analyst
του Σαράντου Λέκκα
Οι αυτοκρατορίες ανήκουν ως μορφή διοίκησης στο παρελθόν, η αναμόρφωση τους στην βάση των φορολογικών παραδείσων και του κερδοσκοπικού κεφαλαίου δεν αποτελεί ομαλή εξέλιξη της ανθρωπότητας. |
Αρκετός λόγος γίνεται για τις εξωχώριες, υπεράκτιες ή offshore ανά τον κόσμο επικράτειες και ειδικά για το πέπλο μυστηρίου που τις καλύπτει.
Βασίλισσα όλων αυτών και με ιστορία μυστηρίου που χάνεται στα βάθη των αιώνων είναι η Βρετανική επικράτεια παράκαμψης της νομιμότητας.
Με κέντρο το Σίτυ του Λονδίνου, με θεσμικό κάλυμμα την Τράπεζα της Αγγλίας με εξαρτημένα εδάφη όπως το Τζέρσεϊ, Γρένσει, την Νήσο του Μαν και με υπερπόντια εδάφη όπως της Καραϊβικής, το Βρετανικό σύστημα αποτελεί την ισχυρότερη υπερπόντια χρηματοπιστωτική επικράτεια εχεμύθειας.
Πολλοί νομίζουν ότι η Βρετανική Αυτοκρατορία έχει διαλυθεί, κάνουν λάθος, η αυτοκρατορία παραμένει πλην όμως πλέον δεν στηρίζεται στις αποικίες αλλά στο κερδοσκοπικό κεφάλαιο.
Στις αρχές του 20ου αιώνα η Βρετανική αυτοκρατορία έλεγχε το ένα τέταρτο του πλανήτη, το 50% των θαλάσσιων μεταφορών, ενώ οι επενδύσεις στο εξωτερικό ξεπερνούσαν εκείνες του υπόλοιπου κόσμου.
Το τέλος της Βρετανικής αυτοκρατορίας με την μορφή των αποικιών έλαβε χώρα το χρονικό διάστημα 1945-1965 οπότε και συρρικνώθηκε σε μεγάλο βαθμό αφού από τον έλεγχο 750 εκατ. ανθρώπων συρρικνώθηκε στα 6 εκατ. μιας και οι περισσότερες αποικίες της είχαν κερδίσει την ανεξαρτησία τους.
Η αυτοκρατορία των αποικιών είχε πεθάνει όμως είχε δώσει την θέση της στην αυτοκρατορία του χρηματοπιστωτικού τομέα.
Η αυτοκρατορία δεν διαλύθηκε ολοκληρωτικά, 14 μικρά νησιωτικά κράτη δεν επεδίωξαν την ανεξαρτησία τους και αποτέλεσαν το υπόβαθρο της μετεξέλιξης της σε επικράτεια παράκαμψης της νομιμότητας.
Το νομισματικό περιβάλλον της δεκαετίας του ‘50 είχε διαμορφωθεί στο Μπρέτον Γούντς.
Οι συναλλαγματικές ισοτιμίες ήταν σταθερές οι τράπεζες δεν διαπραγματεύονταν ξένο συνάλλαγμα παρά μόνο για εμπορικούς σκοπούς, ούτε δέχονταν καταθέσεις σε ξένο νόμισμα ενώ οι κυβερνήσεις έλεγχαν τις εισροές και εκροές κεφαλαίων.
Οι πολιτικοί είχαν επιβληθεί στους τραπεζίτες. H συγκύρια ήταν τέτοιας μορφής που στρατηγικά οι τραπεζίτες δεν είχαν άλλη επιλογή από την υποταγή τους στους πολιτικούς.
Το 1946 η Βρετανική κυβέρνηση εθνικοποίησε την Τράπεζα της Αγγλίας ή νόμιζε ότι την εθνικοποίησε αφού στην κυριολεξία ούτε την επιλογή του διοικητή δεν μπορούσε να επηρεάσει πόσο μάλλον τα θέματα νομισματικής πολιτικής.
Στην ουσία η Τράπεζα παρέμενε ιδιωτική, όπως ήταν πάντα. Η τράπεζα της Αγγλίας είχε ιδρυθεί το 1694 με κεφάλαια που προήρθαν από πλούσιους προτεστάντες του Σίτι , οπότε ως θεσμικό κάλυμμα του Σίτι εντάσσονταν στο πλαίσιο των εξαιρέσεων. Απλά η κυβέρνηση Άτλι είχε την ψευδαίσθηση ότι την εθνικοποίησε.
Στα μέσα της δεκαετίας του ‘50 με ισοτιμία 1 στερλίνα προς 2,80 αμερικανικά δολάρια η στερλίνα χρηματοδοτούσε το 40% του παγκόσμιου εμπορίου με την τράπεζα της Αγγλίας να επιζητά με κάθε τρόπο την συνέχιση αυτής της κατάστασης.
Η κυβέρνηση είχε επιβάλει όμως περιορισμούς στην χορήγηση δανείων σε στερλίνες οπότε έπρεπε να βρεθεί διέξοδος.
Με μικρά συναλλαγματικά διαθέσιμα η Τράπεζα της Αγγλίας έκανε τα στραβά μάτια στις εμπορικές τράπεζες που παραβίαζαν τους συναλλαγματικούς περιορισμούς και ειδικά στην Μidland bank (η οποία μετασχηματίστηκε στην συνέχεια σε HSBC) η οποία δέχονταν καταθέσεις σε δολάρια προσφέροντας μάλιστα υψηλά επιτόκια.
Η κυβέρνηση αντέδρασε όμως με την απειλή ότι θα πτωχεύσει το κράτος η Τράπεζα της Αγγλίας επιβλήθηκε.
Λογικό, το εκδοτικό προνόμιο της έδινε πραγματική εξουσία , την οποία χρησιμοποίησε όταν διακυβεύονταν τα συμφέροντα της κερδοσκοπίας.
Η ευρωαγορά ήταν γεγονός και το Σίτι ο επίγειος παράδεισος της κερδοσκοπίας.
Το υπόβαθρο δημιουργίας της μεγαλύτερης επικράτειας εχεμύθειας είχε κατασκευαστεί.
Συγκύριες πολιτικές και οικονομικές όπως και πρόθυμοι πολιτικοί συνέβαλαν στην διόγκωση της Βρετανικής χρηματοπιστωτικής αυτοκρατορίας.
Οι πολιτικές συγκύριες έχουν να κάνουν αφενός με τον ψυχρό πόλεμο και το γεγονός ότι οι Σοβιετικοί με τον φόβο της απώλειας και των δεσμεύσεων δεν ήθελαν να διακρατούν δολάρια στη Νέα Υόρκη, ούτε όμως και στερλίνες της καταρρέουσας Βρετανικής Αυτοκρατορίας οπότε με την ευρωαγορά μπορούσαν να έχουν δολάρια στο Λονδίνο και αφετέρου με τα πλεονάσματα των πετρελαιοπαραγωγών χωρών.
Εξάλλου με το Μπιγκ Μπανγκ του 1986 η πλήρη απορρύθμιση της αγοράς του Λονδίνου επί Θάτσερ μετέτρεψε και ουσιαστικά το Σίτι και το δίκτυο του στη μεγαλύτερη υπεράκτια επικράτεια.
Αποτέλεσμα ενώ το 1959 οι καταθέσεις σε δολάρια καταγράφονταν στα επίπεδα των 200 εκ. δολαρίων, το 1961 ξεπερνούν τα 3 δις δολάρια, ενώ με την γέννηση το 1963 της αγοράς των ευρωομολόγων η ώθηση είναι τρομερή.
Το 1970 οι καταθέσεις φθάνουν τα 46 δις δολάρια και ενώ στα μέσα της δεκαετίας του 70 καταρρέουν οι περιορισμοί του Μπρέτον Γούντς οι καταθέσεις πολλαπλασιάζονται φθάνοντας το 1980 το μισό τρις δολάρια και το 1983 τα 2,6 τρις δολάρια.
Από τα τέλη της δεκαετίας του 1990 και μέχρι σήμερα το 90% των διεθνών χορηγήσεων διεκπεραιώνεται μέσω της αγοράς του Λονδίνου.
Το Σίτι παρά την κατάρρευση της Αυτοκρατορίας των αποικιών και την αντικατάσταση της στερλίνας από το δολάριο ως βασικό νόμισμα συναλλαγών ελέγχει ως υπεράκτια επικράτεια το 50% της παγκοσμίας χρηματοοικονομικής δραστηριότητας.
Η επιρροή του ήταν αναλογικά μεγαλύτερη από την περίοδο που η Στερλίνα ήταν το βασικό αποθεματικό νόμισμα ενώ το δίκτυο του συλλογής κεφαλαίων ανά το κόσμο λειτουργεί ως μηχανισμός αέναης τροφοδότησης της διεθνούς κερδοσκοπίας.
Η οικονομική ευρωστία συμβάλει στην καθημερινή ενίσχυση της πολιτικής επιρροής και στην βάση των όλο και περισσότερων πρόθυμων πολιτικών η σημερινή κατάσταση δεν μπορεί εύκολα να αντιστραφεί.
Το αντίθετο μάλιστα.
Με δεδομένο ότι κάθε υπεράκτιο κέντρο ασκεί ανταγωνιστικές πιέσεις στα υφιστάμενα ρυθμιστικά πλαίσια των παρακείμενων επικρατειών η επιτάχυνση του ρυθμού απελευθέρωσης των χρηματοπιστωτικών συστημάτων πρέπει να θεωρείτε δεδομένη.
Οι επικράτειες παράκαμψης της νομιμότητας στηρίζουν κατά βάση την ελκυστικότητα τους στην απουσία κάθε μορφής φορολογίας.
.
Οι επικράτειες παράκαμψης της νομιμότητας
.
Όσο οι διεθνείς οργανισμοί και οι εθνικές κυβερνήσεις όχι μόνο δεν επιδιώκουν να μεταβάλλουν το σημερινό status quo αλλά αντίθετα προχωρούν και σε νέες υποχωρήσεις όπως αυτή της εξαίρεσης του Σίτι από κάθε ρύθμιση και έλεγχο που αποφάσισε το Συμβούλιο Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης η διεθνής νομιμότητα θα θυμίζει ιστό της αράχνης.
Ο ιδιωτικός χαρακτήρας των κεντρικών τραπεζών, η παραχώρηση του εκδοτικού προνομίου από την εκτελεστική και δημοκρατικά εκλεγμένη εξουσία στις κεντρικές τράπεζες και οι offshore επικράτειες αποτελούν κατά την προσωπική μας άποψη το απόλυτο τοξικό περιβάλλον για την πραγματική οικονομία και για το φορολογικό κράτος.
Το ιδεατό θα ήταν η ‘ πραγματική’ κρατικοποίηση των κεντρικών τραπεζών και η ένταξη στην νομιμότητα των υπεράκτιων επικρατείων.
Επειδή η κρατικοποίηση και κυρίως το εκδοτικό προνόμιο των κεντρικών τραπεζών θεωρούνται απαραβίαστες συνθήκες του σύγχρονου καπιταλισμού η σταδιακή διάλυση των φορολογικών παραδείσων πρέπει να γίνει σκοπός των δημοκρατικών κρατών.
Μια τέτοια προοπτική δεν πρέπει να θεωρείτε εξωπραγματική ειδικά όταν τα μισά Hedge-fυnds έχουν έδρα τα υπεράκτια κέντρα και ειδικά όταν τα κεφάλαια που χρησιμοποιούν προέρχονται από αμοιβαία κεφάλαια, από συνταξιοδοτικά ταμεία και ασφαλιστικές εταιρείες δηλαδή από κεφάλαια που ανήκουν κατά βάση στους απλούς φορολογουμένους πολίτες.
Οι θεσμικοί διαθέτουν εξωπραγματικές δυνάμεις με χρήματα των απλών πολιτών.
Δεν μπορεί οι χρηματοδότες να είναι σκλάβοι των διαχειριστών τους και στην ουσία να είναι υποτελείς των υπαλλήλων τους.
Στο όνομα της ισοτιμίας οι κυβερνήσεις πρέπει προς όφελος των πολιτών τους να ‘συμψηφίσουν΄ την παραμονή του σημερινού status των κεντρικών τραπεζών με την κατάργηση των φορολογικών παραδείσων.
Η απόφαση του Συμβούλιου κορυφής της Ένωσης για την εξαίρεση του Σίτι ήταν λάθος μιας και επιβραβεύει την ασυδοσία στέλνοντας λάθος μηνύματα.
Οι αυτοκρατορίες ανήκουν ως μορφή διοίκησης στο παρελθόν, η αναμόρφωση τους στην βάση των φορολογικών παραδείσων και του κερδοσκοπικού κεφαλαίου δεν αποτελεί ομαλή εξέλιξη της ανθρωπότητας.
Είναι απολιθώματα, ακόμη και στην σύγχρονη μορφή τους, γι΄αυτό και πρέπει να αποκοπούν από τον κορμό μιας κοινωνίας που θέλει να λέγεται σύγχρονη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου