analyst
Ενώ η Ελλάδα οδηγήθηκε σε μία τριπλή παγίδα (ανάλυση), έχοντας επί πλέον να αντιμετωπίσει έναν θανατηφόρο αποπληθωρισμό (γράφημα), τα μεγάλα πολιτικά της κόμματα διεξάγουν τις εκλογές, με αντικείμενο ποιό από τα δύο θα διαχειρισθεί καλύτερα το τρίτο μνημόνιο – το οποίο, ειδικά κάτω από τις σημερινές συνθήκες της παγκόσμιας υπερχρέωσης, καθώς επίσης του περιορισμού του ρυθμού ανάπτυξης λόγω της Κίνας, δεν επιτρέπει καμία απολύτως ελπίδα για το μέλλον.
.
.
Ειδικότερα, όπως διαπιστώνεται από το γράφημα ο αποπληθωρισμός, η πτώση δηλαδή των τιμών κάτω από το 0, ξεκίνησε το 2013 – ενώ το βασικότερο χαρακτηριστικό του είναι η αύξηση της αξίας των μετρητών χρημάτων, η οποία προκαλεί έμμεσα την κλιμάκωση των χρεών.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα σήμερα είναι η Ιαπωνία, το δημόσιο χρέος της οποίας πλησιάζει το 250% του ΑΕΠ της λόγω των αποπληθωριστικών συνθηκών που δημιουργήθηκαν μετά το σπάσιμο της φούσκας το 1990 – από το παρελθόν η Μεγάλη Ύφεση της δεκαετίας του 1930 στις Η.Π.Α., κατά τη διάρκεια της οποίας κατέρρευσαν οι τιμές, έκλεισαν χιλιάδες επιχειρήσεις, μηδενίσθηκαν οι επενδύσεις και εκτοξεύθηκε η ανεργία στα ύψη.
Αυτό που προκαλεί βέβαια μεγάλη εντύπωση, εκτός από τη συμπεριφορά των ελληνικών κομμάτων, είναι αφενός μεν η στάση του ΔΝΤ, αφετέρου της Ευρώπης.
Ειδικότερα, το Ταμείο έχει ήδη δηλώσει πως το ελληνικό δημόσιο χρέος δεν είναι βιώσιμο, απαιτώντας τη διαγραφή του (άρθρο) – ενώ έχει αποδεχθεί τη λανθασμένη του διάγνωση στο παρελθόν (ανάλυση), καθώς επίσης τους εσφαλμένους πολλαπλασιαστές που χρησιμοποίησε. Εν τούτοις, επιμένει στα καταστροφικά μέτρα, ενώ αλλάζει συνεχώς απόψεις, σχετικά με τη διαγραφή.
Όσον αφορά δε την Ευρώπη, το Κοινοβούλιο των Βρυξελών έχει κατηγορήσει ευθέως την πολιτική που επέβαλλε στην Ελλάδα η Τρόικα – μεταξύ άλλων για το ότι δεν έδειξε την απαιτούμενη ευαισθησία στις κοινωνικές επιπτώσεις, καθώς επίσης επειδή δεν φρόντισε να περιορισθούν οι αρνητικές συνέπειες στο ρυθμό ανάπτυξης, με τις προβλέψεις της να απέχουν πάρα πολύ από την πραγματικότητα. Όλα αυτά όμως παραμένουν στα λόγια και δεν μετατρέπονται σε πράξεις – ενδεχομένως λόγω του φόβου του, απέναντι στην κυρίαρχη πλέον Γερμανία.
Εκτός αυτών, οι Έλληνες Πολίτες απέρριψαν δίκαια τη συνέχιση των μνημονίων (61,3% ψήφισε ΟΧΙ), αφού αυτό που χρειάζεται η Ελλάδα, οι δανειστές της επίσης, είναι μία πολιτική που δεν καταστρέφει την ανάπτυξη αλλά, αντίθετα, τη διευκολύνει – επειδή διαφορετικά η χώρα θα καταρρεύσει, ενώ δεν θα μπορέσει ποτέ να αποπληρώσει μόνη της ούτε ένα μικρό μέρος των χρεών της.
Το γεγονός αυτό αποδεικνύεται από το ότι, ενώ το ελληνικό δημόσιο χρέος σε απόλυτα νούμερα αυξήθηκε ελάχιστα μετά τη διαγραφή του 2012, αντίθετα με τις επικρατούσες εντυπώσεις, (τα πακέτα χρηματοδότησης χρησιμοποιήθηκαν κυρίως για την αποπληρωμή των χρεών της Ελλάδας προς τις γερμανικές και γαλλικές τράπεζες, καθώς επίσης για την κεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών), ως προς το ΑΕΠ συνέχισε να αυξάνεται – ακριβώς επειδή το ΑΕΠ παρέμεινε σε καθοδική πορεία.
.
.
Κάτω από τις παραπάνω προϋποθέσεις, δεν είναι λάθος να επιστήσει κανείς την προσοχή στις ανάλογες συνθήκες που επικράτησαν στην Αυστρία τη δεκαετία του 1930 – σε μία χώρα αντίστοιχου μεγέθους με την Ελλάδα, έτσι ώστε να μην δημιουργείται η εντύπωση πως μόνο στα μεγάλα κράτη, όπως η Γερμανία, τέτοιου είδους καταστάσεις οδηγούν σε ακραία πολιτικά φαινόμενα. Ειδικότερα τα εξής:
.
Η πολιτική της κρίσης τότε και σήμερα
Το 1932, ο υπουργός Δικαιοσύνης της Αυστρίας είχε πει τα παρακάτω στο υπουργικό συμβούλιο της χώρας του (πηγή: V. Schwarz):
«Τα κοινοβούλια όλων των κρατών που ευρίσκονται σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης, από οικονομικής πλευράς, έχουν αποδειχθεί ακατάλληλα να οδηγήσουν τα Έθνη και τους Πολίτες τους στην έξοδο από την κρίση. Ως εκ τούτου η κυβέρνηση είναι αντιμέτωπη με την απόφαση, εάν ο επόμενος ανασχηματισμός θα πρέπει να είναι συνώνυμος με την κατάργηση του Κοινοβουλίου. Σε μία τέτοια κατάσταση εκτάκτου ανάγκης, η κοινοβουλευτική διακυβέρνηση μίας χώρας δεν είναι δυνατή».
Στη συνέχεια η αυστριακή κυβέρνηση, λόγω του φόβου της να αποτύχει στις εκλογές, εξαιτίας της θηριώδους πολιτικής της για την αντιμετώπιση της κρίσης, κατήργησε τόσο το Κοινοβούλιο, όσο και τη σοσιαλδημοκρατία – μία απόφαση καταλυτική, στο δρόμο που οδήγησε τελικά τη χώρα στο φασισμό.
Σήμερα, κατά τη διάρκεια της ευρωπαϊκής κρίσης χρέους, οι πολιτικές ελίτ λαμβάνουν όλο και πιο συχνά απολυταρχικά μέτρα, λόγω των αυξανομένων αντιδράσεων των Πολιτών – κυρίως όσον αφορά την Ελλάδα,στην οποία έχει καταργηθεί πλέον τόσο η Δημοκρατία, όσο και το Κοινοβούλιο, αφού το νομοθετικό έργο «διενεργείται» με τη διαδικασία του κατεπείγοντος, καθ’ υπαγόρευση των δανειστών της.
.
Οι παραλληλισμοί
Ξεκινώντας από τους οικονομικούς και κοινωνικούς δείκτες, ενώ στην Αυστρία το ΑΕΠ μειώθηκε κατά 22,5% μεταξύ των ετών 1929 και 1933, για τα αντίστοιχα έτη (2009 – 2013) το ΑΕΠ της Ελλάδας συρρικνώθηκε κατά 21,6% (συνεχίζοντας τα επόμενα χρόνια την καθοδική του πορεία).
Κάτι ανάλογο συνέβη επίσης με το ποσοστό ανεργίας – όπου στην Αυστρία το 1933 ήταν 26%, στην Ελλάδα έφτασε σχεδόν στο 28%, ενώ και στις δύο χώρες ήταν το τριπλάσιο, σε σχέση με την εποχή πριν την κρίση. Όσον αφορά δε τους υπευθύνους διαχείρισης των κρίσεων, αντέδρασαν εξίσου – με την επιβολή μέτρων λιτότητας που επιβαρύνουν το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού.
Για παράδειγμα, στην Αυστρία το 1934 το 50% των ανέργων, συμπεριλαμβανομένων των αυτοαπασχολούμενων, δεν στηρίχθηκαν από το κράτος με επιδόματα ανεργίας ή με ασφάλεια υγείας – ενώ το ποσοστό στην Ελλάδα είναι πολύ υψηλότερο.
Περαιτέρω, στην Αυστρία τα μέτρα που λήφθηκαν ήταν εναντίον αυτών που εργαζόταν – αφού απαγορεύθηκαν τα συνδικάτα από το καθεστώς, ενώ καταργήθηκαν οι συλλογικές συμβάσεις. Στην Ελλάδα ψηφίσθηκαν μέσω των μνημονίων πολλοί νόμοι εναντίον των συνδικάτων, ενώ οι συλλογικές συμβάσεις καταλύθηκαν σε μεγάλο βαθμό – αφού, για παράδειγμα, οι επιχειρήσεις μπορούν να μετατρέπουν μονομερώς τις συμβάσεις οκτάωρης εργασίας σε τετράωρη, με τις απολύσεις να έχουν διευκολυνθεί σημαντικά.
Και στις δύο χώρες αυξήθηκε κατακόρυφα η φτώχεια, καθώς επίσης οι άστεγοι – ενώ η μείωση των δαπανών του δημοσίου επιδείνωσε την ύφεση. Η αυστριακή κυβέρνηση υιοθέτησε το 1932 το δόγμα του ισοσκελισμένου προϋπολογισμού, μείωσε τις επενδύσεις στο 0,7% των δαπανών και διέσωσε τη μεγαλύτερη τότε τράπεζα της χώρας (Credit Anstalt), ξοδεύοντας ένα τεράστιο ποσόν εις βάρος των φορολογουμένων – ενώ, όταν καταργήθηκε το Κοινοβούλιο, διέσωσε ακόμη δύο μεγάλες τράπεζες.
Κάτι ανάλογο συνέβη και στην Ελλάδα, ενώ ο λόγος της διάσωσης των αυστριακών τραπεζών από την κυβέρνηση, ήταν οι ενισχύσεις που λάβαιναν τα κόμματα από αυτές, για πάρα πολλά χρόνια – η πολιτική διαφθορά δηλαδή, καθώς επίσης η διαπλοκή, αφού πολλοί τραπεζίτες χρημάτισαν υπουργοί οικονομικών, πρόεδροι της κεντρικής τράπεζας ή κυβερνητικοί σύμβουλοι.
Ολοκληρώνοντας, η Τρόικα της Αυστρίας το 1930 ήταν η «Κοινωνία των Εθνών» – η οποία της ενέκρινε ένα δάνειο εκτάκτου ανάγκης (ομόλογο της Λωζάννης), έναντι λήψης αυστηρών μέτρων λιτότητας.
Όπως συμβαίνει δε στην Ελλάδα σήμερα, τα χρήματα διατέθηκαν σχεδόν εξ ολοκλήρου για την πληρωμή των χρεών του δημοσίου – το οποίο έλεγχε ένας ειδικά απεσταλμένος Ολλανδός διπλωμάτης, χωρίς τη συμφωνία του οποίου δεν μπορούσε να πληρωθεί καμία κρατική δαπάνη που υπερέβαινε τα υφιστάμενα χρέη. Τέλος, όταν ο καγκελάριος Dollfuss κατήργησε το Κοινοβούλιο το 1933, έγραψε στο ημερολόγιο του τα εξής:
«Μαζί με τον καγκελάριο και τον πρόεδρο της κεντρικής τράπεζας θεωρήσαμε αναγκαία την κατάργηση του Κοινοβουλίου, επειδή αυτό το Κοινοβούλιο σαμποτάριζε τις εργασίες αποκατάστασης της χώρας(μεταρρυθμίσεις). Η Αυστρία χρειάζεται μία νέα μορφή διακυβέρνησης – κατά την άποψη μου, πρέπει να είναι ένα φασιστικό καθεστώς».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου