προκύψουν είτε από την αδυναμία ψήφισης του ασφαλιστικού και του φορολογικού, είτε από μια καθυστέρηση συμφωνίας με το κουαρτέτο που θα στερήσει τους αναγκαίους πόρους για την κάλυψη του ταμειακού ελλείμματος που από τον Μάρτιο αρχίζει να μεγαλώνει απειλητικά με κορύφωση τον Μάιο-Ιούνιο, είτε από μια ηρωική κόντρα-έξοδο με τους πιστωτές που θα αποβλέπει σε εκλογές.
Η εκδοχή της αναβολής αποφάσεων γι΄ αυτά τα θέματα με παράλληλη απελευθέρωση της χρηματοδότησης από τους πιστωτές δεν μοιάζει να είναι εφικτή, αν και είναι προφανές ότι αυτά τα δύο θέματα αποτελούν τον κύριο και μοναδικό στόχο του Αλέξη Τσίπρα στο Νταβός. Δεν ξέρουμε τι δώρα μπορεί να φέρει από εκεί ο πρωθυπουργός, αλλά μετά την αφήγηση Βαρουφάκη στον Σκάι, δεν έχει νόημα να κοροϊδευόμαστε σε σχέση με τις στρατηγικές προθέσεις των πιστωτών. Άλλωστε, οι τρεις εκδοχές που μπορεί να οδηγήσουν σε εκλογές συνδέονται ευθέως με πιθανότητα bail in των τραπεζών ή ακόμη και με το Grexit.
Είναι προφανές ότι για την κυβέρνηση Τσίπρα υπάρχουν τρεις βασικές πολιτικές επιλογές που θα ακουμπάνε στο νέο εκλογικό νόμο και οι οποίες δεν ταυτίζονται αναγκαστικά με τα στενά κομματικά συμφέροντα του ΣΥΡΙΖΑ.
Πριν τις διερευνήσουμε, είναι σκόπιμο να θυμηθούμε ότι για να γίνουν οι επόμενες εκλογές με νέο σύστημα απαιτείται αυτό να ψηφιστεί από τα 2/3 της Βουλής, ήτοι από 200 βουλευτές. Ο νέος εκλογικός νόμος υποτίθεται ότι θα διατηρεί το κατώφλι του 3%, θα είναι εμφανώς αναλογικότερος, θα μειώνει στους 200 τους βουλευτές και το πριμ του πρώτου κόμματος στις 20 από τις 50 έδρες. Σημειωτέον ότι δεν ακούγεται κιχ για την περιβόητη πολυδιάσπαση της Β΄ Αθηνών. Γιατί άραγε; Πάντως, με αυτή την αριθμητική δεν έχουμε και μεγάλες ανατροπές, το πολύ πολύ να γίνει πιο δύσκολος ο σχηματισμός κυβέρνησης. Το σίγουρο είναι ότι όσο σφίγγει το εκλογικό σύστημα, τόσο ευνοούνται οι συγχωνεύσεις κομμάτων.
Εκτιμάται δε ότι μια τέτοια αλλαγή περνάει αν ψηφισθεί από τα κόμματα της ελάσσονος αντιπολίτευσης και την συμπολίτευση, πλην ΧΑ και ΝΔ. Οι Συριζαίοι βουλευτές αν και θα γνωρίζουν ότι μπορεί να χάσουν άμεσα τις έδρες τους στις εκλογές, θα υποχρεωθούν να ψηφίσουν το νέο εκλογικό νόμο γιατί θα είναι αναλογικότερος και θα παρουσιαστεί ότι ταυτίζεται με τις πάγιες θέσεις του κόμματος. Ως εκ τούτου, οι επιλογές είναι:
- Ο Τσίπρας χρησιμοποιεί ως απειλή το νέο νόμο στους βουλευτές του και περνάει τα κρίσιμα νομοθετήματα όπως θα τα συμφωνήσει με το κουαρτέτο και από εκεί και πέρα έχει να κάνει με τις αντιδράσεις του κόσμου στο δρόμο.
- Ο Τσίπρας χρησιμοποιεί τον εκλογικό νόμο πάλι ως φόβητρο προς τους βουλευτές και για να οδηγήσει σε μια προσυμφωνημένη διεύρυνση της κυβέρνησης με στελέχη από τα κόμματα του ενδιάμεσου χώρου. Δηλαδή μια ελεγχόμενη εκδοχή μίνι οικουμενικής με εκτός ΝΔ, ΧΑ και ΚΚΕ που θα έχει πάρει αναλογικότερο εκλογικό νόμο.
- Ο Τσίπρας κάνει εκλογές με στόχο να βγει μεν πρώτο κόμμα, αλλά να αλλάξει κυβερνητικούς εταίρους, δηλαδή να συμπράξει με τη νέα «παρθένα» κεντροαριστερά (δηλ. χωρίς το «αμαρτωλό» ΠΑΣΟΚ, τον «διαπλεκόμενο» Θοδωράκη ή το νέο «πιόνι» του συστήματος κυρ Λεβέντη), μετά από κάποια προγραμματική συμφωνία. Δηλαδή, ότι δεν μπορεί να κάνει στις ιδιωτικοποιήσεις, στις επενδύσεις και την παιδεία με τους Συριζαίους θα τα εκχωρήσει στους νεοκεντροαριστερούς και αυτός θα παραμένει πρωθυπουργός με ένα αναβαθμισμένο και έμπειρο υπουργικό συμβούλιο.
Είναι προφανές πως η εκλογή του Κυριάκου, έκανε τους πιστωτές πιο σκληρούς και αμετακίνητους, με αποτέλεσμα όλες οι διαπραγματευτικές πιρουέτες της κυβέρνησης να πέφτουν στο κενό, καθώς το δίλημμα ή εγώ (Τσίπρας) ή το χάος να έχει πλέον την τρίτη εκδοχή του Κυριάκου. Αν γίνουν εκλογές, το επίκεντρο θα είναι το ασφαλιστικό, για το οποίο ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει ήδη καταθέσει δέσμη 5 προτάσεων αξίας 1,9 δισ. ευρώ που ικανοποιεί αριθμητικά το κουαρτέτο και τις παραγωγικές τάξεις που απεύχονται την αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών.
Κλάψτε τους, καταψηφίστε τους, ξεχάστε τους…
Ο ενδιάμεσος πολιτικο-κοινωνικός χώρος αποτέλεσε στη μεταπολίτευση καταλυτικό παράγοντα ως προς την διαμόρφωση πλειοψηφιών. Εκεί παιζόταν το παιγνίδι, εκεί παίζεται και τώρα… Η εκλογή του Κυριάκου Μητσοτάκη αποδεικνύεται καταλυτική για ολόκληρο το πολιτικό φάσμα, κυρίως γιατί άνοιξε και πάλι – σε επίπεδο κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης αρχικά – το παιγνίδι της διεκδίκησης του ενδιάμεσου πολιτικού χώρου. Η διεκδίκηση του χώρου αυτού που συγκροτείται από ετερόκλητες ιδεολογίες, με κοινό παρανομαστή τις μεταρρυθμίσεις, διαμορφώνει συνθήκες φυγόκεντρων δυνάμεων, αλλά και κεντρομόλων. Το τι θα προκύψει είναι ανοιχτό, όπως άλλωστε και η ιστορία.
Πάντως, η πρόσκληση της Φώφης Γεννηματά θα είναι άνευ αντικειμένου εάν ο Γιώργος Παπανδρέου και ο Ευάγγελος Βενιζέλος διεκδικήσουν την ηγεσία του «νέου κέντρου», όπως έγραψε ο Γιώργος Παπαχρήστος στα Νέα, αφού θα κάνουν τεράστια ζημιά στο εγχείρημα ανασυγκρότησης της κεντροαριστεράς. Αν συμβεί αυτό, τότε, κλάψτε τους, καταψηφίστε τους, ξεχάστε τους… Ο Παπαχρήστου παραθέτει και τα ονόματα των Άννας Διαμαντοπούλου, Γιάννη Ραγκούση και Γιώργου Φλωρίδη, ως πιθανόν διεκδικητών της ηγεσίας του νέου σχηματισμού που υποτίθεται θα αντιπαλέψει το «νέο διπολισμό». Πρόκειται για πρόσωπα που έχουν ένα ιδιαίτερο πολιτικό στίγμα και εμπειρία, αν και οι καιροί, αλλά και το ίδιο το εγχείρημα απαιτούν νέα πρόσωπα και νέες ιδέες.
Φρονώ ότι ο ενδιάμεσος χώρος μπορεί να υπάρξει ως πολιτική δυναμική μόνο με μια πρωτοβουλία που θα οργανωθεί από πρόσωπα κύρους από τα πάνω και θα στηριχθεί από τα κάτω, όπου τα υπαρκτά κόμματα θα πρέπει να αυτοδιαλυθούν και να προσχωρήσουν χωρίς όρους στο νέο κόμμα, το οποίο πρέπει να έχει ευκρινές όραμα, ξεκάθαρους στόχους και μέσα επίτευξής τους. Πρόσωπα τέτοια υπάρχουν (Τάσος Γιαννίτσης, Νίκος Αλιβιζάτος κ.ά.), το ζήτημα είναι οι χορηγοί του εγχειρήματος και η διαδικασία ένταξης των υπαρκτών κομμάτων.
Βέβαια όλοι ξέρουμε ότι τόσο η κεντροδεξιά, όσο και η κεντροαριστερά αποτελούν πολιτικές φούσκες που άλλοτε λειτουργούν ως αμορτισέρ του συστήματος και άλλοτε, ως εφαλτήριο επιτήδειων και φαντασιόπληκτων. Παρ΄ όλα αυτά οι πολιτικοί σχηματισμοί του κέντρου είναι κρίσιμοι πυλώνες της δημοκρατίας και λειτουργούν ως χύτρα εντός της οποίας συντελούνται οι σημαντικότερες κοινωνικές και πολιτικές ζυμώσεις (ΣΣ: ως τέτοια χύτρα λειτούργησε επί πολλά χρόνια το ΠΑΣΟΚ).
Φρονώ ότι ο ενδιάμεσος χώρος μπορεί να υπάρξει ως πολιτική δυναμική μόνο με μια πρωτοβουλία που θα οργανωθεί από πρόσωπα κύρους από τα πάνω και θα στηριχθεί από τα κάτω, όπου τα υπαρκτά κόμματα θα πρέπει να αυτοδιαλυθούν και να προσχωρήσουν χωρίς όρους στο νέο κόμμα, το οποίο πρέπει να έχει ευκρινές όραμα, ξεκάθαρους στόχους και μέσα επίτευξής τους. Πρόσωπα τέτοια υπάρχουν (Τάσος Γιαννίτσης, Νίκος Αλιβιζάτος κ.ά.), το ζήτημα είναι οι χορηγοί του εγχειρήματος και η διαδικασία ένταξης των υπαρκτών κομμάτων.
Βέβαια όλοι ξέρουμε ότι τόσο η κεντροδεξιά, όσο και η κεντροαριστερά αποτελούν πολιτικές φούσκες που άλλοτε λειτουργούν ως αμορτισέρ του συστήματος και άλλοτε, ως εφαλτήριο επιτήδειων και φαντασιόπληκτων. Παρ΄ όλα αυτά οι πολιτικοί σχηματισμοί του κέντρου είναι κρίσιμοι πυλώνες της δημοκρατίας και λειτουργούν ως χύτρα εντός της οποίας συντελούνται οι σημαντικότερες κοινωνικές και πολιτικές ζυμώσεις (ΣΣ: ως τέτοια χύτρα λειτούργησε επί πολλά χρόνια το ΠΑΣΟΚ).
Ο ΣΥΡΙΖΑ χρειάζεται την επιβίωση του ενδιάμεσου χώρου, ώστε να μπορεί ο ίδιος να εξακολουθήσει να ορίζεται ως αριστερά, έστω κι αν εφαρμόζει τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές του μνημονίου, αλλά και γιατί εκεί βρίσκονται οι φυσικοί του σύμμαχοι. Η διάλυση του ενδιάμεσου χώρου θα τον φέρει στη θέση του ΠΑΣΟΚ της οπορτουνιστικής και διαπλοκικής φάσης. Μετά τον κλονισμό του ηθικού του πλεονεκτήματος, ο ΣΥΡΙΖΑ
χρειάζεται να κατανοήσει πως αν δεν παραδεχθεί με αριθμούς το κόστος των λαθών του, θα είναι πάντα ευάλωτος στην κατηγορία του λαϊκισμού από την δεξιά. Γενικά, θα πρέπει να αντιληφθεί ότι πέρα από το μνημόνιο, η όλη εικόνα και ρητορική του δεν εμπεριέχει τίποτα που να μην ταυτίζεται με τις απεχθείς εικόνες και ρητορικές του παρελθόντος. Δεν υπάρχει τίποτε το φωτεινό, το νέο, το ελπιδοφόρο. Ο κόσμος βλέπει και ακούει μόνο ψεύτικα λόγια και μεγάλα…
Η ιδεολογική ανασυγκρότηση του ΣΥΡΙΖΑ
Κι εδώ ο ΣΥΡΙΖΑ κρίνεται, γι΄ αυτό και το συνέδριό του έχει σημασία. Ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να πάρει καθοριστικές αποφάσεις, αν δεν θέλει να αποτελέσει «αριστερή παρένθεση» και το ανάθεμα των απανταχού αριστερών.
Πρώτον, ή ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να εξομολογηθεί ευθαρσώς τα τραγικά λάθη που έκανε στην διαπραγμάτευση και κόστισαν δισεκατομμύρια στον ελληνικό λαό, τα capital controls και ένα επιπλέον μνημόνιο, παραδεχόμενος την ιδεοληπτική διάσταση της αποτυχίας του και να αναδείξει, χωρίς πλέγματα, την αποφασιστική συνθηκολόγησή του με την ευρωπαϊκή πραγματικότητα. Ταυτόχρονα πρέπει να απαλλαγεί από τα ιδεοληπτικά σχήματα που τον οδήγησαν στην αποτυχία της διαπραγμάτευσης, δηλαδή να προβεί σε ιδεολογική ανασυγκρότηση επί του πραγματικού του 21ου αιώνα.
Δεύτερον, πρέπει να κατανοήσει πως οι καιροί και τα μέσα έχουν αλλάξει και πως οι διορισμοί κομματικών και συγγενών που συνιστούν διαδικασία κομματικοποίησης της εξουσίας του, -κάτι που έχει πληρωθεί ακριβά από τον ελληνικό λαό-, αποτελεί πισωγύρισμα.
Τρίτον, η πολιτική δια της διαχείρισης συμβόλων είναι αποδοτική όταν τα σύμβολα έχουν κύρος στην κοινωνία. Δυστυχώς σήμερα, τα σύμβολα είναι κενά περιεχομένου και έχουν αναφορά σε παλαιότερες γενιές. Συνήθως δε, στην τρέχουσα φάση, η χρήση τους συχνά τα ευτελίζει.
Τέταρτον, η πολιτική της καταγγελίας του Κυριάκου Μητσοτάκη ως νεοφιλελεύθερου, φθάνει ειρωνική, αν όχι αστεία, στα αφτιά των πολιτών που υφίστανται τις συνέπειες ακραίων νεοφιλελεύθερων πολιτικών από την κυβέρνηση της αριστεράς. Το ότι κυβέρνηση καλεί τους πολίτες σε μαζικές αντιδράσεις κατά των πολιτικών που εφαρμόζει για την ενίσχυση της διαπραγματευτικής της θέσης, μοιάζει με το Όχι του δημοψηφίσματος που έγινε Ναι την επομένη. Γι΄ αυτό χρειάζεται σεμνότητα. Άλλωστε στην εποχή μας τι θα πει αριστερός και τι νεοφιλελεύθερος δεν έχει και μεγάλη σημασία.
Πέμπτον, η αυτονόητη επικέντρωση των οικονομικών προσπαθειών της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ στην στήριξη των φτωχών νοικοκυριών μοιάζει να εξαντλείται εκεί. Όμως, το μεγάλο πρόβλημα βρίσκεται στα μεσαία στρώματα που έχουν καταληστευτεί από τα μνημόνια και δεν είδαν λύση ούτε στα δάνεια, ούτε στους φόρους, ούτε στην ανάπτυξη. Εκεί λοιπόν δεν φτάνουν τα λόγια και οι εξορκισμοί.
http://makisandronopoulos.blogspot.gr
mignatiou.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου