του Αντώνη Παπαγιαννίδη
Σε μια ιδιαίτερη συγκυρία έγινε - στο πάντα φιλόξενο
αμφιθέατρο του Γαλλικού Ινστιτούτου - η παρουσίαση του βιβλίου "Ποιοι
είμαστε;" του Γιώργου Πρεβελάκη (καθηγητή Γεωπολιτικής στην Σορβόννη, για
ένα διάστημα Μόνιμου Αντιπροσώπου της Ελλάδας στον ΟΟΣΑ), που το ίδιο ως
υπότιτλο επεξηγεί την φιλοδοξία του να αποτελέσει «Γεωπολιτική της Ελληνικής
ταυτότητας».
Γιατί μιλούμε για ιδιαίτερη
συγκυρία; Διότι την ίδια μέρα, στην εαρινή σύνοδο του ΔΝΤ/της Παγκόσμιας
Τράπεζας στην Ουάσιγκτον συζητιόταν το Ελληνικό ζήτημα ως πρόβλημα οικονομικής
περιφερειακής σταθερότητας, ενώ στην Λέσβο προσείλκυε τους προβολείς της
παγκόσμιας δημοσιότητας η παρουσία του Πάπα Φραγκίσκου, του Οικουμενικού
Πατριάρχη, του Αρχιεπισκόπου και του Έλληνα Πρωθυπουργού.
To "Ποιοι
είμαστε;" παρουσίασε πρώτα-πρώτα ο πρώην Πρέσβης (και κεντρικός
συντελεστής του Quai d’ Orsay επί υπουργίας Hubert Verdrine, με εμπλοκή στα
Ελληνικά πράγματα την δεκαετία του ΄90 επί ΥΠΕΞ Γιώργου Παπανδρέου) και ήδη
καθηγητής Γεωπολιτικής Michel Foucher. Τόνισε, γεωγράφος στην προσέγγιση ο
ίδιος, την σημασία που έχουν "οι νοητικοί χάρτες, εκείνοι που προκύπτουν
από τις απεικονίσεις που βρίσκονται στον νου των ανθρώπων". Δηλαδή η
πρόσληψη του χώρου και όσων προκύπτουν απ' αυτόν. Ταυτόχρονα, ο M. Foucher
επεσήμανε ότι στην σημερινή ισορροπία, για την Ελλάδα η γεωπολιτική διάσταση διαδραματίζει
κεντρικό ρόλο: γι’ αυτό άλλωστε "στην μεγάλη αναμέτρηση του καλοκαιριού
του 2015 με την Ελλάδα στο επίκεντρο, τελικά δεν επικράτησαν οι οικονομικές
αλλά οι γεωπολιτικές θεωρήσεις. Έτσι εν τέλει ξεπεράστηκε ο κίνδυνος του
Grexit".
Η προσέγγιση του άλλοτε
Πρύτανη του Πανεπιστημίου Αθηνών (σε ταραχώδεις καιρούς) και ήδη Βουλευτή
Eπικρατείας της Ν.Δ. Θόδωρου Φορτσάκη αναζήτησε το πώς, "στον πάντα
επανερχόμενο προβληματισμό των σχέσεων της Ελλάδας με την Δύση, το βασικό
ερώτημα είναι πώς γεφυρώνεται το χάσμα: με ταύτιση προς το δυτικό πρότυπο; ή με
αποδοχή της διαφοράς;". Για τον Θ. Φορτσάκη, ιδιαίτερη συνεισφορά
του βιβλίου του Γ. Πρεβελάκη είναι ο τονισμός της αξίας των δικτύων στην
Ελληνική περίπτωση. Που επιτρέπουν σε τομείς όπως η ναυτιλία να διατηρούν
"αρχαϊκά στοιχεία" (οικογενειακές επιχειρήσεις) και συνάμα να
ενσωματώνουν τις πιο σύγχρονες πρακτικές (σχέση με το διεθνές τραπεζικό
σύστημα, χρήση των ψηφιακών τεχνολογιών.
Αυτό το παράδειγμα δείχνει
πόση σημασία έχει να μην παρακωλύει η διακυβέρνηση του Ελλαδικού Κράτους την
δυνατότητα διατήρησης αυτής της δικτυακής παρουσίας. Ανάλογη γωνία προσέγγισης
επέλεξε, παρεμβαίνοντας υπό πρίσμα οικονομικό, και ο Αρίστος Δοξιάδης
τονίζοντας πως η "δικτυακή Ελλάδα" διαθέτει νέου τύπου πλεονεκτήματα:
έχει την έμφαση των Ελλήνων στην παιδεία (έστω και με διάθεση ιδιωτικών πόρων),
έχει την συνεκτικότητα της γλώσσας, έχει τον κοινοτισμό (με την αναβίωση στην
κρίση, των τοπικών κοινωνιών). Στην δε διεθνή σκηνή έχει να δώσει πρότυπα
λειτουργίας όπως της ναυτιλίας, της επιστημονικής διασποράς, της θρησκείας με
την υπερσυνοριακή του ακτινοβολία, ή πάλι της διαμεσολαβητικής λειτουργίας στην
περιοχή της ανασφάλειας που πάλιν είναι η Ανατολική Μεσόγειος.
Πάντως, η αιχμή της
ανάλυσης Δοξιάδη ήταν να τονίσει την κεντρική σημασία που παγίως έχει στην
πολιτική λειτουργία στην Ελλάδα η εξασφάλιση - και ο διαμοιρασμός στους πολίτες
- μιας "προσόδου" από το εξωτερικό. Αυτό λειτούργησε χαρακτηριστικά
και μετά την ένταξη στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα. Έτσι, μια σημαντική ευκαιρία που απέκτησε
με την ένταξή της η χώρα εκφυλίσθηκε επικίνδυνα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου