Σε κάθε
συζήτηση που γίνεται για το τραπεζικό τοπίο στην Ελλάδα ένα κοινό μοτίβο
επαναλαμβάνεται. Ένας από τους συνομιλητές λέει ότι στην ελληνική αγορά χωράνε
το πολύ 2,5 τράπεζες και είναι επιτακτική η ανάγκη εκτός από την ανακεφαλαιοποίηση
να ακολουθήσει και ένα κύμα συγχωνεύσεων τραπεζών έτσι ώστε να καταλήξουμε στο
επιθυμητό αποτέλεσμα. Κανένας δε διαφωνεί ποτέ με αυτό το αξίωμα. Να καταλήξει
δηλαδή ολόκληρο το τραπεζικό σύστημα της χώρας σε τρεις ανθρώπους. Τον Λάτση,
τον Κωστόπουλο και το Σάλλα. Ήδη η Αγροτική δόθηκε στην Πειραιώς, η Εμπορική
συμφωνήθηκε να πάει στην Alpha και η Eurobank στην Εθνική.
Στις δύο
πρώτες περιπτώσεις τα πράγματα είναι ξεκάθαρα. Σάλλας και Κωστόπουλος
διπλασιάζουν την επιρροή τους στο τραπεζικό τοπίο της χώρας. Στην τρίτη
περίπτωση τα πράγματα είναι πιο ομοχλώδη. Δεν αγοράζει ο Λάτσης την Εθνική, η
Εθνική αγοράζει το Λάτση. Είναι όμως έτσι τα πράγματα;. Η ΕΤΕ είναι μια τράπεζα
χωρίς μεγαλομέτοχο. Το κράτος ορίζει το διοικητή και κάνει κουμάντο με τις ψήφους
των ασφαλιστικών ταμείων, που κατέχουν μέρος του μετοχικού κεφαλαίου, και της
εκκλησίας της Ελλάδος και κάποιων άλλων ΝΠΔΔ, που κατέχουν τμήμα του μετοχικού
κεφαλαίου, αλλά κρατάνε μια παθητική στάση όσο αφορά τη διοίκηση της εταιρείας.
Είναι σχεδόν βέβαιο ότι σύντομα μετά την ολοκλήρωση της συγχώνευσης, τα
ασφαλιστικά ταμεία, τα οποία είναι ήδη πιεσμένα από άποψη ρευστότητας, να
αναγκαστούν να πουλήσουν περιουσιακά τους στοιχεία. Το που θα καταλήξουν οι
μετοχές της ΕΤΕ που έχουν στην κατοχή τους μπορεί να το φανταστεί ο καθένας. Με
τιμή κάτω από €2 ανά μετοχή το νέο σχήμα που θα προκύψει κατά πάσα πιθανότητα
θα περάσει στον έλεγχο του Λάτση.
Θα επιτευχθεί
λοιπόν σιγά σιγά ο στόχος να μείνουμε μόνο με 2,5 τράπεζες στην Ελλάδα. Είναι
όμως αυτό επιθυμητό; Ποιό είναι το επιχείρημα υπέρ των συγχωνεύσεων; Να έχουμε
τράπεζες αρκετά μεγάλες και ισχυρές, έτσι ώστε να μπορούν να αντέχουν τους
κλιδωνισμούς είναι η απάντηση. Ισχύει όμως αυτό; Γλίτωσε το μέγεθος της τη
Lehman Brothers από την κατάρρευση; Ήταν μια από τις πέντε μεγαλύτερες
επενδυτικές τράπεζες των ΗΠΑ και η κατάρρευσή της ήταν που έδωσε το έναυσμα για
την επέκταση της κρίσης. Οι μεγάλες τράπεζες αποτελούν εξ ορισμού συστημικό
κίνδυνο. Μόνο η υπόνοια ότι κάτι δεν πάει καλά με μία από αυτές είναι ικανή να
γονατίσει την παγκόσμια οικονομία.
Κατά τη
διάρκεια της κρίσης του 29’
έκλεισαν μόνο στις ΗΠΑ 4.000 τράπεζες κατά κανόνα μικρές. Θα μπορούσε να πει
κανείς ότι αν ήταν μεγαλύτερες θα είχαν περισσότερες πιθανότητες να επιζήσουν.
Πως θα επιβίωναν όμως. Μόνο με τη βοήθεια του κράτους. Μετά τις συγχωνεύσεις
στην ελληνική αγορά δε θα εκλείψει η ανάγκη για ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών,
ούτε θα μειωθεί το απαραίτητο ποσό. Οι επισφάλειες και οι απώλειες απλώς θα
αθροιστούν. Από εκεί που είχαμε δύο τράπεζες που χρειαζόταν από 5 δις θα
καταλήξουμε με μία που θα θέλει 10.
Όσο λιγότερες
και μεγαλύτερες τράπεζες δραστηριοποιούνται σε μια οικονομία, τόσο μεγαλύτερο
συστημικό κίνδυνο αποτελούν. Γνωρίζοντάς το μπορούν να αναλάβουν επενδύσεις
υψηλού ρίσκου γνωρίζοντας ότι σε περίπτωση που πέσουν έξω το κράτος θα τις
διασώσει. Αντίθετα μια μικρή τράπεζα έχει περισσότερα κίνηρα να επιδικνύει
συνετή επενδυτική πολιτική. Σε περίπτωση που τα πράγματα πάνε στραβά μόνο οι
καταθέτες θα χρειαστεί να αποζημιωθούνε. Οι ομολογιούχοι και οι μέτοχοι, οι
οποίοι θα είναι λίγοι σε μια μικρή τράπεζα, μπορούν να πάρουν τις απώλειές τους
και αν χρειαστεί να κλείσουν και μερικές τράπεζες. Δε θα είναι τόσο μεγάλο
πλήγμα για την οικονομία αν υπάρχουν 100 μικρές τράπεζες στην Ελλάδα και όχι μόνο
2,5 μεγάλες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου