Τρίτη 29 Δεκεμβρίου 2015

Η εξουσία του χρέους και οι βιοπολιτικές όψεις της ελάφρυνσής του


Στη μετά το Τρίτο Μνημόνιο εποχή, η υπόθεση της ελάφρυνσης του χρέους έχει καταλάβει κομβική θέση για την απελευθέρωση από την απειλή του Grexit και την επιστροφή σε μια κατάσταση οικονομικής μεγέθυνσης και ανανεωμένων προσδοκιών. Στη βάση αυτής της επιχειρηματολογίας γίνεται αντιληπτή από μεγάλη μερίδα πολιτών, οι οποίοι εναποθέτουν τις ματαιωμένες ελπίδες τους στην προσμονή της έλευσης μιας δημοσιονομικής κανονικότητας. Στην έλευσή της ομνύει και η συνεχής αναφορά από τους κυβερνητικούς αξιωματούχους στην οικειοποιημένη στοχοθεσία των τριών σταδίων: ανακεφαλαιοποίηση, κλείσιμο της πρώτης αξιολόγησης και ύστερα συζήτηση για το χρέος.[1]

Των Σωτήρη Κοσκολέτου, Φάνη Παπαγεωργίου και Ιάσονα Ρουσόπουλου για τα Ενθέματα της Αυγής.
Οι αντιθέσεις στους κόλπους των πιστωτών. Το ζήτημα της ελάφρυνσης του χρέους, αποτελούσε σταθερό επίδικο στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων της πρώτης κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ με την τρόικα, αναδεικνύοντας ένα σοβαρό πεδίο σύγκρουσης μεταξύ του ΔΝΤ και των ευρωπαϊκών θεσμών. Οι μεν εκπρόσωποι των ευρωπαϊκών θεσμών είτε αρνούνταν συστηματικά να αναγνωρίσουν την αναγκαιότητά της είτε προσπαθούσαν να την εξοβελίσουν σε ένα αόριστο μέλλον. Ενδεικτική για αυτή τους τη στάση είναι και η πρόσφατη αναφορά του Β. Σόιμπλε στον ηθικό κίνδυνο που μπορεί να περικλείει μια ελάφρυνση χρέους και στην ανάγκη τήρησης του κανόνα του παιχνιδιού, που δεν πρέπει να αγνοεί η Ελλάδα, όπως και κάθε άλλη οφειλέτρια χώρα.

Από την άλλη πλευρά, το ΔΝΤ και οι εκπρόσωποί του έφερναν συστηματικά στο προσκήνιο το ζήτημα της μη βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους και της αναγκαίας αναδιάρθρωσής του –χωρίς όμως να το αποσυνδέουν από τις λεγόμενες «μεταρρυθμίσεις»– γεγονός που συστηματικά αξιοποίησε τόσο η πρώτη όσο και η δεύτερη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, όπως συνέβη με τη δημοσιοποίηση της θερινής έκθεσης του Ταμείου κατά τις μέρες του δημοψηφίσματος.
Παρά τη διαφαινόμενη μεταξύ τους αντίθεση, οι δύο απόψεις συγκλίνουν — διατηρώντας τις διαφορετικές τους εκφάνσεις– σε μια ελάχιστη κοινή συνισταμένη διαφορετικών ταξικών επιδιώξεων και πολιτικών από τη μεριά του κεφαλαίου. Άλλωστε, στην αρχή αυτής της υπόθεσης, η αναδιάρθρωση του χρέους δεν θεωρήθηκε επιλογή που θα επέλυε την κρίση στην Ελλάδα λόγω της ύπαρξης ηθικού κινδύνου και της διάχυσης των επιπτώσεών του σε άλλα χρεωμένα κράτη. Η ελάφρυνση χρέους με την εκ των προτέρων τήρηση προϋποθέσεων (ex-ante conditionality), που αποτέλεσε διαχρονικά τη θέση του ΔΝΤ, δεν αναιρεί την εξουσία του χρέους, την πειθάρχηση και την περιδίνηση της οικονομίας για έναν ατελεύτητο χρόνο με άξονα τη λιτότητα.
Η στρατηγική του ΔΝΤ συμπυκνώνεται στην ανάγκη αποπληρωμής –έστω και μερικής– μέσω της οποίας η χρεωμένη κρατική οντότητα πειθαρχεί στους κανόνες του χρηματοπιστωτικού συστήματος, αποκαθαίρεται και παραδίδεται υγιής χωρίς το βάρος του υπέρογκου χρέους, στις αγορές. Η αναγεννημένη κρατική οντότητα αποτελεί το τέλος της μακράς εφαρμογής των εξαγνιστικών μεταρρυθμίσεων, αλλά πολύ περισσότερο την ουτοπία μιας οικονομίας χωρίς χρέος, εμπεδώνοντας το νεοφιλελεύθερο κράτος και τη δημοσιονομική ευρωστία του. Μάλιστα, μέσω αυτής της διαδικασίας, το ΔΝΤ εδραιώνει τον ρόλο του ως δανειστή ύστατης καταφυγής και δημιουργού επιτυχημένων προγραμμάτων.
Από την άλλη, στη μέχρι τώρα στρατηγική της ΟΝΕ αναγνωρίζεται η επιδίωξη της διαιώνισης της σχέσης πιστωτή και οφειλέτη σε ένα βιοπολιτικό καθεστώς αυστηρής προσαρμογής χωρίς ορίζοντα έξω από αυτό παρά μόνο μέσω ενός συμβολικού θανάτου που επικρέμεται με την αποπομπή της οφειλέτριας χώρας. Υποστηρίζουμε ότι αυτή η ηγεμονία του φόβου εδράζεται καταρχάς στο γεγονός ότι αυτή η δομή υπόκειται σε μηδαμινό δημοκρατικό έλεγχο και κυρίως στην επιδίωξη της αναπαραγωγής των άνισων σχέσεων στο εσωτερικό της, διαμέσου της ευθραυστότητάς της. Η συνθήκη αυτή θυμίζει την περίπτωση του χρεωμένου υποκειμένου στην οποία οι υποσχετικές που έχει μοιράσει αναμένεται να ικανοποιηθούν στη διάρκεια μιας ολόκληρης ζωής μέσα από την «ατελεύτητη εργασία», συνθήκη από την οποία ο μόνος ορίζοντας διαφυγής είναι ο θάνατος (Gulli 2013).
 Η μεταβαλλόμενη γεωγραφία του χρέους και των προγραμμάτων ελάφρυνσης. Σε αυτό, συντείνει και η πολυετής εμπειρία προγραμμάτων ελάφρυνσης χρέους, όπως αυτά εφαρμόστηκαν σε πολλές αναπτυσσόμενες χώρες τις τελευταίες δεκαετίες, κάτω από διαφορετικές ονομασίες. Στον παγκόσμιο νότο, δοκιμάστηκε για πρώτη φορά ένας νέος τύπος παρέμβασης του ΔΝΤ στο μίγμα της δημοσιονομικής πολιτικής που ακολουθεί κάθε χώρα στην κατεύθυνση επίτευξης συγκεκριμένων στόχων, μέσω της απαρέγκλιτης τήρησης συγκεκριμένων όρων και προϋποθέσεων (conditionality), όπως επιβλήθηκε από τα Προγράμματα Διαρθρωτικής Προσαρμογής (Structural Adjustment Programs). Καθ’ όλη δε τη δεκαετία του ’80 δεν έλαβε χώρα καμιάς μορφής ελάφρυνσης χρέους, καθώς οι διεθνείς χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί έκριναν πως η συσσώρευση αυτού του χρέους αντανακλούσε «αμαρτήματα» προηγούμενων δεκαετιών δανεισμού.
Η συζήτηση περί ελάφρυνσης χρέους ξεκίνησε στα τέλη της δεκαετίας του ’80, αφού οι πολιτικές προσαρμογής είχαν ήδη δημιουργήσει έναν κοινωνικό ερειπιώνα και ενώ δεν φαίνονταν σημάδια ανάκαμψης και εξόδου από ένα φαύλο κύκλο χρέους και ύφεσης. Σαφώς, σημαντικό ρόλο σ’ αυτό έπαιξε και η δυνατότητα των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων να αντεπεξέλθουν έπειτα από την υλοποίηση τέτοιων προγραμμάτων. Έκτοτε, ακολούθησε ο σχεδιασμός και η υλοποίηση διαδοχικών πρωτοβουλιών για την ελάφρυνση του χρέους που κορυφώθηκαν στις πρωτοβουλίες HIPC I και HIPC II (Heavily Indebted Poor Countries).
Η εφαρμογή όλων αυτών των προγραμμάτων αποτύγχανε συστηματικά να απαλλάξει τον αναπτυσσόμενο κόσμο από το βάρος του χρέους, συντηρώντας έναν αέναο φαύλο κύκλο — του οποίου το επόμενο κρισιακό επεισόδιο είναι ήδη ορατό. Η έλλειψη ενός συνεκτικού διεθνούς πλαισίου αναδιάρθρωσης χρέους και η προσκόλληση στη σύνδεση της ελάφρυνσης με την τήρηση αυστηρών δημοσιονομικών κανόνων και προϋποθέσεων, υπονόμευσαν από την αρχή το νόημα των ελαφρύνσεων, υπάγοντας τις χώρες του παγκόσμιου νότου στο παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Mεταξύ ζωής και θανάτου; Η επισκόπηση της διεθνούς εμπειρίας των προγραμμάτων ελάφρυνσης δείχνει ότι αποτυγχάνουν να απαντήσουν στις ανάγκες των χειμαζόμενων οικονομιών, λειτουργώντας εν τέλει συμπληρωματικά στην κατεύθυνση αναπαραγωγής της εξουσίας του χρέους. Κρίσιμη σε αυτή τη διαδικασία είναι η διαχείριση των σχέσεων πιστωτή και οφειλέτη, στο επίπεδο της σχέσης εξουσιαστή και εξουσιαζόμενου μέσω της αποτροπής μετασχηματισμού τους σε στρατηγική σύγκρουση (Lazzarato 2015). Κάτω από την εξουσία αυτή, η υποχρέωση αποπληρωμής μετατρέπεται σε συλλογική φυλακή του πληθυσμού «με την κοινωνία να αποστερείται πλήρως την αυτονομία της έναντι του κράτους και να καθίσταται προϊόν των τεχνικών διακυβέρνησης» (Gulli, 2013).
Στα δικά μας, το μακρύ καλοκαίρι του 2015, η εξουσία του χρέους βιώθηκε από την πληττόμενη πλειοψηφία του ελληνικού λαού ως μια κατάσταση μεταξύ ασφυξίας και χρεοκοπίας, σχεδόν μεταξύ ζωής και θανάτου, θυμίζοντας την Αντιγόνη ευρισκόμενη ενώπιον ενός τάφου που επιτρέπει ναι μεν την ύπαρξη της ζωής, μιας ζωής όμως απογυμνωμένης από δικαιώματα και προοπτικές, αλλά και από πιθανές εναλλακτικές, οι οποίες παραμένουν παγιδευμένες σε ένα καθεστώς μη ύπαρξης (Butler, 2000). Απέναντι σε ένα καταθλιπτικό παρόν και σε ένα δυστοπικό μέλλον διατήρησης της εξουσίας του χρέους και της λιτότητας, η δυσκολία διατύπωσης εναλλακτικών και η άρνηση της ύπαρξής τους, οφείλει να μετασχηματιστεί σε «λύση», που να μπορεί να γίνει νοητή, γνωστή και μεταδόσιμη διαμέσου του λόγου, διαρρηγνύοντας την εξουσιαστική σχέση μεταξύ πιστωτή και οφειλέτη. Άλλωστε, τελικά έχουμε ανάγκη από μια επανανοηματοδότηση της ζωής, από μια αφήγηση που δεν θα βρίσκεται ήδη από την αρχή παγιδευμένη στις βιοπολιτικές και θανατοπολιτικές όψεις της λειτουργίας των χρηματοπιστωτικών οργανισμών.
Butler, J. (2000), Antigone’s Claim, Kinship Between Life and Death, Columbia University Press.
Gulli, B. (2013), «“A second innocence”: deactivating the debt machine», Reviews in Cultural Theory, τόμ. 4, αρ. 2, σ. 53-55.
Lazzarato, M. (2015) Governing by Debt, Semiotext(e), MIT Press, Cambridge MA.
Ο Σωτήρης Κοσκολέτος είναι ερευνητικός συνεργάτης του Ινστιτούτου Νίκος Πουλαντζάς, ο Φάνης Παπαγεωργίου είναι μεταδιδακτορικός ερευνητής στο ΕΜΠ, ο Ιάσονας Ρουσόπουλος είναι οικονομολόγος. Το κείμενο βασίζεται στην εργασία των υπογραφόντων, με τίτλο «The Changing Geography of Debt and IMF’s Involvement from Global South to the European South», η οποία παρουσιάστηκε στο πλαίσιο του Historical Materialism Conference τον Νοέμβριο
[1] Εκτός από την προσμονή της συζήτησης και την αναβολή έναρξής της, δεν γνωρίζουμε ακόμη το περιεχόμενο που επιδιώκεται να πάρει αυτή η ελάφρυνση για την επαναφορά της δημοσιονομικής ισορροπίας και τον τερματισμό των πολιτικών λιτότητας. Για την ώρα, υπάρχουν μόνο ανεπίσημες προτάσεις για μια επαναρύθμιση χρέους, ώστε το ετήσιο κόστος εξυπηρέτησης να μην υπερβαίνει το 15% του ΑΕΠ

tvxs

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου