Κυριακή 31 Δεκεμβρίου 2017

Η αφανής χρησιμότητα της ατομικής λύσης

Ελευθερη Λαικη Αντιστασιακη Συσπειρωση


Του Αντώνη Ανδρουλιδάκη
Από το «εγώ» στο «εμείς» δεν πας, όσο το «εγώ» μπορεί να πάει και μόνο του! Αυτός θα μπορούσε να είναι ένας «πιασάρικος» αφετηριακός αφορισμός, για να διερευνηθεί το γιατί και οι συνέπειες της «ατομικής λύσης», ομολογούμενης ή ανομολόγητης, που φαίνεται ότι επέλεξαν και επιλέγουν αρκετοί σύντροφοι ή «σύντροφοι» στους καιρούς της κρίσης.
***
Η Θεωρία της Κοινωνικής Ταυτότητας (Tajfel & Turner, 1979), εξεταζόμενη με όρους μαρξιστικής θεωρίας, θα μπορούσε να προτείνει τρεις θεμελιώδεις παράγοντες, ως καθοριστικές συνθήκες, για την ανάληψη συλλογικής δράσης, εκ μέρους των υποτελών τάξεων: (α) Τη διαπερατότητα ή τη στεγανότητα των ορίων μεταξύ των υποτελών και των κυρίαρχων τάξεων, δηλαδή τη δυνατότητα κάποιων μελών των υποτελών τάξεων να μετακινηθούν ατομικά προς τα άνω της κοινωνικής ιεραρχίας, διαφεύγοντας από τις συνέπειες της ταξικής τους θέσης, (β) Το βαθμό νομιμοποίησης της ταξικής κοινωνικής ιεράρχησης, δηλαδή το βαθμό που οι υποτελείς τάξεις αντιλαμβάνονται τη θέση τους ως εύλογη, δίκαιη, θεμιτή και άρα νόμιμη και (γ) Τη σταθερότητα της κοινωνικής ιεραρχίας, δηλαδή το βαθμό που οι υποτελείς τάξεις θεωρούν ότι η κατάσταση μπορεί να αλλάξει με τις δικές τους πρωτοβουλίες.
Φαίνεται όμως, ότι ίσως η περισσότερο αναγκαία και από τις τρεις προϋποθέσεις είναι η συνειδητή επίγνωση, εκ μέρους των μελών των υποτελών τάξεων, ότι η στεγανότητα των διαταξικών ορίων είναι τόσο ισχυρή, ώστε όποια ατομική προσπάθεια και αν καταβάλλει κανείς, με όποια ατομικά ταλέντα, γνώσεις ή δεξιότητες και αν είναι προικισμένο το άτομο, η δια-ταξική ατομική μετακίνηση του είναι ανέφικτη. Κάτω από το πρίσμα αυτό, μπορεί κανείς να αντιληφθεί τη σημαντικότητα ιδεών όπως η «αριστεία» κ.λπ., που ιδιαίτερα το τελευταίο διάστημα προωθούνται από τους κυρίαρχους νεοφιλελεύθερους συστημικούς κύκλους, προφανώς όχι τόσο γιατί οι ιδέες αυτές είναι συμβατές με το αξιακό υπόβαθρο των εκφραστών τους, αλλά γιατί ενεργοποιούν έναν άλλο κρίσιμο μηχανισμό στην προσπάθεια κοινωνικής χειραγώγησης.

Συμπερασματικά, όταν τα δια-ταξικά όρια γίνονται αντιληπτά –εκ μέρους των υποτελών τάξεων– ως στεγανά και αδιαπέραστα, η κυρίαρχη τάξη έχει κάθε λόγο να καλλιεργεί την ακριβώς αντίθετη εντύπωση. Δηλαδή την αυταπάτη της δυνατότητας ατομικής προς τα άνω μετακίνησης, αρκεί κανείς να εκπληρώνει τα αυστηρά της κριτήρια «εργατικότητας», «ικανότητας», «αριστείας» ή «τσαχπινιάς» και ό,τι άλλο σκαρφιστεί η κυρίαρχη ιεραρχική αφήγηση.
Γιατί, όπως υποστηρίζουν οι θεωρητικοί Wright & Taylor «Η εκτίμηση ότι η μετακίνηση σε μια πιο προνομιούχο θέση είναι εφικτή, μπορεί να οδηγήσει σε διάσταση από την μειονεκτούσα ομάδα και σε μια προτίμηση στις μεμονωμένες ατομικές ενέργειες».
***
Η όλη εξέλιξη της υπόθεσης ΣΥΡΙΖΑ, εκτός των άλλων, έδωσε, με το προσωπικό της παράδειγμα στην κοινωνία, τη βέβαιη εντύπωση ότι οι μεμονωμένες ατομικές ενέργειες, τελικά, είναι προτιμότερες από τις συλλογικές δράσεις, καθώς μερικές εκατοντάδες ή χιλιάδες μέλη κατόρθωσαν να αλλάξουν ατομικά την κοινωνική τους θέση. Αντίληψη βέβαια, που έτσι κι αλλιώς, ήταν συστατικό στοιχείο της κεντρικής αφήγησης του πολιτικού συστήματος της μεταπολίτευσης. Ο ΣΥΡΙΖΑ δηλαδή στην κυβέρνηση, απλά επιβεβαίωσε κατηγορηματικά τη δυνατότητα αυτή.
Γνωρίζουμε πλέον αρκετά καλά, θεωρητικά, αλλά στην Ελλάδα και από τη βιωμένη εμπειρία μας, ότι η παροχή περιορισμένης προσβασιμότητας, για χάριν όμως μόνο ενός περιορισμένου αριθμού μελών των υποτελών τάξεων, είναι ένα από τα ισχυρά «εργαλεία» στα χέρια των κυρίαρχων τάξεων. Πρόκειται για ό,τι έχει οριστεί, στην επιστήμη της Κοινωνικής Ψυχολογίας, ως «tokenism», δηλαδή ως προσχηματική (δήθεν) δια-ταξική κινητικότητα.
Η όλη εξέλιξη της υπόθεσης ΣΥΡΙΖΑ, εκτός των άλλων, έδωσε, με το προσωπικό της παράδειγμα στην κοινωνία, τη βέβαιη εντύπωση ότι οι μεμονωμένες ατομικές ενέργειες, τελικά, είναι προτιμότερες από τις συλλογικές δράσεις, καθώς μερικές εκατοντάδες ή χιλιάδες μέλη κατόρθωσαν να αλλάξουν ατομικά την κοινωνική τους θέση
Όπως υπογραμμίζει ο καθ. Κοινωνικής Ψυχολογίας Stephen Wright (2001) «Ορισμένες μελέτες έχουν δείξει ότι, ενώ τα εντελώς κλειστά περιβάλλοντα των ομάδων-τάξεων δημιουργούν ισχυρή υποστήριξη της συλλογικής δράσης, αρκεί να επιτραπεί η κινητικότητα-πρόσβαση σε μόλις 2% των μελών της μειονεκτούσας ομάδας-τάξης και τότε οι μεμονωμένες ατομικές δράσεις καθίστανται η κυρίαρχη επιλογή».
Αλλά, στην Ελλάδα, η προσχηματική δια-ταξική κινητικότητα, η δήθεν λύση, σε όλη τη μεταπολιτευτική περίοδο, δεν ήταν απλά ένας υπαινιγμός, ήταν μια θορυβώδης πρόσκληση, αρκεί να ήταν κανείς «ικανός», «άξιος», «άριστος» ή απλά «καταφερτζής» και «επιδέξιος». Στην πασοκική μεταπολιτευτική κοινωνία η με κάθε τρόπο «επιδεξιότητα», ακόμη και η ακραία αμοραλιστική «καπατσοσύνη», ανακηρύχθηκε σε πρωταρχική κοινωνική αρετή.
Η κύρια όμως συνέπεια της προσχηματικής δια-ταξικής κοινωνικότητας, είναι η σύγχυση που προκαλεί, η θολότητα, η αμηχανία και ο αποπροσανατολισμός στις κρίσεις των ανθρώπων σε σχέση με το συλλογικό. Η αμήχανη αδράνεια, που το λαϊκό κίνημα μοιράζεται στις μέρες μας, είναι εν μέρει συνέπεια αυτού του συστημικού μηχανισμού.
Όπως εκτιμά ο Wright, «ο τοκενισμός συνδυάζει στοιχεία διακρίσεων και αξιοκρατίας, δημιουργώντας έτσι αβεβαιότητα σχετικά με τη νομιμότητα της ιεραρχίας των ομάδων».
Πρόκειται για ένα μπέρδεμα, μια οργανωμένη συστημικά σύγχυση, που προκαλεί για τις υποτελείς τάξεις αβεβαιότητα, ανασφάλεια και, το πιο συχνά, δραματικές αυταπάτες.
Εδώ, μάλλον εύλογα, τίθεται ένα ερώτημα: αν η διαδικασία αυτή της ατομικής λύσης είναι τόσο κρίσιμη στην κατεύθυνση ανάληψης συλλογικής δράσης για τις υποτελείς τάξεις, ώστε να βελτιώσουν συλλογικά και όχι ατομικά τη θέση τους, γιατί το λαϊκό κίνημα δεν έλαβε έγκαιρα τα μέτρα του; Γιατί, όχι μόνο δεν έθεσε «εμπόδια» στη διαταξική κινητικότητα, αλλά αντίθετα, την «διευκόλυνε»; Πώς, για παράδειγμα, αυτό έγινε κατορθωτό στην περίπτωση της Εαμικής Εθνικής Αντίστασης, όπου η προς τα άνω διαταξική μετακίνηση, δηλαδή η συνεργασία με τον κατακτητή, ήταν εξαιρετικά περιορισμένη, καθώς οι φραγμοί ήταν εξαιρετικά ισχυροί, φορτισμένοι αξιακά-ηθικά αλλά ακόμη και υπαρξιακά; Και μια ακόμη ερώτηση: με τι θα μπορούσε, άραγε, να οπλιστεί το λαϊκό κίνημα για να εμποδίσει, στο μέτρο του εφικτού, τον ματαιωτικό τοκενισμό;
Ο καθηγητής Wright έχει μια ξεκάθαρη απάντηση, ιδιαίτερα για το δεύτερο ερώτημα: «μόνο όταν υπάρχουν πολύ ισχυρά μηνύματα που αποσαφηνίζουν την αδικία και την πιθανή δυνατότητα ελέγχου του δια-ταξικού πλαισίου και όταν η προσοχή εστιάζεται στη συλλογική αδικία, η συλλογική δράση μπορεί να είναι η απάντηση στον τοκενισμό».
Αποσαφηνίζονται δηλαδή τα προαπαιτούμενα που μπορούν να «αφοπλίσουν» την τοκενιστική χειραγώγηση και δεν είναι άλλα από: (α) τη σταθερή αποσαφήνιση της αδικίας, το ξεκαθάρισμα ενάντια στη σύγχυση της προσχηματικής «αξιοκρατίας» (β) την αισιόδοξη προβολή της δυνατότητας ελέγχου του κοινωνικού πλαισίου, και (γ) την εστίαση στη συλλογική αδικία.
Στην Ελλάδα της οικονομικής κρίσης, το κοινωνικό κίνημα δεν φαίνεται να ασχολήθηκε για την εξασφάλιση αυτών των ασφαλιστικών δικλείδων, για να μην πούμε ότι μερίδα των ηγετικών του στελεχών, έκλεινε εξ αρχής το μάτι στην προοπτική βελτίωσης της ατομικής τους θέσης.
***
Στη διάρκεια της κρίσης, αλλά και πριν απ’ αυτήν, τα δια-ταξικά όρια φάνταζαν πάντα αρκετά διαπερατά, όσον αφορά στα εσωτερικά ή στα εξωτερικά εμπόδια, και αυτό κατέληγε να αναδεικνύει, τελικά, ως πρωταρχικές τις ατομικές ταυτότητες και τις ως εκ τούτου ατομικές δράσεις, αφήνοντας στην άκρη τον συλλογικό μας εαυτό και τις ανάγκες του. Τις συνέπειες αυτές πληρώνουμε σήμερα.
Ο Αντώνης Ανδρουλιδάκης είναι σύμβουλος Ψυχικής Υγείας – ψυχοθεραπευτής. Το άρθρο αποτελεί απόσπασμα από μελέτη στο Πανεπιστημίου Κύπρου, με θέμα «SocialPsychological Conditions for Collective actions in Greek Crisis»





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου