Παρασκευή 29 Απριλίου 2016

Σαουδική Αραβία: σύμμαχος της Δύσης ή εξαγωγέας φονταμενταλισμού;

Νέα Πολιτική


του Χαρίτου Αναστασίου* 
Τόπος γέννησης του Ισλάμ καθώς και της δράσης του προφήτη του Ισλάμ Μωάμεθ, η περιοχή της Αραβικής Χερσονήσου υπήρξε το πρώτο κέντρο του Χαλιφάτου που μέσα στους επόμενους αιώνες εξαπλώθηκε από τις Ινδίες και τη Τουρκμενία μέχρι τις ακτές της Αφρικής στον Ατλαντικό και την Ιβηρική χερσόνησο. Οι δύο ιερότερες πόλεις του Ισλάμ η Mecca, τόπος γέννησης του προφήτη και παγκόσμιος προορισμός του ετήσιου προσκυνήματος και η Medina, τόπος μετεγκατάστασης αυτού και έναρξης του ισλαμικού κινήματος, βρίσκονται εντός του εδάφους του μεγαλύτερου παγκοσμίως παραγωγού και εξαγωγέα αργού πετρελαίου καθώς και του πλέον θεοκρατικού ισλαμικού αναγνωρισμένου καθεστώτος στον πλανήτη: τη Σαουδική Αραβία.
 Μακριά από τον έλεγχο των Οθωμανών το εσωτερικό της Αραβικής χερσονήσου αποτέλεσε περιοχή συγκρούσεων μεταξύ των διαφόρων φυλάρχων. Μια οικογένεια εξ αυτών, οι Saud, με επίκεντρο τη περιοχή της σημερινής πρωτεύουσας Riyadh ένωσε το 1744 τις δυνάμεις της με αυτές του θρησκευτικού ηγέτη Muhammad ibn Abd al-Wahhab, πατέρα του Ουαχαμπικού Ισλάμ, και αγωνίστηκε να ενώσει τη χερσόνησο και να καταλάβει την έκταση της Χετζάζης και τις εκεί ιερές πόλεις απασχολώντας για τα επόμενα 150 χρόνια τους Οθωμανούς. Η προσκόλληση αυτή της μετέπειτα βασιλικής οικογένειας στην πλέον φονταμενταλιστική εκδοχή του Ισλάμ αποτέλεσε τον κύριο γνώμονα των μετέπειτα πολιτικών του βασιλείου.

 Δημιούργημα του κληρικού al-Wahhab, ο Ουαχαμπισμός γεννήθηκε στην έρημη και απομακρυσμένη περιοχή του Νεζντ γύρω από τη πόλη του Riyadh σαν μια προσπάθεια αποκατάστασης τη καθαρής μονοθεϊστικής λατρείας του Ισλάμ απέναντι σε όσα στοιχεία θεωρούσε ειδωλολατρικά, ακάθαρτα και νεωτεριστικά. Κύριες αρχές του κινήματος ήταν η αναγνώριση ως καθαρών μόνο των δύο πρώτων γενεών του Ισλάμ, με παράλληλη απόρριψη κάθε άλλης εποχής και πολιτισμού ως ακάθαρτου και ειδωλολατρικού, η απέχθεια προς τον μυστικιστικό ισλαμισμό που πρεσβεύει ο Σουφισμός και η πλήρης απόρριψη τόσο του Σιισμού, όσο και όλων των άλλων σουννιτικών σχολών σκέψης. Διεκδικώντας την απόλυτη αυθεντία εντός του σουννιτικού Ισλάμ το υπερσυντηρητικό αυτό κίνημα αγωνίστηκε να επαναφέρει τους μουσουλμάνους πίσω στις αυθεντικές αξίες του Ισλάμ και του προφήτη, ενώ διακήρυττε το Ισλάμ ως τον μόνο καθαρό και πλήρη τρόπο ζωής, εκτεινόμενο σε κάθε πτυχή της ανθρώπινης συμπεριφοράς.
 Το 1932 μετά από μια σειρά σκληρών συγκρούσεων και συμφωνιών ο αρχηγός του Οίκου των Saud, Abdulaziz ‘Ibn Saud, ευρύτατα γνωστός σαν Ibn Saud, ένωσε τις μοναρχίες του Ναζντ και της Χετζάζης εγκαθιδρύοντας το Βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας. Επιθυμώντας να προστατεύσει τις κτήσεις του και μετά την ανακάλυψη των εξαιρετικά πλούσιων πηγών πετρελαίου στο έδαφος πλησίον του Περσικού Κόλπου, ο Άραβας μονάρχης συνάντησε το Φεβρουάριο του 1945 τον Πρόεδρο των ΗΠΑ Franklin D. Roosevelt στο κατάστρωμα του USS στον Ισθμό του Σουέζ. Στην ιστορική αυτή συμφωνία ο Ibn Saud δέχτηκε να τροφοδοτεί τις ΗΠΑ με το πολύτιμο για αυτές πετρέλαιο με αντάλλαγμα την προστασία του εδάφους της Σαουδικής Αραβίας, της μοναρχίας και της βασιλικής οικογένειας των Saud από κάθε κίνδυνο. Το νέο καθεστώς μετατράπηκε σε τοποτηρητή των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή και σε κύριο τους τροφοδότη σε πετρέλαιο, διατηρώντας από την άλλη τον πλήρη έλεγχο στα εσωτερικά της ζητήματα.
 Οι εξαγωγές αργού πετρελαίου προσέφεραν στο καθεστώς εξαιρετικά μεγάλο πλούτο οδηγώντας την χώρα στην ευημερία και προσφέροντας στην άρχουσα τάξη κολοσσιαία οικονομική ισχύ. Υπό τον πλήρη έλεγχο του κράτους η Saudi Aramco (Arab American Oil Company) ανέλαβε τη διαχείριση του μεγαλύτερου δικτύου υδρογονανθράκων στο κόσμο προσφέροντας πακτωλούς χρημάτων στα μέλη της βασιλικής οικογένειας, στο εθνικό ιερατείο και στους ντόπιους ευγενείς. Ο παραδοσιακά νομαδικός πληθυσμός του κράτους άρχισε να εισρέει στις πόλεις και στις οάσεις, παρόλο που πάνω από τα δύο τρίτα των εργαζομένων προέρχονται από ξένες χώρες, στον δε ιδιωτικό τομέα το 90% των απασχολούμενων δεν αποτελούν πολίτες της Ισλαμικής μοναρχίας. Η όλη της οικονομία βρίσκεται πρακτικά υπό κρατικό έλεγχο, παρόλο που οι ξένοι επενδυτές και εργαζόμενοι είναι περιζήτητοι, κατάσταση οξύμωρη με το ολοκληρωτικό μοναρχικό ισλαμικό καθεστώς του κράτους.
 Παρά την οικονομική ευημερία που δημιούργησε η άντληση και η εξαγωγή του πετρελαίου, καμία μεταρρύθμιση δεν έγινε στη χώρα σε πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο. Υπό την προστασία των Saud οι ουαχαμπίτες κληρικοί, δικαστές και θεολόγοι έθεσαν υπό τον έλεγχό τους τόσο τη δικαιοσύνη, όπου και ανέλαβαν τα θρησκευτικά δικαστήρια σε ένα καθεστώς όπου η Sharia θεωρείται ανώτατη μορφή δικαίου, όσο και στη παιδεία, εγκαθιδρύοντας ισλαμικά πανεπιστήμια και προσθέτοντας έντονες θρησκευτικές δομές στα σχολεία. Επιτιθέμενοι στον προοδευτικό παναραβικό εθνικισμό του Gamal Abdel Nasser, που τότε κυριαρχούσε στα αραβικά κράτη, οι ουαχαμπίτες έχτισαν μέσω των πετροδόλαρων που προσέφερε το καθεστώς, ένα ιδιότυπο Πετρο-Ισλάμ πάνω στα ερείπια του Αραβικού εθνικισμού, σε αρκετά αραβικά και ισλαμικά κράτη: το σαουδαραβικό καθεστώς πλήρωσε αρκετά καλά για να εκτυπωθούν εκατομμύρια κοράνια για ανάγνωση από τις σαβάνες της Κεντρικής Αφρικής και τους ορυζώνες της Ινδονησίας, μέχρι τις σύγχρονες ευρωπαϊκές πόλεις, επένδυσε δε πάνω από 10 εκατομμύρια δολάρια για την ίδρυση ισλαμικών «φιλανθρωπικών» ιδρυμάτων, παγκόσμιας εμβέλειας. Πάνω από το 90% των οικονομικών δράσεων του σαουδαραβικού καθεστώτος και των οργανισμών αυτού γίνονταν και γίνονται με αποκλειστικό στόχο τη διάδοση της ακραίας και υπερσυντηρητικής αυτής ισλαμικής αντίληψης, με την κατασκευή πάνω από 1500 ισλαμικών τεμενών διεθνώς να αποτελεί μέρος αυτής της προσπάθειας.
 Με την ίδρυση ισλαμικών πανεπιστημίων, το σαουδαραβικό καθεστώς πέτυχε τη διείσδυση του ουαχαμπισμού στους μετριοπαθείς, λόγω συμβίωσης αιώνων με τους χριστιανούς, ινδουιστές και βουδιστές συντοπίτες τους, μουσουλμάνους της Ινδικής χερσονήσου (Πακιστάν και Μπαγκλαντές), της Χερσονήσου του Αίμου (Βοσνία, Αλβανία, Βουλγαρία), του Καυκάσου και της Ινδονησίας. Η ίδρυση του Ισλαμικού πανεπιστημίου Madinah στο Κάιρο, σαν αντίπαλο δέος στα εκεί κοσμικά πανεπιστήμια οδήγησε στο φόβο της εξάπλωσης ακραίων ουαχαμπικών ισλαμικών αντιλήψεων, εφόσον το 85% των μαθητών του δεν ήταν Σαουδάραβες αλλά προέρχονταν από αρκετές χώρες του ισλαμικού κόσμου, οι δε τρομοκρατικές επιθέσεις στο Bali το 2002, μαζί με την άνοδο του ακραίου Ισλάμ στο Πακιστάν και στο Αφγανιστάν, γέννησαν σκέψεις για τον κίνδυνο της σαουδαραβικής παρέμβασης στα εκπαιδευτικά συστήματα άλλων χωρών, με την ταυτόχρονη διείσδυση σε αυτές ακραίων ουαχαμπικών αντιλήψεων.
Ο μέχρι πρότινος καλός φίλος της Δύσης στην περιοχή, είναι και αυτός που υποσκάπτει πρώτος τα θεμέλιά της: ως ενεργειακός γίγαντας πετυχαίνει την ανοχή των πελατών του στη Δύση και αλλού, ενώ παράλληλα χρηματοδοτεί τη μισαλλόδοξη και αντιδυτική σουννιτική προπαγάνδα. Η διείσδυση των υπερσυντηρητικών ιδεών των ιερωμένων προστατευόμενων της βασιλικής οικογένειας των Saud τόσο στον ισλαμικό κόσμο όσο και στις ισλαμικές κοινότητες της Δύσης, με την οικονομική ενίσχυση των πρώτων και την ανοχή των τελευταίων, είναι ένας από τους κύριους λόγους δημιουργίας και γιγάντωσης του χαλιφάτου. Υπό αυτήν την σκοπιά, καλό θα ήταν οι διπλωμάτες της Δύσης να αρχίσουν να αναθεωρούν ορισμένες πτυχές στις σχέσεις της Δύσης με την Σαουδική Αραβία.
* Φοιτητής ΕΜΠ, Χημικών Μηχανικών

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου