Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου
Η «αφύπνιση» της ρωσικής
«αρκούδας», με τα ουκρανικά, είναι το πιο σημαντικό γεωπολιτικό δεδομένο
διεθνώς μετά τη σοβιετική κατάρρευση (1989-91). Είναι πιθανώς το πιο σημαντικό,
δυνητικό διπλωματικό-στρατηγικό «χαρτί», η μεγαλύτερη ευκαιρία για Αθήνα και Λευκωσία,
εφόσον αποφασίσουν να σταματήσουν να είναι πειθήνιες, αυτοκαταστρεφόμενες
αποικίες Πιστωτών και γεωπολιτικών «Νταβατζήδων», ξαναποκτώντας εξωτερική
πολιτική και αποφασίζοντας να δώσουν αγώνα για τη σωτηρία του ελληνικού λαού
και την επιβίωση των δύο κρατών του.
Ούτε είναι τυχαίο ότι, πίσω
από το Κρεμλίνο στοιχίζονται, διακριτικά μεν, σαφώς δε, Κινέζοι, Ινδοί,
Λατινοαμερικανοί, όσοι στη Μέση Ανατολή διατηρούν ακόμα κάποια ανεξαρτησία από ΗΠΑ
και Ισραήλ.’Ολοι αυτοί καταλαβαίνουν καλά ότι αυτό που «παίζεται» δεν είναι η
τύχη της Σεβαστούπολης και του Ντονμπάς, αλλά η τύχη της νέας παγκόσμιας τάξης,
του ρηξικέλευθου, ολοκληρωτικού σχεδίου να υποταγεί ο πλανήτης ολόκληρος στην
Αυτοκρατορία του Χρήματος και των αμερικανικών ‘Οπλων. Από το Καράκας μέχρι την
Τεχεράνη, από το Νέο Δελχί μέχρι την Αβάνα, οι πάντες συνειδητοποιούν ότι, αν
δεν μπορέσει η Ρωσία να αντιμετωπίσει τους Αμερικανούς στην Ουκρανία, τότε
κανείς λαός στην υφήλιο δεν έχει ελπίδα!
Δεν είναι άλλωστε γεωπολιτικό
το ζήτημα, είναι και οικονομικό κι αυτό πρέπει να ενδιαφέρει εξίσου μια Ελλάδα
και Κύπρο που αντιμετωπίζουν τις συνέπειες μιας τεράστιας, ήδη συντελεσθείσης
κοινωνικο-οικονομικής καταστροφής, τους καθαρά αποικιακούς όρους που συνομολόγησαν
με τους Πιστωτές, όπως και τις προοπτικές μιας μεγαλύτερης καταστροφής.
Κερδίζει όλο και περισσότερο έδαφος η ιδέα νέας ρύθμισης των διεθνών
νομισματικών-οικονομικών σχέσεων, γύρω από τους BRIICS, που θα αποτρέψει τα νομισματικά/χρηματοπιστωτικά
ντικτάτ των δυτικών ιδιωτικών και κεντρικών τραπεζών. Ανάλογα με την εξέλιξη
των σχέσεών της με τους Πιστωτές, η ύπαρξη μιας τέτοιας «εναλλακτικής ζώνης» θα
μπορούσε να είναι μεγάλη ευκαιρία, «θύλακας οξυγόνου» για Αθήνα και Λευκωσία, αν
αποφασίσουν να περάσουν σε μια σύγκρουση, ρήξη με τους πιστωτές, για να σωθούν.
Αν η ιστορική εμπειρία είναι
οδηγός, δεν είναι τυχαίο ότι στη Ρωσία απέβλεψε μια πληθώρα πολιτικών, οσάκις
θέλησε να αντισταθεί σε υποτιθέμενους «συμμάχους» και «φίλους», που κόντεψαν να
μας καταστρέψουν και το ίδιο κάνουν και τώρα. Μόνο από τους ανατολικούς βρήκαμε
υποστήριξη, γράφει ο αρχηγός της ΕΟΚΑ στα απομνημονεύματά του. Ο Μαρκεζίνης, ο
Μακάριος και οι διάδοχοί του, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, ο Ανδρέας Παπανδρέου,
Ελλάδα και Κύπρος με τους S300, ο Κώστας
Καραμανλής, στη Μόσχα στράφηκαν όλοι αυτοί, οι τόσο διαφορετικοί πολιτικοί, για
να αποκτήσουν κάποια περιθώρια ελιγμών. Διαφορετικών μεν ιδεολογιών, ενώθηκαν
από τη δύναμη γεωγραφίας και ιστορίας!
Μοιάζει ακατανόητο γιατί Αθήνα
και Λευκωσία πήγαν στον ΟΗΕ να ψηφίσουν για την Κριμαία κατά της Ρωσίας, που
δίνει διαρκή μάχη υπέρ της Κύπρου στο Συμβούλιο Ασφαλείας επί μισό και πλέον
αιώνα! Υπέρ ποίων ψήφισαν Αθήνα και Λευκωσία; Υπέρ των Ευρωπαίων, που μας
καταστρέφουν στα οικονομικά μας θέματα επί τετραετία και των ΗΠΑ, που μας
καταστρέφουν στα εθνικά από το 1955 και μετά, και είναι «απέναντι» και στη
Κύπρο και στο Αιγαίο!
Ακατανόητη εκ πρώτη όψεως,
σαδιστική απέναντι στον ελληνικό λαό, μαζοχιστική απέναντι στις δυτικές
δυνάμεις, η συμπεριφορά των ελλαδικών ελίτ εξηγείται θαυμάσια από τους βαθιούς,
τόσο οργανικούς δεσμούς ξένους εξάρτησης που τις καθορίζουν διαχρονικά.
Προ δύο αιώνων, οι ‘Ελληνες απέβλεψαν
στην Ευρώπη του διαφωτισμού και στη Ρωσία, αναζητώντας εξωτερικά στηρίγματα του
απελευθερωτικού αγώνα τους. Εκεί θα απευθυνθούν πάλι, αν αποφασίσουν να δώσουν
τον αγώνα για την ανάκτηση της ελευθερίας και ανεξαρτησίας τους, για την
αποτροπή νέων και ακόμα μεγαλύτερων καταστροφών. Ελλάδα και Κύπρος οφείλουν
άλλωστε να διερευνήσουν και κάθε εναλλακτική οικονομική δυνατότητα με τους BRIICS.
Παραδοσιακά, η Ελλάδα και η
Κύπρος είναι ουραγοί των διεθνών εξελίξεων. ‘Εφτασαν να θέλουν να εισάγουν τον
νεοφιλελευθερισμό τρεις ή τέσσερις δεκαετίες μετά το πρώτο τέτοιο πείραμα στη
Χιλή, όταν οι άλλοι πήγαιναν στον κρατισμό. Για να έχεις κάποια ελπίδα διεθνώς πρέπει
να κινείσαι γρήγορα και να πηδάς στο τραίνο που έρχεται, αντί να κλαίγεσαι για
αυτό πούχασες. Μια Αθήνα που αποκτά στρατηγική, ξαναγίνεται υποκείμενο των
διεθνών σχέσεων, έχει κάθε συμφέρον να ενσωματώσει άμεσα και γρήγορα το νέο
διεθνές δεδομένο που συνιστά η ρωσική αφύπνιση.
Βέβαια άμα πεις κάτι τέτοιο
θα ξεδιπλωθούν κάθε είδους αντιδράσεις, οφειλόμενες βασικά σε δύο παράγοντες:
-
στην πανταχού
παρούσα ξένη εξάρτηση
-
στη διάχυση σε
όλο το πολιτικό προσωπικό αλλά και στην
κοινωνία ενός παθολογικού σχεδόν φόβου και ηττοπάθειας, που κυριαρχούν σε
Ελλάδα και Κύπρο μετά τον οικονομικό-επικοινωνιακό πόλεμο που δέχτηκαν και τις καταστροφές
που υπέστησαν. Στο βάθος, ακόμα και όσοι θέτουν ως επίσημη επιδίωξή τους την
απαλλαγή από τα νεοαποικαικά δεσμά Μνημονίων και Δανειακών, ή την αποτροπή ενός
νέου σχεδίου κατάλυσης του κυπριακού κράτους, τύπου Ανάν, φοβούνται να κάνουν
αυτό που απαιτεί ο αγώνας για τη σωτηρία του ελληνικού λαού. Ούτε είναι λίγοι
εκείνοι, σε Αθήνα και Λευκωσία που ονειρεύονται ξύπνιοι, να απαλλάσσονται από
τα Μνημόνια χωρίς αγώνα, ή να έχουν ταυτόχρονα άριστες σχέσεις και με
Αμερικανούς και με Ρώσους, και με Εβραίους και με ’Αραβες!
Σε
αυτούς τους παράγοντες να προσθέσουμε και την απουσία πολιτικού-τεχνοκρατικού
προσωπικού ενός επαρκούς μορφωτικού επιπέδου και στοιχειώδους κατανόησης της
διεθνούς κατάστασης, που να αντιλαμβάνεται τι συμβαίνει στον κόσμο και να είναι
σε θέση να χαράξει/εφαρμόσει στρατηγικές. Δυστυχώς, Ελλάδα και Κύπρος πάσχουν από προϊούσα εθνική άνοια.
Στον τομέα ειδικότερα της εξωτερικής πολιτικής, αν εξαιρέσουμε το ‘Όχι του
Τάσσου Παπαδόπουλου στο σχέδιο Ανάν το 2004 και το ρωσικό άνοιγμα του Καραμανλή,
η Ελλάδα έπαυσε να ασκεί εξωτερική πολιτική μετά τον θάνατο του Ανδρέα. Υπό τους
Σημίτη και Παπανδρέου εφήρμοσε πιστά το εκπορευόμενο εξ Εσπερίας σχέδιο
διπλωματικού και στρατηγικο-γεωπολιτικού αφοπλισμού της, που ολοκληρώθηκε στο
τέλος με την οικονομική «υποδούλωση-αυτοκτονία» των Δανειακών και του
Μνημονίου. Εγκαταλείποντας, μετά το 1996, κάθε φιλοδοξία άσκησης εθνικών
πολιτικών και αναθέτοντάς τες σε Βερολίνο/ΕΕ και Ουάσιγκτων/ΝΑΤΟ οι ελληνικές
ελίτ επιδόθηκαν απερίσπαστες στην εσωτερική λεηλασία.
‘Όταν
διατυπώνονται επιχειρήματα υπέρ της σχεδόν προφανούς ανάγκης εξάντλησης των
περιθωρίων συνεργασίας-προσέγγισης με τη Μόσχα, οι εκπρόσωποι των ελίτ, συνήθως
τελείως διαποτισμένοι από «εθνομαζοχισμό» και εξάρτηση, θυμούνται ότι επιχειρήματα
μπορούν να βρουν εναντίον της Μόσχας από την εποχή του Ορλώφ και του Λάμπρου
Κατσώνη έως το περσινό κούρεμα των καταθέσεων. Αυτοί όλοι δεν πρόσεξαν όμως την
απίστευτη νεοαποικιοκρατία των Δανειακών, το ότι ο αγωγός ΤΑΡ εξυπηρετεί τα
στρατηγικά συμφέροντα της … Τουρκίας, παραλείπουν να εξετάσουν την αμερικανική πολιτική
στο κυπριακό ή, μέσω του ΔΝΤ και με άλλους τρόπους στο οικονομικό μας
πρόβλημα ή το κυπριακό (η νεοσυντηρητική
Κυρία Νούλαντ, αρχιτέκτων του πραξικοπήματος στο Κίεβο, είναι και η συγγραφέας
του ανακοινωθέντος Αναστασιάδη-‘Ερογλου. Αντιλαμβάνεται κανείς τι λύση θα
βρεθεί στο κυπριακό).
Είναι προφανές ότι απέναντι
στη Ρωσία, όπως και κάθε άλλη δύναμη, οφείλουμε να συμπεριφερόμεθα όπως δεν
συμπεριφερόμεθα, ως κυρίαρχα υποκείμενα και όχι καραγκιόζηδες δηλαδή, οφείλουμε
να είμαστε προσεκτικοί και να μην έχουμε αυταπάτες. Χρειαζόμαστε συμμάχους και
εταίρους, όχι ανατολικούς για να αναπληρώσουν τους δυτικούς νταβατζήδες. Τούτου
όμως δοθέντος οφείλουμε να υπενθυμίσουμε ότι οι μεγάλες προσεγγίσεις Ελλάδας,
Κύπρου και Ρωσίας, όπως με τους S300 στη δεκαετία
του 1990 ή Πούτιν-Καραμανλή στη δεκαετία του 2000, κατέρρευσαν με ελληνική
υπαιτιότητα, λόγω βαθειάς εξάρτησης και δουλοφροσύνης των ελληνικών «ελίτ». Σε
ότι αφορά το περυσινό κούρεμα των καταθέσεων, να θυμίσουμε ότι ο ίδιος ο
Κύπριος Πρόεδρος ήταν βασικός συντελεστής του εθνικού εγκλήματος, που δεν
μπορούσε να γίνει χωρίς τη συνεργασία του. Το να στέλνει μετά για «ξεκάρφωμα»
στη Μόσχα τον Σαρρή να κόβει βόλτες δεν ήταν παρά μια άσκηση ξεκαρφώματος,
σχεδιασμένη να κοροϊδέψει τους άτυχους συμπολίτες του, όπως το ταξίδι που έκανε
ο Γιώργος Παπανδρέου στη Μόσχα, τον Φεβρουάριο του 2010, ήδη αποφασισμένος να
προσφύγει στο ΔΝΤ.
Για όσους, τέλος, «ανησυχούν»
ότι θα ενοχληθούν ΗΠΑ και ΕΕ από τέτοια πολιτική, αυτό ακριβώς πρέπει να γίνει.
Αν εξακολουθήσουν να πιστεύουν ότι μπορεί να κάνουν ότι τους κατεβαίνει στο
κεφάλι σε Ελλάδα και Κύπρο, σε λίγο δεν θάχει μείνει τίποτα από τις δύο χώρες.
Αντίθετα, αν δουν να ενδιαφερόμαστε για Μόσχα, Πεκίνο, Τεχεράνη, θα ανησυχήσουν
και θα αρχίσουν ίσως να σκέφτονται ότι κάτι άλλο πρέπει να γίνει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου