analyst
Έχει υπολογιστεί ότι σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης και για το χρονικό διάστημα 2008-2011 δαπανήθηκε το ένα τρίτο του ΑΕΠ της για την διάσωση τραπεζών.
Στην ουσία ομιλούμαι για την χρηματοδότηση της διάσωσης των τραπεζών μέσω των κρατικών προϋπολογισμών, δηλαδή καταληκτικά μέσω των φορολογούμενων πολιτών.
Το ποσό είναι ιδιαίτερα μεγάλο δεδομένου ότι μεγάλη ήταν και η κρίση όπως εξίσου μεγάλη ήταν και η απληστία των ανθρώπων που διεύθυναν τις υπό κατάρρευση τράπεζες.
Στα τέλη Ιουνίου 2013 το Ecofin αποφάσισε ότι ο μελλοντικός τρόπος διάσωσης των υπό κατάρρευση τραπεζών θα είναι πανομοιότυπος εκείνου που χρησιμοποιήθηκε στην περίπτωση διάσωσης των κυπριακών τραπεζών.
Tην συγκεκριμένη οδηγία υιοθέτησε τελικά και η χώρα μας τον Ιούλιο του 2015 ως ένα από τα προαπαιτούμενα για την λήψη του τρίτου δανείου και φυσικά της υπογραφής του τρίτου μνημονίου.
Πλέον το κόστος της χρηματοδότησης θα πέφτει στους ώμους των μετόχων, των ομολογιούχων και των καταθετών.
Φυσικά γίνεται μνεία για καταθέσεις άνω των 100.000 € και για το διαχωρισμό των καταθετών ανάλογα με την νομική τους υφή και την επαγγελματική τους δραστηριότητα.
Όμως το γεγονός δεν αλλάζει, πλέον το παιχνίδι της διάσωσης μιας τράπεζας θα παίζεται κυρίως στο εσωτερικό της.
Οι φορολογούμενοι μπαίνουν σε δεύτερη μοίρα και φυσικά στους ώμους τους θα πέφτει εφεξής το λιγότερο κόστος σε περίπτωση τραπεζικών ατυχημάτων.
Βέβαια η απόφαση του Εcofin παρουσιάζει ελλείμματα κυρίως προς την κατεύθυνση απόλυτης οριοθέτησης των ευθυνών. Η κατάρρευση μιας τράπεζας δεν έχει πάντοτε την ίδια αφετηρία.
Όπως είδαμε και την περίοδο 2008-2011 υπήρξαν τράπεζες θύματα της απληστίας των διοικήσεων τους, τράπεζες θύματα της αλόγιστης χρησιμοποίησης σύνθετων χρηματοοικονομικών μέσων και τράπεζες θύματα υπερφίαλων εκτιμήσεων. Αυτές δικαίως να πληρώσουν το τίμημα της ύβρις τους.
Όμως υπήρξαν και τράπεζες που την ίδια περίοδο είδαν τα κεφάλαια τους να συρρικνώνονται εξ αιτίας εξωγενών παραγόντων.
Η περίπτωση των ελληνικών συστημικών τραπεζών είναι ενδεικτική της διαφοροποίησης που πρέπει να γίνεται μεταξύ των τραπεζών.
Οι ελληνικές τράπεζες βρέθηκαν σε αδιέξοδο λόγω της κατάρρευσης του αξιόχρεου του ελληνικού δημοσίου και φυσικά του PSI που στην κυριολεξία σε μια νύχτα αφαίμαξε την κεφαλαιακή υποδομή τους. Άρα όλες οι τράπεζες που παρουσίασαν προβλήματα δεν είναι ίδιες.
Δηλαδή σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να είναι ίδιες οι ευθύνες των υπερφιάλων και άπληστων διοικήσεων και εκείνων που εμπιστεύτηκαν το ελληνικό δημόσιο.
Στην ουσία και σε αυτή την περίπτωση πρέπει να υπάρξει ιδιαίτερη πρόβλεψη για τις περιπτώσεις τραπεζών που θα βρεθούν σε κατάσταση κατάρρευσης όχι με δικιά τους υπαιτιότητα αλλά με υπαιτιότητα πολιτικών προσώπων.
Όπως ο απλός καταθέτης νιώθει πως η υπαιτιότητα του σε μια προοπτική κατάρρευσης τράπεζας εξαντλείται στο γεγονός ότι επέλεξε την συγκεκριμένη τράπεζα για να τοποθετήσει τις οικονομίες του, έτσι αναλογικά, η υπαιτιότητα μιας τράπεζας στην προοπτική κατάρρευσης του αξιόχρεου της χώρας εξαντλείται στο γεγονός ότι εμπιστεύτηκε τα κεφάλαια της στην αναχρηματοδότηση του δημοσίου χρέους.
Όπως ένας καταθέτης δεν παίζει κανένα ρόλο στον τρόπο διοίκησης μιας τράπεζας και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι λαμβάνει μέρος στις επιχειρηματικές και επενδυτικές αποφάσεις έτσι, και μια τράπεζα δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι ευθύνεται για τη δημοσιονομική εκτροπή και την διόγκωση του δημοσίου χρέους.
Το επίπεδο ευθύνης είναι ανάλογο της θέσης που ο καθένας κατέχει. Στην βάση αυτή η απόφαση του Εcofin παρουσιάζει ελλείμματα κυρίως προς την κατεύθυνση απόλυτης οριοθέτησης των ευθυνών.
Η εσωτερική χρηματοδότηση για την διάσωση μιας τράπεζας είναι θεμιτή και ηθικά επιβεβλημένη μόνο όταν η κατάρρευση προέρχεται από εσωτερικά λάθη και παραλείψεις.
Αντίθετα όταν η κατάρρευση είναι προϊόν δημοσιονομικών εκτροπών τότε η ηθική επιβάλει η χρηματοδότηση διάσωσης των τραπεζών που έχουν πληγεί να προέρχεται εξ ολοκλήρου από το προϋπολογισμό ώστε ο αντίκτυπος των λαθών και παραλείψεων των πολιτικών προσώπων να είναι άμεσος και ανάλογα να υπάρχει στιγματισμός από τους φορολογουμένους.
Ας σκεφτούμε πως θα ήταν το εγχώριο πιστωτικό σύστημα χωρίς το PSI για να κατανοήσουμε την καταστροφική επίπτωση της δημοσιονομικής κατάρρευσης σε υγιείς επιχειρηματικές μονάδες.
Ας σκεφτούμε πως θα ήταν το εγχώριο τραπεζικό σύστημα εάν δεν υπήρχε η 6μηνη κυβερνητική παραλυσία του διαστήματος Φεβρουαρίου-Ιουλίου 2015, εάν δεν υπήρχε η εσωτερική στάση πληρωμών, εάν δεν υπήρχαν οι ατέρμονες συζητήσεις με τους δανειστές μας, εάν η Ελλάδα δεν βρίσκονταν εκτός προγράμματος, εάν δεν υπήρχε το κλείσιμο των τραπεζών και φυσικά εάν δεν υπήρχαν τα capital controls.
Εάν τα σκεφτούμε όλα αυτά τότε θα είναι πιο εύκολο να καταλογίσουμε τις ευθύνες αποκλειστικά στους υπευθύνους και όχι σε νεφελώματα που περιλαμβάνουν τα εύκολα θύματα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου