Νέα Πολιτική
του Νέστορα Ε. Κουράκη
Διηγούνται ότι κάποτε ο Ανδρέας Παπανδρέου ρωτήθηκε για
τον ορισμό του αληθινού ηγέτη. «Υποθέστε», απάντησε, «ότι σκάει ξαφνικά μία
βόμβα στην Ομόνοια… Αυτός που εκείνη την κρίσιμη στιγμή θα διατηρήσει την
ψυχραιμία του και, αντί να το βάλει στα πόδια ή να κρυφτεί κάπου κοντά, θα
επιχειρήσει να διαχειρισθεί την κρίση, με κίνδυνο ίσως και της ζωής του,
δίνοντας π.χ. οδηγίες στον κόσμο για το πώς θα προστατευθεί ο καθένας από τυχόν
νέα έκρηξη και ειδοποιώντας τις Αρχές για τα περαιτέρω, έχει πράγματι τις
ιδιότητες ενός ηγέτη».
Οι εύστοχες αυτές επισημάνσεις του έμπειρου πολιτικού,
που θα μπορούσαν να έχουν εφαρμογή και στην αντιμετώπιση, αντίστοιχα, μιας
ξαφνικής καταιγίδας από έναν άξιο καπετάνιο, δίνουν, πιστεύω, μια πρώτη γεύση
για τα βασικά χαρακτηριστικά ενός ηγέτη, και μάλιστα σε ώρα κρίσης: άνθρωπος
αποφασιστικός, ψύχραιμος και θαρραλέος, που γνωρίζει όχι μόνο πώς να
αντιμετωπίζει ο ίδιος τους κινδύνους, αλλά και πώς να εμπνέει ή να κατευθύνει
μια ομάδα για συλλογική συνεργασία και δράση προς επιτυχή αντιμετώπιση αυτών
των κινδύνων, π.χ. προσδιορίζοντας στον καθένα καθήκοντα ή ρόλους ανάλογα με
τις ειδικώτερες ικανότητές του ή /και τις ανάγκες που προκύπτουν από τις
περιστάσεις.
Σημαντικές παράμετροι-επακόλουθα αυτής της «φυσιογνωμίας»
του αληθινού ηγέτη είναι βέβαια: (α) ότι έχει την νοημοσύνη να προσαρμόζει τις
όποιεςθεωρητικές του γνώσεις (και ιδεολογίες!) στις προκλήσεις και στις ανάγκες
των καιρών, ώστε να επιτευχθεί η αντιμετώπιση ενός κρίσιμου θέματος, και (β)
ότι έχει την ικανότητα να μετασχηματίζει την εν λόγω θεωρητική του κατάρτιση –
επιλέγοντας ασφαλώς και τους κατάλληλους συνεργάτες – σε υλοποιημένο έργο,
χωρίς να παραμένει απλώς στα λόγια.
Συνδυάζει έτσι ο αληθινός ηγέτης στο πρόσωπό του αυτό το
οποίο ο Γεώργιος Παπανδρέου είχε πει εύστοχα για τον Ελευθέριο Βενιζέλο (στην
Βουλή, 22.4.1936): «την τολμηροτάτην πτήσιν με την ασφαλεστάτην προσγείωσιν»,
δηλαδή τις ιδιότητες, ταυτόχρονα, του ιδεαλιστή και του πραγματοποιού(εδώ θα
προσέθετα και το θεμελιώδες γνώρισμα του αληθινού ηγέτη να προβλέπει).
Ωστόσο, η σύζευξη αυτή ιδεαλισμού και ρεαλισμού είναι
φανερό ότι απαιτεί λεπτές και εύθραυστες ισορροπίες σε κάθε δεδομένη στιγμή,
ισορροπίες που ενδέχεται να επιτρέψουν την σχετικοποίηση όχι μόνον σημαντικών
δικαιωμάτων και ελευθεριών των πολιτών, αλλά ακόμη και θεμελιωδών ζητημάτων ηθικής
τάξης, όπως το να λέγεται πάντοτε από τους πολιτικούς η πλήρης αλήθεια προς τον
λαό και να τηρούνται οι υποσχέσεις που δίδονται σε αυτόν από τους πολιτικούς.
Υπό το πρίσμα αυτό, διακρίνει κανείς εύκολα μια
διαφοροποίηση ανάμεσα στην σκέψη αφ’ενός πολλών αρχαίων κλασσικών και αφ’ετέρου
των στοχαστών της σχολής του Μακιαβέλι.Οι πρώτοι τιμούν και επαινούν όσους,
όπως ο Περικλής, δεν επιδιώκουν να αποκτήσουν επιρροή στον λαό με αθέμιτα μέσα
και δεν ομιλούν σε αυτόν με κολακείες, αλλά μπορούν λόγω της επιβολής τους να
του αντιτάσσονται, προκαλώντας εν ανάγκη και την οργή του (Θουκυδ. Ιστ.Β΄65).
Αντίθετα, οι δεύτεροι πιστεύουν μεν ότι «το καλύτερο φρούριο για τον ηγεμόνα
είναι η αγάπη του λαού του», παράλληλα όμως θεωρούν ότι οι ηγεμόνες
μεγαλουργούν όταν με πονηρία κατορθώνουν να εξαπατούν, μετερχόμενοι ως όπλα την
κρυψίνοια και την υποκρισία, ή / και όταν,αντίθετα, προκαλούν τον φόβο,
υποδυόμενοι επομένως κατά τις περιστάσεις την αλεπού ή το λιοντάρι (Ν.
Μακιαβέλι, «Ο Ηγεμών», 1513, ιδίως κεφ. 20 και 18. Παρόμοιες είναι οι
«υποθήκες» του καρδινάλιου Ρισελιέ (1585-1642) στην «Πολιτική Διαθήκη» του και
του καρδινάλιου Μαζαρίνου (1602-1661) στο «Εγκόλπιο των πολιτικών»).
Βέβαια οι διαφοροποιήσεις αυτές θα μπορούσαν να
«γεφυρωθούν» μέσα από την γενικώτερη αναφορά στον βαθμό έντασης των εκάστοτε
αναγκών, με την έννοια δηλαδή ότι όσο οξύτερη είναι η κρίση τόσο μεγαλύτερη
είναι η ανοχή που πρέπει να επιδεικνύουμε στην χρήση από τους πολιτικούς
«αθέμιτων μέσων». Τούτο, στην ακραία μορφή του, θα σήμαινε ότι, εφ’όσον πρόκειται
για κατάσταση έκτακτης ανάγκης πολεμικού χαρακτήρα, τότε υποτίθεται ότι περίπου
όλα επιτρέπονται «για την σωτηρία της πατρίδας», σύμφωνα και με την γνωστή
αγγλοσαξονική παροιμία ότι «όλα είναι δίκαια στον πόλεμο και στην αγάπη»(all is
fair in love and war).
Προσωπικά πιστεύω ότι αυτή είναι μια θέση την οποία δεν
μπορούμε επ’ ουδενί να υιοθετήσουμε σε μια σύγχρονη δικαιοκρατική κοινωνία.
Ακόμη και σε εποχές κρίσης, πρέπει να δεχθούμε ότι υπάρχουν «κόκκινες γραμμές».
Ειδικά όσον αφορά το να λέει ο πολιτικός με ειλικρίνεια στον λαό την αλήθεια
και να υπόσχεται μόνον όσα είναι πράγματι εφικτά, θεωρώ ότι πρέπει να είμαστε
όλοι αμετακίνητοι. Και τούτο διότι μόνον έτσι μπορεί να παρέχεται στον λαό από
τους πολιτικούς ένα καλό παράδειγμα εντιμότητας και να εδραιώνεται, συνάμα, η
αναγκαία σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ του λαού και των πολιτικών, ώστε να
αποφεύγονται οι επικίνδυνες δημαγωγίες και να μπορεί να οδηγείται η χώρα με
ενιαίο μέτωπο στην υπέρβαση των αδιεξόδων της.
Πέραν αυτού, υπάρχουν τρεις ακόμη «κόκκινες γραμμές»,
όπως τις έθεσε έξοχα ο Ελευθέριος Βενιζέλος στον προεκλογικό λόγο του το 1928
στη Θεσσαλονίκη:
«Ότι γνώμων πάσης πολιτικής πράξεως θα είναι το γενικόν
συμφέρον, ποτέ δε το συμφέρον των ατόμων,ουδέ καν το συμφέρον του Κόμματος. (…)
Ότι η εφαρμογή των νόμων είναι άκαμπτος και εις περίπτωσιν καθ’ ην πρόκειται να
πληγούν ισχυροί ή φίλοι. Ότι εις την εξουσίαν αποβλέπει κανείς όχι ως σκοπόν,
αλλ’ ως μέσον προς πραγματοποίησιν υψηλοτέρου σκοπού…» (Ελ.
Βενιζέλου,«Πολιτικαί υποθήκαι», επιμ. Στ. Στεφάνου, Αθήναι 1965, σελ.44-45).
Κυρίως, όμως, υπάρχει η «κόκκινη γραμμή» ότι, ακόμη και
σε εποχές κρίσης, πρέπει να παραμένει σεβαστός και απαραβίαστος ο βασικός
πυρήνας των θεμελιωδών μας δικαιωμάτων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου