Σάββατο 13 Ιουνίου 2015

Τα ώριμα έργα της οικονομικής θεωρίας του Μάρξ

του Γιάννη Μηλιού



Όταν αναφερόμαστε στο Κεφάλαιο του Μαρξ, στην ουσία αναφερόμαστε στα ώριμα έργα οικονομικής θεωρίας που συνέγραψε ο Μαρξ κατά τη δεκαετία 1857-67, δηλαδή σε ένα σύνολο 13 τόμων.
Αντικείμενο της ανάλυσης του Μαρξ αποτελεί ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής (ΚΤΠ), δηλαδή το σύνολο των αναγκαίων δομικών χαρακτηριστικών και των αιτιακών σχέσεων που διέπουν κάθε καπιταλιστικό σύστημα.
       Η μέθοδος που χρησιμοποιεί ο Μαρξ για να φέρει εις πέρας το θεωρητικό του έργο είναι η «σταδιακή οικοδόμηση» εννοιών, μέσα από τη μετάβαση σε διαφορετικά επίπεδα θεωρητικής αφαίρεσης και με τη συνεχή εισαγωγή νέων προσδιορισμών σε αυτές τις έννοιες. Σε αυτό το πλαίσιο, εκκινεί την ανάλυσή του από το εμπόρευμα ή τη σφαίρα της κυκλοφορίας των εμπορευμάτων, η οποία αποτελεί το εξωτερικό περίβλημα ή την επιφάνεια της συνολικής καπιταλιστικής οικονομίας. Η σφαίρα της κυκλοφορίας αποτελεί δομικό και αποκλειστικό χαρακτηριστικό του ΚΤΠ: δεν συναντάται σε άλλους τρόπους παραγωγής. Γράφει ο Μαρξ: «Μια ανάλυση [...] θα έδειχνε ότι το όλο σύστημα της αστικής παραγωγής πρέπει να προϋποτεθεί, ώστε η ανταλλακτική αξία να εμφανιστεί στην επιφάνεια ως το απλό σημείο αφετηρίας και η ανταλλακτική διαδικασία […] ως ο απλός κοινωνικός μεταβολισμός ο οποίος εντούτοις περικλείει ολόκληρη την παραγωγή όπως επίσης και την κατανάλωση» (MEGA II.2: 52).

Όταν ο Μαρξ ξεκίνησε τη διατύπωση του θεωρητικού του συστήματος υπήρχε ήδη ένας θεωρητικός χώρος οικονομικής ανάλυσης, η Κλασική Πολιτική Οικονομία, με κύριους εκπροσώπους τους Άνταμ Σμιθ και Ντέιβιντ Ρικάρντο. Πρόκειται για την κλασική εργασιακή θεωρία της αξίας.
Σύμφωνα με αυτή, ένα εμπόρευμα αποτελεί αξία χρήσης και ανταλλακτική αξία. Από οικονομική άποψη ενδιαφέρον παρουσιάζει η ανταλλακτική αξία, η οποία καθορίζεται ανεξάρτητα από την αξία χρήσης. Η ανταλλακτική αξία ως σχέση ανταλλαγής εμπορευμάτων εκφράζει την ενύπαρκτη στα εμπορεύματα αξία Η αξία ενός εμπορεύματος προκύπτει από την εργασία που έχουν δαπανήσει οι εργάτες για την παραγωγή του. Τα εισοδήματα του καπιταλιστή και του γαιοκτήμονα προκύπτουν ως παρακράτηση μέρους της αξίας των εμπορευμάτων τα οποία παρήγαγε ο εργάτης στη διάρκεια μιας περιόδου. Με άλλη διατύπωση, οι ιδιοκτήτριες τάξεις ιδιοποιούνται τμήμα τής από τον εργάτη παραγόμενης αξίας. Έγραφε ο Σμιθ στον Πλούτο των Εθνών: «Από τη στιγμή που η γη καθίσταται ατομική ιδιοκτησία, ο γαιοκτήμονας απαιτεί ένα μερίδιο σχεδόν από όλο το προϊόν το οποίο ο εργάτης μπορεί να παραγάγει είτε μέσω της καλλιέργειάς της, είτε μέσω της συλλογής των καρπών της. Η πρόσοδός του αποτελεί την πρώτη παρακράτηση από το προϊόν της εργασίας που απασχολήθηκε στη γη [...]. Το κέρδος αποτελεί μια δεύτερη παρακράτηση από το προϊόν της εργασίας  που απασχολήθηκε στη γη» (Smith 2000, I.viii.6 & 7).
Το ίδιο συμπέρασμα περί «παρακράτησης» από τις ιδιοκτήτριες τάξεις ενός μέρους της αξίας που παρήγαγε ο εργάτης προκύπτει άλλωστε από την κλασική θέση ότι η αξία του μισθού («της εργασίας») ισούται με την αξία των αναγκαίων μέσων διαβίωσης του εργάτη. Το μέγεθος αυτό είναι κάτι εντελώς διαφορετικό από την ποσότητα εργασίας που δαπάνησε ο εργάτης και δεν ρυθμίζεται ούτε από την ένταση ούτε από την παραγωγικότητα της εργασίας του. Στο έδαφος της κλασικής εργασιακής θεωρίας της αξίας είχε διατυπωθεί άλλωστε μια σοσιαλιστική κριτική στον καπιταλισμό (από τους Βρετανούς «ουτοπικούς σοσιαλιστές») ως σύστημα  εκμεταλλευτικό και άδικο, εφόσον σε αυτό δεν καθίστατο δυνατή η αμοιβή του εργάτη με το σύνολο της αξίας που αυτός παρήγαγε.
Αυτές οι θέσεις ανήκουν στο θεωρητικό σύστημα της Κλασικής Πολιτικής Οικονομίας. Ο Μαρξ δεν ανήκει σε αυτό το θεωρητικό σύστημα, δεν είναι θεωρητικός της «δαπανώμενης εργασίας». Αντίθετα, ονόμασε το θεωρητικό του σύστημα Κριτική της Πολιτικής Οικονομίας!
Σύμφωνα με τον Μαρξ, η αξία αποτελεί μια ιστορικά ιδιαίτερη κοινωνική σχέση: Αξία είναι η «ιδιότητα» που αποκτούν τα προϊόντα της εργασίας στον καπιταλισμό, «ιδιότητα» η οποία αποκτά υλική υπόσταση, πραγματοποιείται, στην αγορά, μέσω της ανταλλαξιμότητας του οποιουδήποτε προϊόντος εργασίας με κάθε άλλο προϊόν εργασίας, δηλαδή μέσω του χαρακτήρα τους ως εμπορευμάτων τα οποία φέρουν μια συγκεκριμένη (χρηματική) τιμή στην αγορά. Η αξία αποτελεί έκφραση των σχέσεων που χαρακτηρίζουν αποκλειστικά τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής: «Η έννοια της αξίας ανήκει ολότελα στην πιο σύγχρονη οικονομία, διότι είναι η πιο αφηρημένη έκφραση του ίδιου του κεφαλαίου και της παραγωγής που βασίζεται σ’ αυτό. Στην έννοια της αξίας προδίνεται το μυστικό του κεφαλαίου» (Grundrisse: 596).
         Η εργασία στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής είναι διφυής: αφ’ ενός είναι συγκεκριμένη εργασία (εργασία που παράγει μια συγκεκριμένη αξία χρήσης, όπως και σε κάθε άλλο τρόπο παραγωγής) και αφ’ ετέρου είναι αφηρημένη εργασία (ή εργασία εν γένει), εργασία όμοια από κοινωνική άποψη. Από εδώ πηγάζει η γενική ισοδυναμία και ανταλλαξιμότητα των προϊόντων της εργασίας, δηλαδή το ότι αυτά καθίστανται (παράγονται ως) εμπορεύματα Τα προϊόντα της εργασίας είναι εμπορεύματα, άρα αξίες και ανταλλακτικές αξίες, όχι απλώς διότι είναι προϊόντα εργασίας, αλλά διότι είναι προϊόντα αφηρημένης εργασίας, δηλαδή «καπιταλιστικής εργασίας» (εργασίας που εκτελείται υπό καπιταλιστικές συνθήκες, στο πλαίσιο του ΚΤΠ). Εντούτοις, η αφηρημένη εργασία δεν κατέχει εμπειρική υπόσταση, δεν μπορεί να μετρηθεί με το χρονόμετρο. Η αξία εκδηλώνεται μόνον διά της «μορφής εμφάνισής» της, του χρήματος. Σε αντιδιαστολή με τη ρικαρδιανή θεωρία της αξίας, αλλά και τη νεοκλασική θεωρία, η μαρξική θεωρία της αξίας αποτελεί χρηματική θεωρία.
         Στο μαρξικό σύστημα, η αξία ενός εμπορεύματος εκφράζεται μέσω των τιμών. Έτσι, δεν προσδιορίζεται μεμονωμένα αλλά αποκλειστικά σε σχέση με όλα τα άλλα εμπορεύματα, στη διαδικασία ανταλλαγής. Η καπιταλιστική παραγωγή είναι παραγωγή-για-την-ανταλλαγή και για-το-κέρδος. Η κυκλοφορία καθίσταται η κοινωνική μορφή της παραγωγής: στο μαρξικό σύστημα δεν μπορεί να υπάρξει καμία άλλη «υλική συμπύκνωση» (ή μορφή εμφάνισης) της αξίας πέραν του χρήματος.
         Το ουσιώδες χαρακτηριστικό της «οικονομίας της αγοράς» (του καπιταλισμού) είναι επομένως όχι απλώς η ανταλλαγή εμπορευμάτων (όπως υποστήριζαν οι προηγούμενες θεωρίες), αλλά και η χρηματική κυκλοφορία και το χρήμα. Η μαρξική θεωρία της αξίας αναφέρεται ταυτόχρονα στην έννοια της αφηρημένης εργασίας (ως του αιτιακού προσδιορισμού ή της «ουσίας» της αξίας) και του χρήματος (ως της αναγκαίας μορφής εμφάνισής της).
        Ο Μαρξ είχε προειδοποιήσει τους αναγνώστες του ότι η επιστημονική ανάλυση δεν μπορεί να ικανοποιείται ούτε με την απόφανση ότι τα περισσότερα χρήσιμα πράγματα είναι προϊόντα εργασίας (αυτό συνέβαινε σε κάθε εποχή και σε κάθε τρόπο παραγωγής, χωρίς τα προϊόντα αυτά να είναι εμπορεύματα), ούτε με τη θέση ότι η κυρίαρχη τάξη αποσπά υπερεργασία (και αυτό επίσης χαρακτηρίζει κάθε τρόπο παραγωγής). Το πραγματικό ζητούμενο είναι να αποκρυπτογραφηθεί η ιδιαίτερη δομή του ΚΤΠ, επομένως η ιδιαίτερη μορφή που παίρνει η εργασία και η υπερεργασία στον καπιταλισμό: μισθωτή εργασία και κέρδος. Έγραφε: «Την υπερεργασία δεν την εφηύρε το κεφάλαιο. Παντού όπου ένα μέρος της κοινωνίας κατέχει το μονοπώλιο των μέσων παραγωγής, ο εργάτης, ελεύθερος είτε ανελεύθερος, είναι υποχρεωμένος στο χρόνο εργασίας που είναι αφιερωμένος για τη συντήρηση του εαυτού του να προσθέτει παραπανήσιο χρόνο εργασίας, για να παράγει τα μέσα συντήρησης για τον ιδιοκτήτη των μέσων παραγωγής, αδιάφορο αν ο ιδιοκτήτης αυτός είναι αθηναίος καλός κ’αγαθός, ετρούσκος θεοκράτης, civis romanus, νορμανδός βαρώνος, αμερικανός δουλοκτήτης, μπογιάρος της Βλαχίας, σύγχρονος γαιοκτήμονας, ή κεφαλαιοκράτης» (Το Κεφάλαιο, τ. Α΄: 246).
        Είναι σαφές, επομένως, ότι ο πλούτος δεν αποτελεί εμπόρευμα επειδή είναι προϊόν εργασίας, αλλά επειδή η εργασία αυτή είναι εργασία στο πλαίσιο του ΚΤΠ, και άρα υπόκειται σε μία προσίδια σε αυτό τον τρόπο παραγωγής κανονικοποίηση-ομογενοποίηση. Με άλλη διατύπωση, η αξία αποτελεί εκδήλωση των δομικών χαρακτηριστικών του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής και όχι εκδήλωση της εργασίας γενικά. Το χρήμα είναι η «υλική ενσάρκωση» των κοινωνικών σχέσεων που χαρακτηρίζουν τον ΚΤΠ. Με τη διατύπωση του Μαρξ: «Η αξία, που εμφανίζεται σαν αφαίρεση, είναι δυνατή σαν τέτοια αφαίρεση μόνο από τη στιγμή που έχει τοποθετηθεί το χρήμα» (Grundrisse: 596).
Το χρήμα, λειτουργώντας ως κεφάλαιο, ενοποιεί την καπιταλιστική διαδικασία παραγωγής και τη διαδικασία κυκλοφορίας, σε αντιστοιχία με το σχήμα Χ-Ε-Χ΄, [Χ΄ = Χ+ΔΧ]. Το σχήμα αυτό αποτελεί το «εξωτερικό περίβλημα» της συνολικής διαδικασίας καπιταλιστικής παραγωγής:

            Χ--Ε ( = Mπ+Εδ) [®Π®Ε΄]--Χ΄

Ο καπιταλιστής εμφανίζεται στην αγορά ως ιδιοκτήτης του χρήματος (Χ) αγοράζοντας εμπορεύματα (Ε), τα οποία αποτελούνται από μέσα παραγωγής (Μπ) και εργασιακή δύναμη (Εδ). Στη διαδικασία παραγωγής (Π) καταναλώνει παραγωγικά τα Ε, για να δημιουργήσει μια εκροή εμπορευμάτων, ένα προϊόν (Ε΄) του οποίου η αξία ξεπερνά αυτή του Ε. Τελικά πουλά αυτή την εκροή για να εισπράξει ένα ποσό χρήματος (Χ΄) υψηλότερο σε σχέση με το (Χ).
         Προκύπτει έτσι η ριζικά τροποποιημένη, μαρξική εκδοχή της εκμετάλλευσης: Η υπεραξία δεν νοείται από τον Μαρξ ως μια απλή «αφαίρεση» ή «παρακράτηση» από το προϊόν του εργάτη (όπως στην περίπτωση της Κλασικής Πολιτικής Οικονομίας),   αλλά ως μια ιδιαίτερη κοινωνική σχέση, δηλαδή ως η ειδικά καπιταλιστική εκμετάλλευση, η οποία εμφανίζεται αναγκαστικά ως παραγωγή (περισσότερου) χρήματος: ως η μέσω της ενότητας της διαδικασίας παραγωγής και της διαδικασίας κυκλοφορίας προσαύξηση της αξίας του προκαταβαλλόμενου (χρηματικού) κεφαλαίου. Η έννοια της υπεραξίας είναι αδιαχώριστη από την έννοια της αξίας, καθώς στον ΚΤΠ η κίνηση της αξίας γίνεται για την υπεραξία (το χρήμα ως κεφάλαιο αποτελεί «αυτοσκοπό») και καθίσταται δυνατή διά της υπεραξίας.
Η θεωρία του Μαρξ δεν αποτελεί επομένως απλώς χρηματική θεωρία της αξίας. Αποτελεί ταυτόχρονα και χρηματική θεωρία του κεφαλαίου. Στο μαρξικό σύστημα, η αξία και το χρήμα αποτελούν έννοιες που δεν μπορεί να οριστούν ανεξάρτητα (ή πριν) από την έννοια του κεφαλαίου. Περιέχουν την (αλλά και περιέχονται στην) έννοια του κεφαλαίου. «Η χρηματική κυκλοφορία οδηγεί στο κεφάλαιο, ώστε μπορεί να αναπτυχθεί ολοκληρωτικά μόνο στη βάση του κεφαλαίου» (Grundrisse: 596).

Πηγή

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου