oikonomica
Εντύπωση έχει προκαλέσει στη χώρα η είδηση ότι στο πλαίσιο της επίσκεψης του πρωθυπουργού στις ΗΠΑ, κλείστηκε συμφωνία ανάμεσα στον Αμερικάνο πρόεδρο και τον Έλληνα πρωθυπουργό για αναβάθμιση των μαχητικών αεροσκαφών F-16 της Ελληνικής πολεμικής αεροπορίας. Η Ελλάδα παρά την κρίση, η οποία κλείνει αισίως τον όγδοο χρόνο στη χώρα μας δεν έχει προβεί σε δραστική μείωση των αμυντικών δαπανών της, οι οποίες ανέκαθεν ήταν πολύ υψηλές.
Κατά τη διάρκεια της κρίσης πολύς κόσμος, αναζητώντας τα αίτια των μεγάλων ελλειμάτων και της χρεοκοπίας του κράτους, έστρεφε την προσοχή του στη φοροδιαφυγή, τη διαφθορά και το ελλειμματικό εμπορικό ισοζύγιο. Αυτά τα φαινόμενα όμως συναντώνται εύκολα και στις υπόλοιπες δυτικοευρωπαϊκές οικονομίες. Ένας από τους σημαντικότερους παράγοντες που μας διαχωρίζουν από αυτές όμως δεν είναι παρά οι αμυντικές μας δαπάνες.
Μπορεί το ποσοστό του ΑΕΠ που δαπανάται στην άμυνα να μη βρίσκεται πλέον στο 4,2% του 1988, στο τέλος του ψυχρού πολέμου, ούτε καν στο 3,6% του 2000, εξακολουθεί όμως να είναι υψηλότατο, στο 2,4% το 2016. Το 4,2% του 1988 μπορεί να φαίνεται αντιφατικό μετά από 7 χρόνια διακυβέρνησης ενός πρωθυπουργού που φώναζε στις πλατείες «έξω οι βάσεις του θανάτου» και ήταν μέλος διεθνών επιτροπών αποπυρηνικοποίησης, βρισκόμασταν ακόμη όμως εν μέσω του ψυχρού πολέμου και μετά από την κρίση του Σεισμίκ. Το 2000, όταν η υπόλοιπη Ευρώπη μείωνε τις αμυντικές δαπάνες της κάτω από το 2%, εμείς παραμέναμε σταθερά υψηλότερα από τους εταίρους μας. Εμείς είχαμε βέβαια φρέσκια την κρίση στα Ίμια …
Το 2016 παραμένουμε μία από τις πέντε μόλις χώρες – μέλη του ΝΑΤΟ που εξακολουθούν να ξοδεύουν πάνω από το 2% του ΑΕΠ τους για αμυντικές δαπάνες. Οι υπόλοιπες τέσσερις είναι οι ΗΠΑ, η Μεγάλη Βρετανία, η Πολωνία και η Εσθονία. Το 2% του ΑΕΠ είναι το ελάχιστο όριο που θέτει το ΝΑΤΟ στα μέλη του για αμυντικές δαπάνες. Μετά το τέλος του ψυχρού πολέμου όμως όλο και περισσότερα μέλη της συμμαχίας βρίσκουν απόλυτα λογικό να παραμελήσουν αυτή τους την υποχρέωση και να ξοδέψουν με πιο πρόσφορο τρόπο τους πόρους τους. Ούτε η Τουρκία δεν πιάνει το στόχο του 2%. Η Γερμανία και η Ιταλία μετά βίας ξεπερνάνε το 1%.
Χαρακτηριστικό των τεραστίων πόρων που δαπανά η χώρα σε εξοπλισμούς είναι το παράδειγμα των αρμάτων μάχης. Η Ελλάδα αποτελεί αδιαμφισβήτητο πρωταθλητή των αρμάτων μάχης με 1.341. Η Ελλάδα έχει 170 Leopard 2A6s, όταν η Γερμανία που τα κατασκευάζει έχει 225. Στην Ελλάδα αντιστοιχούν 12,5 άρματα μάχης ανά 100.000 κατοίκους. Η δεύτερη Ευρωπαϊκή χώρα είναι η Πολωνία με 2,6 ανά 100.000 κατοίκους. Η Ρωσία είναι στα 1,87, Η Αγγλία και η Γαλλία κοντά στο 0,3, ενώ η Ολλανδία των 17 εκατομμυρίων κατοίκων και με ΑΕΠ άνω των 900 δις δε διαθέτει καθόλου άρματα μάχης …
Ακόμη και η Φινλανδία, η οποία έχει πάνω από 1.000 χιλιόμετρα συνόρων με τη Ρωσία δεν έχει πάνω από 2,5 άρματα μάχης ανά 100.00 κατοίκους. Σε αντιστοιχία να αναφέρουμε ότι τα χερσαία σύνορά μας με την Τουρκία, μια χώρα – μέλος του ΝΑΤΟ επίσης, δεν ξεπερνούν τα 150 χιλιόμετρα.
Ο παραπάνω πίνακας μαρτυρά ότι η Ελλάδα και η Τουρκία, παρ’ ότι θεωρητικά βρίσκονται σε συμμαχικό στρατόπεδο και πολλές φορές συμμετέχουν μαζί σε ασκήσεις στα πλαίσια του ΝΑΤΟ, εξακολουθούν να ανταγωνίζονται στα εξοπλιστικά.
Είναι όμως πλέον προφανές ότι αυτός ο ανταγωνισμός έχει εξαντλήσει τη χώρα. Το παιχνίδι των εξοπλισμών με τη γείτονα δεν κερδίζεται. Η Τουρκία είτε το θέλουμε είτε όχι αποτελεί μια χώρα 80 εκατομμυρίων με ΑΕΠ άνω των 800 εκατομμυρίων δολαρίων, όταν εμείς είμαστε κάτι περισσότεροι από 10 εκατομμύρια με ΑΕΠ μικρότερο των 200 εκατομμυρίων δολαρίων.
Ο συναγωνισμός με τη γείτονα είναι άνισος. Το ερώτημα είναι γιατί συνεχίζουμε να επιμένουμε στις αφύσικα υψηλές αμυντικές δαπάνες. Την Τουρκία δεν μπορούμε καν να την προσεγγίσουμε. Οι υπόλοιπες βαλκανικές χώρες είναι ούτως ή άλλως και πολύ φτωχότερες και πολύ πίσω εξοπλιστικά από εμάς. Ποιος ο λόγος λοιπόν να συνεχίζουμε να εξοπλιζόμαστε σαν αστακοί;
Η απάντηση δυστυχώς είναι απλή: για να συνεχίσουμε να ξοδεύουμε, προς όφελος των αμυντικών βιομηχανιών των «συμμάχων μας». Γερμανικά άρματα μάχης και υποβρύχια, γαλλικές φρεγάτες και αεροπλάνα, αμερικάνικα, σχεδόν όλα τα υπόλοιπα. Οι «θεσμοί», οι οποίοι εξοργίζονται με παροχές μερικών δεκάδων εκατομμυρίων που δίνονται σε κάποιες κοινωνικές ομάδες χωρίς την έγκρισή τους δεν έβγαλαν μιλιά για ποσό που ξεπερνάει το 1 δις και μπορεί να περάσει και τα 2 δις όταν πρόκειται για εξοπλιστικά προγράμματα …
Η Ελλάδα θα πρέπει να μειώσει τις εξοπλιστικές της δαπάνες περίπου στο 1% του ΑΕΠ και είτε να διαθέσει τα χρήματα αλλού ή να μειώσει κάποιο φόρο. Όλος ο ΕΝΦΙΑ αποδίδει 2,5 δις το χρόνο, όσο και η εξοικονόμηση που θα προκύψει … Η εμμονή της χώρας με το «αξιόμαχο των ενόπλων δυνάμεων» και τις «απαντήσεις στις Τουρκικές προκλήσεις» πρέπει κάποια στιγμή να τελειώσουν. Ματώνουμε για να μείνουμε στην Ευρωζώνη, δε μπορούμε να ματώνουμε για να ανταγωνιζόμαστε την Τουρκία. 1% του ΑΕΠ για την άμυνα είναι υπέρ αρκετό για μια χώρα σαν την Ελλάδα. Η Τουρκία δεν πρόκειται να εισβάλει σε μια χώρα μέλος μιας ένωσης, στην οποία και η ίδια θέλει να εισέλθει και ακόμα και να εισέβαλε δε θα μπορούσαμε να κάνουμε κάτι ούτως ή άλλως. Η γειτνίαση με τη Ρωσία δεν ώθησε τη Φινλανδία να ξοδεύει πάνω από το 2% του ΑΕΠ για αμυντικές δαπάνες. Αυτή τη στιγμή η Φινλανδία, χωρίς να αντιμετωπίζει τα δικά μας οικονομικά προβλήματα ξοδεύει μόλις το 1,3% για άμυνα. Εμείς τι περιμένουμε για να αναθεωρήσουμε;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου