Τετάρτη 30 Δεκεμβρίου 2015

Stratfor: Ήρθε η ώρα της Τουρκίας


Η κατάρριψη του ρωσικού μαχητικού έδωσε την «αφορμή» για αναβίωση της παλιάς αντιπαλότητας μεταξύ Τουρκίας - Ρωσίας. Οι περίπλοκες ενεργειακές σχέσεις και το «κλειδί» των Στενών του Βοσπόρου. Η εμπλοκή της Ευρώπης στη Συρία και ο... αμερικανικός παράγοντας.


της Reva Bhalla
Έχοντας ακόμα «φρέσκια» την κατάρριψη του ρωσικού μαχητικού αεροσκάφους από την Τουρκία, ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν είχε να πει μερικά «λογάκια» στον πάλαι ποτέ σύμμαχό του, τον Τούρκο πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, στην ομιλία του για την κατάσταση του έθνους.
Ο Πούτιν, εξοργισμένος, παραπονέθηκε ότι «είμασταν έτοιμοι να συνεργαστούμε με την Τουρκία σε ιδιαίτερα ευαίσθητα ζητήματα και να προχωρήσουμε πιο πέρα από τους συμμάχους τους. Ο Αλάχ ξέρει μόνο γιατί το έκαναν. Προφανώς ο Αλάχ αποφάσισε να τιμωρήσει την κυβερνώσα ελίτ στην Τουρκία, αφαιρώντας τη λογική τους».
Αν και ο Πούτιν μπορεί να ακούστηκε λίγο δραματικός, ωστόσο πίσω από το σοκ και την ανησυχία έναντι της Τουρκίας υπάρχει μια σκληρή γεωπολιτική αλήθεια.
Η Ρωσία γνωρίζει πόσο σημαντικό είναι να διατηρήσει φιλικές σχέσεις με την Τουρκία, όταν έρχεται αντιμέτωπη με μεγαλύτερες δυνάμεις της Δύσης. Και αυτό διότι η Τουρκία κρατά τα «κλειδιά» για τα Δαρδανέλια και τον Βόσπορο -ο μόνος δρόμος που έχουν τα ρωσικά εμπορικά και πολεμικά πλοία για να φτάσουν στη Μεσόγειο από τα ρωσικά λιμάνια στη Μαύρη Θάλασσα.

Όλοι οι υπολογισμοί του Πούτιν σε ό,τι αφορά στην αντιμετώπιση των ΗΠΑ αλλάζουν λόγω της άβολης πραγματικότητας ότι η Μόσχα δεν μπορεί πλέον να βασίζεται στην τουρκική ουδετερότητα σε ένα από τα πιο στρατηγικά σημεία του χάρτη.

Εντάσεις για τα Στενά

Το έτος 1946, όταν είχε μόλις τελειώσει ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος, δίνει μια χρήσιμη εικόνα για την εξαιρετική εμμονή της Μόσχας για τα Τουρκικά Στενά. Έχοντας χάσει την αυτοκρατορία της μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, η οικονομικά κατεστραμμένη Τουρκία αγωνιζόταν να δημιουργήσει ένα έθνος, επιλέγοντας σοφά να μη συμμετέχει στον δεύτερο γύρο της παγκόσμιας σύγκρουσης.
Μια δεκαετία νωρίτερα, όταν οι στρατιώτες του Χίτλερ εισέβαλαν στην αποστρατικοποιημένη Ρηνανία και ο Μουσολίνι διακήρυττε ανοικτά την επιθυμία του να καταλάβει την Ανατολία, μια αγχωμένη Τουρκία απαίτησε αναθεώρηση του δόγματος διακυβέρνησης των Στενών, υποστηρίζοντας πως τα Στενά πρέπει να επαναστρατιωτικοποιηθούν και να τεθούν υπό τον αποκλειστικό έλεγχο της Τουρκίας. Το αποτέλεσμα ήταν η Σύμβαση του Montreux του 1936, που επισημοποίησε τον ρόλο της Τουρκίας ως φύλακα των Στενών, διασφαλίζει την ελευθερία διέλευσης εμπορικών πλοίων σε καιρούς ειρήνης και επιβάλλει περιορισμούς στο μέγεθος, στον τύπο και στο τονάζ πολεμικών πλοίων εκτός Μαύρης Θάλασσας. Στο πλαίσιο της Σύμβασης, τα πολεμικά πλοία χωρών εκτός Μαύρης Θάλασσας στα οποία η Τουρκία επιτρέπει να εισέλθουν στα Στενά δεν μπορούν να παραμένουν στη Μαύρη Θάλασσα για περισσότερο από 21 ημέρες. Σε περιόδους πολέμου, αναμένεται από την Τουρκία να απαγορεύει παντελώς τους εμπόλεμους στα Στενά, προκειμένου να μην υπάρχουν συγκρούσεις στη Μαύρη Θάλασσα.
Όμως οι Σοβιετικοί ποτέ δεν ικανοποιήθηκαν απόλυτα με την ουδετερότητα της Τουρκίας, γνωρίζοντας πως η Άγκυρα πιθανότατα θα «έγερνε» προς τη Δύση όταν θα δυσκόλευαν τα πράγματα. Οι Σοβιετικοί είπαν στους Τούρκους το 1946 ότι αν ήθελαν ειλικρινά να είναι σύμμαχοι, τότε θα έπρεπε να δώσουν στους Σοβιετικούς δικαιώματα βάσεων στα Δαρδανέλια. Οι Σοβιετικοί «έριξαν» διάφορες απειλές για να δείξουν στην Τουρκία τη σοβαρότητα του θέματος, όπως για παράδειγμα τις σοβιετικές διεκδικήσεις περιοχών της ανατολικής Τουρκίας, την υποκίνηση των Κούρδων αυτονομιστών και τη στήριξη των διεκδικήσεων της Συρίας στην επαρχία Χατάι.
Η αγανακτισμένη Τουρκία αναζήτησε αμερικανική βοήθεια. Ο Αμερικανός πρέσβης στην Τουρκία Έντουιν Ουίλσον εξήγησε στον Αμερικανό υπουργό Εξωτερικών Τζέιμς Μπέρνς ότι «ο πραγματικός (Σοβιετικός) σκοπός έναντι της Τουρκίας δεν είναι μια αναθεώρηση του καθεστώτος των Στενών, αλλά η κυριάρχηση της Τουρκίας. Στην ευρεία ζώνη ασφαλείας της Σοβιετικής Ένωσης, που εκτείνεται από τη Βαλτική μέχρι τη Μαύρη Θάλασσα, η Τουρκία αποτελεί ένα μοναδικό κενό... Ο σοβιετικός στόχος, ως εκ τούτου, είναι να αποσυνθέσει αυτή τη νυν ανεξάρτητη τουρκική κυβέρνηση και να εδραιώσει στη θέση της ένα υποτελές ή «φιλικό» καθεστώς στην Τουρκία, που θα ολοκληρώσει τη ζώνη ασφαλείας των εξυπηρετικών χωρών στα δυτικά και νότια σύνορα της Ρωσίας και θα βάλει τέλος στη δυτική επιρροή στην Τουρκία».
Έτσι, είχε έρθει η ώρα οι ΗΠΑ να φέρουν την Τουρκία υπό την ομπρέλα ασφαλείας τους.
Στις 6 Απριλίου του 1946, το USS Missouri έφθασε στην Κωνσταντινούπολη με το πρόσχημα της παράδοσης της τέφρας του Τούρκου πρέσβη των ΗΠΑ, ο οποίος είχε πεθάνει σε αμερικανικό έδαφος. Μια ενθουσιώδης Τουρκία γιόρτασε την άφιξη του αμερικανικού πολεμικού πλοίου με ειδικά γραμματόσημα και δώρα για τους αξιωματικούς του αμερικανικού ναυτικού. Όπως το έθεσε ο πρέσβης κ. Ουίλσον, «η επίσκεψη του USS Missouri είναι ικανή να λάβει τον χαρακτήρα ενός εξ αυτών των αστάθμητων γεγονότων, η επιρροή του οποίου εκτείνεται πολύ πέρα από το άμεσο θέατρο στο οποίο λαμβάνει χώρα». Η φανταχτερή επίδειξη μιας αμερικανικής εγγύησης ασφάλειας ήταν το πρελούδιο στο αίτημα που υπέβαλε τον Φεβρουάριο 1947 στο Κογκρέσο ο Αμερικανός πρόεδρος Χάρι Τρούμαν, ώστε να παρασχεθεί ξένη βοήθεια στην Τουρκία και στην Ελλάδα «για να βοηθήσει τους ελεύθερους ανθρώπους να χειριστούν τις μοίρες τους με τον δικό τους τρόπο».
Αυτό ήταν το Δόγμα Τρούμαν που «κλείδωσε» τον Ψυχρό Πόλεμο, με την Τουρκία να τάσσεται ξεκάθαρα στο πλευρό των ΗΠΑ.

Η αναβίωση μιας παλιάς αντιπαλότητας

Η αντιπαράθεση Τουρκίας-Ρωσίας επιστρέφει τώρα, όχι διότι το ήθελε κάποια από τις δύο πλευρές, αλλά διότι η γεωπολιτική οδήγησε εκεί. Ο Πούτιν και ο Ερντογάν είναι οι κληρονόμοι δύο ιστορικών αυτοκρατοριών που πήραν μέρος σε πολλούς πολέμους από τον 17ο μέχρι τον 19ο αιώνα. Με τις δυο χώρες να αναδύονται και πάλι, ήταν αναμενόμενο ότι κάποια στιγμή θα ξανασυγκρούονταν. Το πρώτο σημάδι ήρθε τον Αύγουστο του 2008, όταν η εισβολή της Ρωσίας στη Γεωργία έκανε την Τουρκία να «ξυπνήσει» και να δει πως η Μόσχα είναι έτοιμη και πρόθυμη να χρησιμοποιήσει τη στρατιωτική ισχύ της για να ξαναδημιουργήσει ουδέτερες περιοχές στην πρώην σοβιετική σφαίρα προκειμένου να αντισταθμίσει τη διείσδυση της Δύσης στην περιοχή.
Την περίοδο εκείνη, η Ρωσία δεν ήταν ικανοποιημένη με το ότι η Τουρκία άφηνε αμερικανικά πολεμικά πλοία να περάσουν στη Μαύρη Θάλασσα προκειμένου να δώσουν βοήθεια στα λιμάνια της Γεωργίας· η Μόσχα μετέφερε τη δυσαρέσκειά της καθυστερώντας τη διέλευση χιλιάδων τουρκικών φορτηγών στα ρωσικά σύνορα. Όμως και οι δυο πλευρές έκαναν το παν για να αποφύγουν μια μεγαλύτερη ρήξη.
Η εισβολή της Ρωσίας στην Κριμαία το 2014 ήταν το επόμενο μεγάλο ρωσικό χτύπημα που δέχθηκε η Τουρκία. Περίπου 300.000 τουρκόφωνοι Τάταροι παραμένουν στη χερσόνησο της Κριμαίας ως «απομεινάρι» της Οθωμανικής ιστορίας. Η γρήγορη άμυνα των Τατάρων από την Τουρκία λόγω της εισβολής αυτής δεν οφειλόταν μόνο στην ανησυχία για τους εθνοτικούς συγγενείς της: η Τουρκία καταλάβαινε πως η ισορροπία δυνάμεων στη Μαύρη Θάλασσα άλλαζε. Η κατάληψη της Κριμαίας από τη Ρωσία σήμαινε πως η Μόσχα δεν χρειάζεται πλέον να ασχολείται με ενοχλητικές συμφωνίες μίσθωσης με την άστατη κυβέρνηση του Κιέβου. Η Ρωσία πλέον απολαμβάνει την ελευθερία της να ενισχύσει τον στόλο της Μαύρης Θάλασσας, έναν στόλο που σε μεγάλο βαθμό έχει σχεδιαστεί για να αντισταθμίσει τη ναυτική δύναμη της Τουρκίας.
Η εμπλοκή της Ρωσίας στη Συρία το 2015 ήταν η «κόκκινη γραμμή» για την Τουρκία. Σε αυτό το κεφάλαιο της τουρκικής επέκτασης, το Ισλαμιστικό Κόμμα της Δικαιοσύνης και της Ανάπτυξης λογικά θέτει ως προτεραιότητα την αστάθεια στην «πίσω αυλή» της στη Μέση Ανατολή. Η προσοχή της Τουρκίας είναι στραμμένη στη βόρεια Συρία και στο βόρειο Ιράκ, μια ζώνη πρώην οθωμανικών επαρχιών που εκτείνονται ανατολικά από την επαρχία Χατάι της Τουρκίας. Η εμπλοκή της Ρωσίας στη Συρία, για υπεράσπιση της αλαουιτικής κυβέρνησης, έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τον στόχο της Τουρκίας για επέκταση του δικού της στρατιωτικού αποτυπώματος στο Χαλέπι, διατηρώντας υπό έλεγχο τη δραστηριότητα των Κούρδων αυτονομιστών και αντικαθιστώντας στο τέλος τον πρόεδρο της Συρίας Μπασάρ αλ Άσαντ με μια σουνιτική κυβέρνηση φιλική προς τα συμφέροντα της Τουρκίας.
Η Συρία έχει περιφερειακό ενδιαφέρον για τους Ρώσους, όπως η Ουκρανία έχει περιφερειακό ενδιαφέρον για τους Τούρκους. Όμως υπάρχουν αρκετοί παράγοντες που φέρουν τον ρωσικό στρατό επικίνδυνα κοντά στα βασικά συμφέροντα της Τουρκίας στα σύνορα Συρίας-Τουρκίας. Το Ισλαμικό Κράτος είναι μια πραγματική απειλή για τη Ρωσία, και η Μόσχα έχει νόμιμο συμφέρον να βάζει στο στόχαστρο την απειλή στην πηγή της. Την ίδια ώρα, οι σχέσεις της Ρωσίας στη Συρία επικεντρώνονται στους αλαουιτικούς κύκλους.
Η Ρωσία βλέπει την επιρροή που έχει στην αλαουιτική κυβέρνηση ως τον βασικό τρόπο για να διαπραγματευτεί με τις ΗΠΑ, να διατηρήσει το Ιράν εξαρτώμενο από τη Μόσχα και να αντιμετωπίσει απειλές όπως αυτή του Ισλαμικού Κράτους. Όσο μεγαλύτερος «συνωστισμός» υπάρχει στο πεδίο της μάχης, βεβαίως, τόσο μεγαλύτερες είναι και οι πιθανότητες σύγκρουσης Τουρκίας-Ρωσίας.
Για να προμηθεύσει τις δυνάμεις του στη Συρία, το ρωσικό ναυτικό βασίζεται στην επονομαζόμενη Syrian Express, μια ναυτική γραμμή τροφοδοσίας από τη Σεβαστούπολη στη Μαύρη Θάλασσα προς τη ναυτική εγκατάσταση στο λιμάνι της Ταρτούς στη Συρία. Ως φύλακας των Στενών, η Τουρκία θα μπορούσεθεωρητικά να περιπλέξει αυτή τη γραμμή τροφοδοσίας. Σε καιρούς ειρήνης, η Τουρκία θα μπορούσε και πάλι να ισχυριστεί ότι τηρεί τη Σύμβαση Montreux, επιτρέποντας στη Ρωσία ελεύθερη πρόσβαση, αυξάνοντας όμως τις επιθεωρήσεις στα ρωσικά πλοία που περνούν τα Στενά. Αν και αυτό θα ήταν ενοχλητικό για τη Ρωσία, ωστόσο βασική ανησυχία της Μόσχας είναι το Άρθρο 20 της Σύμβασης Montreux, που λέει ότι σε περιόδους πολέμου η Τουρκία μπορεί να αποφασίσει πότε θα επιτρέπει και πότε θα απαγορεύει τη διέλευση πολεμικών πλοίων από τα Στενά, αποκόπτοντας δυνητικά τη Ρωσία από τη Μεσόγειο.

Το «δίκοπο μαχαίρι» για την Τουρκία

Τα Στενά είναι ένα ισχυρό εργαλείο που η Τουρκία μπορεί να χρησιμοποιήσει κατά της Μόσχας, όμως η Άγκυρα δεν μπορεί εύκολα να εγκαταλείψει τη Ρωσία. Η Τουρκία είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος αγοραστής ρωσικού φυσικού αερίου, ένας σημαντικός εισαγωγέας ρωσικού πετρελαίου και μετάλλων, και ο μεγαλύτερος αγοραστής ρωσικών σιτηρών και ηλιελαίου. Μια εχθρική σχέση με τη Ρωσία θα δημιουργήσει τεράστιο οικονομικό πρόβλημα στους Τούρκους. Αυτό φαίνεται ακόμα περισσότερο στις ενεργειακές σχέσεις των δύο χωρών. Σε αντίθεση με το πετρέλαιο, τον άνθρακα ή τα σιτηρά, που μπορεί να τα προμηθευτεί και από αλλού, η Τουρκία δεν έχει κάποια γρήγορη και αξιόπιστη εναλλακτική για το φυσικό αέριο, μια σημαντική πηγή ενέργειας για τις βιομηχανίες και τα νοικοκυριά της χώρας.
Η Ρωσία προμηθεύει γύρω στο 55% (ή περίπου 27 δισ. κυβικά μέτρα από τα 50 δισ. κυβικά των ετήσιων αναγκών) της τουρκικής κατανάλωσης φυσικού αερίου. Αυτή η προμήθεια χωρίζεται μεταξύ δύο αγωγών, χωρητικότητας 16 δισ. κυβικών φυσικού αερίου ο καθένας: του Blue Stream, που πάει κατευθείαν από τη Ρωσία στην Τουρκία μέσω της Μαύρης Θάλασσας, και του Gas West ,που μεταφέρει αέριο στην Τουρκία μέσω Ουκρανίας, Ρουμανίας και Βουλγαρίας.
Η Τουρκία δεν βρίσκεται κοντά στο να κλείσει τα Στενά της για τη Ρωσία, ούτε όμως η Ρωσία βρίσκεται κοντά στο να «κόψει» την προμήθεια αερίου προς την Τουρκία. Ακόμα και έτσι, όμως, η Τουρκία θα πρέπει να αρχίσει να λαμβάνει πολύ πιο σοβαρά την ενεργειακή της ασφάλεια, τώρα που βρίσκεται σε ανοικτή αντιπαράθεση με τη Ρωσία.
Το πρόβλημα για την Τουρκία είναι ότι δεν υπάρχουν γρήγορες λύσεις για το ενεργειακό της δίλημμα. Η Τουρκία έχει μόνο δύο τερματικούς σταθμούς εισαγωγής υγροποιημένου φυσικού αερίου, στην Ηράκλεια του Μαρμαρά και (ετήσια χωρητικότητα 8,2 δισ. κυβικά) και στο λιμάνι Αλιάγα (ετήσια χωρητικότητα 5 δισ. κυβικά). Με περιορισμένη χωρητικότητα εισαγωγής και αποθήκευσης LNG (3 δισ. κυβικά), η Τουρκία έχει πολλή δουλειά να κάνει -και πολλές επενδύσεις- για να χτίσει τη δική της υποδομή τα επόμενα αρκετά χρόνια.
Οι εναλλακτικοί προμηθευτές της Άγκυρας έχουν τις δικές τους επιπλοκές. Η Τουρκία εισάγει περίπου το 20% του φυσικού αερίου της από το Ιράν. Αυτές οι εισαγωγές θα μπορούσαν να αυξηθούν καθώς το Ιράν θα αρχίσει να διορθώνει τον ενεργειακό του τομέα μετά από χρόνια κυρώσεων. Θα χρειαστεί σημαντικός χρόνος, όμως, και η επέκταση της ιρανο-τουρκικής ενεργειακής σχέσης θα έχει μεγάλα ρίσκα για την Τουρκία. Το Ιράν, όπως και η Ρωσία, αποτελεί γεωπολιτική πρόκληση για την Τουρκία, και όσο πιο επιθετική γίνεται η Τουρκία στη Μέση Ανατολή τόσο πιο πολύ θα αυξάνεται ο ανταγωνισμός της με το Ιράν στη Συρία και στο Ιράκ.
Ο ιρανο-τουρκικός ανταγωνισμός θα περιπλέξει ακόμα τις φιλοδοξίες της Τουρκίας για το Ιρακινό Κουρδιστάν, όπου ο Ερντογάν έχει αναπτύξει στενούς επιχειρηματικούς δεσμούς με τον επικεφαλής του Δημοκρατικού Κόμματος του Κουρδιστάν, Μασούντ Μπαρζανί. Η Τουρκία έχει ήδη βοηθήσει τον Μπαρζανί να αναπτύξει μια ανεξάρτητη πετρελαιοεξαγωγική οδό σε βάρος των συμμάχων του Ιράν στη Βαγδάτη και τώρα ετοιμάζεται να κάνει το ίδιο για το φυσικό αέριο, προκειμένου να τροφοδοτήσει την τουρκική αγορά. Όμως η κατάρρευση της ειρηνευτικής διαδικασίας της Τουρκίας με το PKK, οι μαχητές του οποίου βρίσκουν καταφύγιο στο Ιρακινό Κουρδιστάν) και το κενό εξουσίας στη βόρεια Συρία, το οποίο εκμεταλλεύονται οι Κούρδοι αυτονομιστές, θα κάνει τον τουρκικό στρατό πιο επιθετικό πέρα από τα σύνορά του, τόσο στη Συρία όσο και στο Ιράκ.
Ο έλεγχος της Τουρκίας επί των εσόδων από αυτές τις πωλήσεις πετρελαίου επιτρέπει στην Άγκυρα να επηρεάζει σημαντικά την κυβέρνηση του Ιρακινού Κουρδιστάν, όμως ο Μπαρζανί και οι σύμμαχοί του βρίσκονται στην αδύνατη θέση να συνεργάζονται με τον Τούρκο εχθρό, την ίδια ώρα που η Τουρκία αυξάνει σημαντικά το στρατιωτικό αποτύπωμά της σε κουρδικό έδαφος. Αυτό δημιουργεί μια εύκολη ευκαιρία για το Ιράν και τη Ρωσία να εκμεταλλευτούν τις κουρδικές μεραρχίες και τους αγωνιστές, ώστε να απωθήσουν την Τουρκία.
Την ώρα που προωθεί ένα εξαιρετικά περίπλοκο ενεργειακό σχέδιο στο Ιρακινό Κουρδιστάν, η Τουρκία προσπαθεί να μπει και στην ενεργειακή σκηνή της Ανατολικής Μεσογείου. Τόσο το Ισραήλ όσο και η Κύπρος έχουν δει τα σχέδιά τους για εξαγωγή παράκτιου φυσικού αερίου να μπαίνουν στον «πάγο» λόγω των εξαγωγικών και ρυθμιστικών εμποδίων, ενώ η Αίγυπτος αναδύεται ως ο νέος πιθανός κόμβος φυσικού αερίου της περιοχής. Καθώς συνεχίζεται η συζήτηση αναφορικά με τις πολλές προτάσεις για αγωγούς και εξαγωγικά τέρμιναλ υγροποιημένου φυσικού αερίου, η Τουρκία θα αισθανθεί πιο επείγουσα την ανάγκη να πιέσει για επανένωση της Κύπρου προκειμένου να αρθεί ένα από τα βασικά εμπόδια στην ενεργειακή ενοποίηση της Τουρκίας με τους γείτονές της στη ανατολική Μεσόγειο.
Η πιο συμβατή γεωπολιτικά ενεργειακή πηγή για την Τουρκία είναι το Αζερμπαϊτζάν, το οποίο ετοιμάζεται να στείλει 6 δισ. κυβικά μέτρα φυσικού αερίου στη χώρα αρχής γενομένης από το 2019, μέσω του Trans-Anatolian Pipeline (άλλα 10 δισ. κυβικά θα σταλούν στη συνέχεια στην Ευρώπη μέσω του TAP). Αυτό θα βοηθήσει την Τουρκία να περιορίσει την ενεργειακή εξάρτησή της από τη Ρωσία κατά περίπου 12%, όμως θα εξακολουθήσει να χρειάζεται να ψάξει και αλλού για να μειώσει πραγματικά την εξάρτησή της από τη Μόσχα. Ο Καύκασος, όπως και η Μέση Ανατολή, θα μετατραπεί σε μια ακόμα μεγάλη αρένα για τον ρωσοτουρκικό ανταγωνισμό. Η Ρωσία ήδη εργάζεται σκληρά στην προσπάθειά της να «τραβήξει» πιο κοντά στο Κρεμλίνο τοΜπακού, μέσω των διπλωματικών ελιγμών αναφορικά με το Ναγκόρνο-Καραμπάχ και θα κάνει ό,τι μπορεί για να εμποδίσει τα σχέδια της Τουρκίας και του Αζερμπαϊτζάν να δημιουργήσουν έναν ενεργειακό δεσμό μέσω της Κασπίας με το Τουρκμενιστάν.

Το «ξύπνημα» της Τουρκίας

Πριν από τέσσερα χρόνια, το Stratfor συνδιοργάνωσε μια προσομοίωση στην Κωνσταντινούπολη με τον Τουρκικό Σύνδεσμο Βιομηχανιών και Επιχειρήσεων, για να δοθεί μια εικόνα του ενεργειακού κόσμου το 2040 και τη θέση της Τουρκίας στον κόσμο αυτό. Είδαμε έναν κόσμο στον οποίο μια απρόθυμη Τουρκία αναπόφευκτα θα «συρθεί» σε συγκρούσεις στη Μέση Ανατολή και με τη Ρωσία, κάτι που καθιστούσε ζωτικής σημασίας η Τουρκία να δημιουργήσει μια στρατηγική για το μέλλον που θα εμποδίζει τη Ρωσία από το να «αχρηστεύσει» οικονομικά την Τουρκία.
Ο τότε υπουργός Εξωτερικών της χώρας και νυν πρωθυπουργός Αχμέτ Νταβούτογλου, έκλεισε την προσομοίωση αυτή με το μήνυμα ότι η Τουρκία «δεν θα ακολουθήσει μια νέα επεκτατική πολιτική» και πως ο τρόπος με τον οποίον η Τουρκία θα αντιμετωπίσει τις ενεργειακές προκλήσεις θα είναι να εκμεταλλευτεί τη γεωπολιτική της θέση και να διατηρήσει μια σταθερή σχέση με τους γείτονές της.
Αυτή ήταν μια περίοδος όπου η συγκεκριμένη πολιτική του Νταβούτογλου «θόλωνε» την «όραση» της τουρκικής πολιτικής ελίτ. Η πολιτική αυτή αποδείχθηκε μυωπική, όμως ήταν και αναμενόμενη από μια χώρα που αφυπνιζόταν από έναν γεωπολιτικό «ύπνο» δεκαετιών και δεν είχε διάθεση να προκαλέσει προβλήματα στην περιοχή. Όμως όλα τα σημάδια ήταν ήδη εκεί: η Ρωσία ήδη έκανε επιθετικές κινήσεις στο εξωτερικό, η Ευρωπαϊκή Ένωση έδειχνε πρώιμα σημάδια διάλυσης και ο εμφύλιος πόλεμος στη Συρία ξεκινούσε.
Τέσσερα χρόνια μετά, η Τουρκία έχει καταρρίψει ένα μαχητικό αεροσκάφος που ανήκε στον βασικό ενεργειακό προμηθευτή της και ετοιμάζεται για στρατιωτική παρουσία στη Μέση Ανατολή. Και ο Πούτιν πρέπει τώρα να βρει πώς θα διαχειριστεί μια Τουρκία που είναι πολύ πιο πρόθυμη να συνεργαστεί με τις ΗΠΑ και τις χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, για να δημιουργήσει αντίβαρο στις επιθετικές κινήσεις της Μόσχας. Η Άγκυρα βρισκόταν για αρκετό καιρό σε «καταστολή», όμως δεν υπάρχει αμφιβολία πως πλέον έχει έρθει η ώρα της.

euro2day

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου