Τρίτη 17 Οκτωβρίου 2017

Καπιταλισμός και Κράτος Δικαίου

analyst


Tο εμπόριο και η βιομηχανία σπάνια ανθίζουν σε μία χώρα, εάν δεν υπάρχει ένας ορισμένος βαθμός εμπιστοσύνης στη δικαιοσύνη της κυβέρνησης – οπότε εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς γιατί η ελληνική οικονομία βαδίζει από το κακό στο χειρότερο.
.

Άποψη

Οι άνθρωποι έχουν την τάση να υποτάσσονται στις Αρχές, στην εκάστοτε Εξουσία δηλαδή, καθώς επίσης να ακολουθούν κανόνες – ένα φαινόμενο που, από την πλευρά της θεωρίας της εξέλιξης (evolution), δεν καθορίζεται τόσο από τις πολιτισμικές συνθήκες ή/και τους καταναγκασμούς. Υπόκειται κυρίως στο ιδιοτελές συμφέρον, σε έναν λογικό «υπολογισμό» καλύτερα – με την έννοια ότι, έτσι αυξάνονται οι δυνατότητες επιβίωσης.
Εκτός αυτού, υπεισέρχεται επί πλέον η συνειδησιακή επίγνωση της Ηθικής και της Δικαιοσύνης που έχει εξελιχθεί σταδιακά, κατά τη διάρκεια της διαδικασίας του εκπολιτισμού των ανθρώπων – η οποία απαιτεί την παραδειγματική τιμωρία εκείνων που δεν συμμορφώνονται με τις υφιστάμενες κοινωνικές «συμβάσεις» και με τους κανόνες συμβίωσης.
Από τη συγκεκριμένη εξέλιξη των ατομικών κινήτρων και των κοινωνικών Θεσμών, εξάγονται σημαντικά συμπεράσματα, όσον αφορά τον σωστό ορισμό του καπιταλισμού – στο κέντρο του οποίου ευρίσκονται το Κράτος και η Δικαιοσύνη (G. Hodgson). Το μεγάλο πλεονέκτημα αυτής της οπτικής γωνίας είναι η υψηλή εννοιολογική ακρίβεια, με την οποία μπορεί κανείς να προσεγγίσει τον καπιταλισμό – ως ένα οικονομικό σύστημα που έχει επικρατήσει στον πλανήτη.

Περαιτέρω, πολλοί από τους κεντρικούς θεσμούς του καπιταλισμού όπως, για παράδειγμα, τα συμβόλαια και οι αγορές, εξαρτώνται, όσον αφορά την εγκαθίδρυση και τη διατήρηση τους, από το ισχύον νομικό σύστημα – το οποίο παρέχεται με τη σειρά του από τους κρατικούς Θεσμούς (Βουλή, Δικαστήρια κλπ.). Στα πλαίσια αυτά μία αντιπαράθεση, η οποία στηρίζεται σε νομικές βάσεις, απλοποιεί την εκάστοτε συζήτηση, αποτρέποντας τις παρανοήσεις και τις υπερβολές – με μειονέκτημα της όμως το ότι, δεν δίνεται η απαιτούμενη σημασία στις επί μέρους ηθικές πτυχές.
Σε κάθε περίπτωση το σύγχρονο Δίκαιο, ως βάση του καπιταλισμού στις ανεπτυγμένες βιομηχανικές χώρες, αναπτύχθηκε από κατακερματισμένες νομικές εξουσίες – όπως στο παράδειγμα της μεσαιωνικής Αγγλίας, όπου πολλά διαφορετικά Δικαστήρια ανήκαν σε διάφορους Θεσμούς (εκκλησία, φεουδάρχες, συντεχνίες, εμπορικές εταιρείες κλπ.).
Ως εκ τούτου, για την επίλυση των διαφορών μεταξύ των ανθρώπων σε κοινωνίες που αυξανόταν το μέγεθος και η πολυπλοκότητα τους, θεωρήθηκε πολύ πιο απλό για όλους τους συμμετέχοντες η μεταβίβαση της εξουσίας σε έναν και μοναδικό ισχυρό νομικό μηχανισμό (Hodgson) – όπου στις καπιταλιστικές χώρες η υπευθυνότητα αυτή ανατέθηκε στο κράτος, επειδή είχε την εμπιστοσύνη της πλειοψηφίας. Η συγκεκριμένη διαδικασία ήταν σταδιακή, ενώ δεν εξελίχθηκε πάντοτε ορθολογικά και ειρηνικά – αλλά πολύ συχνά λόγω των εξωτερικών κινδύνων που απειλούσαν την ύπαρξη της χώρας ή με στρατιωτική βία.
Αντίθετα λοιπόν με τις περιρρέουσες φιλελεύθερες απόψεις, το Κράτος Δικαίου δεν μπορεί να προκύψει αυθόρμητα – από μόνο του δηλαδή, μέσω της αλληλοεπίδρασης ορθολογικών ατόμων και καταστάσεων. Αληθεύει βέβαια το ότι, οι κοινωνικές συνθήκες αποτελούν καθοριστικό παράγοντα για την ανάπτυξη του νομικού συστήματος, επάνω στο οποίο στηρίζεται ο καπιταλισμός – επειδή το Δίκαιο δημιουργήθηκε από τις παραβιάσεις αυτών ακριβώς των συνθηκών. Εν τούτοις δεν είναι ο μοναδικός παράγοντας, αφού υπάρχουν αρκετοί άλλοι εξίσου σημαντικοί – όπως οι βιολογικές, οι πολιτισμικές και οι θεσμικές εξελίξεις, οι οποίες διαδραματίζουν βασικό ρόλο.
Συνεχίζοντας, εκτός από την τιμωρία, ένα λειτουργικό νομικό σύστημα απαιτεί επίσης την εναρμόνιση των νόμων με την υπάρχουσα κοινωνική κατανόηση της δικαιοσύνης, της καταλληλότητας και της χρησιμότητας – επειδή η ζωή στις σύγχρονες κοινωνίες είναι εξαιρετικά πολύπλοκη, για να μπορούν να υπάρχουν νόμοι που να ρυθμίζουν με κάθε λεπτομέρεια τη συμπεριφορά του καθενός ανθρώπου.
Ο τελευταίος παράγοντας πάντως στην εξέλιξη του νομικού συστήματος είναι το ίδιο το κράτος – το οποίο είναι υπεύθυνο για την εφαρμογή των υφισταμένων νόμων. Συνολικά δε, όσον αφορά τους τρεις βασικούς παράγοντες, την τιμωρία, την κοινωνική κατανόηση και το κράτος, το τελευταίο έχει μία θεμελιώδη σημασία – η οποία όμως πρέπει να ενσωματώνεται στις εκάστοτε πολιτισμικές συνθήκες. Σύμφωνα άλλωστε με τον πατέρα της ελεύθερης οικονομίας, τον A. Smith, ισχύουν τα εξής:
«Το εμπόριο και η βιομηχανία ανθίζουν σπάνια, για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, εάν το νομικό σύστημα δεν είναι καλά οργανωμένο, εάν δεν προστατεύεται η περιουσία του λαού, εάν η τήρηση των συμβολαίων δεν διαφυλάσσεται από το νόμο, καθώς επίσης εάν η κρατική εξουσία δεν υποχρεώνει κάθε οφειλέτη που μπορεί να πληρώσει τα χρέη του να το κάνει. Με λίγα λόγια, το εμπόριο και η βιομηχανία σπάνια ανθίζουν σε μία χώρα, εάν δεν υπάρχει ένας ορισμένος βαθμός εμπιστοσύνης στη δικαιοσύνη της κυβέρνησης» (Ο πλούτος των Εθνών, σελίδα 946).
Συμπερασματικά λοιπόν, επίσης κατά τον A. Smith, ο καπιταλισμός δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς το κράτος – ενώ ασφαλώς το νομικό σύστημα, επάνω στο οποίο στηρίζεται, δεν μπορεί να αφεθεί στο αόρατο χέρι της αγοράς (ή της κοινωνίας εν προκειμένω). Από την προηγούμενη ανάλυση φαίνεται δε πως
(α) ο καπιταλισμός χρειάζεται το κράτος, το οποίο ενεργεί ως νομοθέτης, υιοθετώντας και εφαρμόζοντας νόμους – καθώς επίσης παρέχοντας εκείνους τους Θεσμούς που χρειάζεται ο καπιταλισμός για να λειτουργήσει και
(β) ο ορισμός του καπιταλισμού πρέπει να διευρυνθεί – συμπεριλαμβάνοντας εκτός από τις αγορές, την ιδιοκτησία και τα δικαιώματα ιδιοκτησίας, τα συμβόλαια, τις ανταλλαγές εμπορευμάτων, τα νομίσματα, τα κεφάλαια, τις επιχειρήσεις στις οποίες ανήκουν φυσικά οι τράπεζες και την εργασία. Συμβόλαια βέβαια χωρίς ιδιοκτησία δεν μπορούν να υπάρχουν – ενώ ιδιοκτησία αποτελεί και η εργασία, η οποία πρέπει να αντιμετωπίζεται/ρυθμίζεται ως τέτοια.
Ολοκληρώνοντας φαίνεται καθαρά πως η σωστή λειτουργία του καπιταλισμού έχει ως προϋπόθεση την ύπαρξη ενός ισχυρού, αποτελεσματικού και ορθολογικού κράτους –  συμπεριλαμβανομένων όλων των Θεσμών του, μεταξύ των οποίων η Δικαιοσύνη, η Κεντρική Τράπεζα κοκ. Το γεγονός αυτό σημαίνει ότι, εάν μία χώρα δεν διαθέτει κάτι τέτοιο, όπως δυστυχώς η Ελλάδα, τότε είναι καταδικασμένη – χωρίς καμία δυνατότητα να το αποφύγει.
Για παράδειγμα, δεν μπορεί να επιβάλλονται άμεσοι φόροι, χωρίς έναν αποτελεσματικό κρατικό μηχανισμό ελέγχου – αφού τότε επιβαρύνονται άδικα μόνο όσοι δεν τους παρακάμπτουν, ωφελούνται οι παραβάτες, εκτρέφεται ο αθέμιτος ανταγωνισμός  και διευρύνονται οι εισοδηματικές ανισότητες. Κάτι σχετικά ανάλογο ισχύει για τις συντάξεις που δεν είναι σωστό να επιμηκύνονται στο διηνεκές ή/και να διαφοροποιούνται εκ των υστέρων, καθώς επίσης για τις υπόλοιπες θεσμοθετημένες παροχές του δημοσίου – αφού είναι μέρος του κοινωνικού συμβολαίου με τους εργαζομένους.
Ειδικά όσον αφορά την κρατική ιδιοκτησία των κοινωφελών, των στρατηγικών, καθώς επίσης των κερδοφόρων μονοπωλιακών επιχειρήσεων, όπως είναι τα τυχερά παιχνίδια, οι λαχνοί κλπ., μειώνει την εξάρτηση του κράτους από τον ιδιωτικό τομέα και το ισχυροποιεί – κυρίως όταν πρόκειται για μικρές χώρες που έρχονται αντιμέτωπες με τις ισχυρές πολυεθνικές. Αρκεί βέβαια η λειτουργία τους να βασίζεται σε αυστηρά ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια – όπως είναι η μη μονιμότητα του προσωπικού τους, η συμμετοχή των στελεχών στα κέρδη, οι απολύσεις τους όταν δεν πετυχαίνουν τους στόχους τους κοκ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου