Τετάρτη 26 Οκτωβρίου 2016

Η Περιβαλλοντική διάσταση της εκμετάλλευσης υπεράκτιων κοιτασμάτων υδρογονανθράκων

Νέα Πολιτική



 του Δρα Κώστα Παπασταύρου*
Αναμφισβήτητα, διανύουμε μια νέα εποχή στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου σε σχέση με την εκμετάλλευση υπεράκτιων κοι­τασμάτων υδρογονανθράκων, και αναμένεται ότι οι εμπλεκόμενες χώρες θα επωφεληθούν πολλαπλά, εξασφαλίζοντας παράλληλα την ασφάλεια και υγεία των εργαζομένων αλλά και των πολιτών, συμπερι­λαμβανομένου και του θαλάσσιου/χερσαίου οικοσυ­στήματος.
Ειδικώτερα, όσον αφορά τις περιβαλλοντικές πτυ­χές του θέματος, λόγω της φύσης των εργασιών ανα­ζήτησης, έρευνας και εξόρυξης, ασφαλώς υπάρχουν δυνητικές δυσμενείς επιπτώσεις στα θαλάσσια θηλα­στικά, τις θαλάσσιες χελώνες και την βενθική κοινό­τητα, καθώς και στην ποιότητα του νερού και του αέ­ρα, στα ναυάγια και τους ενάλιους αρχαιολογικούς χώρους. Παράλληλα και σε γενικές γραμμές, στην συ­ζήτηση όσον αφορά την εκμετάλλευση υδρογοναν­θράκων, δεν πρέπει να υποβαθμίζεται η απειλή προς την τουριστική βιομηχανία λόγω κινδύνου ρύπανσης των θαλασσών, αλλά και η πιθανή ασυμβατότητα με τις αρχές της βιώσιμης ανάπτυξης, συμπεριλαμβανο­μένης τις πιθανής σύγκρουσης πολιτικών περί ενερ­γειακών πηγών.
Θα μπορούσαν να αναφερθούν λεπτομερώς δεκά­δες επί μέρους δυνητικές επιπτώσεις, τόσο στο στά­διο της αναζήτησης (αφορά δραστηριότητες για τον εντοπισμό των υδρογονανθράκων ή/και αξιολόγηση της δυνατότητας εξεύρεσης υδρογονανθράκων με με­θόδους εκτός από αυτές των γεωτρήσεων, π.χ. γεωλο­γική δειγματοληψία ή σεισμική έρευνα), όσο και στο στάδιο της έρευνας (αφορά ερευνητικές διαδικασίες με οποιαδήποτε πρόσφορη μέθοδο, συμπεριλαμβανο­μένου γεωτρήσεων), αλλά βεβαίως και στο στάδιο της εκμετάλλευσης (ανάπτυξη και παραγωγή), που αφορά την διαδικασία για την εμπορική εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων. Ειδικά στο τελευταίο αυτό στάδιο, οι δραστηριότητες περιλαμβάνουν την διάνοιξη φρεα­τίων ανάπτυξης, την δημιουργία των εγκαταστάσεων παραγωγής, το δίκτυο των σωληνώσεων, την λειτουρ­γία των συστημάτων και την τελική αποσυναρμολόγη­ση των εγκαταστάσεων, εκτός της διύλισης.

Όσον αφορά συγκεκριμένα τις πιθανές επιπτώ­σεις στο θαλάσσιο ή και παράκτιο περιβάλλον που θα μπορούσαν να προκληθούν από τις πιο πάνω ερ­γασίες, είτε κατά την κανονική λειτουργία των εγκα­ταστάσεων είτε από ατυχήματα, ενδεικτικά αναφέρο­νται επιπτώσεις:
στα θαλάσσια θηλαστικά και χελώνες, από τον θόρυβο και εργασίες συναρμολόγησης ή και απο­ξήλωσης εγκαταστάσεων,
στις βενθικές βιοκοινωνίες, από τις διαταραχές στον πυθμένα της θάλασσας και τα απόβλητα των γεωτρήσεων,στους υποβρύχιους αρχαιολογικούς χώρους, λό­γω αναταράξεων του πυθμένα, στην αλιεία και την ναυτιλία, από τα σκάφη και τις εγκαταστάσεις, στην κίνηση των πτηνών από πτήσεις ελικοπτέ­ρων, στο θαλάσσιο περιβάλλον από διαρροές υδρογο­νανθράκων και άλλων χημικών ουσιών.
Ακόμη και αν οι ανησυχίες μας για το περιβάλλον είναι περιορισμένες, οι πιθανές επιπτώσεις στην οικο­νομία και στην κοινωνία από εργασίες έρευνας/εξόρυ­ξης ή και μεταφοράς (μέσω ατυχίας αγωγού) ή ακόμη και προσάραξης/σύγκρουσης πετρελαιοφόρου, είναι θέμα πολύπλοκο που άπτεται της ανάγκης λήψης μέ­τρων σε επίπεδα πολιτικής, νομοθεσίας και πρακτικής εκ μέρους κυρίως του κράτους, της βιομηχανίας και άλλων εμπλεκόμενων φορέων.
Ενδεικτικά, η έκρηξη της εξέδρας γεώτρησης σε κοιτάσματα πετρελαίου της Deepwater Horizon στον Κόλπο του Μεξικού στις 20 Απριλίου 2010, και η επακόλουθη τεράστια διαρροή πετρελαίου από την πετρελαιοπηγή στον βυθό της θάλασσας, προκάλεσαν σημαντική περιβαλλοντική, οικονομική και κοινωνι­κή ζημία. Συγκεκριμένα, έντεκα ζωές χάθηκαν από την έκρηξη και την πυρκαϊά που ακολούθησε. Υπολογίζε­ται ότι 5 εκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου είχαν διαρ­ρεύσει στον ωκεανό μέχρι να σταματήσει η διαρροή μετά από 85 ημέρες, και ότι ρυπάνθηκαν 350 – 450 χιλι­όμετρα ακτών των ΗΠΑ. Η οικονομική ζημιά αποτιμά­ται σε δεκάδες δισεκατομμύρια δολλάρια.
Ο ευρωπαϊκός κλάδος υπεράκτιας εκμετάλλευ­σης κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου δεν έμεινε αλώβητος από σοβαρά ατυχήματα στο παρελ­θόν, όπως έδειξαν τα ατυχήματα στις εξέδρες άντλη­σης Piper Alpha και Alexander Kielland στην Βό­ρειο Θάλασσα. Κατόπιν αυτών, ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες έχουν θεσπίσει, τα τελευταία χρόνια, αυστηρές απαιτήσεις ασφαλείας και καθεστώτα κανονιστικών ρυθμίσεων. Ωστόσο, η εμπειρία από το ατύχημα στην εξέδρα Deepwater Horizon έχει οδηγήσει σε ειλικρινή προβληματισμό και στην Ευρώπη, σχετικά με το κατά πόσον το σημερινό ρυθμιστικό πλαίσιο και οι πρα­κτικές επαρκούν από την άποψη της ασφάλειας, της ετοιμότητας και αντιμετώπισης καταστάσεων έκτα­κτης ανάγκης.
Στα ύδατα της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Μεσό­γειο, υπάρχουν σήμερα περισσότερες από 100 εγκατα­στάσεις που λειτουργούν, και έχουν αναφερθεί σχέδια γιά νέες έρευνες στις ζώνες της Ελλάδας, Μάλτας και της Κύπρου. Εξ άλλου, έρευνα για πετρέλαιο και φυσι­κό αέριο ή αντίστοιχη παραγωγή διενεργείται σε άμε­ση γειτονία με την ΕΕ στα ανοικτά των ακτών της Αλ­γερίας, την Κροατίας, της Αιγύπτου, του Ισραήλ, της Λιβύης, της Τυνησίας, της Τουρκίας και της Ουκρανί­ας. Λόγω του ημίκλειστου χαρακτήρα και της ιδιαί­τερης υδροδυναμικής της Μεσογείου Θαλάσσης, ένα ατύχημα του είδους που συνέβη στον Κόλπο του Με­ξικού θα μπορούσε να έχει άμεσες διασυνοριακές αρ­νητικές συνέπειες στην μεσογειακή οικονομία και στα εύθραυστα θαλάσσια και παράκτια οικοσυστήματα. Η μη αποτελεσματική αντιμετώπιση των κινδύνων που προέρχονται από τέτοιες δραστηριότητες, μπορεί να υποσκάψει σοβαρά τις προσπάθειες της Ιταλίας, της Ελλάδας, της Ισπανίας, της Γαλλίας, της Σλοβενίας, της Μάλτας και της Κύπρου για την επίτευξη και την διατήρηση καλής περιβαλλοντικής κατάστασης των θαλασσίων υδάτων τους, όπως απαιτεί η Οδηγία Πλαί­σιο 2008/56/ΕΚ για την θαλάσσια στρατηγική, καθώς και η συμμόρφωση με τις δεσμεύσεις και υποχρεώσεις τις οποίες ανέλαβαν η Ιταλία, η Ελλάδα, η Ισπανία, η Γαλλία, η Σλοβενία, η Μάλτα, η Κύπρος και η ίδια η Ευ­ρωπαϊκή Ένωση, ως συμβαλλόμενα μέρη στην Σύμβα­ση της Βαρκελώνης.
Η Ε.Ε έχει συμφέρον να διατηρήσει την εγχώρια παραγωγή πετρελαίου και φυσικού αερίου, για λόγους ασφάλειας του ενεργειακού εφοδιασμού, καθώς και για την διατήρηση των θέσεων εργασίας και των επι­χειρηματικών ευκαιριών της ευρωπαϊκής οικονομίας. Μολονότι δεν είναι δυνατόν να εξαλειφθούν πλήρως οι κίνδυνοι από τις περισσότερες ανθρώπινες δραστη­ριότητες, συμπεριλαμβανομένου του κλάδου της υπε­ράκτιας εκμετάλλευσης κοιτασμάτων υδρογονανθρά­κων, η λύση είναι να κατοχυρώνεται η ασφάλεια και η ακεραιότητα των εργασιών και η μέγιστη προστασία των πολιτών και του περιβάλλοντος. Με αυτά τα δε­δομένα, ασφαλώς, η πρόληψη είναι καλύτερη σε σχέση με την εκ των υστέρων λήψη μέτρων για αντιμετώπιση της ρύπανσης.
οι ιδιαίτερες προκλήσεις στην Ανατολική Μεσόγειο
Η έρευνα και η εκμετάλλευση πιθανών κοιτασμά­των υδρογονανθράκων, παρά τους περιβαλλοντικούς κινδύνους, μπορεί να προχωρήσει χωρίς άλλη καθυ­στέρηση, αλλά υπό την προϋπόθεση ότι θα ληφθούν τόσο οι βέλτιστες πρακτικές στις εγκαταστάσεις έρευ­νας και εξόρυξης, όσο και τα αναγκαία μέτρα προστα­σίας του περιβάλλοντος και ανθρώπινων κοινωνιών ειδικώτερα. Η μέχρι τώρα ιστορία απέδειξε ότι πάντα ενυπάρχει το ενδεχόμενο σοβαρής ρύπανσης, με ανυ­πολόγιστες ζημιές στους θαλάσσιους και παράκτιους πόρους, περιβάλλον, οικονομία, ανθρώπους.
Ειδικώτερα, λοιπόν, για τις χώρες (και τα νησιά) της Ανατολικής Μεσογείου, πολλά πρέπει να γίνουν, λόγω ιδιαίτερα του χαρακτήρα της μεγάλης ακτο­γραμμής με διαφορετικά εδαφολογικά και μορφολογι­κά χαρακτηριστικά, της οικονομικής συνεισφοράς του θαλάσσιου και παράκτιου τουρισμού, αλλά και της αλιείας, της κοινωνικής πτυχής (παράκτια βρίσκονται εκατοντάδες κοινότητες και σχετικές υποδομές, όπως αλιευτικά καταφύγια, λιμανάκια, μαρίνες κ.ά.), της οι­κολογικής αξίας (λόγω θαλάσσιων πάρκων και περιο­χές προστασίας) κλπ.
Για αυτό, η εκτίμηση του κινδύνου ως διαδικασία καταγραφής του δυνητικού κινδύνου πρόκλησης ατυ­χήματος, συνοδευόμενη βέβαια με προτάσεις για λή­ψη των αναγκαίων μέτρων, δεν περιορίζεται στο ση­μείο των εργασιών εξόρυξης, αλλά περιλαμβάνει με την ίδια λογική και την κάθε νησιωτική και ηπειρωτι­κή ακτογραμμή. Σε αυτήν, με βάση καθιερωμένους δεί­κτες, πρέπει να επιχειρείται στο προληπτικό στάδιο η ετοιμασία προδιαγεγραμμένου σχεδίου δράσης, γεγο­νός που επιτυγχάνει στον μέγιστο δυνατό και αποδο­τικό βαθμό την αντιμετώπιση πιθανής μεγάλης πετρε­λαιοκηλίδας, στην περίπτωση που αυτή εκδηλωθεί.
Γενικά, η όλη λογική αντιμετώπισης της δημιουρ­γίας προβλημάτων στο περιβάλλον και τον άνθρωπο αφορά τον σχεδιασμό προληπτικών και κατασταλτικών μέτρων, παράλληλα όμως απαιτείται η ύπαρξη κατάλ­ληλης πολιτικής, θεσμικό και νομικό πλαίσιο το οποίο θα εγγυάται τον άρτιο σχεδιασμό εγκαταστάσεων, την ασφαλή λειτουργία, το συστηματικό έλεγχο και επιθε­ώρηση από τις Αρχές, την συντήρηση του εξοπλισμού και την εκπαίδευση του προσωπικού, τα σχέδια αντι­μετώπισης ατυχημάτων κλπ. Η συγκεκριμένη λογική ισχύει για τις δύο κύριες δυνητικές μεγάλες πηγές ρύ­πανσης από πετρέλαιο, δηλαδή (α) τις εγκαταστάσεις έρευνας & εξόρυξης και (β) τα πετρελαιοφόρα πλοία. Πέραν, βέβαια, αυτού, εκ των ων ουκ άνευ θεωρείται και η ανάγκη για κατάλληλη οργάνωση, σε προληπτι­κό και κατασταλτικό επίπεδο, στην παράκτια ζώνη, για να ανταποκριθεί με τις λιγώτερες δυνατές απώλειες και ζημιές σε περίπτωση εκδήλωσης του ατυχήματος στην ανοικτή θάλασσα αλλά και των σχετικών επιπτώσεων στην ακτογραμμή και στα παράλια.
Μπροστά στις προκλήσεις που παρουσιάζονται για την προστασία των θαλάσσιων οικοσυστημάτων, αλλά και των ανθρώπινων κοινωνιών που κατοικούν στην παράκτια περιοχή, τόσο η διεθνής όσο ιδιαίτε­ρα και η ευρωπαϊκή νομοθεσία, καλύπτουν, τουλάχι­στον θεωρητικά, εν πολλοίς, τις ανάγκες αντιμετώ­πισης προβλημάτων ρύπανσης και προστασίας του περιβάλλοντος, τόσο σε περιπτώσεις κανονικής λει­τουργίας, όσο και σε περιπτώσεις ατυχημάτων. Ιδι­αίτερο φόβο προκαλεί το ενδεχόμενο πρόκλησης μεγάλης πετρελαιοκηλίδας, γεγονός που απαιτεί ιδι­αίτερη οργάνωση, τόσο σε κρατικό, όσο και σε περι­φερειακό επίπεδο.
Νομοθετική κάλυψη
Όσον αφορά τις εργασίες στις εγκαταστάσεις έρευ­νας & εξόρυξης, πέραν των οποιωνδήποτε μέτρων που υπάρχουν σε εθνικό επίπεδο, σημαντική αξία θα έχουν τα ακόλουθα δύο νομικά εργαλεία:
(α) το Πρωτόκολλο Offshore της Σύμβασης της Βαρκελώνης, που ευρίσκεται σε ισχύ, και είναι επι­κυρωμένο από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και κράτη μέλη της Ε.Ε. Το εν λόγω πρωτόκολλο καλύπτει ευ­ρύ φάσμα δραστηριοτήτων εξερεύνησης και εκμε­τάλλευσης της υφαλοκρηπίδας και του βυθού και του υπεδάφους του, απαιτήσεων άδειας, απομάκρυνσης εγκαταλελειμμένων ή παροπλισμένων εγκαταστά­σεων, χρήσης και απομάκρυνσης επιβλαβών ουσιών, ευθύνη και απαιτήσεις αποζημίωσης, συντονισμό με άλλα μέρη στην Σύμβαση σε περιφερειακό επίπεδο, πρόνοιες για ασφάλεια, σχέδια έκτακτης ανάγκης και έλεγχο των σχετικών εργασιών. Το εν λόγω πρωτό­κολλο εγκρίθηκε κατά την δεκαετία του ΄90, συνε­κτιμώντας τις διατάξεις που περιέχονται στην Σύμβα­ση των ΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας (Δεκ. 1982) και ετέθη σε ισχύ το 2011. Μέχρι σήμερα το έχουν επικυρώσει η Αλβανία, η Τυνησία, το Μαρόκο, η Λι­βύη, η Κύπρος και η Συρία. Ορισμένα κράτη μέλη της Ε.Ε, που είναι συμβαλλόμενα μέρη στην Σύμβαση της Βαρκελώνης, έχουν ήδη ανακοινώσει τους τελευ­ταίους μήνες την πρόθεσή τους να το επικυρώσουν, όπως επίσης και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκ μέρους της Ε.Ε, ως πλήρες μέλος. Υπενθυμίζεται ότι η σύμβα­ση για την προστασία του θαλασσίου περιβάλλοντος και των παρακτίων περιοχών της Μεσογείου, γνωστή και ως «Σύμβαση της Βαρκελώνης», συνήφθη αρχικά στην Βαρκελώνη το 1976 και τροποποιήθηκε το 1995. Η Σύμβαση άρχισε να ισχύει το καλοκαίρι του 2004. Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι συμβαλλόμενο μέρος στην Σύμβαση, όπως είναι η Ιταλία, η Ελλάδα, η Ισπανία, η Γαλλία, η Σλοβενία, η Μάλτα και η Κύπρος, μαζί με 14 άλλες χώρες της Μεσογείου που δεν είναι κράτη μέ­λη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ειδικώτερα, σύμφωνα με το άρθρο 7 της τροποποιημένης σύμβασης, τα συμ­βαλλόμενα μέρη λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα μέ­τρα για την πρόληψη, την μείωση, την καταπολέμη­ση και, στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό, την εξάλειψη της ρύπανσης της περιοχής της Μεσογείου Θαλάσ­σης, που προκαλείται από την εξερεύνηση και εκμε­τάλλευση της υφαλοκρηπίδας και του βυθού της θά­λασσας και του υπεδάφους του.
Όπως συμβαίνει σε πλείστες περιπτώσεις στην εφαρμογή του διεθνούς δικαίου, τα κράτη μέλη και οι οικείες αρμόδιες αρχές είναι υπεύθυνες για τον σχεδια­σμό και την εφαρμογή ορισμένων λεπτομερών μέτρων που προβλέπονται στο Πρωτόκολλο, όπως είναι η δη­μιουργία ενός εθνικού συστήματος παρακολούθησης και η υιοθέτηση και εφαρμογή κατάλληλων κανόνων και διαδικασιών για την θεμελίωση της ευθύνης και την αποζημίωση.
(β) Οδηγία 2013/30/Ε.Ε. για την ασφάλεια των υπεράκτιων εργασιών πετρελαίου και φυσικού αερί­ου.
Τα κύρια επί μέρους θέματα που καλύπτονται είναι τα ακόλουθα:
  • Χορήγηση αδειών
  • Ανεξάρτητοι ελεγκτές
  • Υποχρεωτικός εκ των προτέρων σχεδιασμός έκτακτης ανάγκης
  • Επιθεωρήσεις
  • Διαφάνεια
  • Αντιμετώπιση καταστάσεων έκτακτης ανάγκης
  • Αστική ευθύνη
  • Διεθνής διάσταση
  • Ενωσιακή ομάδα αρχών αρμόδιων για τις υπερά­κτιες εγκαταστάσεις.
Καταληκτικά, αναμένεται ότι με το νομοθέτημα αυτό επιτυγχάνεται σημαντικώτατη βελτίωση της αξι­οπιστίας των σχετικών υπεράκτιων εργασιών εκμε­τάλλευσης υδρογονανθράκων, προς όφελος της οικο­νομίας, της κοινωνίας και του περιβάλλοντος.
(γ) υπάρχει αριθμός ευρωπαϊκών νομοθετημάτων που σχετίζονται με τους όρους και τις εγκρίσεις για την πρόβλεψη, την αναζήτηση, την έρευνα και την παραγω­γή υπεράκτιων υδρογονανθράκων, όπως ενδεικτικά:
  • Οδηγία 2011/92/ΕΕ για την εκτίμηση των επι­πτώσεων ορισμένων σχεδίων δημοσίων και ιδιω­τικών έργων στο περιβάλλον
  • Οδηγία 2001/42/ΕΚ (ΕΕ, 2001) σχετικά με την εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων ορι­σμένων σχεδίων και προγραμμάτων ή Οδηγία για τις Στρατηγικές Περιβαλλοντικές Εκτιμήσεις (ΣΠΕ)
  • Οδηγία Πλαίσιο 2008/56/ΕΚ για την Θαλάσσια Στρατηγική
  • Οδηγία 2004/35/ΕΚ για περιβαλλοντική ευθύνη, όσον αφορά την πρόληψη και την αποκατάσταση περιβαλλοντικής ζημιάς.
Όσον αφορά τις εργασίες και την πιθανή πρόκλη­ση μεγάλων ατυχημάτων από πετρελαιοφόρα πλοία, οι περιπτώσεις αυτές καλύπτονται από συμβάσεις και πρωτόκολλα των IMO, UNEP και άλλων διεθνών ορ­γανισμών, π.χ. MARPOL, από περιφερειακές συμφωνί­ες, νομοθετικές υποχρεώσεις κρατικών αρχών, διεθνή πρότυπα για ασφάλεια (π.χ. ISO), πρότυπα από ναυ­τιλιακούς οργανισμούς και νηογνώμονες, ασφαλιστι­κά ταμεία, κλπ.
Αξιοσημείωτα, όμως, είναι, μεταξύ άλλων, τα ακό­λουθα δύο νομικά εργαλεία:
(α) MARPOL 73/78. Ο Διεθνής Ναυτιλιακός Ορ­γανισμός (IMO) θέσπισε, με την διεθνή σύμβαση για την αποφυγή της ρύπανσης από πλοία του 1973 και το σχετικό με αυτήν πρωτόκολλο του 1978 (MARPOL 73/78), διεθνώς συμπεφωνημένους κανόνες για την πρόληψη της ρύπανσης, οι οποίοι αφορούν τον σχε­διασμό και την λειτουργία των πετρελαιοφόρων. Τα κράτη μέλη της ΕΕ είναι μέρη της MARPOL 73/78. Η σύγκριση των στατιστικών στοιχείων της ηλικίας των πετρελαιοφόρων και των ατυχημάτων τους δείχνει αυ­ξημένη συχνότητα ατυχημάτων για τα πλοία μεγα­λύτερης ηλικίας. Έχει συμφωνηθεί διεθνώς ότι η υιο­θέτηση των τροποποιήσεων του 1992 της MARPOL 73/78, που επιβάλλουν την εφαρμογή απαιτήσεων δι­πλού κύτους ή ισοδύναμου σχεδιασμού στα υφιστάμε­να πετρελαιοφόρα μονού κύτους όταν φτάσουν σε μια ορισμένη ηλικία, θα παράσχει στα πετρελαιοφόρα αυ­τά υψηλότερο βαθμό προστασίας από την πετρελαϊκή ρύπανση λόγω ατυχήματος σε περίπτωση σύγκρουσης ή προσάραξης.
(β) υπό αναδιατύπωση Ειδικός Κανονισμός της ΕΕ. Επειδή η ΕΕ ανησυχεί σοβαρά για τα θαλάσσια ατυχήματα στα οποία ενέχονται πετρελαιοφόρα και για την συνεπακόλουθη ρύπανση των ακτών της και την βλάβη που προξενείται στην χλωρίδα και πανίδα της και σε άλλους θαλάσσιους και παράκτιους πόρους, προωθεί την αναδιατύπωση σχετικού κανονισμού, πα­γιώνοντας τις τροποποιήσεις του βασικού κανονισμού (κανονισμός ΕΚ αριθ. 417/2002), για την εσπευσμέ­νη σταδιακή καθιέρωση απαιτήσεων διπλού κύτους ή ισοδύναμου σχεδιασμού για τα πετρελαιοφόρα πλοία μονού κύτους, και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2978/94. Δηλαδή, σκοπός του προτεινόμε­νου κανονισμού είναι η θέσπιση ενός προγράμματος εσπευσμένης σταδιακής εφαρμογής των απαιτήσεων διπλού κύτους ή ισοδύναμου σχεδιασμού της Σύμβα­σης MARPOL 73/78, όπως ορίζεται στο άρθρο 3, στα πετρελαιοφόρα μονού κύτους, και η απαγόρευση της μεταφοράς με προορισμό ή αφετηρία λιμένες των κρα­τών μελών βαρέων κλασμάτων προϊόντων πετρελαίου με πετρελαιοφόρα μονού κύτους.
Καταληκτικά, η αξιοποίηση των υπεράκτιων κοιτα­σμάτων υδρογονανθράκων στην ανατολική Μεσόγειο αποτελεί μέγιστη πρόκληση, τόσο για τις χώρες που στον θαλάσσιο χώρο τους έχουν κοιτάσματα, όσο και για αυτές που στερούνται. Ο βασικός λόγος είναι η σοβαρότητα ενός πιθανού ατυχήματος σε σχέση με τον περιορισμένο γεωγραφικό χώρο, γεγονός που κα­θιστά όλες τις χώρες της Ανατ. Μεσογείου εν δυνάμει αποδέκτες των αρνητικών επιπτώσεων.
Θεωρητικά, οι κίνδυνοι μπορούν να αξιολογη­θούν, αλλά και τα μέτρα πρόληψης και καταστολής να διασφαλίσουν την λειτουργία εγκαταστάσεων μέ­σα σε ασφαλή πλαίσια, δεδομένης όμως της πιστής εφαρμογής και υλοποίησης των μέτρων που υπαγο­ρεύουν η διεθνής και ευρωπαϊκή νομοθεσία και πρα­κτική. Πέραν αυτού, η ανάγκη ανάπτυξης περιφε­ρειακής συνεργασίας στην Ανατολική Μεσόγειο σε περιβαλλοντικές συνιστώσες των εργασιών εκμετάλ­λευσης των κοιτασμάτων υδρογονανθράκων, θεωρεί­ται εκ των ων ουκ άνευ!
* Ο ανταποκριτής της ΝΕΑΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ στην Κύπρο Κώστας Παπασταύρος διδάσκει στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας περιβαλλοντικά θέματα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου