Παρασκευή 26 Φεβρουαρίου 2016

Ελιγμοί επιβίωσης σε πολλαπλά μέτωπα: Η στήριξη του Αλέξη στην Μέρκελ θα τον βοηθήσει;

Φωτογραφία Αρχείου: Ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας (A) συνομιλεί με την καγκελάριο της Γερμανίας Άγγελα Μέρκελ και τον πρόεδρο της Γαλλίας Φρανσουά Ολάντ (Δ), στη Σύνοδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στις Βρυξέλλες. ΑΠΕ-ΜΠΕ, ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΥ, Andrea Bonetti
Του Σταύρου Λυγερού
Μπορεί η απόφαση της συνόδου κορυφής της ΕΕ να απέκλεισε το ενδεχόμενο αποβολής της Ελλάδας από τη ζώνη Σένγκεν και να απομάκρυνε το ενδεχόμενο κλεισίματος των βορείων συνόρων της χώρας, αλλά στην πραγματικότητα τίποτα δεν έχει ακόμα κριθεί.
Λόγω της τρομοκρατικής επίθεσης στο κέντρο της Άγκυρας, ο Νταβούτογλου ακύρωσε τη μετάβασή του στις Βρυξέλλες, γεγονός που εκ των πραγμάτων υποχρέωσε το ευρωιερατείο να μεταθέσει τις οριστικές αποφάσεις σε έκτακτη σύνοδο που θα συγκληθεί στις 6 Μαρτίου με τη συμμετοχή της Τουρκίας. Οι Ευρωπαίοι έχουν συνείδηση πως η συρρίκνωση του ρεύματος προσφύγων-μεταναστών προς τα ελληνικά νησιά του ανατολικού Αιγαίου εξαρτάται από τη βούληση του καθεστώτος Ερντογάν.
Ρευστότητα επικρατεί και στο μέτωπο της αξιολόγησης. Στη συνάντησή του με την Μέρκελ και τον Ολάντ την Παρασκευή, αλλά και στη συνάντησή του με τον Γιούνκερ την προηγουμένη, ο πρωθυπουργός προσπάθησε να αποσπάσει τη δέσμευση των συνομιλητών του ότι η αξιολόγηση θα ολοκληρωθεί μέσα στον Μάρτιο. Στο πλαίσιο αυτό ζήτησε το Κουαρτέτο να έρθει στην Αθήνα το συντομότερο δυνατόν και κυρίως να μην προβάλει μαξιμαλιστικές απαιτήσεις.

Η Γερμανίδα καγκελάριος και ο Γάλλος πρόεδρος ανταποκρίθηκαν όσον αφορά τον χρόνο έλευσης του Κουαρτέτου, αλλά, όπως πάντα σ’ αυτές τις περιπτώσεις το παιχνίδι θα κριθεί σε χαμηλότερο επίπεδο. Ελληνικές κυβερνητικές πηγές εκφράζουν αισιοδοξία, αλλά οι δηλώσεις Ντάισελμπλουμ δημιουργούν ερωτηματικά. Μπορεί να μην είναι αρνητικές στο ύφος, αλλά επιβεβαιώνουν πως η κυρίαρχη άποψη στο Eurogroup είναι υπέρ της μείωσης των συντάξεων, αλλά και της λήψης πρόσθετων μέτρων για την κάλυψη εκτιμώμενου δημοσιονομικού κενού. Με άλλα λόγια, είναι πιο κοντά στη θέση του ΔΝΤ παρά στη θέση της Αθήνας.
Επισήμως, όλοι οι παράγοντες του ευρωιερατείου συμφωνούν πως πρέπει η αξιολόγηση να ολοκληρωθεί το ταχύτερο δυνατόν. Οι σκληροπυρηνικοί, όμως, προσθέτουν πως κρίσιμη σημασία δεν έχει μόνο ο χρόνος, αλλά και η «ποιότητα των μεταρρυθμίσεων». Το μήνυμα που στέλνουν στην κυβέρνηση Τσίπρα είναι πως εάν θέλει την ολοκλήρωση της αξιολόγησης εντός του Μαρτίου, θα πρέπει να αποδεχθεί τις απαιτήσεις του Κουαρτέτου όχι μόνο για νέα μείωση συντάξεων, αλλά και για τα κόκκινα δάνεια και για την «αποπολιτικοποίηση της Δημόσιας Διοίκησης» και για το ταμείο ιδιωτικοποιήσεων.
Σύμφωνα με πηγή στις Βρυξέλλες, ωστόσο, το κλίμα είναι αρκετά πιο ευνοϊκό για την Αθήνα αυτές τις ημέρες. Οι λόγοι είναι δύο:
  • Πρώτον, ότι η κυβέρνηση Τσίπρα συνεργάσθηκε στο προσφυγικό-μεταναστευτικό και στήριξε την πολιτική της Μέρκελ και του Γιούνκερ, οι οποίοι ατύπως ωθούν προς μία πιο ευέλικτη αντιμετώπιση της Αθήνας.
  • Δεύτερον, ότι η ΕΕ βρίσκεται αντιμέτωπη με πολλά ανοικτά μέτωπα και τουλάχιστον οι νουνεχείς του ευρωιερατείου δεν θα ήθελαν σ’ αυτή τη συγκυρία να αναζωπυρώσουν το ελληνικό πρόβλημα.
Η ίδια πηγή διευκρινίζει, όμως, πως το ευνοϊκό κλίμα δεν σημαίνει καθόλου ότι οι Ευρωπαίοι δανειστές θα παραιτηθούν από τις απαιτήσεις τους. Σημαίνει απλώς ότι δεν επιθυμούν να τραβήξουν τα πράγματα στα άκρα. Με άλλα λόγια, θα επιδιώξουν μία εποικοδομητική διαπραγμάτευση με σκοπό να τα βρουν με την κυβέρνηση Τσίπρα κι όχι να της τραβήξουν το χαλί.
Το κλίμα αυτό επιβεβαιώνεται όχι μόνο από τη θερμή υποδοχή που επιφύλαξε ο Γιούνκερ στον πρωθυπουργό την περασμένη Πέμπτη, αλλά και από το άρθρο του Γκάμπριελ σε κορυφαίες ευρωπαϊκές εφημερίδες. Ο Γερμανός αντικαγκελάριος και επικεφαλής των Σοσιαλδημοκρατών ζήτησε να μην απομονωθεί η Ελλάδα από τη ζώνη Σένγκεν και να ελαφρυνθεί το χρέος της. Έκρουσε, μάλιστα, τον κώδωνα του κινδύνου, προειδοποιώντας το ευρωιερατείο για τον κίνδυνο η Ελλάδα να καταστεί μη κυβερνήσιμη, λόγω εκτεταμένης κοινωνικής αναταραχής.
Κοινοτικός παράγοντας είπε στο “Θέμα” ότι η Μέρκελ όχι μόνο ήταν ενήμερη για την πρωτοβουλία του Γκάμπριελ, αλλά και πως δεν είχε αντίρρηση. Τόσο η καγκελάριος όσο και ο αντικαγκελάριος φαίνεται πως συγκλίνουν στη θέση ότι δεν έχουν συμφέρον σ’ αυτή τη συγκυρία να πιέσουν με μαξιμαλιστικές απαιτήσεις την κυβέρνηση Τσίπρα σε βαθμό που να την αποσταθεροποιήσουν.
Η εκλογή του Μητσοτάκη είχε προκαλέσει κλίμα ευφορίας στους κόλπους του ευρωιερατείου. Θεώρησαν ότι υπάρχει πια εναλλακτική λύση στην ελληνική πολιτική σκηνή. Ο αρχικός ενθουσιασμός, όμως, εξατμίσθηκε σε μεγάλο βαθμό όταν η ΝΔ ανακοίνωσε πως όχι μόνο δεν θα ψηφίσει τις δρομολογούμενες αλλαγές στο Ασφαλιστικό, αλλά και ότι το σχέδιο Κατρούγκαλου πρέπει να αποσυρθεί και να αρχίσει διάλογος από μηδενική βάση.
Ο ίδιος κοινοτικός παράγοντας μας είπε πως όσο και αν στο ευρωιερατείο κατανοούν τις κομματικές σκοπιμότητες του Κυριάκου, προτεραιότητά τους είναι η εφαρμογή του προγράμματος. Γι’ αυτό και μετά την αρνητική στάση της ΝΔ κάνουν δεύτερες σκέψεις, οι οποίες εκ των πραγμάτων ενισχύουν εξ αντιδιαστολής τη θέση του Τσίπρα.
Η ΕΕ έχει πράγματι να διαχειρισθεί πολλά ανοικτά μέτωπα. Στην κορυφή είναι πάντα το προσφυγικό-μεταναστευτικό, το οποίο συνεχίζει να διχάζει. Δεν είναι μόνο οι χώρες της ομάδας Βίζεγκραντ (Πολωνία, Ουγγαρία, Τσεχία και Σλοβακία) που τηρούν αρνητική στάση και ωθούν σε κλείσιμο των συνόρων. Είναι και η Αυστρία, η οποία έθεσε ημερήσιο όριο 80 ατόμων που μπορούν να υποβάλουν αίτηση για παροχή ασύλου.
Η Κομισιόν και το Βερολίνο αντέδρασαν αρνητικά σ’ αυτή την κίνηση, αλλά η Βιέννη εμμένει στην απόφασή της. Το προηγούμενο που δημιουργείται ενδέχεται να συμπαρασύρει στον ίδιο δρόμο και άλλες χώρες των Βαλκανίων, οι οποίες φοβούνται μήπως εγκλωβισθούν στην επικράτειά τους όσοι δεν θα συναντήσουν κλειστά σύνορα.
Ο Τσίπρας απέσπασε από τη Μέρκελ τη δέσμευση πως τα σύνορα θα παραμείνουν ανοικτά μέχρι τουλάχιστον την επόμενη σύνοδο κορυφής (6 Μαρτίου). Η ελληνική πλευρά ενέκρινε την απόφαση της συνόδου κορυφής (συμπεράσματα) για το προσφυγικό-μεταναστευτικό. Είχε, όμως, εκτοξεύσει την απειλή πως εάν δεν υπήρχε δέσμευση των χωρών-μελών ότι δεν θα κλείσουν τα σύνορά τους θα υποχρεωνόταν να ασκήσει βέτο στη συζητούμενη συμφωνία της ΕΕ με το Λονδίνο.
Η εν λόγω διαπραγμάτευση και η αβεβαιότητα για το δημοψήφισμα που θα κρίνει την παραμονή ή όχι της Βρετανίας στην Ένωση είναι το δεύτερο ανοικτό μέτωπο για το ευρωιερατείο. Από τη μία πλευρά θέλουν να βοηθήσουν τον Κάμερον να παρουσιάσει μία συμφωνία ικανή να κάμψει το ευρωσκεπτικιστικό ρεύμα. Από την άλλη, όμως, θεωρούν ότι εάν δημιουργηθεί προηγούμενο ειδικής μεταχείρισης, το παράδειγμα της Βρετανίας θα ακολουθήσουν και άλλες χώρες-μέλη, με πιθανότερη την Πολωνία. Αυτό θα οδηγήσει αναπόφευκτα στο ξήλωμα του πουλόβερ.
Το τρίτο ανοικτό μέτωπο για το ευρωιερατείο είναι η αναταραχή στο ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα, με αιχμή τις ισχυρές πιέσεις που ασκούνται στην Deutsche Bank. Το Βερολίνο προσπαθεί να υποβαθμίσει το πρόβλημα, αλλά είναι σαφές πως η πληγή παραμένει ανοικτή. Προφανώς, η αναζωπύρωση του ελληνικού προβλήματος θα επιδείνωνε την κατάσταση, αυξάνοντας τον συστημικό κίνδυνο.
Είναι αξιοσημείωτο ότι οι Αγορές ξαναθυμήθηκαν στους “σκελετούς” της Deutsche Bank και εκτόξευσαν στα ύψη τα CDS, λόγω του γεγονότος ότι τον τελευταίο καιρό Γερμανοί αξιωματούχοι είχαν αμφισβητήσει εντόνως την πολιτική του Ντράγκι. Υπενθυμίζουμε πως ήταν ο Ντράγκι που το 2012 είχε αναχαιτίσει τις επιθέσεις των Αγορών εναντίον της Ευρωζώνης και ειδικά εναντίον της Deutsche Bank, δηλώνοντας πως θα κάνει ό,τι χρειάζεται.
Το τέταρτο ανοικτό μέτωπο είναι ο πόλεμος στη Συρία και ο κίνδυνος να κλιμακωθεί εάν η Τουρκία κάνει πράξη την απειλή της και εισβάλει. Μπορεί να μην αφορά άμεσα την Ευρώπη, αλλά την επηρεάζει σημαντικά και όχι μόνο λόγω του προσφυγικού ρεύματος. Είναι κοινός τόπος και στο Βερολίνο και στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες ότι η εκτόνωση ή η όξυνση της προσφυγικής-μεταναστευτικής κρίσης εξαρτάται από την πολιτική βούληση της Άγκυρας.
Εάν οι τουρκικές αρχές δεν ανταποκριθούν, η εμπλοκή του ΝΑΤΟ στο ανατολικό Αιγαίο θα αποδειχθεί ανίκανη να συρρικνώσει το προσφυγικό-μεταναστευτικό ρεύμα. Αυτό πρακτικά σημαίνει πως εκ των πραγμάτων θα κερδίσει έδαφος η θέση της ομάδας Βίζεγκραντ για απομόνωση της Ελλάδας με κλείσιμο των βόρειων συνόρων της και ευρύτερα για επαναφορά των εθνικών συνοριακών ελέγχων. Στην πραγματικότητα, η πίεση προς την Άγκυρα να τηρήσει τη συμφωνία με την ΕΕ είναι η ύστατη προσπάθεια και της Μέρκελ και της Κομισιόν να διασώσουν τη συνθήκη Σένγκεν.
Το γεμάτο προκλήσεις ευρωπαϊκό πολιτικό τοπίο κρύβει και κινδύνους και ευκαιρίες. Όσον αφορά τους κινδύνους, ο Τσίπρας προσπάθησε και μάλλον κατάφερε προς το παρόν να αποτρέψει το συζητούμενο κλείσιμο των βορείων συνόρων και ως εξ αυτού την απομόνωση της Ελλάδας. Όσον αφορά τις ευκαιρίες, θα φανεί προσεχώς πόσο κατάφερε να εκμεταλλευθεί το γεγονός ότι η ΕΕ είναι αντιμέτωπη με αρκετά και δυσκόλως διαχειρίσιμα ανοικτά μέτωπα. Θα φανεί από το εάν θα προκύψουν οι ανεκτοί συμβιβασμοί με το Κουαρτέτο, οι οποίοι θα επιτρέψουν τη γρήγορη ολοκλήρωση της 1ης αξιολόγησης.
Σ’ αυτή τη διελκυστίνδα κρίσιμος είναι ο ρόλος του ΔΝΤ. Ο Τόμσεν έθεσε στην προηγούμενη σύνοδο του Eurogroup το εξής δίλημμα: Ή θα επιβληθούν στην Ελλάδα “βαθιές μεταρρυθμίσεις” (πρόσθετες μειώσεις συντάξεων και μέτρα 7-9 δισ) οπότε και η μείωση του ελληνικού χρέους θα είναι ήπια, ή οι μεταρρυθμίσεις θα είναι ήπιες και η μείωση του χρέους μεγάλη. Το ίδιο δίλημμα θέτει στην Ευρωζώνη και η Λαγκάρντ.
Τα ίδια ειπώθηκαν και στην ενημέρωση που έγινε στο Συμβούλιο του ΔΝΤ. Σύμφωνα με μη διασταυρωμένες πληροφορίες, μάλιστα, στην ίδια συνεδρίαση, ο Τόμσεν αναφέρθηκε και σε συγκεκριμένα σενάρια του ESM (Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας) για την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους. Κατά τις ίδιες πηγές, τα εν λόγω σενάρια πρόβλεπαν ελαφρύνσεις, οι οποίες μόνο εάν συνδυασθούν με “βαθιές μεταρρυθμίσεις” μπορούν να καταστήσουν το ελληνικό χρέος βιώσιμο.
Όλα δείχνουν ότι το ΔΝΤ θέλει να αποχωρήσει από το ελληνικό πρόγραμμα, επειδή διαπιστώνει το αδιέξοδο. Επειδή, όμως, δεν θέλει να αποχωρήσει καταγγέλλοντας την απροθυμία του ευρωιερατείου να προχωρήσει στην αναγκαία γενναία ελάφρυνση του ελληνικού χρέους, επιλέγει δημοσίως να ανεβάζει τον πήχη των απαιτήσεών του. Όπως μας είπε καλά ενημερωμένη κυβερνητική πηγή, «με τη στάση του αυτή αναδεικνύει και οξύνει τις εσωτερικές αντιθέσεις στην Ευρωζώνη όσον αφορά το ελληνικό ζήτημα, χωρίς προς το παρόν να διαφαίνεται που θα κάτσει η μπίλια».
Αντιμέτωπο με αυτή την κινούμενη άμμο όσον αφορά τις αντιθέσεις στους κόλπους των δανειστών, το Μαξίμου επιδίδεται σε σχοινοβασία: Από τη μία πλευρά επείγεται να τελειώσει με την αξιολόγηση. Όπως δήλωσε και ο Δραγασάκης, το όριο της κυβέρνησης είναι όσα συμφωνήθηκαν το καλοκαίρι. Δεν πρόκειται, δηλαδή, να δεχθεί πρόσθετες απαιτήσεις, όπως αυτές του ΔΝΤ. Από την άλλη πλευρά, το Μαξίμου ελίσσεται, κάνοντας κάποιες υποχωρήσεις ειδικά προς τους αγρότες, με σκοπό να κερδίσει χρόνο και να εκτονώσει τις κινητοποιήσεις τους.
Η συνάντηση του πρωθυπουργού τη Δευτέρα με αντιπροσώπους των αγροτών θεωρείται κρίσιμη. Απ’ αυτή θα κριθεί εάν θα προκύψει εκτόνωση ή αντιθέτως κλιμάκωση του αποκλεισμού οδικών αρτηριών. Ταυτοχρόνως, προωθεί προς ψήφιση το λεγόμενο “παράλληλο πρόγραμμα” και αναμένεται να τροφοδοτήσει με νέες κινήσεις το μέτωπο εναντίον της διαπλοκής και της διαφθοράς, ώστε να μετατοπίσει το κέντρο βάρους της δημόσιας συζήτησης.
Όπως, όμως, έδειξε η πρόσφατη δημοσκόπηση της MRB, την πρώτη θέση στις προτιμήσεις των ψηφοφόρων κατέλαβε η ΝΔ. Αν και πρέπει να συνυπολογισθεί πως η κυβέρνηση Τσίπρα βρίσκεται, ίσως, στη δυσκολότερη στιγμή της, η καταγραφόμενη ανατροπή στο εκλογικό σώμα δεν φαίνεται να είναι συγκυριακή. Η οικονομική πίεση που δέχονται μεγάλα τμήματα του πληθυσμού διαψεύδει ελπίδες και προσδοκίες, γεγονός που με τη σειρά του προκαλεί μεγάλα ρήγματα στην εκλογική βάση του ΣΥΡΙΖΑ.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Πρώτο Θέμα την Κυριακή 21 Φεβρουαρίου 2016

mignatiou.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου