Ιδιαίτερα αισιόδοξα για τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας εμφανίστηκαν την περασμένη εβδομάδα κορυφαία στελέχη των ευρωπαϊκών θεσμών, διεθνών οργανισμών και ερευνητικών ιδρυμάτων. Το ίδιο κλίμα μετέδωσαν και δημοσιεύματα σχετικά με τις αποδόσεις του χρηματιστηρίου της Αθήνας. Παρόλα αυτά η ελληνική οικονομία δεν είναι μια οικονομία που πετάει, ενώ έχει στο άμεσο μέλλον να αντιμετωπίσει πολλές κρίσιμες αξιολογήσεις.
Στην ημερίδα με τίτλο «Εντάσσοντας την Ελλάδα στο πλαίσιο των πολιτικών του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου: προτεραιότητες για αειφόρο ανάπτυξη και ανταγωνιστικότητα», που συνδιοργάνωσαν, στις 20 Μαρτίου, το ΙΟΒΕ και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή βρέθηκαν στην Αθήνα πολλά υψηλόβαθμα στελέχη της ΕΕ και διεθνών οργανισμών.
Σχεδόν στο σύνολό τους, τα στελέχη αυτά εξέφρασαν την αισιοδοξία τους για τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας. Υπερτόνισαν βεβαίως την αναγκαιότητα να προχωρήσουν με επιτυχία και συνέπεια οι μεταρρυθμίσεις κι υπογράμμισαν την επίσης μεγάλη ανάγκη της ταχείας εφαρμογής των ψηφιακών τεχνολογιών στη διοίκηση. Μια άλλη αναγκαιότητα που έθιξαν οι τεχνοκράτες της ΕΕ και οι επικεφαλής διεθνών οργανισμών και ερευνητικών κέντρων είναι η ένταξη μιας φιλοσοφίας καινοτομίας στις ελληνικές επιχειρήσεις.
Αν και δεν παρέλειψαν τις αναφορές σε εξωγενείς παράγοντες, όπως ο εμπορικός πόλεμος και οι πολιτικές προστατευτισμού, που μπορούν να επηρεάσουν την αναπτυξιακή τροχιά της ελληνικής οικονομίας, τα στελέχη αυτά εστίασαν στον καθοριστικό ρόλο των μεταρρυθμίσεων. Παρότι έκριναν ότι μετά τα μνημόνια «όλα γίνονται όπως πρέπει» τόνισαν ιδιαίτερα ότι η επιτάχυνση σε ό,τι αφορά την υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων θα ενθαρρύνει περισσότερο τους ξένους επενδυτές.
Πάτε καλά, αλλά…
Σε καλή πορεία βρήκε την ελληνική οικονομία και ο εκπρόσωπος του ΔΝΤ, Τζέρι Ράις, αποδίδοντας αυτό το θετικό αποτέλεσμα στις μεταρρυθμίσεις που έχουν εφαρμοστεί μέχρι τώρα. Ανάλογες ήταν οι δηλώσεις και του γγ του ΟΟΣΑ, Άνχελ Γκουρία, ο οποίος επισήμανε ότι, μετά από δραματικές προσπάθειες, η Ελλάδα κατάφερε «να μειώσει το ονομαστικό χρέος και σιγά-σιγά δημιουργήθηκε ένα μεγάλο παράθυρο εξυπηρέτησης τους χρέους -περίπου 15 ετών- για να μπει μπροστά η ανάπτυξη».
Ο γγ του ΟΟΣΑ, αν και βρήκε την Ελλάδα «σε καλύτερη κατάσταση σε σχέση με τους γείτονες της, σε ό,τι αφορά τις προβλέψεις για την ανάπτυξη» σημείωσε ότι ο ρυθμός ανάπτυξης 2% «δεν είναι αρκετός, αλλά δεν αποκλείεται να είναι σε πολύ καλό επίπεδο τα επόμενα χρόνια».
Ένεση για την ελληνική οικονομία ήταν και η αναφορά του περιοδικού Forbes το οποίο υπογράμμισε ότι το ελληνικό χρηματιστήριο πρωτοστατεί στην άνοδο μεταξύ των ευρωπαϊκών για το 2019. Το περιοδικό, επικαλούμενο σχετικό πίνακα της εταιρείας Tradingeconomics.com, ανέφερε ότι τα χειρότερα μπορεί να παρήλθαν, όπως φαίνεται από πολλούς μακροοικονομικούς δείκτες.
Σημείωνε μάλιστα χαρακτηριστικά την άνοδο 1,6% του ΑΕΠ σε ετήσια βάση το τέταρτο τρίμηνο του 2018, την οποία απέδιδε στην αύξηση των εξαγωγών και στα ιστορικά ρεκόρ του ελληνικού τουρισμού την ίδια χρονιά. Άλλες παράμετροι, σύμφωνα με την Tradingeconomics ήταν η βελτίωση της θέσης της χώρας στην ανταγωνιστικότητα (57η το 2018 από 96η το 2013) και η μείωση της ανεργίας στο 18% τον Δεκέμβριο του 2018, έναντι 27,90% τον Ιούλιο του 2013. Κυρίως όμως το Forbes υπογράμμιζε την μεγάλη δημοσιονομική μεταστροφή, το επίτευγμα δηλαδή του πλεονάσματος 0,80% του ΑΕΠ το 2017, έναντι ελλείμματος 15,10% το 2009.
Αν μείνει κάποιος στις διαπιστώσεις αυτές κινδυνεύει να αποκτήσει μια ιδεατή εικόνα για την ελληνική οικονομία. Οι οικονομικοί δείκτες σαφώς και δεν είναι ίδιοι με αυτούς του 2013 και του 2015, η οικονομία ωστόσο δεν καλπάζει, όπως θ έπρεπε μετά την πολυετή και βαθιά ύφεση. Από την άλλη τα πλεονάσματα είναι εκ των πραγμάτων «ματωμένα», καθώς είναι αποτέλεσμα της υψηλής και δυσβάσταχτης για το σύνολο σχεδόν των πολιτών και των επιχειρήσεων.
Και στο βάθος νέα αξιολόγηση
Παραλλήλως, οι εκβιαστικού χαρακτήρα απαιτήσεις των Ευρωπαίων, ειδικά για τα «κόκκινα δάνεια» και την αλλαγή του πλαισίου προστασίας της πρώτης κατοικίας, καθιστούν την κυβέρνηση δέσμια των αξιολογήσεων του eurogroup, παρά την έξοδο της χώρας από τα μνημόνια. Οι διαδοχικές παρατάσεις σε ό,τι αφορά την εκταμίευση των 970 εκατ. ευρώ, ποσό που αποτελεί μέρος από τα υπερκέρδη που αποκόμισαν οι κεντρικές ευρωπαϊκές τράπεζες από την διακράτηση ελληνικών ομολόγων, δεν είναι και η καλύτερη εικόνα που θα μπορούσε να έχει η ελληνική κυβέρνηση και η ελληνική οικονομία.
Το θέμα έχει παραπεμφθεί πλέον στο άτυπο Εurogroup που θα γίνει στις 5 Απριλίου, στο Βουκουρέστι, την Πρωταπριλιά όμως θα βρίσκονται στην Αθήνα οι επικεφαλής των πιστωτών με σκοπό να ανοίξουν και επισήμως την τρίτη μεταμνημονιακή αξιολόγηση, και μάλιστα πριν καλά- καλά κλείσει η δεύτερη.
Οι αξιολογήσεις αυτές δεν είναι όμως οι μοναδικές για την ελληνική οικονομία τον Απρίλιο, ο οποίος αναδεικνύεται σε έναν κρίσιμο μήνα. Στα μέσα Απριλίου η Αθήνα θα παρουσιάσει και το Εθνικό Πρόγραμμα Μεταρρυθμίσεων, το οποίο αποτελεί, για όλα τα κράτη-μέλη, το βασικό εργαλείο για την υλοποίηση της Στρατηγικής «Ευρώπη 2020».
Στα τέλη του μήνα όμως, και συγκεκριμένα στις 26 Απριλίου, η κυβέρνηση περιμένει και την αξιολόγηση του οίκου S&P σχετικά με το ελληνικό αξιόχρεο. Θα πρέπει εδώ να σημειωθεί ότι η πλέον πρόσφατη αναβάθμιση του ελληνικού αξιόχρεου ήταν από τον Moody’s, την 1ηΜαρτίου, σε Β1 από Β3, ενώ ο S&P, στην τελευταία του αξιολόγηση τον περασμένο Ιούλιο είχε επιβεβαιώσει την αξιολόγηση B+.
- Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του SLpress.gr
Πηγή slpress
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου