Νέα Πολιτική
του Γιώργου Γκινόπουλου
Ένα από τα πιό εντυπωσιακά στοιχεία του σημερινού συστήματος εισαγωγής την Ανώτατη Εκπαίδευση, είναι το γεγονός ότι έχει πολύ υψηλό βαθμό δόμησης και αντίστοιχα πολύ χαμηλή ευελιξία, κάτι το οποίο μειώνει τα περιθώρια επιλογών που έχει ο μαθητής. Εκτός αυτού, θα πρέπει να αναφερθεί το πόσο ατροφική και σχεδόν ανύπαρκτη είναι η μέριμνα για σχολικό και επαγγελματικό προσανατολισμό στα σχολεία (τουλάχιστον της δημόσιας εκπαίδευσης) -θυμάμαι τον καθηγητή τον μαθηματικών μου να διαβάζει εφημερίδα κατά την ώρα που είχαμε σχολικό προσανατολισμό στο γυμνάσιο- αλλά αυτό θα χρειαζόταν ένα νέο άρθρο από μόνο του.
Συνεχίζοντας το σκεπτικό, κατέληξα ότι η ‘’σιδηρόφρακτη’’ φύση του συστήματος, σε αντίθεση με εναλλακτικά συστήματα σε άλλες χώρες της Ευρώπης, διαφύλασσε το μοναδικό αναμφισβήτητα θετικό χαρακτηριστικό του: το αδιάβλητο της εξέτασης. Μπορεί εύκολα να φανταστεί κανείς τι θα γινόταν εάν η διαδικασία ήταν κατακερματισμένη και υπό την ευθύνη διαφορετικών οργανισμών( πχ. τα τμήματα των σχολών των ΑΕΙ/ΤΕΙ ) ή ακόμα περισσότερο εάν υπήρχε πρόβλεψη για προσωπικές συνεντεύξεις και ατομική αξιολόγηση. Θα περιοριστώ απλά να πω ότι, σε μία μικρή γωνία του συστήματος εισαγωγής, υπήρχε μία κατηγορία εισακτέων που εισερχόταν σε ανώτατα ιδρύματα εκτός, ή καλύτερα παραπλεύρως αυτού του συστήματος, και αυτό ήταν ο «θεσμός» των επιλαχόντων στις στρατιωτικές σχολές. Αυτή η ευελιξία του συστήματος έγινε αντικείμενο κατάχρησης και πόλος διαφθοράς και τελικά σταμάτησε το 2008.
Ποιό θα μπορούσε, λοιπόν, να είναι ένα σύστημα που θα μπορούσε να έχει ως επίκεντρο τον μαθητή, να του δίνει τον χρόνο και τα μέσα να μάθει αυτό που του ταιριάζει, να τον προετοιμάζει για την τριτοβάθμια εκπαίδευση, με παράλληλη αποσύνδεση των πανελληνίων από την δευτεροβάθμια εκπαίδευση;
Μία πρόταση θα μπορούσε να έχει την εξής μορφή-καθαρά ενδεικτικά: Θα μπορούσε να υπάρξει μια ενδιάμεση χρονιά (ας την πούμε δ΄ λυκείου ή ακαδημαϊκή χρονιά ή κάτι ανάλογο), η οποία θα έπεται του απολυτηρίου της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και η οποία θα συγκεντρώνει την λογική των κατευθύνσεων ή των δεσμών. Το έτος αυτό θα έχει την δομή ενός έτους ανώτατου εκπαιδευτικού ιδρύματος (δύο εξάμηνα) με τέσσερα έως πέντε μαθήματα έκαστο. Μία μεικτή επιτροπή από καθηγητές δευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας εκπαίδευσης θα επιλέξει τον αριθμό και το είδος των μαθημάτων. Οι απόφοιτοι λυκείου θα επιλέγουν μαθήματα ανάλογα με το επιστημονικό πεδίο που επιθυμούν (Κοινωνικών και Οικονομικών επιστημών, θετικών, τεχνολογικών, θεωρητικών, Σώματα Ασφαλείας-Στρατιωτικές σχολές). Θα μπορεί η κάθε πανεπιστημιακή σχολή ή και τμήμα να ορίζει τα υποχρεωτικά ή κατ’επιλογήν μαθήματα και πεδία που θα θέλει η ίδια να έχει αφομοιώσει ο υποψήφιος ώστε να τον δεχθεί στην σχολή. Το εκπαιδευτικό προσωπικό θα μπορούσε να είναι καθηγητές δευτεροβάθμιας αλλά και διδάκτορες πανεπιστημίων.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η ενδιάμεση αυτή χρονιά θα προετοιμάζει τον μαθητή ως προς τον τρόπο και την υφή της πανεπιστημιακής διδασκαλίας, ενώ θα μπορεί να συνθέσει την διδακτέα ύλη μειώνοντας την δυσκολία των μαθημάτων της Γ΄ Λυκείου, καθιστώντας την τελευταία πιο βατή χρονιά. Συμπληρωματικά και σε περιορισμένο βαθμό, θα μπορούσε να μετακυλιστεί ένα μέρος της διδακτέας ύλης του πρώτου έτους του πανεπιστημίου σε αυτή την χρονιά, δίνοντας την ευκαιρία στο πρόγραμμα σπουδών της τριτοβάθμιας να εισδέχεται έναν πιό έτοιμο και ώριμο πρωτοετή, επιλύοντας το θέμα προσαρμογής του στον νέο τρόπο διδασκαλίας και εκπαίδευσης, αλλά να ανακουφίσει και τα υπερτροφικά προγράμματα εκπαίδευσης κάποιων σχολών.
Έτσι, προτείνονται ενδεικτικά τα εξής μαθήματα: Μαθηματικά 1 και 2, Φυσική 1 και 2, χημεία οργανική και ανόργανη, βιολογία 1 και 2, πληροφορική 1 και 2, οικονομία 1 και 2, πολιτική θεωρία, πολιτική κοινωνιολογία, ιστορία 1 και 2, λατινικά, αρχαία ελληνική γλώσσα και γραμματεία, λογοτεχνία, διοίκηση επιχειρήσεων, έκθεση-έκφραση και γραπτή εργασία (δεύτερο εξάμηνο), αγγλικά, γαλλικά (ή/και όποια γλώσσα θεωρηθεί κατάλληλη). Εδώ μάλιστα μπορεί να είναι μία πολύ καλή ευκαιρία για τον μαθητή να αποκτήσει και κάποιο πτυχίο σε ξένη γλώσσα. Το πρόγραμμα διδασκαλίας μπορεί να διαθέτει και πιό ειδικού τύπου μαθήματα, ανάλογα με τις προτάσεις των σχολών και των τμημάτων των πανεπιστημίων, ενώ τα τελευταία θα έχουν την ευχέρεια να προσδίδουν βαθμούς βαρύτητας σε μαθήματα της επιλογής τους.
Η πρόταση αυτή δεν φιλοδοξεί να λύσει ως πανάκεια τα προβλήματα των μαθητών του σχολείου και των γονιών που δικαιολογημένα αγωνιούν. Αυτό το οποίο, όμως, πιστεύω ότι μπορεί να δώσει, είναι την ευκαιρία, κυρίως στον μαθητή, να έχει την άνεση χρόνου να ψάξει τον εαυτό του και να οργανώσει το μέλλον του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου