Νέα Πολιτική
του Νικολάου Ματθαίου Σαντή*
Πολλά έχουν λεχθεί κατά καιρούς , ειδικά στην Ελλάδα, για
τη Γερμανία, την «ψυχή» της αν θέλετε, τον τρόπο που σκέφτεται και ενεργεί στις
εγχώριες και διεθνείς υποθέσεις. Το ερώτημα που πολλοί θέτουν είναι κατά πόσο
έχει αποτινάξει το ναζιστικό παρελθόν της ή αν έχει αντικαταστήσει το στόχο της
κατάκτησης της Ευρώπης με αυτόν της οικονομικής κυριαρχία. Με την επιβολή των
μνημονίων λιτότητας στη χώρα μας το άλλοτε θετικό πρόσωπο της μεταπολεμικής
Γερμανίας έχει ανατραπεί πλήρως: στο πρόσωπο της καγκελαρίου Άνγκελα Μέρκελ
(και ιδίως του Υπουργού Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε) οι περισσότεροι Έλληνες
βλέπουν πλέον τους «άξιους» συνεχιστές του Χίτλερ. Υπερβολικό ή όχι, λόγω
της ιδιαίτερης θέσης της Γερμανίας στην Ευρώπη είναι σημαντικό να αναλύσουμε
την «πηγή» του τρόπου σκέψης και δράσης του σύγχρονου γερμανικού κράτους.
Παρά λοιπόν το γεγονός ότι η εικόνα των Ελλήνων για τη
Γερμανία στις μέρες μας είναι εκείνη ενός απογόνου της Βέρμαχτ, στην
πραγματικότητα, το γερμανικό κράτος έχει τις ρίζες του στο έργο, αφ’ ενός
του Όττο φον Μπίσμαρκ (1815-1898) και αφ’ ετέρου του Φρειδειρίκου ΙΙ (Μέγα),
βασιλιά της Πρωσίας (1712-1786). Και εάν ο πρώτος υπήρξε ο πατέρας της
γερμανικής ενοποίησης και έδωσε ένα σύγχρονο χαρακτήρα στο γερμανικό κράτος,
στην πραγματικότητα το έργο του δευτέρου υπήρξε τόσο σημαντικό ώστε να
θεωρείται πως έβαλε τα θεμέλια της σύγχρονης Γερμανίας (κάποιοι δε Γερμανοί
υποστηρίζουν ότι οι μεταρρυθμίσεις του μετέβαλλαν την ίδια την Ευρωπαϊκή
κοινωνία).
Είναι χαρακτηριστικό ότι το Υπουργείο Προπαγάνδας των
Ναζί κατά το Μεσοπόλεμο παρουσίαζε το Χίτλερ ως άξιο συνεχιστή του έργου των
δύο προκατόχων του, με τον ίδιο το Χίτλερ να χρησιμοποιεί ως πρότυπο και να
συγκρίνει το έργο του με αυτό του Πρώσου βασιλιά. Γεγονός είναι ότι όλοι οι
Γερμανοί ιστορικοί του 19ουαιώνα είχαν δημιουργήσει μια ρομαντική
φιγούρα του Φρειδερίκου σαν το ένδοξο μοντέλο πολεμιστή, ο οποίος
κατάφερε με τις ηγετικές του ιακνότητες, τη μεταρρύθμιση του κρατικού
μηχανισμού και την προσήλωσή του στο καθήκον να μετατρέψει τη μικρή Πρωσία σε
μια από τις πέντε μεγάλες δυνάμεις της Ευρώπης.
Ο «γερο-Φριτς» όπως συχνά απεικονιζόταν, προσέφερε το
αρχέτυπο του Γερμανού αριστοκράτη για την Πρωσική αριστοκρατία η οποία
αποτέλεσε σε μεγάλο βαθμό τη γερμανική στρατιωτική και πολιτική ελίτ έως το τέλος
του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Η ήττα της Γερμανίας συνέβαλε ώστε να χαθεί η λάμψη
του μοντέλου της «φωτισμένης δεσποτείας» το οποίο στηρίζονταν στις ηγετικές
ικανότητες του και να αντικατασταθεί από ένα πιο συνεργατικό μοντέλο
διακυβέρνησης σήμερα τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό της χώρας. Από
την άλλη, στις μεταρρυθμίσεις του Φρειδερίκου οφείλεται η υψηλή απόδοση
του κρατικού μηχανισμού των ημερών του (μεταξύ άλλων το πλέον
αποτελεσματικό σύστημα απονομής δικαιοσύνης), παράδοση που συνεχίζεται ως τις
μέρες μας. Η δημιουργία ενός υψηλού επιπέδου εκπαιδευτικού συστήματος ανάγεται
επίσης στις μέρες του.
Παρ’ όλα αυτά, η προσήλωση του στο καθήκον ήταν εκείνη
που, μπορούμε να πούμε ότι, μεταμόρφωσε τη γερμανική κοινωνία. Γενιές και
γενιές Γερμανών μεγάλωσαν με το πρότυπο ενός βασιλιά ο οποίος έβαλε πάνω απ’
όλα, τους προσωπικούς κόπους και κινδύνους, την άνετη ζωή και τις απολαύσεις,
το καθήκον προς την πατρίδα την οποία υπηρέτησε ως πιστός στρατιώτης. Αν ένας
βασιλιάς βάζει το άτομό του κάτω από το συμφέρον του συνόλου και το υπηρετεί
πώς θα μπορούσε ο απλός Γερμανός να μην βάλει το εγώ του κάτω από το συμφέρον
της κοινωνίας υπηρετώντας από τη θέση η οποία του δόθηκε; Αυτό είναι το
στοιχείο με το οποίο είναι διαρθρωμένη ως τις μέρες μας η γερμανική κοινωνία
και το οποίο οδήγησε γενιές Γερμανών να θυσιαστούν για την πατρίδα τους, ακόμα
και όταν αυτή καθοδηγούνταν από έναν παράφρων δικτάτορα όπως ο Χίτλερ. Κάθε
Γερμανός αποτελεί μέρος μιας ολότητας την οποία υπηρετεί από τη θέση στην οποία
βρίσκεται και οφείλει να υπηρετεί όχι με βάση τις δυνάμεις του αλλά με βάση τον
προβλεπόμενο από την κοινωνία (ή την ηγεσία) τρόπο. Το γερμανικό καθήκον
σημαίνει ότι κάθε Γερμανός είναι στρατιώτης στην υπηρεσία της γερμανικής
κοινωνίας. Βεβαίως, σε σχέση με το παρελθόν η διαφορά είναι ότι το γερμανικό
εθνικιστικό, πολεμικό-κατακτητικό, όραμα του 19ουκαι των αρχών του
20ου αιώνα έχει
αντικατασταθεί με το όραμα της ισχυρής, ευημερούσας Γερμανίας των ημερών μας.
Αντί για τη Μεγάλη Γερμανία της Μεσευρώπης το σημερινό καθήκον των Γερμανών
είναι η εξασφάλιση οικονομικής ευημερίας για τους πολίτες και μιας ισχυρής
οικονομίας, ει δυνατόν κυρίαρχης στην Ευρώπη.
Στην προσπάθειά ισχυροποίησης της Πρωσίας ο Φρειδερίκος ο
Μέγας θεώρησε ότι έπρεπε να αποδυναμώσει το γειτονικό κράτος της
Πολωνίας-Λιθουανίας, ώστε να ενώσει τα δύο τμήματα του κράτους του (Ανατολική
Πρωσία και Βρανδεμβούργο). Για να το καταφέρει, προωθούσε για πολλά χρόνια
πλαστά πολωνικά χαρτονομίσματα στο εσωτερικό της, από τα οποία αποκόμιζε κέρδος
υπερδιπλάσιο του εθνικού προϋπολογισμού της Πρωσίας. Στην περίπτωση αυτή,
το «γερμανικό καθήκον» σήμαινε το επικίνδυνο αντάμωμα της διαφθοράς από τη μία,
και κεκαλυμμένης μορφής, «ύπουλων» τρόπων διάβρωσης της ισχύος του αντιπάλου
(και αποκομιδής ιδίου κέρδους) από την άλλη. Η ηθική είναι δευτερεύουσας
σημασίας μπροστά στο «καθήκον», κάτι που θα μπορούσε να εξηγήσει τη μεγάλη
συχνότητα σκανδάλων σε γερμανικές επιχειρήσεις στις μέρες μας – και την τάση
του γερμανικού κράτους να τις καλύπτει ει δυνατόν, όπως στην περίπτωση Siemens/Χριστοφοράκου
κ.α. Αλήθεια, δεν υπάρχουν κοινά σημεία στο παράδειγμα της Πολωνίας
με τους χειρισμούς της Γερμανίας στην Ευρωπαϊκή κρίση χρέους από το 2008 και
μετά (κέρδη δις ευρώ για τη Γερμανία λόγω μειωμένων επιτοκίων, ισχυρές εξαγωγές
μέσω του φθηνού ευρώ, εξασφάλιση γενναιόδωρων συμβολαίων «διαχείρισης και
εφαρμογής» των μνημονίων με ισχυρή οσμή διαφθοράς – π.χ. το χρυσό συμβόλαιο του
πρώην υπουργού Υγείας Άδωνη Γεωργιάδη για τον ΕΟΠΠΥ και την ΠΦΥ με τη γερμανική
Task Force – αποδυνάμωση αντιπάλων/ανταγωνιστών με τις πολιτικές
λιτότητας και επιμονή σε αυτές παρ’ όλο που δεν φέρνουν αποτέλεσμα – όπως είπε
και ο Γερμανός Υπουργός Οικονομικών, σύμφωνα με το Γιάννη Βαρουφάκη, «το
πρόγραμμα δεν είναι σχεδιασμένο για να φέρει αποτέλεσμα»);
* Νικόλαος Ματθαίος Σαντής, οικονομολόγος, M.A.
Development Economics, nikolaossantis@gmail.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου