Ανάλυση: Πώς εξελίχθηκαν από την κρίση έως σήμερα η ανάπτυξη, η απασχόληση, οι μισθοί και το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών
Από την έντυπη έκδοση της Νστεμπορικής
Της Νατάσας Στασινού
Οι χρηματιστηριακοί δείκτες καλπάζουν από ρεκόρ σε ρεκόρ, η παγκόσμια οικονομία βρίσκεται σε σταθερή τροχιά ανάπτυξης, ηγέτες και κεντρικοί τραπεζίτες διακηρύττουν ότι έχουμε αφήσει πίσω την κρίση, που ξέσπασε στις ΗΠΑ το 2007 και μεταδόθηκε ως φονικός ιός το 2008 παγκοσμίως. Πολλοί, όμως, αναγνωρίζουν ότι η απόσταση ανάμεσα στην πορεία των μετοχών και εκείνη της πραγματικής οικονομίας είναι ανησυχητικά μεγάλη.
Έχει λοιπόν ενδιαφέρον να εξετάσουμε πώς εξελίχθηκαν από την κρίση έως σήμερα η ανάπτυξη και η απασχόληση, τι συνέβαινε με τους μισθούς και το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών, την ώρα που στα χρηματιστήρια γινόταν πάρτι.
Πόση ανάπτυξη είχαμε;
Τα γενναιόδωρα σχέδια διάσωσης τραπεζών, τα πακέτα τόνωσης των οικονομιών από τις κυβερνήσεις, αλλά και οι ενέσεις άνω των 10 τρισ. δολαρίων από τις μεγάλες κεντρικές τράπεζες του πλανήτη είχαν ως αποτέλεσμα στις αγορές να περάσουμε πολύ γρήγορα από την ελεύθερη πτώση στην απογείωση. Η επιστροφή σε υγιείς οικονομικές συνθήκες αποδείχθηκε, ωστόσο, πολύ πιο σύνθετη και χρονοβόρα διαδικασία.
Δεν ήταν ομοιόμορφη η εικόνα ανά τον πλανήτη. Στις ΗΠΑ η ανάκαμψη επετεύχθη ταχύτερα και πιο δυναμικά.
Η Ευρωζώνη, όπου η πιστωτική ασφυξία εξελίχθηκε σε κρίση χρέους και βαθιά κοινωνικοοικονομική κρίση, έμεινε περισσότερο παγιδευμένη στη στασιμότητα, αν και από κάποια στιγμή και έπειτα ορισμένα μέλη της «έτρεχαν» μπροστά, την ώρα που άλλοι συνέχιζαν να πορεύονται με την όπισθεν.
Για την αμερικανική οικονομία, η ύφεση της διετίας 2008-09 ήταν η βαθύτερη από το 1945 και η μακροβιότερη από την εποχή της Μεγάλης Ύφεσης (Great Depression). Ωστόσο έως το 2011 το ΑΕΠ των ΗΠΑ είχε ανακτήσει το χαμένο έδαφος και έκτοτε συνέχισε να μεγεθύνεται σταθερά. Αν και η πηγή του «κακού» ήταν αμερικανική, η Ευρωζώνη είδε την οικονομία της να συρρικνώνεται το 2009 πολύ περισσότερο από των ΗΠΑ (-4,4% έναντι -2,8%). Και ενώ ανέκαμψε με ρυθμούς πολύ κοντά σε εκείνους της αμερικανικής τη διετία 2010-2011, το 2012-13, που στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού ανέβαζαν ταχύτητα, η ζώνη του ευρώ επέστρεφε σε ήπια ύφεση.
Σήμερα το αμερικανικό ΑΕΠ είναι 14% υψηλότερο από ό,τι στις αρχές του 2008, την ώρα που της Ευρωζώνης είναι μόλις 5% υψηλότερο. Μέσα στους κόλπους της νομισματικής ένωσης, η εικόνα ποικίλλει. Το ΑΕΠ της Γερμανίας είναι σήμερα 10% υψηλότερο από ό,τι πριν από σχεδόν δέκα χρόνια, της Γαλλίας λιγότερο από 7% υψηλότερο και της Ισπανίας περίπου 2%.
Τρεις οικονομίες του Νότου έχουν αποτύχει να επανέλθουν στα προ κρίσης επίπεδα. Η Πορτογαλίααπέχει περίπου 2,5%, η Ιταλία περισσότερο από 6%, ενώ η Ελλάδα έχει μαραθώνιο ακόμη να διανύσει, καθώς το ΑΕΠ της παραμένει σχεδόν 25% χαμηλότερο.
Στον αντίποδα έχουμε την Ιρλανδία, που, χάρη στην απόφαση μεγάλων επιχειρήσεων να μεταφέρουν εκεί την έδρα τους για φορολογικούς λόγους, έχει δει το ΑΕΠ της να απογειώνεται 38% σε σχέση με τα προ κρίσης επίπεδα. Πρόκειται όμως εν πολλοίς για πλασματική εικόνα.
Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί και στα στοιχεία για το πραγματικό κατά κεφαλήν ΑΕΠ. Στην Ευρωζώνη το 2008 ήταν 29.400 ευρώ, για να υποχωρήσει σταδιακά τα επόμενα χρόνια έως και τα 28.400 ευρώ το 2013. Τα επόμενα χρόνια ανέκαμψε και στα τέλη του 2016 ήταν στα 29.700 ευρώ, δηλαδή μόλις 1,02% υψηλότερο σε σχέση με πριν από δέκα χρόνια. Ενώ στη Γερμανία έχει αυξηθεί κατά 6,4% το ίδιο διάστημα, στην Ισπανία είναι μειωμένο κατά 2,45% και στην Ελλάδα έχει συρρικνωθεί 24,34%, από τα 22.600 στα 17.100 ευρώ. Στις ΗΠΑ παρουσιάζει άνοδο 6,14%.
Οι θέσεις που χάθηκαν
Το πρώτο τρίμηνο του 2017 ο αριθμός των απασχολούμενων στην Ευρωζώνη έσπασε το φράγμα των 155 εκατομμυρίων, για πρώτη φορά από το 2008, ενώ το ποσοστό της ανεργίας έχει υποχωρήσει στα χαμηλά οχτώ ετών, του 9,1%. Δεν ήταν καθόλου εύκολη υπόθεση η επιστροφή στα προ κρίσεως επίπεδα.
Περισσότερες από 5,5 εκατ. θέσεις χάθηκαν στις οικονομίες του ευρώ από την έναρξη της κρίσης έως και το δεύτερο τρίμηνο του 2013. Από εκείνη τη στιγμή, η απασχόληση ακολούθησε την ανιούσα. Έως τις αρχές του 2015 προστέθηκαν 2,2 εκατ. θέσεις και από τότε έως σήμερα επιπλέον 3,3 εκατ. θέσεις, με αποτέλεσμα να καλυφθεί το χαμένο έδαφος.
Ωστόσο, σε πρόσφατη έκθεσή της η ΕΚΤ σημείωνε πως τα πραγματικά ποσοστά ανεργίας είναι πολύ υψηλότερα (περίπου 15%), εάν συνυπολογίσει κανείς τον αριθμό των υποαπασχολούμενων, ο οποίος και βαίνει αυξανόμενος.
Οι μορφές μερικής και άκρως ελαστικής απασχόλησης έχουν κερδίσει αισθητά έδαφος τα τελευταία χρόνια της επιμονής σε σκληρές πολιτικές λιτότητας και μεταρρυθμίσεων, που έχουν ως κύριο στόχο την «ευελιξία».
Ιδιαιτέρως φτωχά είναι τα αποτελέσματα σε επίπεδο μισθών. Στη ζώνη των 19 οικονομιών που μοιράζονται το ευρώ, οι μισθοί κατέγραψαν πτώση 3,1% το 2009 και παρέμειναν στάσιμοι το 2010. Τα επόμενα χρόνια έως και το 2015 αυξήθηκαν με ρυθμούς της τάξης του 1% με 2%, ενώ το 2016 ανέκαμψαν 3,5%.
Σύμφωνα με μελέτη της Συνομοσπονδίας Ευρωπαϊκών Συνδικάτων και του Ινστιτούτου Ευρωπαϊκών Συνδικάτων, από το 2008 έως και το 2016 οι μισθοί σε επτά χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης των 28 βρίσκονταν σε τροχιά πτώσης. Στην Ελλάδα υπολογίζεται ότι ενώ την περίοδο 2001-2008 αυξάνονταν με ρυθμούς 2,5% ετησίως, το διάστημα 2009-2016 μειώθηκαν με ρυθμούς 3,1% ετησίως, δηλαδή συνολικά κατά περίπου 25% στην οχταετία. Στην έκθεση «Wage Developments in Εuro Area, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (2015) δίνει αναλυτικά τη ζοφερή εικόνα για τη χώρα μας.
Ενώ ο ακαθάριστος μισθός αυξήθηκε 5% το 2008 και 4% το 2009, το 2010 μειώθηκε 5%, το 2011 έκανε βουτιά 10%, το 2012 συρρικνώθηκε επιπλέον 12% και το 2013 και πάλι περίπου 10%, ενώ το 2014 αυξήθηκε οριακά και το 2015 έμεινε στάσιμος.
Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, από το 2008 έως και έως και τον Ιανουάριο του 2010 η κορυφαία οικονομία του πλανήτη έχασε 8,7 εκατομμύρια θέσεις εργασίας. Έκτοτε άρχισε η ανάκαμψη της αγοράς εργασίας, η οποία συνεχίστηκε με πολύ μικρά διαλείμματα. Δημιουργήθηκαν έως και τα τέλη του 2016 περίπου 22,31 εκατ. θέσεις.
Ο τέως Αμερικανός πρόεδρος, Μπαράκ Ομπάμα, λίγο πριν από την εκπνοή της θητείας του είχε φροντίσει να επισημάνει πως όταν παρέλαβε τα ηνία από τη διακυβέρνηση Μπους, οι ΗΠΑ είχαν 134,844 εκατ. απασχολούμενους. Όταν παρέδωσε εκείνος την εξουσία είχαν 152,111 εκατ. απασχολούμενους και σήμερα προσεγγίζουν τα 154 εκατομμύρια. Εξ αυτών, περίπου τα 127 εκατ. είναι πλήρως απασχολούμενοι.
Όσον αφορά τους μισθούς, σύμφωνα με στοιχεία του Γραφείου Στατιστικών Δεδομένων για την Εργασία (Bureau of Labor Statistics), το 2011, όταν άρχισε η τόνωση της αγοράς εργασίας, αυξήθηκαν μόλις 1,8% και το 2012 1,5%.
Από το 2013 έως και το 2015 αυξάνονταν επίσης με απογοητευτικούς ρυθμούς (περίπου 2%), παρά την αισθητή μείωση του ποσοστού ανεργίας, ενώ ελαφρώς καλύτερη, αλλά πάντως όχι ικανοποιητική ήταν η εικόνα το 2016 (+2,7%).
Η Federal Reserve έχει επανειλημμένα αναφερθεί στη βραδεία ανάκαμψη των μισθών ως «αγκάθι» για την οικονομία. Είναι άλλωστε ένας από τους βασικούς λόγους που την ανάγκασε να προβεί με πιο αργά βήματα από ό,τι αρχικά υπολόγιζε σε επιτοκιακές αυξήσεις την τελευταία διετία.
Πόσα έμειναν στην τσέπη
Στις ΗΠΑ, όπως προκύπτει από στοιχεία της FED, το διαθέσιμο εισόδημα του μέσου νοικοκυριού ήταν κοντά στα 35.960 δολάρια στις αρχές του 2008 και δύο χρόνια αργότερα υποχώρησε στα 35.200 δολάρια. Ακολούθησε από το 2011 η ανάκαμψη και σήμερα έχει ανέλθει στα 39.350 δολάρια, αυξημένο κατά 9,4%.
Εντός της ζώνης του ευρώ, σύμφωνα με τελευταία διαθέσιμα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, το διαθέσιμο εισόδημα των γερμανικών νοικοκυριών αυξήθηκε κατά περισσότερο από 15% την περίοδο 2008-2014. Εκείνη η περίοδος ήταν, ωστόσο, ιδιαίτερα επώδυνη για τις χώρες του Νότου. Τα νοικοκυριά στην Ιταλία, τρίτη μεγαλύτερη οικονομία του ευρώ, είδαν το διαθέσιμο εισόδημά τους να υποχωρεί κατά 4%. Στην Κύπρο έχασαν το 22% του διαθέσιμου εισοδήματός τους, ενώ στην Ελλάδα, με το μαχαίρι σε μισθούς / συντάξεις και τις φοροαυξήσεις, το 24% του εισοδήματος έκανε φτερά.
Έρευνα για την περίοδο 2008-2013 είχε επίσης δείξει ότι η κατανάλωση των νοικοκυριών έκανε βουτιά 27,9% στην Ελλάδα, 12,2% στην Πορτογαλία, περίπου 9% στην Ισπανία, 6,1% στην Ιταλία και 2% συνολικά στη νομισματική ένωση.
Θα πρέπει να επισημάνουμε σε αυτό το σημείο πως η κρίση διεύρυνε τις εισοδηματικές ανισότητες τόσο μεταξύ των κρατών-μελών όσο και εντός της κάθε οικονομίας. Οι εσωτερικές ανισότητες εξηγούνται εν μέρει από το γεγονός ότι οι επενδύσεις σε μετοχές (στις οποίες στρέφονται σε μεγαλύτερο βαθμό εύπορα νοικοκυριά) απέφεραν αποδόσεις κατά πολύ υψηλότερες από τις όποιες αυξήσεις στους μισθούς και το διαθέσιμο εισόδημα.
Η εικόνα των αγορών
Από τον Οκτώβριο του 2007 έως τον Μάρτιο του 2009 ο Dow Jones υποχώρησε 54,1% (από τις 14.164 στις 6.443 μονάδες) και ο S&P 500, o πλέον αντιπροσωπευτικός δείκτης της αμερικανικής αγοράς, σημείωσε πτώση 56,8%.
Ήταν 9 Μαρτίου του 2009 όταν οι χρηματιστηριακοί δείκτες στις ΗΠΑ, αλλά και διεθνώς, βουτούσαν στο ναδίρ τους. Ο χρηματοπιστωτικός κλάδος δεν είχε ακόμη συνέλθει από την κατάρρευση της Lehman Brothers και οι μεγάλες οικονομίες του πλανήτη παρέμεναν παγιδευμένες σε ύφεση.
Από την επομένη, όμως, άρχισε μία θεαματική ανάκαμψη διαρκείας. Ο Dow έχει πλέον υπερβεί τις 23.000 μονάδες, καταγράφοντας άνοδο 257%. Περίπου 270% είναι τα κέρδη για τον S&P 500. Έχει σκαρφαλώσει περισσότερες από 1.800 μονάδες από τα χαμηλά του 2009 έως σήμερα, ενώ σε αυτό το διάστημα έχουν προστεθεί 20 τρισ. δολάρια στην αξία των αμερικανικών μετοχών.
Στη γηραιά ήπειρο ο πανευρωπαϊκός δείκτης Stoxx Europe 600 είχε βουτήξει στις 172 μονάδες τον Μάρτιο του 2009 από τις 349 μονάδες στις αρχές του 2008. Το 2011 κάλυψε μέρος του χαμένου εδάφους ανακάμπτοντας κοντά στις 290 μονάδες, αλλά τη διετία 2012-2013 βρέθηκε σε πτώση.
Σήμερα κυμαίνεται πάνω από τις 390 μονάδες. Είναι δηλαδή περισσότερο από 120% υψηλότερα από το ναδίρ του. Εντυπωσιακή είναι και η πορεία του γερμανικού δείκτη Dax, που από τις 3.600 μονάδες στις αρχές του 2009, έχει αναρριχηθεί πάνω από τις 13.000 μονάδες σήμερα, παρουσιάζοντας έτσι κέρδη ανάλογα εκείνων των αμερικανικών δεικτών (260%).
Ζοφερή είναι στον αντίποδα η εικόνα για το ελληνικό χρηματιστήριο. Στις αρχές του 2008 ο Γ.Δ. του Χ.Α. κυμαινόταν πάνω από τις 5.200 μονάδες, για να βρεθεί τον Μάρτιο του 2009 κάτω από τις 1.500.
Ανέκαμψε προς τα τέλη εκείνου του έτους στις 2.900 μονάδες, αλλά στα μέσα του 2010 είχε και πάλι υποχωρήσει κοντά στις 1.450. Δύο χρόνια αργότερα καταποντίστηκε στις 500 μονάδες και σήμερα κυμαίνεται λίγο πάνω από τις 730.
Ναυτεμπορική
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου