Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Στη νέα «τρέλα» των αγορών έχει
εξελιχθεί το ιταλικό δημοψήφισμα για τη συνταγματική αναθεώρηση που θα
διεξαχθεί την Κυριακή 4 Δεκεμβρίου, καθώς ενδεχόμενη ήττα του Matteo Renzi
ενδέχεται να πυροδοτήσει σημαντικές πολιτικές εξελίξεις στη χώρα, ενισχύοντας
την αβεβαιότητα για τη σταθερότητα στην Ευρώπη.
Στην αρχή ήταν το Brexit και στη
συνέχεια η νίκη του Donald Trump, που ως απρόσμενα γεγονότα κλόνισαν τις
αγορές. Ο «τυφώνας» Trump έχει αυξήσει τον αριθμό των αναλυτών που αναμένεται
να «μεταφράσουν» το αποτέλεσμα του ιταλικού δημοψηφίσματος ως μία ακόμη ένδειξη
της δυσαρέσκειας που παρατηρείται διεθνώς για το υφιστάμενο status quo.
Πιθανή αναταραχή στο πολιτικό
σκηνικό της Ιταλίας, θα απομονώσει τον Renzi και θα φέρει με απρόβλεπτο τρόπο
στην επιφάνεια τα προβλήματα της ιταλικής οικονομίας. Για τον πολύ απλό λόγο
ότι αυτά είναι πολλά και ότι η Ιταλία δεν είναι... Ελλάδα, αλλά θεωρείται «too
big to fail».
Μερικά από τα σημαντικότερα
προβλήματα της Ιταλίας εντοπίζονται στον τραπεζικό κλάδο, με τα «κόκκινα»
δάνεια να ξεπερνούν τα 300 δισ. ευρώ και την αρχαιότερη τράπεζα του κόσμου,
Banca Monte dei Paschi di Siena, να αποτυγχάνει στα stress tests της Ευρωπαϊκής
Κεντρικής Τράπεζας. Αποτέλεσμα είναι οι τραπεζικές μετοχές να έχουν υποχωρήσει
πάνω από 60% μέσα στο 2016.
Ας δούμε τι ακριβώς συμβαίνει στον
ιταλικό τραπεζικό κλάδο, όπως περιγράφεται σε άρθρο των Lorenzo Codogno και
Maria Monti του Ευρωπαϊκού Ινστιτούτου του London School of Economics.
Σημειώνεται ότι ο L. Codogno έχει διατελέσει επικεφαλής οικονομολόγος και γενικός
διευθυντής του υπουργείου Οικονομικών της Ιταλίας από το 2006 έως το 2015.
Η εξυγίανση των ιταλικών τραπεζών
εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την ομαλή και θετική εξέλιξη του σχεδίου
αναδιάρθρωσης της Monte Paschi. Η Monte Paschi, αναγκάστηκε να ενισχύσει τα
κεφάλαιά της και να επιταχύνει την πώληση «κόκκινων» δανείων. Αν η τρίτη
μεγαλύτερη ιταλική τράπεζα καταφέρει να αντλήσει τα απαιτούμενα κεφάλαια και να
διαχειριστεί τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα (NPEs), θα αποτελέσει παράδειγμα
για μικρότερες τράπεζες. Για να γίνει όμως αυτό, απαιτείται πολιτική
σταθερότητα, μία αναγκαία συνθήκη για την προσέλκυση επενδυτών.
Στον αντίποδα, στην περίπτωση που
το σχέδιο αναδιάρθρωσης δεν στεφθεί με επιτυχία, θα επιφέρει πλήγμα σε ολόκληρο
τον κλάδο και ενδεχομένως σε ολόκληρο τον ευρωπαϊκό τραπεζικό κλάδο. Η αποτυχία
του σχεδίου της Monte Paschi θα οδηγήσει σε κρατική παρέμβαση για τη διάσωσή
της, κάτι εξαιρετικά δύσκολο να συμβεί αν δεν υπάρχει κυβέρνηση ή αν η νέα
κυβέρνηση είναι αδύναμη, με περιορισμένη πλειοψηφία.
Με το πολιτικό κλίμα στην Ιταλία να
είναι ήδη άνω κάτω, το δημοψήφισμα κινδυνεύει να καταδικάσει τον τραπεζικό
κλάδο... σε θάνατο, σκοτώνοντας τον πολύτιμο χρόνο που απαιτείται για την
ανάκαμψή του. Σε μία τέτοια εξέλιξη είναι βέβαιο ότι η περιορισμένη διάθεση
ανάληψης κινδύνου στις τάξεις των επενδυτών θα επηρεάσει και τις ελληνικές
τράπεζες.
Ο τραπεζικός κλάδος της Ιταλίας
έχει βρεθεί υπό πίεση εδώ και αρκετό καιρό. Τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα
(NPEs) κορυφώθηκαν στο 18% στο τέλος του 2015, με τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια
να διαμορφώνονται στο 12%. Αν και ο όγκος τους έχει αρχίσει να μειώνεται, η
διαφορά μεταξύ της λογιστικής τους αξίας και των τιμών στην αγορά κάνει τις
τράπεζες να αποφεύγουν τις πωλήσεις NPLs για να μην γράψουν ζημιές. Ακριβώς ότι
συμβαίνει δηλαδή και με τις ελληνικές τράπεζες.
Στο πλαίσιο του σχεδίου
αναδιάρθρωσης, η Monte Paschi πρέπει να ενισχυθεί κεφαλαιακά με 5 δισ. ευρώ.
Μία από τις επιλογές για την επίτευξη του στόχου είναι η εθελοντική ανταλλαγή
τίτλων ύψους 4,3 δισ. ευρώ με μετοχές ύψους, με σχεδόν τα μισά ομόλογα να
βρίσκονται σε χέρια ιδιωτών. Αν δεν ολοκληρωθεί επιτυχώς η ανακεφαλαιοποίηση,
το μοναδικό plan B είναι η κρατική παρέμβαση σε περιβάλλον bail-in,
επηρεάζοντας ομολογιούχους και μετόχους.
Οι τιμές που προσφέρονται στους
ομολογιούχους για την ανταλλαγή των τίτλων με μετοχές είναι υψηλότερες των
τιμών στην αγορά έως και 30%, όμως ακόμη δεν έχει διευκρινιστεί η τιμή της
μετοχής στην οποία θα γίνει η ανταλλαγή. Η αβεβαιότητα αποτελεί σοβαρό εμπόδιο
για τη συμμετοχή θεσμικών επενδυτών και ιδιωτών επενδυτών στη συναλλαγή. Όσο
αυξάνεται η πιθανότητα αποτυχίας της ανταλλαγής, τόσο πιο κοντά έρχεται το
«κούρεμα».
Παράλληλα, η Monte Paschi προσπαθεί
να τιτλοποιήσει NPLs ύψους 27 δισ. ευρώ, στοχεύοντας να εισπράξει 9,2 δισ. ευρώ.
Οι κρατικές εγγυήσεις και η συμμετοχή του οχήματος Atlante που δημιουργήθηκε
για τέτοιες περιπτώσεις, αναμένεται να διευκολύνουν έως ένα βαθμό την πώληση
«κόκκινων» δανείων, όμως αν αποτύχει η ανακεφαλαιοποίηση θεωρείται δεδομένο ότι
θα αποτύχει και η πώληση των NPLs. Μία τέτοια εξέλιξη θα είχε επιπτώσεις και
στην πώληση χαρτοφυλακίων «κόκκινων» δανείων και άλλων τραπεζών όπως η
UniCredit, δυσκολεύοντας γενικότερα την ανάπτυξη αγοράς NPLs στην Ελλάδα και
αλλού.
Ένα ακόμη... τραπεζικό πρόβλημα
στην Ιταλία έχει να κάνει με το γεγονός ότι οι μεγαλύτερες τράπεζες της χώρας
εμφανίζουν πολύ καλύτερα αποτελέσματα από τις μικρότερες τράπεζες, την ώρα που
οι συνθήκες στην αγορά δεν είναι ευνοϊκές για την ταχεία συγκέντρωση του
κλάδου, στον βαθμό που αυτό απαιτείται.
Πηγή liberal
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου