Ρέυκγιαβικ, 2009: Το κοινοβούλιο περικυκλωμένο από διαδηλωτές. |
Στο 77ο κεφάλαιο της Ανατομίας του νεοφιλελευθερισμού ("Η Ισλανδία καταρρέει") είχαμε αναφερθεί αναλυτικά στα αίτια που οδήγησαν την ισλανδική οικονομία στην καταστροφή τού 2008. Τότε, στο υστερόγραφο εκείνου του κειμένου, είπαμε ότι "η ισλανδική κυβέρνηση προσπάθησε να φορτώσει τα βάρη στις πλάτες των πολιτών αλλά κατέρρευσε από τον λαϊκό ξεσηκωμό. Αυτή η αντίδραση του ισλανδικού λαού έχει πολύ ενδιαφέρον αλλά ξεφεύγει από το πλαίσιο αυτών των σημειωμάτων". Σήμερα, πέντε χρόνια αργότερα, θα συμπληρώσουμε τα κενά που άφησε εκείνη η αφήγηση. Εννοείται ότι κρατάμε κατά νου όσα είπαμε τότε, για να μην επαναλαμβανόμαστε.
Στην Ανατομία αναλύσαμε τις αιτίες που οδήγησαν σε κατάρρευση το τραπεζικό σύστημα της Ισλανδίας και αναφερθήκαμε στην ζημιά που έπαθαν οι ξένοι επενδυτές (κυρίως άγγλοι και ολλανδοί). Όμως, τεράστια ζημιά έπαθε και η συντριπτική πλειοψηφία των ντόπιων καταθετών, όσοι δηλαδή είχαν εμπιστευτεί τις οικονομίες τους στις τρεις μεγαλύτερες τράπεζες της χώρας που χρεωκόπησαν, αφού η κρατική εγγύηση μόλις που ξεπερνούσε τις 20.000 ευρώ ανά καταθέτη, πράγμα που σημαίνει ότι διασώθηκε μόνο ένα μικρό μέρος τής ιδιωτικής αποταμίευσης.
Όμως, δεν ήσαν μόνο οι καταθέσεις που επλήγησαν από την τραπεζική κατάρρευση. Ήταν και το χρηματιστήριο, που γκρεμίστηκε χειρότερα από εκείνο της Νέας Υόρκης το 1929. Ηταν και η βίαιη υποτίμηση της κορώνας, που έκανε απλησίαστα όλα τα εισαγόμενα είδη (φυσικά και τα πρώτης ανάγκης). Ηταν και η ανεργία που εκτινάχτηκε, καθώς οι μεν εγκατεστημένες στην χώρα ξένες επιχειρήσεις το έβαλαν στα πόδια οι δε ντόπιες πάλευαν να αποφύγουν το λουκέτο. Ήταν και οι οκτώ χιλιάδες νέοι άνθρωποι που πήραν των ομματιών τους αναζητώντας δουλειά στα ξένα, ένας αριθμός που αντιστοιχεί στο 2,5% του συνολικού πληθυσμού τής Ισλανδίας.
Κι ενώ οι ισλανδοί προσπαθούν να καταλάβουν από πού τους ήρθε η κατακεφαλιά, την άνοιξη τού 2009 μπαίνουν μπρος οι διαπραγματεύσεις τής νεοεκλεγμένης κυβέρνησης (συνεργασία μεταξύ σοσιαλδημοκρατών, πράσινων και κινημάτων της αριστεράς) με την Βρεττανία και την Ολλανδία, προκειμένου να αποζημιωθούν οι ξένοι καταθέτες και επενδυτές που έχασαν τα λεφτά τους. Με βάση την δέσμευση του δεξιού πρώην πρωθυπουργού Γκέιρ Χάαρντε ότι οι τραπεζικές οφειλές θα εξοφληθούν πλήρως, βρεττανοί και ολλανδοί δεν απαίτησαν απλώς τα κεφάλαιά τους αλλά και τους προσδοκώμενους τόκους (!), ζητώντας οι μεν 2,4 δισ. λίρες και οι δε 1,3 δισ. ευρώ. Αυτά τα ποσά θα έπρεπε να αποδοθούν πλήρως ως το 2024, με μόνη "ευκολία" μια περίοδος χάριτος ως το 2016.
Εδώ πρέπει να κάνουμε μια στάση. Για να γίνουν πλήρως αντιληπτοί οι αριθμοί που αναφέρουμε, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η Ισλανδία είναι μια χώρα 320.000 κατοίκων με ΑΕΠ (2008-2010) 9,7-9,9 δισ. ευρώ. Συνεπώς, μιλώντας προηγουμένως για 8.000 ισλανδούς μετανάστες, είναι σαν να μιλάμε για 275.000 έλληνες σε αντίστοιχη περίπτωση. Επίσης, όταν λέμε ότι βρεττανοί και ολλανδοί απαιτούν κάπου 4 δισ. ευρώ ως αποζημιώσεις, είναι σαν να απαιτούν 12.500 ευρώ από κάθε ισλανδό. Ακόμη, αυτά τα 4 δισ. αντιστοιχούν περίπου στο 40% του ισλανδικού ΑΕΠ, δηλαδή είναι σαν να ζητούν από μας να πληρώσουμε αποζημιώσεις κάπου 70 δισ. ευρώ. Τα εμπεδώσαμε τώρα τα νουμεράκια; Ωραία. Πάμε παρακάτω, λοιπόν.
Η κυβέρνηση της Γιοχάννας Σιγκουρδαντόττιρ κατάπιε αμάσητες τις απαιτήσεις βρεττανών και ολλανδών, προκειμένου να τους καλοπιάσει και να τους έχει συμπαραστάτες στην υλοποίηση των σχεδίων της για είσοδο της Ισλανδίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Με δηλώσεις σαν αυτές που έχουμε ακούσει κατ' επανάληψη κι από τους δικούς μας ηγέτες (π.χ. "το κράτος έχει συνέχεια", "η Ισλανδία είναι μικρή χώρα αλλά σέβεται τις δεσμεύσεις της" κλπ), η Σιγκουρδαντόττιρ πάτησε με την σειρά της στην δέσμευση του προκατόχου της για εξόφληση των οφειλών και έφερε την συμφωνία στην βουλή, όπου και εγκρίθηκε με διαδικασίες κατεπείγοντος και 33 θετικές ψήφους (έναντι 30 αρνητικών).
Τα όργανα άρχισαν αμέσως μόλις υπερψηφίστηκε η συμφωνία. Την ίδια κιόλας μέρα, σχεδόν όλοι οι ισλανδοί βγήκαν στους δρόμους, παραλύοντας την χώρα. Κι όχι απλώς βγήκαν αλλά έμειναν κιόλας, ενώ σε ελάχιστο χρόνο συγκέντρωσαν 61.000 υπογραφές (!!) με τις οποίες ζητούσαν από τον πρόεδρο της χώρας Όλαφουρ Γκρίμσσον διεξαγωγή δημοψηφίσματος. Ο Γκρίμσσον σεβάστηκε την λαϊκή απαίτηση και αρνήθηκε να υπογράψει τον νόμο που είχε ψηφίσει η βουλή, οδηγώντας την χώρα σε δημοψήφισμα, το οποίο ορίστηκε τελικά για τον Μάρτιο του 2010.
Το βέτο τού Γκρίμσσον προκάλεσε παγκόσμια αναταραχή. Από πότε οι πολίτες μιας χώρας είχαν δικαίωμα να αποφασίζουν για το αν η κυβέρνησή τους πρέπει να υλοποιεί τις δεσμεύσεις της ή όχι; Από πότε οι συμφωνίες κορυφής έπρεπε να εγκρίνονται και από την βάση για να καταστούν ισχυρές; Από πότε οι χρηματαγορές ήσαν υποχρεωμένες να ρωτούν τον λαό αν θέλει να του φορτώσουν την χασούρα τους ή όχι; Με δυο λόγια: από πότε σηκώθηκαν τα πόδια να βαρέσουν το κεφάλι;
Γιοχάννα Σιγκουρδαντόττιρ και Όλαφουρ Γκρίμσσον. Το ύφος τους είναι εύγλωττο. |
Εννοείται ότι λυτοί και δεμένοι απ' όλον τον κόσμο έπεσαν αμέσως πάνω στους ισλανδούς, με σκοπό να τους αναγκάσουν να ψηφίσουν "Ναι". Οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης διατυμπάνισαν σε όλους τους τόνους ότι η αρνητική ψήφος θα σήμαινε ματαίωση των ενταξιακών διαπραγματεύσεων, το ΔΝΤ ξεκαθάρισε ότι είχε έτοιμη μια βοήθεια 10 δισ. δολλαρίων σε περίπτωση που το αποτέλεσμα θα ήταν θετικό, οι οίκοι αξιολόγησης απείλησαν να βαθμολογήσουν ως "σκουπίδια" τα ισλανδικά ομόλογα αν έβγαινε το "Όχι" και τα ντόπια παπαγαλάκια δεν έπαψαν στιγμή να επισείουν τον κίνδυνο της εθνικής καταστροφής σε περίπτωση που ο λαός "παρασυρόταν" και δεν ενέκρινε την συμφωνία.
Εννοείται, επίσης, ότι η κυβέρνηση έκανε κι αυτή ό,τι μπορούσε. Ως την τελευταία στιγμή, ο υπουργός οικονομικών Στέινγκριμουρ Σίγκφουσσον και ο διοικητής της κεντρικής τράπεζας Άρνορ Σίγκβατσσον συζητούσαν με βρεττανούς και ολλανδούς, ψάχνοντας να βρουν τρόπο να ακυρώσουν το δημοψήφισμα. Ταυτόχρονα, η προπαγάνδα υπέρ του "Ναι" εντεινόταν, ξεπερνώντας και τα όρια της τρομοκρατίας, πλην χωρίς αποτέλεσμα. Όπως είπε χαρακτηριστικά ο λογοτέχνης Έιναρς Μαρ Γκούντμουντσσον: "Μας είπαν ότι αν απορρίψουμε τους όρους, θα γίνουμε η Κούβα του Βορρά. Αλλά αν συμφωνήσουμε, θα γίνουμε η Αϊτή του Βορρά"(*).
Τελικά, κανένας δεν κατάφερε να κάμψει το λαϊκό φρόνημα. Οι ισλανδοί είχαν αποφασίσει ότι την ζημιά δεν πρέπει να την πληρώσει ο λαός αλλά οι banksters (κατά το gangsters) και η απόφασή τους αυτή διατρανώθηκε το βράδυ τής 6ης Μαρτίου 2010, όταν έκλεισαν οι κάλπες και βγήκε το αποτέλεσμα. Το χαστούκι ήταν τόσο δυνατό ώστε ακούστηκε στα πέρατα του σύμπαντος: 98,2% Όχι - 1,8% Ναι! Ποιός θα μπορούσε να αμφισβητήσει μια τόσο πανίσχυρη λαϊκή ετυμηγορία;
Η συνέχεια αύριο.
-------------------------------------------------
(*) Ambrose Evans-Pritchard, "Angry Iceland defies the world", The Telegraph, 6/1/2010.
Cogito Ergo Sum
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου