Κυριακή 9 Αυγούστου 2015

Η ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΗ «ΚΡΙΣΗ ΗΓΕΣΙΑΣ» ΤΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ

ΕΛευθερη Λαικη Αντιστασιακη Συσπειρωση



Του Ηλία Μυλωνά
«Σε τελευταία ανάλυση η επανάσταση έρχεται σαν αποτέλεσμα μιας μακράς σειράς ηττών της εργατικής τάξης».
ΡΟΖΑ ΛΟΥΞΕΜΠΟΥΡΓΚ
Πάμπολλες αναλύσεις ακολούθησαν την υποχώρηση της «κυβέρνησης εθνικής σωτηρίας με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ» και την απόλυτη αποδοχή των σκληρών μνημονιακών όρων που επέβαλλαν τα διευθυντήρια της ΕΕ, των διεθνών τραπεζών και του ΔΝΤ. Πολλοί μίλησαν για προδοσία αντίστοιχη της Βάρκιζας, άλλοι για ιστορική κολοτούμπα του Τσίπρα και της ηγετικής γύρω από αυτόν ομάδας και οι πιο διαλλακτικοί για μια αναπόφευκτη σοσιαλδημοκρατική στροφή τύπου ΠΑΣΟΚ.
Οι απλοί άνθρωποι όμως, αυτοί που με την ψήφο τους έφεραν το εκπληκτικό 62% στο δημοψήφισμα του Ιούλη απαιτώντας από την κυβέρνηση να μην υποχωρήσει στους εκβιασμούς των διεθνών τοκογλύφων, έχουν μείνει εμβρόντητοι και προσπαθούν ακόμη να συνειδητοποιήσουν τι ακριβώς έχει συμβεί. Πως ένα ξεκάθαρο ΟΧΙ, απέναντι σε μια ξεκάθαρη πρόταση των δανειστών που με ένα εξ ίσου ξεκάθαρο τρόπο αποτυπώθηκε στο ψηφοδέλτιο που προτάθηκε στο λαό χωρίς να αφήνει το παραμικρό περιθώριο παρερμηνείας, μετατράπηκε με μαγικό τρόπο σε ένα άνευ όρων ΝΑΙ απέναντι στις εξωφρενικές απαιτήσεις της τρόικα και των αφεντικών της.
Με κοινή συντονισμένη προσπάθεια κυβερνητικοί παράγοντες και ΜΜΕ προσπαθούν τώρα να πείσουν την κοινή γνώμη ότι δεν υπήρχε εναλλακτική λύση, θυμίζοντας την αλήστου μνήμης Θάτσερ και τον περίφημο ισχυρισμό περί του αναπόφευκτου της νεοφιλελεύθερης πολιτικής που ξεκίνησε να εφαρμόζεται τότε και που εκφράστηκε με τον γνωστό όρο TINA (There Is No Allternetive).

Είναι γεγονός ότι μεγάλη μερίδα ανθρώπων που στήριξαν αποφασιστικά το ΟΧΙ, αδυνατούν να κατανοήσουν αυτή την απόλυτη στροφή της κυβέρνησης και προσπαθούν να της δώσουν ελαφρυντικά, έχοντας την κρυφή ελπίδα ότι η αποφασιστική σύγκρουση με τους «θεσμούς» θα δοθεί σε μια επόμενη, πολύ πιο ευνοϊκή φάση και ότι τώρα απλά αποφεύχθηκε η απόλυτη χρεωκοπία της χώρας. Τα πράγματα δεν είναι καθόλου έτσι δυστυχώς και οι συνεχείς υποχωρήσεις αυτό που μπορούν να επιφέρουν είναι μόνο καινούργιες υποχωρήσεις.
Η διαλεκτική επεξεργασία των τελευταίων εξελίξεων καθώς και η απότομη στροφή της «αριστερής» κυβέρνησης, μόνο με πολιτικούς και ιστορικούς όρους μπορεί να εξηγηθεί κατά την άποψη μας και μόνο εάν και εφόσον υπάρχει πραγματική και ειλικρινής επιθυμία για να γίνει αυτό.
ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΟΣ ΜΑΡΞΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΡΕΦΟΡΜΙΣΜΟΣ
Στα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ου αιώνα, ο καπιταλισμός είχε ήδη αρχίσει να χάνει τον προοδευτικό χαρακτήρα του. Δείχνοντας το σκληρό και αδίστακτο πρόσωπο του, ωθούσε ακόμη και μικρά παιδιά να δουλεύουν 16άωρες βάρδιες κάτω από απάνθρωπες συνθήκες σε εργοστάσια και ανθρακωρυχεία. Μοναδικός στόχος, η μεγιστοποίηση του κέρδους του από την υπερεργασία, που εκείνο το διάστημα, καθότι δεν υπήρχε ακόμη η σύγχρονη τεχνολογία, ήταν υπερπολύτιμη. Με αυτόν τον τρόπο δημιουργήθηκαν οι πρώτες μεγάλες βιομηχανικές δυνάμεις στην Ευρώπη, η Βρεττανία πρώτα και η Γερμανία στη συνέχεια.
Η γερμανική εργατική τάξη, η πιο συνειδητοποιημένη τότε της Ευρώπης, είχε ήδη ξεκινήσει μαζικούς αγώνες και εξεγέρσεις από τα μέσα του 19ου αιώνα, επιτυγχάνοντας να οργανώσει εκατομμύρια εργαζόμενους σε συνδικάτα και συλλόγους, δημιουργώντας έτσι ένα πανίσχυρο εργατικό κίνημα το οποίο αποτέλεσε σημείο αναφοράς για όλα τα υπόλοιπα στην Ευρώπη.
Σε αυτή την ίδια περίοδο άρχισαν να διαμορφώνονται και τα κύρια ιδεολογικά ρεύματα μέσα στη Γερμανία, τα οποία επηρρέασαν σημαντικά την υπόλοιπη Ευρώπη αλλά και όλη την ανθρωπότητα. Ξεκινώντας από τις γενικότερες θεωρήσεις των επιφανών φιλοσόφων Χέγκελ, Καντ και Φώυερμπαχ, σχηματίστηκαν δύο βασικές σχολές:
Οι Μεταρρυθμιστές, που εκπροσωπούνταν κυρίως από τον Μπερνστάιν ο οποίος πλαισιώθηκε στη συνέχεια από τους ιδεολογικούς αποστάτες του μαρξισμού Κάουτσκι και Πλεχάνωφ και οι Μαρξιστές, οπαδοί του επαναστατικού σοσιαλισμού, κύριοι εκπρόσωποι των οποίων ήταν ο Λένιν, η Λούξεμπουργκ και ο Τρότσκι.
Οι Μεταρρυθμιστές (η αγγλική μετάφραση της λέξης μεταρρύθμιση είναι ριφόρμ, εξ ου και ο όρος ρεφορμισμός), επαγγέλονταν ότι η εργατική τάξη, μέσω μεταρρυθμίσεων και συνεχούς βελτίωσης των αποδοχών τους που θα προέλθουν από τους αγώνες του οργανωμένου συνδικαλιστικού κινήματος, θα φτάσουν σταδιακά στο ανώτερο επίπεδο διαβίωσης, δημιουργώντας έτσι μια ταξική μεν δίκαιη δε κοινωνία.
Αντίθετα οι Μαρξιστές επαγγέλονταν ότι η συμβίωση των δύο τάξεων, εκμεταλλευτών και εκμεταλλευομένων, είναι ουτοπία, ότι ο παλιός κόσμος πρέπει να γκρεμιστεί για να αλλάξει ριζικά και ότι αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσω εξεγέρσεων και επαναστάσεων, έτσι ώστε να δημιουργηθεί μια καινούργια κοινωνία επάνω στα ερείπια της παλιάς.
Οι μαρξιστικές ιδέες επικράτησαν κατά κράτος εκείνη την εποχή κι έτσι είχαμε μια σειρά επαναστάσεων στην Ευρώπη, αρχής γενομένης από την Οκτωβριανή στη Ρωσία που αποτέλεσε ορόσημο και φάρο για όλες τις υπόλοιπες στη συνέχεια.
Δυστυχώς όμως με την εμφάνιση της σταλινικής καθοδήγησης στην Γ΄Διεθνή, οι επαναστάσεις και οι εξεγέρσεις που ακολούθησαν μετά, δεν είχαν την ίδια ευτυχή κατάληξη και αυτό ουσιαστικά οφείλεται σε ένα και μόνο βασικό παράγοντα: την αναβίωση της ρεφορμιστικής αντίληψης μέσα στα επαναστατικά κινήματα.
Οι τότε ηγεσίες, ηθελημένα ή άθελα τους, επηρρεασμένες από την αντίληψη της ταξικής συνεργασίας και των Λαϊκών Μετώπων, υπέπεσαν σε σωρεία σφαλμάτων τα οποία οδήγησαν σε ήττες το εργατικό κίνημα και επέτρεψαν στον καπιταλισμό να επιβιώσει και να παρουσιάζεται σήμερα κυρίαρχος. Η αντίληψη εκείνη της ταξικής συνεργασίας ατυχώς ισχύει και μέχρι τις μέρες μας!
ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ ΣΥΡΙΖΑ
Κάτω από αυτές τις συνθήκες οδηγηθήκαμε και στην κατάρρευση του πρώτου εργατικού κράτους, αυτού της Σοβιετικής Ένωσης, στις αρχές της δεκαετίας του ’90 με τραγικό αποτέλεσμα την απόλυτη κυριαρχία της ακραίας νεοφιλελεύθερης καπιταλιστικής αντίληψης.
Η επιβεβλημένη τις τελευταίες δεκαετίες αυτή τάξη φάνηκε να κλονίζεται με την εμφάνιση σε μια μικρή γωνιά της Ευρώπης, την Ελλάδα, του πολιτικού φαινομένου ΣΥΡΙΖΑ, ενός ριζοσπαστικού συνασπισμού κομμάτων και οργανώσεων της Αριστεράς που στις πρόσφατες εθνικές εκλογές κατάφερε να αναδειχτεί πρώτη δύναμη στις εκλογικές προτιμήσεις της ελληνικής κοινωνίας και με αυτόν τον τρόπο να της ανατεθεί η εντολή να κυβερνήσει τη χώρα.
Από τη στιγμή όμως αυτή, αρχίζουν και τα πρώτα σημάδια σοβαρής πολιτικής μετάλλαξης του ριζοσπαστικού αυτού μορφώματος. Είχαν προηγηθεί βεβαίως κάποια μικρότερης σημασίας περιστατικά, τα οποία αφορούσαν κυρίως το εσωκομματικό πεδίο αντιπαράθεσης και στα οποία δεν αποδόθηκε η ανάλογη σημασία.
Απροκάλυπτα πλέον εμφανίζονται περίεργα ανοίγματα σε αμφιλεγόμενες προσωπικότητες με «βεβαρυμένο» πολιτικό παρελθόν, επιβάλλεται η συγκυβέρνηση με τους δεξιούς εθνικιστές των ΑΝΕΛ, κατοχυρώνεται η επιλογή του δεξιού Παυλόπουλου για πρόεδρο της Δημοκρατίας, προωθείται η υπουργοποίηση εξωκομματικών παραγόντων με εντελώς διαφορετική αντίληψη και πολιτική από αυτή του κόμματος όπως ο Πανούσης και ανατίθεται ο συντονισμός του κυβερνητικού έργου σε ένα πρόσωπο που έπαιξε στο παρελθόν το ρόλο του μεσάζοντα στο ξεπούλημα εταιρειών του Δημοσίου, όπως ο Σαγιάς.
Μέσα από αυτές και άλλες παρόμοιου τύπου κινήσεις, οδηγηθήκαμε και στην περίφημη διαπραγμάτευση με τη θλιβερή κατάληξη της αποδοχής ενός τρίτου, σκληρού για τους εργαζόμενους και τους συνταξιούχους, πακέτου μέτρων.
Σε αυτή τη διαπραγμάτευση, τα βασικό στοιχείο που αποκαλύφθηκε ήταν ότι τελικά η ελληνική κυβέρνηση όχι μόνο Plan B δεν διέθετε, αλλά ούτε καν Plan A, σαν αποτέλεσμα της βαθιάς ρεφορμιστικής της πεποίθησης ότι θα πετύχει έναν εύκολο συμβιβασμό με τους δανειστές της χώρας. Αποδείχτηκε με αδιαμφισβήτητο τρόπο ότι όλες τις ελπίδες της για τη θετική έκβαση των συνομιλιών, τις είχε εναποθέσει στις καλές προθέσεις των «εταίρων».
ΚΕΫΝΣ ΔΙΑ ΠΑΣΑΝ ΝΟΣΟΝ…
Ο κεύνσιανισμός αποτελεί επί της ουσίας την εκδοχή του ρεφορμισμού στο οικονομικό επίπεδο. Η βασική λογική του συνίσταται στην άποψη της παραχώρησης ικανοποιητικών αποδοχών και δικαιωμάτων στους εργαζόμενους για την εύρυθμη και αρμονική λειτουργία του καπιταλιστικού συστήματος. Να είναι δηλαδή όλοι ευχαριστημένοι και ο εργαζόμενος, που παράλληλα είναι και καταναλωτής, να μπορεί να απορροφά τα προϊόντα που παράγονται.
Η θεωρία του Κέϋνς εφαρμόστηκε με επιτυχία στις ΗΠΑ κατά την περίοδο του Νιου Ντηλ, μετά το τρομερό οικονομικό κραχ του 1929, με τη διαφορά ότι όλα τα βάρη της οικονομίας τα ανέλαβε τότε το αμερικανικό κράτος που αφού χρηματοδότησε και εξυγίανε τις εταιρείες, τις παρέδωσε μετά καθαρές στους ιδιώτες ενώ την ίδια ώρα ο επερχόμενος πόλεμος έβγαλε τις ΗΠΑ από το περιορισμένο εθνικό τους πλαίσιο και με βάση τις πολεμικές επενδύσεις και πάντα στηριζόμενη σε αυτές, η αμερικανική οικονομία ωθήθηκε στη γνωστή τεράστια μεταπολεμική ανάπτυξη της.
Οι εποχές άλλαξαν ριζικά από τότε όμως και ο καπιταλισμός σήμερα έχει επιλέξει το νεοφιλελεύθερο δόγμα της πρόκλησης σοκ στις παγκόσμιες οικονομίες, στηριζόμενος κυρίως στο χρηματιστηριακό κεφάλαιο και την τακτική της επένδυσης χρήματος πάνω στο χρήμα για άμεσα, καθαρά και γρήγορα κέρδη και όχι στη σταθερή, μακροπρόθεσμη επένδυση επάνω στην παραγωγική ανάπτυξη, όπως έκανε στις ΗΠΑ την περίοδο του ’30.
Ο Γιάνης Βαρουφάκης, υπουργός Οικονομικών της ελληνικής κυβέρνησης και βασικός διαπραγματευτής -τουλάχιστον στην αρχή της συγκεκριμένης διαδικασίας-, πιστός στη κεϋνσανή θεώρηση που τον διέκρινε, σχεδίασε από την αρχή μια τακτική βασισμένη επάνω ακριβώς σε αυτή. Θεώρησε ότι έχει απέναντι του λογικούς συνομιλητές που όλοι μαζί και από κοινού θα επιδιώξουν να δοθεί μια λύση στο πρόβλημα της διαχείρησης του υπέρογκου χρέους της Ελλάδας, επιτυγχάνοντας έναν έντιμο συμβιβασμό που δεν θα βάζει θηλειά στην εθνική οικονομία και τον ελληνικό λαό.
Γελάστηκε οικτρά! Όταν αντιλήφθηκε ότι έχει να κάνει με διπρόσωπους τεχνοκράτες που αφήνουν τα χαμόγελα και τις διαχυτικότητες έξω από την αίθουσα των διαπραγματεύσεων και μέσα μεταμορφώνονται σε λύκους που διψούν για αίμα, ήταν πολύ αργά. Ήδη είχε συμφωνήσει σε εκείνες τις επαίσχυντες προτάσεις που του έγιναν τον Φεβρουάριο για να μην προχωρήσει η ελληνική κυβέρνηση σε μονομερείς ενέργειες και παράλληλα να αποδεχτεί τα πρωτογενή πλεονάσματα, (πράγμα που εξ΄ορισμού σημαίνει λιτότητα και νέα μνημόνια), χωρίς μάλιστα να εξασφαλίσει οποιαδήποτε ρευστότητα. Αυτό ανάγκασε την κυβέρνηση να δώσει ότι αποθεματικά υπήρχαν στα ταμεία της για τις δόσεις του δανείου που έτρεχαν, αποδυναμώνοντας έτσι σημαντικά τη διαπραγματευτική θέση της χώρας στην τελική φάση των συνομιλιών.
Οι προτάσεις που διατείνεται ότι έκανε για ένα συντεταγμένο grexit καθώς και τα οικονομικά τρυκ που σχεδίασε για διπλά νομίσματα στο τέλος της διαπραγμάτευσης πια, όχι μόνο δεν εισακούστηκαν από τους προϊσταμένους του στην ελληνική κυβέρνηση, αλλά αντίθετα οι συγκεκριμένοι τον απέσυραν κι από τις διαπραγματεύσεις, οδηγώντας τον και σε παραίτηση τελικά.
Ο Γιάνης, του οποίου την οικονομική πολυμάθεια και τη λαμπρή επιστημονική διαδρομή ουδείς μπορεί να αμφισβητήσει, πήρε ίσως ένα από τα σπουδαιότερα μαθήματα της ζωής του, τέτοιο που πιθανά να μην έπαιρνε ποτέ ακόμη και στα πιο σπουδαία πανεπιστήμια από τα οποία πέρασε: αντιλήφθηκε από πρώτο χέρι πόσο άπληστο και άναρχο σύστημα είναι ο καπιταλισμός και πως στην πραγματικότητα δεν διαθέτει ολοκληρωμένο μεσοπρόθεσμο ή μακροπρόθεσμο σχέδιο, απλά στηρίζεται στον τυχαίο εμπειρισμό και την ενστικτώδη κίνηση του για άμεσο και γρήγορο πολλαπλασιασμό των κερδών του, παρά την πληθώρα των οικονομικών ινστιτούτων και των think tank που έχει δημιουργήσει με τους εκατοντάδες λαμπρούς οικονομολόγους που απασχολούνται σε αυτά.
Οι κραυγές του και οι απελπισμένες προειδοποιήσεις για το αδιέξοδο που οδηγείται το σύστημα μέσα από τον συγκεκριμένο τρόπο λειτουργίας του, αποδείχτηκαν «φωνή βοώντος εν τη ερήμω»!
ΤΣΙΠΡΑΣ: ΕΙΧΕ ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΗ;
Όλοι οι κυβερνητικοί παράγοντες πλέον, συνεπικουρούμενοι από τα επίσημα ΜΜΕ, έχουν επιδοθεί σε μια προσπάθεια να πείσουν τον ελληνικό λαό ότι δεν υπήρχε εναλλακτική λύση αν δεν υπογραφόταν η συμφωνία, ότι η Ελλάδα θα καταστρεφόταν, σεισμοί και καταποντισμοί μας περίμεναν, ότι δεν θα είχαμε να φάμε, οι καταθέσεις θα εξανεμίζονταν και άλλα τέτοια τρομολαγνικά.
Φυσικά υπάρχουν αρκετά παραδείγματα χωρών όπως η Ισλανδία, η Αργεντινή, ο Ισημερινός που αρνήθηκαν να πληρώσουν το ΔΝΤ και οι οποίες δεν έχουν σβηστεί ακόμη από το χάρτη.
Στην πραγματικότητα δεν ήταν η ελληνική οικονομία που δεν είχε εναλλακτική λύση αλλά ο ίδιος ο Τσίπρας.
Είναι γεγονός ότι υπάρχει μια ομάδα ανθρώπων γύρω του που διακατέχονταν από την αντίληψη της με κάθε θυσία παραμονής στο ευρώ και οι οποίοι πιθανά να τον επηρρέασαν προς αυτή την κατεύθυνση. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ωστόσο ότι ο ίδιος τους επέλεξε να είναι κοντά του, δεν παρίσφυσε με πρακτορικό τρόπον κανένας από μόνος του στο στενό πρωθυπουργικό περιβάλλον. Και το πραγματικό πρόβλημα δεν είναι αυτοί, που σαν προσωπικότητες δεν θα μπορούσαν από μόνοι τους να παίξουν ποτέ ηγετικό ρόλο στο χώρο της Αριστεράς, αλλά ο ίδιος ο Τσίπρας.
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ είναι αναμφισβήτητα ένας χαρισματικός ηγέτης, γαλουχημένος όμως επάνω σε συγκεκριμένες πολιτικές ντιρεκτίβες που ξεκινούν από τα κινήματα της δεκαετίας του ’90 και καταλήγουν στην ευρωκομμουνιστική θεώρηση που επικρατούσε μέχρι πρόσφατα στο κόμμα του Συνασπισμού. Δεν εκπαιδεύτηκε ποτέ ως μαρξιστής επαναστάτης σε ανάλογες οργανώσεις ούτε έχει την εμπειρία σκληρών αγώνων σε περιόδους οξυμένης ταξικής πάλης.
Με αυτή την έννοια, μόνο ως ένα αριστερό ρεφορμιστή μπορεί να τον χαρακτηρίσει κάποιος. Ως γνήσιος ρεφορμιστής λοιπόν, ο Τσίπρας γνωρίζει και ποια είναι τα όρια του, ως που μπορεί να φτάσει δηλαδή. Γνωρίζει πολύ καλά πως αν τραβούσε άλλο το σκοινί στη διαπραγμάτευση, τότε θα έμπαινε σε αχαρτογράφητα γι αυτόν νερά και σε μια διαδικασία που δεν θα ήξερε που θα τον βγάλει. Μια τέτοια διαδικασία θα απαιτούσε σοβαρές αλλαγές στην ελληνική κοινωνία, πιθανά εθνικοποίηση των τραπεζών και των βασικών τομέων της βιομηχανίας, πράγμα που θα τον οδηγούσε σε σύγκρουση με το οικονομικό κατεστημένο στην Ελλάδα και σε οριστική διάρηξη των σχέσεων του με τις υπάρχουσες ευρωπαϊκές δυνάμεις. Είναι σίγουρο πλέον ότι ποτέ δεν προετοιμάστηκε για κάτι τέτοιο κι ούτε ποτέ υπήρξε τέτοιου είδους σχέδιο στο μυαλό του.
Αντιλήφθηκε, έστω και καθυστερημένα, ότι ο ρόλος του Λένιν δεν του ταιριάζει κι έτσι προτίμησε εκείνον του Μπερλίγκουερ και της συνεργασίας με την αστική τάξη, με όλες τις πιθανές συνέπειες για τον ίδιο, το κόμμα του και τη ευρύτερη Αριστερά.
Είναι υποχρεωμένος να αποδεχτεί και ίσως να μην έχει συνειδητοποιήσει ακόμη ότι με αυτή του την επιλογή, αντί να παίζει αυτός πεντοζάλι στους Ευρωπαίους, όπως κάποτε είχε δηλώσει, από εδώ και πέρα θα χορεύει το βαλς που έχουν ενορχηστρώσει εκείνοι γι αυτόν, μέχρι να ζαλιστεί και να πέσει κάτω. Γιατί όσο πρόθυμος κι αν εμφανίζεται, οι αστικές δυνάμεις προτιμούν τα δικά τους παραδοσιακά συντηρητικά κόμματα για να έχουν το κεφάλι τους ήσυχο, πολλώ δε μάλλον όταν ακόμη υπάρχει μέσα στο κόμμα ισχυρή εσωκομματική αντιπολίτευση, με τη μορφή της Αριστερής Πλατφόρμας.
Από τη στιγμή που έκανε το λάθος να πει το Α που του υπαγόρευσαν με τη συμφωνία που υπέγραψε, τώρα είναι υποχρεωμένος να πει το Β και το Γ, μέχρι να ολοκληρώσει το αλφαβητάρι. Είναι υποχρεωμένος να στραφεί ενάντια στο κόμμα που τον ανέδειξε, να ξεκαθαρίσει με τους αντιτιθέμενους στη εντυπωσιακά απότομη σοσιαλδημοκρατική στροφή που πραγματοποιεί, έτσι ώστε αυτή να ευοδωθεί πλήρως και συγκροτημένα για να πάρει τα εύσημα από τους νέους συμμάχους του.
Το προσωπικό του πολιτικό κόστος δεν είναι σε θέση αυτή τη στιγμή να το μετρήσει σωστά, καθότι όπως γενικώς εκτιμάται, ο πολιτικός χρόνος είναι ιδιαίτερα συμπυκνωμένος. Ο αρχικός πανικός του έχει δώσει τώρα τη θέση του στην παράδοση άνευ όρων. Οι εξελίξεις πλέον καθορίζουν αυτόν και όχι αυτός τις εξελίξεις!
Σαν γενικό ρεζουμέ, αυτό που θέλουμε να πούμε και για το οποίο είμαστε απόλυτα σίγουροι, είναι ότι όσο απογοητευτικές κι αν είναι οι εξελίξεις, η Ιστορία δεν μπορεί να τελειώσει στο συγκεκριμένο κεφάλαιο, όπως δεν τελείωσε σε άλλες απείρως πιο αρνητικές περιόδους για το κίνημα και την Αριστερά.
Σύντομα οι κοινωνικές δυνάμεις θα ανασκουμπωθούν και θα αναζητήσουν για μια ακόμη φορά νέες πολιτικές διεξόδους, νέες προτάσεις και νέα ηγετικά πρόσωπα. Όπως λέει η παροιμία «μια του κλέφτη, δυο του κλέφτη…», κάποτε είναι σίγουρο ότι οι εμπειρίες των ταξικών αγώνων θα αξιοποιηθούν και η επαναστατική σάλτσα θα δέσει. Και τότε δυστυχώς ακόμη και χαρισματικοί ηγέτες σαν τον Αλέξη Τσίπρα θα βρεθούν στα αζήτητα της Ιστορίας!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου