Τετάρτη 27 Φεβρουαρίου 2019

Σχεδιάζεται μία νέα τραπεζική ληστεία

analyst


Παρά την «απάτη» που προηγήθηκε, όπου οι Έλληνες επιβαρύνθηκαν με τα 41 δις € που τους κόστισαν οι τρεις κεφαλαιοποιήσεις των τραπεζών, καθώς επίσης έμμεσα με τα 17 δις € των αναβαλλόμενων φόρων που χαρίσθηκαν στις τράπεζες, συν τις υπέρογκες προβλέψεις τους για μελλοντικές ζημίες, δρομολογείται η επόμενη – αφού οι τραπεζίτες έχουν συνηθίσει στο εύκολο χρήμα.
.
“Οι τράπεζες χρειάζονται τα χρήματα των Ελλήνων ξανά, δήθεν για να δώσουν δάνεια με χρήματα που όμως δημιουργούν από το πουθενά, με τοκογλυφικά επιτόκια στους Έλληνες που χρειάζονται χρήματα, επειδή τους τα πήραν μέσω της υπερβολικής αύξησης των φόρων για να διασωθούν!”
.

Ανάλυση

Επειδή μετά από πέντε διαδοχικές κεφαλαιοποιήσεις των αφελληνισμένων τραπεζών, εκ των οποίων οι τρεις με χρήματα των φορολογουμένων, καθώς επίσης μετά από εγγυήσειςτης τάξης των 200 δις € συζητείται ξανά η ανάγκη τους για νέα κεφάλαια, η επόμενη ληστεία δηλαδή των Ελλήνων, θεωρούμε σκόπιμο να υπενθυμίσουμε τα παρακάτω – αφού η κατανόηση της λειτουργίας του τραπεζικού συστήματος είναι ο μοναδικός τρόπος για να πάψει να μας κλέβουν οι τραπεζίτες:   
Σε αντίθεση με όλες τις άλλες επιχειρήσεις, οι οποίες κερδίζουν παράγοντας προϊόντα, οπότε οι μέτοχοι τους ενδιαφέρονται για τις ίδιες, οι τράπεζες δεν παράγουν απολύτως τίποτα, ενώ οι τραπεζίτες ενδιαφέρονται πριν από κάθε τι άλλο για τη διοίκηση των «ιδρυμάτων» τους – αφού μέσω αυτής κερδοσκοπούν, αδιαφορώντας εντελώς για την «επιχείρηση» αυτού καθεαυτού.

Το γεγονός δε ότι, οι μεγάλες τράπεζες πληροφορούνται πάντοτε από τις κεντρικές τις κινήσεις τους, οπότε μπορούν να επενδύσουν με σιγουριά πριν ακόμη τις μάθουν όλοι οι υπόλοιποι, αποδεικνύει το μέγεθος της διαφθοράς στον κλάδο – όπως στο παράδειγμα της ΕΚΤ, η διοίκηση της οποίας συναντάται με τους διευθυντές των μεγάλων τραπεζών, καθώς επίσης των επενδυτικών εταιρειών (BNP, UBS, Black Rock, Goldman Sachs κλπ.) σε τακτικά χρονικά διαστήματα, πριν από κάθε σημαντική νομισματική της απόφαση.
Αυτές οι συναντήσεις δεν μπορούν βέβαια να χαρακτηρισθούν ως παράνομες, αφού δεν απαγορεύονται από την νομοθεσία – θεωρούνται όμως ανήθικες και ανάρμοστες, αφού παρέχεται εσωτερική πληροφόρηση στους ελάχιστους εκλεκτούς, οι οποίοι τη χρησιμοποιούν για να αυξάνουν τα κέρδη τους, εις βάρος όλων των υπολοίπων.
Με δεδομένη δε τη σημασία των εκάστοτε δηλώσεων της ΕΚΤ για τα ομόλογα, τις μετοχές και τα νομίσματα, για τις αγορές γενικότερα, η έγκαιρη γνώση των ανακοινώσεων, πριν ακόμη δημοσιευθούν επίσημα, ισοδυναμεί με καθαρό χρυσό – με τεράστια κέρδη δηλαδή, χωρίς την ανάληψη κανενός ρίσκου.
Υπενθυμίζουμε εδώ πως συνολικά οι διευθυντές της ΕΚΤ συναντήθηκαν το 2015, έως τον Αύγουστο, δώδεκα φορές με τους εκπροσώπους της BNP, επτά φορές με το κερδοσκοπικό κεφάλαιο Moore Capital, σε δύο από τις οποίες συμμετείχε αυτοπροσώπως ο διοικητής της ΕΚΤ, καθώς επίσης με πολλές επενδυτικές εταιρείες – παρά το ότι σε άλλες χώρες είναι απαγορευμένες αυτές οι συναντήσεις, την εβδομάδα πριν από την ανακοίνωση των εκάστοτε νομισματικών μέτρων.
Το γεγονός αυτό τεκμηριώνει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο το ότι, η Ευρώπη διοικείται πλέον από τις πολύ μεγάλες διεθνείς τράπεζες, από τα κερδοσκοπικά κεφάλαια, καθώς επίσης από τις επενδυτικές εταιρείες – από τις «αγορές» γενικότερα, οι οποίες έχουν την πρωτοκαθεδρία έναντι της Πολιτικής.
Επομένως, όλες οι αποφάσεις που λαμβάνονται για τις εκάστοτε χώρες, μεταξύ των οποίων και οι κατά καιρούς εκβιασμοί που ασκεί η ΕΚΤ (άρθρο), υπαγορεύονται κυριολεκτικά από τις αγορές – με γνώμονα το συμφέρον των μεγάλων πελατών τους, της ελίτ του 0,01%, η οποία ουσιαστικά υπεξαιρεί τον όποιο πλούτο προσπαθεί να παράγει κυρίως η μεσαία τάξη, η οποία διατηρεί την ψευδαίσθηση πως η οικονομία είναι φιλελεύθερη.
Το θράσος των τραπεζών
Συνεχίζοντας, ορισμένοι οικονομολόγοι, οι οποίοι μάλλον ευρίσκονται στην έμμισθη υπηρεσία του χρηματοπιστωτικού συστήματος, ισχυρίζονται πλέον πως τα μηδενικά επιτόκια που εισπράττουν οι καταθέτες, δεν οφείλονται στην πολιτική των κεντρικών τραπεζών – αλλά, αντίθετα, στους ίδιους!
Με απλά λόγια, προσπαθούν να μας πείσουν πως τα θύματα είναι οι θύτες του εαυτού τους – τόσο όσον αφορά τους τόκους των καταθέσεων, όσο και την πτώση των αποδόσεων των ομολόγων! Αιτιολογούν δε τους ισχυρισμούς τους λέγοντας ότι, η μείωση των επιτοκίων οφείλεται στο πλεόνασμα των αποταμιεύσεων διεθνώς, οι οποίες υπερβαίνουν τις επενδύσεις, οπότε η μειωμένη δανειοδότηση πιέζει προς τα κάτω τις αποδόσεις –  χρησιμοποιώντας τη νεοκλασική θεωρεία, σύμφωνα με την οποία το επιτόκιο είναι το αποτέλεσμα της προσφοράς κεφαλαίων (αποταμιεύσεις), καθώς επίσης της ζήτησης (επενδύσεις). Ειδικότερα, κατά τους ίδιους τα εξής:
(α) Ο περιορισμός των επενδύσεων οφείλεται στην υποτονική άνοδο της παραγωγικότηταςσε συνδυασμό με την υποχώρηση της αύξησης του παγκόσμιου πληθυσμού – γεγονότα που καθιστούν τις επιχειρήσεις απρόθυμες να επενδύσουν.
(β) Από την άλλη πλευρά, οι άνθρωποι στις γερασμένες ανεπτυγμένες χώρες αποταμιεύουν όλο και περισσότερα χρήματα, για να χρηματοδοτήσουν τα γηρατειά τους – οπότε, ο συνδυασμός των δύο αυτών παραγόντων, προκαλεί τη μείωση των επιτοκίων, την οποία προσπαθούν να διαχειρισθούν οι κεντρικές τράπεζες όσο καλύτερα μπορούν!
Σύμφωνα όμως με μία πρόσφατη μελέτη, η παραπάνω θεωρεία είναι ένα από τα πολλά παραμύθια, με τα οποία γίνεται προσπάθεια να μεταφερθούν οι ευθύνες από τους θύτες στα θύματα – αφού οι τράπεζες δεν χρηματοδοτούν τους οφειλέτες τους με τα χρήματα των καταθετών τους, αλλά με τη δημιουργία τους από το πουθενά (ανάλυση).
Ως εκ τούτου, αντί να ισορροπούν όπως άλλωστε οφείλουν τις αποταμιεύσεις με τις επενδύσεις, δημιουργούν τεράστιες ανισορροπίες, προκαλώντας επικίνδυνους ανοδικούς και καθοδικούς χρηματοπιστωτικούς κύκλους – μέσω των οποίων μεταφέρεται ουσιαστικά ο πλούτος των κατώτερων και μεσαίων εισοδηματικών τάξεων στις ανώτατες (γράφημα).
Στα πλαίσια αυτά, όταν οι κεντρικές τράπεζες μειώνουν το βασικό τους επιτόκιο, τότε οι εμπορικές μπορούν να χρηματοδοτούνται από αυτές φθηνότερα – οπότε δανείζουν περισσότερα χρήματα, ενώ πιέζονται τεχνητά τα επιτόκια κάτω από το σημείο ισορροπίας, με το οποίο θα καλύπτονταν οι επενδύσεις από τις αποταμιεύσεις.
Εκτός αυτού, δεν έχουν κανένα λόγο να πληρώνουν πολύ υψηλότερα επιτόκια στους καταθέτες τους, από αυτά που τους χρεώνει η κεντρική –αφού οι αποταμιεύσεις, τους χρειάζονται μόνο για τις μεταξύ τους συναλλαγές (μεταξύ κατεργαραίων ειλικρίνεια) και όχι για να δανείζουν τους οφειλέτες τους (ανάλυση).
Τα χαμηλά όμως επιτόκια δίνουν συχνά την εσφαλμένη εντύπωση πως οι επενδύσεις είναι κερδοφόρες, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται φούσκες – οι οποίες εκρήγνυνται όταν αυξάνονται τα επιτόκια, επειδή τότε αποκαθίσταται η αλήθεια, όσον αφορά την πραγματική κερδοφορία των επενδύσεων.
Επί πλέον, τα χαμηλά επιτόκια μειώνουν την προθυμία των Πολιτών να αποταμιεύσουν – με αποτέλεσμα να καταναλώνουν περισσότερο, παράλληλα με το ότι κάποιοι υπερχρεώνονται, δανειζόμενοι ακριβώς επειδή τα επιτόκια είναι φθηνά. Τα χρήματα δε που σπαταλούν τα νοικοκυριά οδηγούν τις επιχειρήσεις σε μεγαλύτερες επενδύσεις, οι οποίες όμως στηρίζονται σε μία μη επαναλαμβανόμενη, «αρρωστημένη» ζήτηση – οπότε, όταν αποκαθίσταται αναγκαστικά η ισορροπία, τα πάντα να καταρρέουν.
Επομένως, τα χαμηλά επιτόκια δεν είναι η συνέπεια της υπερπροσφοράς αποταμιεύσεων, αλλά της επεκτατικής νομισματικής πολιτικής των κεντρικών τραπεζών, η οποία οδηγεί στην αλματώδη αύξηση των χρεών –οπότε δεν είναι υπεύθυνοι για το κραχ που νομοτελειακά ακολουθεί οι Πολίτες, όπως ισχυρίζονται με θράσος οι υποστηρικτές των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, αλλά οι τράπεζες, με ηγέτες τις κεντρικές.
Για τον ίδιο ακριβώς λόγο δεν είναι υπεύθυνοι για την υπερχρέωση της χώρας τους οι Έλληνες Πολίτες αλλά, κυρίως, η πολιτική της ΕΚΤ, η οποία τάχθηκε από την αρχή με σκανδαλώδη τρόπο υπέρ της Γερμανίας (άρθρο) – ενώ οι ελληνικές κυβερνήσεις δεν κατάλαβαν την παγίδα, δίνοντας λανθασμένες κατευθύνσεις στη χώρα τους.
Με απλά λόγια, εάν η Ελλάδα δεν ήταν μέλος της Ευρωζώνης, δεν θα μπορούσαν να δανειστούν ούτε το κράτος, ούτε οι ιδιώτες τόσο εύκολα και με τόσο χαμηλά επιτόκια – οπότε δεν θα υπήρχε η μεγάλη σπατάλη, δεν θα μπορούσαν να χρηματοδοτηθούν τα πανάκριβα ολυμπιακά έργα, τα εξοπλιστικά προγράμματα θα ήταν χαμηλότερα, η διαφθορά επίσης κοκ.
Φυσικά η Ελλάδα δεν ήταν η μοναδική χώρα της Ευρωζώνης που έπεσε στην παγίδα αλλά, ασφαλώς, η πλέον ανόητη – κρίνοντας τόσο από την εποχή που προηγήθηκε της κρίσης, όσο και από τη μετέπειτα διαχείριση της.
Επίλογος
Η Ελβετία δεν είναι ασφαλώς παράδεισος παρά το ότι είναι εντυπωσιακό για μία χώρα, η οποία είναι βραχώδης, χωρίς κανένα φυσικό πλούτο, να ευρίσκεται στην κορυφή του πλανήτη – όσον αφορά το βιοτικό της επίπεδο και την ποιότητα ζωής.
Οι Πολίτες της όμως είναι αρκετά ώριμοι, έχοντας το επιτύχει μέσω της υιοθέτησης της άμεσης δημοκρατίας – η οποία δεν προϋποθέτει ώριμους Πολίτες, όπως αρκετοί ισχυρίζονται αλλά, αντίθετα, συμβάλλει σε μεγάλο βαθμό στην ωρίμανση τους.
Στα πλαίσια αυτά, κατανοώντας πού οφείλουν την παντοδυναμία τους οι τράπεζες, καθώς επίσης τους κινδύνους που συνεπάγεται κάτι τέτοιο, τους οποίους πλήρωσαν πολύ ακριβά μετά το ξέσπασμα της χρηματοπιστωτικής κρίσης (διάσωση των μεγάλων τραπεζών τους, υπερβολική διόγκωση του ισολογισμού της κεντρικής τους τράπεζας, επικίνδυνη άνοδος της ισοτιμίας του νομίσματος τους), κατόρθωσαν να συγκεντρώσουν τις 100.000 υπογραφές που χρειάζεται η επανεξέταση της δημιουργίας χρημάτων από το πουθενά, εκ μέρους των εμπορικών τραπεζών – με στόχο να αποτελέσει ξανά αποκλειστικό προνόμιο της κεντρικής.
Το γεγονός αυτό, μία κίνηση που ερευνά και η Ισλανδία, επιτεύχθηκε από την πρωτοβουλία για την υιοθέτηση του «πλήρους χρήματος» (ανάλυση) – αν και το δημοψήφισμα που διεξήχθη δεν είχε τελικά επιτυχή έκβαση.
Σε κάθε περίπτωση γίνεται πλέον κατανοητό σε όλο και περισσότερους λαούς ότι, η αντιπροσωπευτική δημοκρατία δεν έχει καμία σχέση με την πραγματική Δημοκρατία, πως όσο οι Πολίτες δεν συμμετέχουν οι ίδιοι στις σημαντικές αποφάσεις που αφορούν τη χώρα τους δεν υπάρχει μέλλον, καθώς επίσης ότι, το χρηματοπιστωτικό σύστημα πρέπει να υπηρετεί τους ίδιους – ενώ κανένας δεν έχει το δικαίωμα να δολοφονεί τις ελπίδες τους (άρθρο).






Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου