Του Τάσου Χατζηαναστασίου από τη Ρήξη φ. 106 που
κυκλοφορεί
Βασικό θέμα στα κεντρικά δελτία ειδήσεων το υψηλό ποσοστό
αποτυχίας των μαθητών της Α’ τάξης του Λυκείου, που σε ορισμένες περιοχές της
χώρας ξεπερνά το 50%. Μία τεχνικής φύσης αλλαγή στον τρόπο προαγωγής των
μαθητών από την Α’ στη Β’ τάξη, σε συνδυασμό με την εφαρμογή του θεσμού της
Τράπεζας Θεμάτων, αποκάλυψε σε όλο του το μεγαλείο ένα από τα βαθύτερα
προβλήματα της ελληνικής εκπαίδευσης: ότι οι μαθητές ολοκληρώνουν την
υποχρεωτική εκπαίδευση και λαμβάνουν απολυτήριο Γυμνασίου χωρίς να κατέχουν
βασικές γνώσεις.
Το πρόβλημα είναι, ότι ελάχιστοι αντιλαμβάνονται, πως
εκεί εντοπίζεται η ερμηνεία του φαινομένου της «αποτυχίας» των μαθητών και πως
στην πραγματικότητα πρόκειται για αποτυχία της εκπαιδευτικής πολιτικής που
ακολουθούν οι ελληνικές κυβερνήσεις τις τελευταίες δεκαετίες.
Γιατί ναι (μεν) είναι γεγονός, πως το μεγάλο ποσοστό
απόρριψης μαθητών στα λεγόμενα βασικά μαθήματα που σημειώθηκε φέτος οφείλεται
στον νέο τρόπο προαγωγής, αλλά εξίσου γεγονός είναι πως το μέχρι τώρα
εφαρμοζόμενο σύστημα απλώς απέκρυπτε το πρόβλημα κάτω από το χαλί. Και
εξηγούμαι: μέχρι πέρυσι ο μαθητής της Α’ τάξης προαγόταν στη Β’ αρκεί να είχε
μέσο όρο 9,5 (στα 20) στον τελικό βαθμό όλων των γραπτώς εξεταζομένων
μαθημάτων, ανεξάρτητα από τον αριθμό των μαθημάτων στα οποία είχε κάτω από 9,5!
Σημειώνουμε μάλιστα, πως σ’ αυτόν τον μέσο όρο συνυπολογιζόταν το μάθημα της
Τεχνολογίας και ακολούθως η Ερευνητική Εργασία, τα οποία η πάντοτε αστείρευτη
ευρηματικότητα του Υπουργείου είχε βαφτίσει «γραπτώς εξεταζόμενα».
Γεγονός είναι ακόμη, ότι ο συνήθως πολύ υψηλός βαθμός σε
αυτά τα μαθήματα ενίσχυε τον γενικό μέσο όρο σ’ ένα ευρύτερο κλίμα που
καθιστούσε την απόρριψη μαθητή μη αποδεχτή παιδαγωγικά. Έπρεπε, δηλαδή, να
φτάσει ένας μαθητής Λυκείου να απορριφθεί σε επτά και οκτώ μαθήματα, προκειμένου
να παραπεμφθεί σε επαναληπτική εξέταση τον Σεπτέμβρη, όπου και πάλι προαγόταν,
συνήθως χαριστικά. Αν, μάλιστα, φέτος οι καθηγητές, στην πλειοψηφία τους,
προβλέποντας το τι θα επακολουθούσε στις εξετάσεις, δεν είχαν βάλει υψηλές
βαθμολογίες στα δύο τετράμηνα, το ποσοστό αποτυχίας θα ήταν ακόμη μεγαλύτερο.
Η αλήθεια, λοιπόν, που επιμελώς αποκρύπτεται από όλες
σχεδόν τις πλευρές, ακόμη κι από αυτές που ορθώς επικρίνουν τον νέο θεσμό και
τον νέο τρόπο προαγωγής, είναι ότι μεγάλος αριθμός μαθητών του Λυκείου στερούνται
βασικών γνώσεων. Αλλά τα τελευταία χρόνια η μάθηση, η γνώση και ο μόχθος που
απαιτείται για την κατάκτησή της έχουν τεθεί περίπου εκτός νόμου. Αντίθετα,
έχουν δαπανηθεί εκατομμύρια σε σεμινάρια και «προγράμματα», προκειμένου να
εμπεδωθεί η αντίληψη του «ευχάριστου» σχολείου, όπου μάλιστα «μένει και η
τσάντα», αφού δεν υπάρχει καν λόγος να μελετήσουν στο σπίτι.
Έλα όμως που το νέο αναπτυξιακό μοντέλο της αποικιακής
Ελλάδας δεν χρειάζεται τόσους μαθητές στο Λύκειο! Τι να την κάνουν τη μόρφωση
τα γκαρσόνια και οι εποχιακά απασχολούμενοι; Φτηνή κατάρτιση και πολύ τους
πάει! Έτσι, με μία κίνηση ματ το Υπουργείο έχει βάσιμες ελπίδες να στείλει έναν
μεγάλο αριθμό μαθητών στην επαγγελματική εκπαίδευση, όχι τόσο στα Επαγγελματικά
Λύκεια, που διατηρούν ένα στοιχειώδες, έστω, πρόγραμμα γενικής παιδείας, αλλά
στις Σχολές Επαγγελματικής Κατάρτισης, όπου η γενική παιδεία είναι σχεδόν
ανύπαρκτη και απ’ όπου δεν προβλέπεται πρόσβαση στην ανώτατη εκπαίδευση.
Ερώτημα παραμένει το κατά πόσον η –ακόμη– μικρομεσαία δομή
της ελληνικής κοινωνίας είναι διατεθειμένη να ανεχτεί ένα τόσο βαρύ πλήγμα και
μάλιστα στο πιο ευαίσθητο σημείο της: στα ίδια της τα παιδιά. Έτσι, το
Υπουργείο, σύμφωνα με τον Υπουργό, βομβαρδίζεται αυτές τις μέρες με
διαμαρτυρίες για τη «σφαγή των νηπίων». Ο τύπος και τα κοινωνικά δίκτυα έχουν
πλημμυρίσει σχόλια και άρθρα για τα παιδιά που με μέσον όρο δεκαπέντε (15) ή
και δεκαεπτά (17) παραπέμπονται τον Σεπτέμβρη, (όπως εξάλλου συνέβαινε και πριν
από τριάντα χρόνια, αλλά ποιος το θυμάται;) μόνο και μόνο επειδή δεν πήγαν καλά
στην άλγεβρα!
Με αφορμή λοιπόν αυτές τις πρώτες αυθόρμητες και
ασυντόνιστες αντιδράσεις, το Υπουργείο υπέδειξε αμέσως τον ένοχο: οι καθηγητές,
λέει, δεν διόρθωσαν τα γραπτά με τον σωστό… αλγόριθμο και γι’ αυτό εμφανίζεται
μεγάλος αριθμός μαθητών που παραπέμπονται για τον Σεπτέμβριο. Η αλήθεια βεβαίως
είναι πως τα γραπτά εξακολουθούν να διορθώνονται με… στυλό, αλλά το νέο
ακριβοπληρωμένο σύστημα καταγραφής όλων των δεδομένων του σχολείου και έκδοσης
αποτελεσμάτων, το περίφημο My School, είχε τροφοδοτηθεί με λάθος δεδομένα
εξαρχής και όχι βέβαια από τους καθηγητές των σχολείων. Αλλά, ούτε και αυτή η
μικρή διαφορά στον υπολογισμό των αποτελεσμάτων εξηγεί τη μαζική αποτυχία των
μαθητών, που είναι δεδομένη. Όπως και να διορθωθούν τα γραπτά, είτε με στυλό
είτε με… ρομπότ, η βαθμολόγησή τους δεν αλλάζει. Η διαφορά με πριν είναι, ίσως,
πως φέτος πολλοί καθηγητές δίστασαν να παρέμβουν, όπως παλιότερα, «υπέρ του
μαθητή» στην κόλλα από τον φόβο, μήπως στο πλαίσιο του νέου θεσμού αλλά και της
αξιολόγησής τους, ελεγχθούν και βρεθούν εκτεθειμένοι…
Τις απόψεις μου για την Τράπεζα Θεμάτων, τις έχω ήδη
δημοσιεύσει αναλυτικά αλλού (http://ardin-rixi.gr/archives/17867). Στο εν λόγω
άρθρο υποστηρίζω πως μπορούμε να «αντιμετωπίσουμε την ολοκλήρωση της καταστροφής
στη σχέση των εφήβων με τη γνώση που επιφέρει η Τράπεζα Θεμάτων ως ευκαιρία για
να επαναπροσδιορίσουμε αυτή τη σχέση, με τη διεκδίκηση εκπαιδευτικών στόχων στα
μέτρα των νέων και σύμφωνων με τις ανάγκες της ελληνικής κοινωνίας. Στόχων, που
θα προσφέρουν στους νέους την ευκαιρία και τις δυνατότητες να κατανοούν και να
μάθουν για τον κόσμο στον οποίο ζουν, να αναπτύσσουν ισότιμα τις γνωστικές,
αισθητικές, καλλιτεχνικές και σωματικές τους ικανότητες, να γνωρίζουν και να
αγαπούν τη γλώσσα, την ιστορία και τον πολιτισμό της πατρίδας μας χωρίς
συμπλέγματα, αλλά με σεβασμό απέναντι στο «ξένο» και διαφορετικό και τέλος να
διαπαιδαγωγηθούν σύμφωνα με τη δημοκρατική αγωνιστική παράδοση, το συλλογικό
ήθος και τη θρησκευτική συνείδηση του λαού μας». Μόνον όμως εφόσον συμφωνήσουμε
στο τι ζητάμε από τα παιδιά και το σχολείο, μπορούμε να εφαρμόσουμε και το
κατάλληλο σύστημα ελέγχου εμπέδωσης της γνώσης.
Επιπρόσθετα, θα πρέπει επιτέλους να αποδεσμευτεί το
Λύκειο από το σύστημα πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Να γίνει, δηλαδή,
το αντίθετο από αυτό που εφαρμόζει σήμερα το Υπουργείο όταν με βάση τις νέες
ρυθμίσεις, στον τελικό βαθμό πρόσβασης υπολογίζεται ο τελικός βαθμός όλων των
τάξεων του Λυκείου. Σε όσες σχολές, μάλιστα, αυτό είναι τεχνικά και
επιστημονικά δυνατόν, η πρόσβαση μπορεί να είναι ελεύθερη.
Προς μία τέτοια κατεύθυνση φαίνεται πως κινούνται οι
πρώτες αντιδράσεις μαθητών, που σε κάποιες πόλεις διαδήλωσαν μαζικά κατά του
«νέου Λυκείου». Ας ελπίσουμε, πως οι αντιδράσεις αυτές δεν θα οδηγήσουν στην
επιστροφή στο… μπάχαλο και την αμάθεια που επικρατούσαν ως τώρα, αλλά στην
επαναδιεκδίκηση της γνώσης και του σχολείου «για το καλό του λαού και του
τόπου», σύμφωνα ένα παλιό αλλά ξεχασμένο σύνθημα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου