Το Ποντίκι
του Δημήτρη Μηλάκα
Υπάρχουν, θα μπορούσε να ισχυριστεί κάποιος, δύο μεγάλες κατηγορίες πολιτών: οι «πολλοί» και οι «λίγοι». Οι «λίγοι» είναι κάτι περίεργοι τύποι που όλο κάτι τους φταίει, κάτι τους λείπει, με τίποτε δεν είναι ικανοποιημένοι και δίνουν τις εκ προοιμίου χαμένες τους μάχες ακόμα και χτυπώντας το κεφάλι τους στον τοίχο, προκαλώντας το ειρωνικό χαμόγελο πολλές φορές μάλιστα την απέχθεια ακόμα και την οργή των πολλών.
Οι «πολλοί» είναι αυτό που λέμε «ρεαλιστές». Μπορούν να βάλουν (ή να μπουν σε) πρόγραμμα, να μεταρρυθμιστούν, να εκσυγχρονιστούν, να προσαρμοστούν, να τακτοποιηθούν και να αντιμετωπίσουν τον κόσμο όπως αυτός είναι και με τους κανόνες, όπως αυτοί έχουν διαμορφωθεί, από αυτούς που «ξέρουν» και τους διαμορφώνουν:
«Πατρίς θρησκεία οικογένεια» (η αρχέγονη τρόικα χειραγώγησης), σχολείο, στρατός, διανόηση—που σιτίζεται κατά κύριο λόγο από το «πρυτανείο» δηλαδή έμμισθη της εξουσίας-- και τέλος τα ύψιστα επιτεύγματα της επιστήμης της καθοδήγησης και του ελέγχου, το κύκλωμα των media. Το αποτέλεσμα της διαρθρωμένης λειτουργίας αυτών των μηχανισμών είναι η παραγωγή και εξέλιξη της μαζικής κουλτούρας-- η οποία συμπεριλαμβάνει και τις επιτρεπόμενες δόσεις και χρονικής διάρκειας «αντισυμβατικής συμπεριφοράς»-- η «μόδα», η κυρίαρχη τάση. Είναι, με άλλα λόγια, η υποδόρια υπόδειξη του «σωστού», του πρέποντος και πάνω απ όλα του εφικτού και του ρεαλιστικού.
Το καταλυτικό επιχείρημα των «πολλών» διατυπώνεται χιλιάδες φορές έτσι ώστε να εμπεδωθεί από τα πρώτα βήματα της ανθρώπινης ύπαρξης και παρά τις άπειρες παραλλαγές του, παραμένει ίδιο στην ουσία του: «Δεν γίνεται αλλιώς- δεν υπάρχει άλλος τρόπος ή άλλος δρόμος για να ζήσεις». Ο μόνος δρόμος είναι αυτός που έχει χαραχτεί από αυτούς που… ξέρουν με ποιον τρόπο πρέπει να ζήσεις. Ποιος είσαι εσύ που θα αμφισβητήσεις την «τρόικα» των ιερών και των οσίων; Και για πόσο;
Κάπως έτσι, «τα καλύτερα παιδιά, κουράστηκαν και γύρισαν στο σπίτι». Εκεί όπου βρίσκεται το πρέπον, το εφικτό και το σίγουρο. Εκεί όπου το «εγώ» κάθεται στο «θρόνο» του για να απολαύσει τις παροχές τού «καθώς πρέπει» και ζώντας την ζωή που επιτρέπεται.
Και κάπως έτσι τελειώνουν πριν να αρχίσουν οι «μγάλοι έρωτες» και οι μεγάλες (προσωπικές/ κοινωνικές) «επαναστάσεις»: Με την «προδοσία» που συνεπάγεται η μετάβαση από τον κόσμο των «λίγων» στον κόσμο των «πολλών». Με την προδοσία, απέναντι στους «λίγους» που (επι)μένουν πίσω να αναζητούν το ανέφικτο, αλλά και την προδοσία της ίδιας της ύπαρξης που εγκαταλείπει τον κόσμο του ονείρου για αυτόν της «πραγματικότητας».
Βλέπω την ειρωνεία στο πρόσωπο όσων από τους «πολλούς» τυχαίνει να έχουν φτάσει μέχρι αυτήν την αράδα του κειμένου και ταυτόχρονα ακούω –για παράδειγμα-- τον Αλέξη Τσίπρα να σφυρίζει χαρωπά τραβώντας ολοταχώς το δρόμο προς τον δικό του «θρόνο», αφήνοντας πίσω του τους «λίγους», που τον εμπιστεύτηκαν, ίσως και τον ίδιο του τον εαυτό…
Υ.Γ. Παρακολουθώ, επίσης, με οδύνη μια φάτσα στον καθρέπτη και με βλέπω, έναν βολεμένο κριτή της ήττας των άλλων, που «κατανοεί» πως «έτσι είναι η ζωή» και «αυτός είναι ο κόσμος» αλλά ωστόσο αδυνατεί να αποδεχτεί και να συμβιβαστεί με τη δική του ήττα: « Όχι, λέμε… Η ζωή δεν είναι μονόδρομος σχεδιασμένος από «τρόικες» και «ιερές» οδηγίες.
Πάντα θα υπάρχει και ένας άλλος τρόπος για να ζεις. Ο δικός σου»…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου