Τρίτη 14 Ιουλίου 2015

Μετρώντας εχθρούς και φίλους

Νέα Πολιτική


του Μελέτη Μελετόπουλου
Η δίνη στην οποία βρέθηκε η Ελλάδα αυτό το διάστημα υπήρξε πολύ διδακτική, όσον αφορά την εξωτερική μας πολιτική. Από την στάση, τις αντιδράσεις και τον βαθμό ενδιαφέροντος και εμπλοκής των μεγάλων και μεσαίων δυνάμεων στην ελληνική κρίση, εξάγονται πολύτιμα για το μέλλον συμπεράσματα.
Χωρίς να έχουμε ψευδαισθήσεις για τα κίνητρα που διέπουν την εξωτερική πολιτική των διαφόρων κρατών (ο μέγας Βρεταννός πολιτικός Πάλμερστον είχε πει κάποτε ότι «η Μεγάλη Βρεταννία δεν έχει μόνιμους φίλους αλλά μόνιμα συμφέροντα»), ζυγίσαμε έστω πόσο αξίζει η Ελλάδα στην σκέψη των διαφόρων δυνάμεων.
Οι τρεις δυνάμεις του Ναυαρίνου, η Μεγάλη Βρεταννία, η Γαλλία και η Ρωσσία, εκφράσθηκαν με θέρμη υπέρ της επίλυσης της ελληνικής κρίσης. Η Γαλλία ενεπλάκη περισσότερο, ως εκ της θέσεώς της ως παραπληρωματικού εταίρου της Γερμανίας στον πυρήνα της Ευρωζώνης. Αλλά δεν μπόρεσε να επιβάλει μία αντι-υφεσιακή πολιτική, όχι μόνον στην Ελλάδα, αλλά ούτε καν στην Ευρώπη, ούτε κάν στον εαυτό της. Δεν διάγει η Γαλλία περίοδο ακμής και ισχύος, αλλά πάντως πρέπει κανείς να της αναγνωρίσει θετική προδιάθεση, που δεν είναι και λίγο.

Η Μεγάλη Βρεταννία, αν και μη μέλος της Ευρωζώνης, εκδηλώθηκε παρά ταύτα θετικά για την χώρα μας. Βέβαια η βρεταννική πολιτική ήταν πιο συγκρατημένη και αποστασιοποιημένη, διότι αυτήν την στιγμή το Λονδίνο βρίσκεται μπροστά στην προοπτική «βελούδινου διαζυγίου» με την Ευρώπη γενικώτερα.
Η Ρωσσία υπήρξε πολύ θερμή υπέρ της Ελλάδας, αλλά η δυνατότητα πρωτοβουλιών που διαθέτει είναι περιορισμένη, τόσο λόγω της δικής της οικονομικής στενότητας όσο και-κυρίως- διότι γνωρίζει πολύ καλά ότι η Ελλάδα δεν ανήκει στην σφαίρα επιρροής της. Επομένως δεν έχει την διάθεση να εμπλακεί σε κράτος μέλος του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, όπως ακριβώς και οι ΗΠΑ δεν ενεπλάκησαν στην ουκρανική κρίση και στην ενσωμάτωση της Κριμαίας. Η Συμφωνία της Γιάλτας ισχύει, και την σέβονται και οι δύο μεγάλες δυνάμεις του Ψυχρού Πολέμου. Αυτά φρόντισε να τα υπενθυμίσει δημοσίως ο Πούτιν στον Έλληνα πρωθυπουργό, περισσότερες από μία φορές το τελευταίο πεντάμηνο.
Η Κίνα  ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για την Ελλάδα, διότι βλέπει σε αυτήν έναν γεω-οικονομικό (αλλά όχι γεωστρατηγικό) εταίρο στην διαμόρφωση ενός νέου εμπορικού «δρόμου του μεταξιού» προς την Δύση. Γι’ αυτό και παρενέβη υπέρ της Ελλάδας σε κρίσιμες στιγμές.
Οι ΗΠΑ υπήρξαν εξαιρετικά θερμές και παρεμβατικές, πιέζοντας ταυτόχρονα και την ελληνική και την γερμανική κυβέρνηση να βρουν μία λύση. Το συνεχές προσωπικό ενδιαφέρον και οι αλλεπάλληλες δηλώσεις του Ομπάμα ήταν πρωτοφανείς. Η αμερικανική πολιτική ενδιαφέρεται αυτήν την στιγμή να μην υπάρχουν αναταράξεις στην Ανατολική Μεσόγειο, η δε Ελλάδα αποτελεί κομβικό κρίκο στην νατοϊκή και δυτική γεωστρατηγική αλυσσίδα στην περιοχή. Παρά ταύτα, είναι αξιοσημείωτο ότι ένα μέρος της αμερικανικής διανόησης (Γκαλμπραίηθ, Κρούγκμαν κ.ά) θεωρούν ότι η ένταξη της Ελλάδας στην ευρωζώνη ήταν λάθος και ότι η χώρα μας πρέπει να επιστρέψει στην δραχμή για να ανασυγκροτηθεί οικονομικά.
Τέλος, για την Γερμανία, θα επαναλάβουμε την κρίση του γερμανομαθούς, γερμανοσπουδαγμένου και διαβιώσαντος στην Γερμανία κορυφαίου γεωστρατηγικού αναλυτή Παναγιώτη Κονδύλη (1943-1998): η χώρα αυτή προσπαθεί συνεχώς να καταστεί υπερδύναμη χωρίς να διαθέτει την εμπειρία, την τεχνογνωσία και την επιτηδειότητα των παλαιών αυτοκρατοριών, με αποτέλεσμα κάθε φορά να ανατινάζει μόνη της την επιρροή που αποκτά.

* Διευθυντής της Νέας Πολιτικής (Δημοσιεύθηκε στο Kontra News)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου