Παρασκευή 28 Νοεμβρίου 2014

Η δημόσια έρευνα δεν μένει πια εδώ - ΤΟ ΠΟΝΤΙΚΙ

Το Ποντίκι


Η Ένωση Ελλήνων Ερευνητών καταγγέλλει τους τροϊκανούς και κυβερνητικούς σχεδιασμούς που απαξιώνουν τον τομέα

«Αποχαιρέτα τη τή δημόσια έρευνα που χάνεις»... Με αυτόν τον τρόπο ο Κ.Π. Καβάφης, αν ζούσε, θα μπορούσε να περιγράψει, συνοπτικά και περιεκτικά, το νομοσχέδιο «Έρευνα, Τεχνολογική Ανάπτυξη και Καινοτομία», το οποίο αναμένεται να φέρει προς ψήφιση τις επόμενες ημέρες η κυβέρνηση. Παρ’ ότι, λοιπόν, οι κυβερνητικοί μιλούν για «ανάπτυξη», στην πραγματικότητα η λέξη αυτή παραμένει κενή λόγω της απουσίας δημόσιων επενδύσεων στην έρευνα και την τεχνολογία...

«Αυτό που κανείς δεν μπορεί να ενοικιάσει ή να εκποιήσει, όμως, είναι το ερευνητικό δυναμικό της χώρας, το οποίο, υπό συνθήκες ερευνητικής ανελευθερίας, εργασιακής ανασφάλειας και δριμείας υποχρηματοδότησης, θα αναγκαστεί να αναζητήσει, άλλη μια φορά, καταφύγιο στο εξωτερικό». Ο επίλογος αυτός στην ανακοίνωση της Ένωσης Ελλήνων Ερευνητών περιγράφει με τον καλύτερο τρόπο την κατάληξη των μνημονιακών και κυβερνητικών σχεδιασμών στον τομέα της δημόσιας έρευνας.

Απόσυρση


Ερευνητές και εργαζόμενοι στα ερευνητικά κέντρα έχουν ζητήσει την απόσυρση του επίμαχου νομοσχεδίου, έστω και στο «παρά πέντε» της ψήφισής του. Το νομοσχέδιο έχει συζητηθεί ήδη στην Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής και κατόπιν ο υπουργός Παιδείας Ανδρέας Λοβέρδος προχώρησε σε μια σειρά νομοτεχνικών παρεμβάσεων.

Σύμφωνα με τους εκπροσώπους των Ομοσπονδιών, το τελικό ν/σ δεν αντιστοιχεί στο αρχικό που τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση τον περασμένο Δεκέμβριο.

Μεταξύ άλλων, αφαιρεί τον έλεγχο του Κοινοβουλίου στον τομέα της Έρευνας, δεν αντιμετωπίζει τον κατακερματισμό των εκτός Γενικής Γραμματείας Έρευνας και Τεχνολογίας ερευνητικών κέντρων, απαξιώνει τους ερευνητές υποβαθμίζοντάς τους σε συμβασιούχους και αίροντας τη μονιμότητά τους, σε πλήρη αναντιστοιχία με τους καθηγητές ΑΕΙ, υποβαθμίζει το υπάρχον Εθνικό Συμβούλιο Έρευνας και Τεχνολογίας και μετατρέπει το σύστημα διοίκησης των ερευνητικών κέντρων σε προσωποκεντρικό, κλειστό και αδιαφανές, αποκλείοντας το σώμα των ερευνητών από την εκλογή των μονοπρόσωπων οργάνων.

Ειδικότερα, με βάση όσα αναφέρει η Ένωση Ελλήνων Ερευνητών, το νομοσχέδιο, ακόμη και μετά τις νομοτεχνικές «βελτιώσεις» Λοβέρδου:

1 Επιτρέπει σε πάσης φύσεως «ιδιωτικά ερευνητικά κέντρα», ΜΚΟ, εταιρείες και φυσικά πρόσωπα, που δεν θα έχουν κύριο σκοπό την επιστημονική και τεχνολογική έρευνα, να εντάσσονται στο Εθνικό Μητρώο Ερευνητικών Οργανισμών με απόφαση του γ.γ. Έρευνας και Τεχνολογίας, λειτουργώντας με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια και όχι για το δημόσιο συμφέρον.

Αυτοί οι ιδιωτικοί οργανισμοί θα κάνουν στο εξής «έρευνα» με δημόσια χρηματοδότηση, χωρίς κάποιος να τους αξιολογεί και να αποτιμά το έργο τους, σε αντίθεση με τον δημόσιο εθνικό ερευνητικό ιστό των ΑΕΙ και των ερευνητικών κέντρων, που αξιολογείται περιοδικά από διεθνείς επιτροπές. Είναι γνωστό δε ότι έως το 2020 τα κονδύλια για έρευνα και καινοτομία θα έρθουν από την Ευρωπαϊκή Ένωση κυρίως μέσω των περιφερειών της χώρας.

Έτσι, επισημαίνει η ερευνητική κοινότητα, ανοίγει νέο «πεδίον δόξης λαμπρόν» για την απανταχού κρατικοδίαιτη επιχειρηματικότητα, που θα προσποριστεί τους ερευνητικούς πόρους μέσω ευκαιριακών μικροπολιτικών και πελατειακών σχέσεων και με αναπτυξιακά αποτελέσματα παρόμοια με αυτά του παρελθόντος...

2 Παρουσιάζει εξαιρετικά ασαφείς και αντιφατικές τις διατάξεις του νομοσχεδίου για τις οργανικές θέσεις και το υπηρεσιακό καθεστώς του προσωπικού που ήδη υπηρετεί στα 10 διεθνώς καταξιωμένα, παραγωγικά και συνεχώς αξιολογούμενα για το έργο τους δημόσια ερευνητικά κέντρα της Γενικής Γραμματείας Έρευνας και Τεχνολογίας (ΓΓΕΤ), ενώ δεν αναφέρει σαφή μεταβατική διάταξη που να καθορίζει το καθεστώς του ήδη υπηρετούντος προσωπικού.

3 Καταλύει τη συνταγματικά κατοχυρωμένη σχέση εργασίας των ερευνητών - δημοσίων λειτουργών. Επιπλέον αίρει τη μονιμότητα των ερευνητών Α’ και Β’ βαθμίδας σε όλα τα ερευνητικά κέντρα, δημόσιου και ιδιωτικού δικαίου, η οποία υπήρχε από το 1985, σε αντιστοιχία με τη μονιμότητα των αντίστοιχων βαθμίδων των καθηγητών ΑΕΙ. Από την ψήφιση του νομοσχεδίου δηλαδή και στο εξής, η εργασιακή σχέση του κάθε ερευνητή θα λύεται δίχως καμιά απολύτως αιτιολόγηση, με απλή καταβολή αποζημίωσης.

Ανοιχτή επιστολή προς Σαμαρά

Η δημοσιοποίηση των εξαιρετικών αποτελεσμάτων της αξιολόγησης των ερευνητικών κέντρων της ΓΓΕΤ από διεθνείς επιτροπές πριν από μερικούς μήνες μπόλιασε με... θάρρος την ερευνητική κοινότητα, η οποία με ανοιχτή επιστολή της (8 Μαΐου 2014) απευθύνθηκε στον Αντώνη Σαμαρά ζητώντας (σχεδόν) τα αυτονόητα: Να μεριμνήσει αμέσως ώστε η επιχορήγηση των Ερευνητικών Κέντρων της ΓΓΕΤ να επανέλθει σταδιακά στα προ κρίσης επίπεδα χρηματοδότησης, δείχνοντας με αυτόν τον τρόπο ότι στέκεται, έμπρακτα, αρωγός στην ενίσχυση της έρευνας, της τεχνολογίας και της καινοτομίας στη χώρα μας.

Σύμφωνα με την Ένωση Ελλήνων Ερευνητών, η «απάντηση» της κυβέρνησης ήρθε λίγους μήνες αργότερα ως εξής:

1 Με περικοπή του ήδη ελλειμματικού προϋπολογισμού των ερευνητικών κέντρων της ΓΓΕΤ κατά επιπλέον 30% για το 2015 (η περικοπή αυτή είναι η τρίτη κατά σειρά και ανεβάζει το συνολικό ποσοστό μείωσης σε 68% από το 2008) και με εντολή στα ερευνητικά κέντρα να καταρτίσουν όχι μόνο ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς, αλλά προϋπολογισμούς με πλεόνασμα, όταν η κρατική επιχορήγηση δεν επαρκεί πλέον ούτε για τη μισθοδοσία του τακτικού προσωπικού!

2 Με οριζόντια περικοπή, κατά 10%-28%, στους προϋπολογισμούς ενταγμένων στο ΕΣΠΑ ερευνητικών προγραμμάτων «Θαλής», «Αριστεία» «Αριστεία ΙΙ» και «ERC», και μάλιστα χωρίς αλλαγές στο φυσικό αντικείμενο ή στους σκοπούς των έργων. Περιέργως, ενώ γίνονται οι περικοπές αυτές, προκηρύσσονται νέα προγράμματα από το υπουργείο Παιδείας, με υπερβολικά στενές προθεσμίες για την υποβολή των προτάσεων από τους ενδιαφερόμενους.

3 Με την κατάθεση στη Βουλή, ως χαριστική βολή, νομοσχεδίου για την έρευνα, την τεχνολογική ανάπτυξη και την καινοτομία και την ταυτόχρονη κατάργηση ενός νόμου - πλαίσιο για την Έρευνα (Ν. 1514/1985). Παρ’ ότι ο νόμος αυτός αποτέλεσε ορόσημο για την ανάπτυξη του δημόσιου ερευνητικού συστήματος της χώρας, επιχειρείται τώρα η αντικατάστασή του από έναν νόμο - συνονθύλευμα.

Δημοσιεύτηκε στο ΠΟΝΤΙΚΙ, τεύχος 1839 στις 20 Νοεμβρίου 2014

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου