Πέμπτη 12 Ιανουαρίου 2017

Καίνε οι φόροι στα καύσιμα, παραπληροφορεί η κυβέρνηση


Του Γιώργου Φιντικάκη

«Δεν φταίνε οι φόροι για την εκτίναξη των τιμών στα καύσιμα αλλά η άνοδος των διεθνών τιμών και η πτώση του ευρώ έναντι του δολαρίου». Σε αυτή τη φράση συνοψίζεται η κυβερνητική επιχειρηματολογία των τελευταίων ημερών για τις αιτίες πίσω από την έκρηξη των τιμών των καυσίμων από την αρχή της χρονιάς. Το υποστήριξε σε προ ημερών ανακοίνωσή του το υπουργείο Οικονομίας, το επικαλούνται ως σκεπτικό και στελέχη άλλων υπουργείων.

Δεν είναι όμως έτσι τα πράγματα, και το οικονομικό επιτελείο το γνωρίζει. Απλά προσπαθεί να αποσείσει από πάνω του τις ευθύνες, καθώς γνωρίζει ότι στην προσπάθειά του να επιτύχει τα υπερβολικά πρωτογενή πλεονάσματα των επόμενων ετών, διακυβεύει ακόμη και τους στόχους για ανάπτυξη που το ίδιο έχει θέσει.

Στην πραγματικότητα οι διακυμάνσεις του αργού και της ισοτιμίας ευρώ-δολαρίου επηρεάζουν μόνο την τιμή διυλιστηρίου. Ειδικά στην περίπτωση της αμόλυβδης βενζίνης, το πετρέλαιο και η διακύμανση στο νόμισμα είναι υπεύθυνα μόνο για το 30%-35% της τελικής της αξίας. Αντίθετα, το 65%-70% της λιανικής της τιμής στην Ελλάδα αφορά αποκλειστικά φόρους, ποσοστό πολύ πάνω από το μέσο όρο της Ε.Ε, και χωρών όπως η Γερμανία, η Φινλανδία και η Γαλλία, όπου η μέση αγοραστική δύναμη είναι υψηλότερη της ελληνικής.

Έπειτα μάλιστα από την προ ημερών νέα αύξηση των φόρων, η Ελλάδα φιγουράρει στην 3η θέση πανευρωπαϊκά με τον υψηλότερο ειδικό φόρο κατανάλωσης στη βενζίνη (παρατίθεται ο σχετικός πίνακας με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής), επιβάρυνση που γίνεται ακόμη μεγαλύτερη λόγω του συντελεστή ΦΠΑ. Στην Ελλάδα ανέρχεται στο 24%, όταν στις περισσότερες ανεπτυγμένες χώρες της ΕΕ, ο ΦΠΑ κυμαίνεται σε ποσοστά 19%, 20% και 21%.


Τα νούμερα μιλούν από μόνα τους. Στις 29 Δεκεμβρίου, πριν δηλαδή τη νέα αύξηση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης η τιμή διυλιστηρίου για την αμόλυβδη ήταν 0,4360 ευρώ. Οι φόροι και οι δασμοί αντιστοιχούσαν σε 0,9707 ευρώ. Τα μεικτά περιθώρια κέρδους εταιρείας-μεταφορέα και πρατηριούχου σε 0,090 ευρώ. Και η τελική τιμή αντλίας ανέρχονταν σε 1,4970 ευρώ. Άρα οι φόροι κάλυπταν το 65%.

Την 1η Ιανουαρίου, μετά την αύξηση του ΕΦΚ, η τιμή διυλιστηρίου ήταν στα 0,45 ευρώ, αλλά οι φόροι και οι δασμοί είχαν αυξηθεί στα 1,007 ευρώ. Τα περιθώρια κέρδους παρέμειναν τα ίδια, και η τελική τιμή αντλίας, διαμορφώθηκε στο 1,52 ευρώ. Άρα, οι φόροι καλύπτουν πλέον το 66%.

Φόρος πάνω στο... φόρο

Προφανώς και η εικόνα αυτή είναι σε γνώση της κυβέρνησης. Όπως είναι σε γνώση της και ότι διατρέχει τον κίνδυνο η υπερφορολόγηση να πλήξει την κατανάλωση, προκαλώντας υστέρηση στα έσοδα από τον Ειδικό Φόρο. Έχει εγγράψει στον προϋπολογισμό 492 εκατ. ευρώ από τους φόρους στα καύσιμα, τόσο από τον ΕΦΚ όσο και από την επιβολή πάνω σε αυτόν του ΦΠΑ (φόρος πάνω στο... φόρο), και ένα σημαντικό μέρος του μπορεί να το χάσει.

Ένα άλλο ωστόσο μέρος του θα το εισπράξει (σ.σ: από 274 στο κακό σενάριο έως 408 εκατ. ευρώ στο καλό σενάριο, σύμφωνα με μελέτη του ΙΟΒΕ), όπως συμβαίνει σταθερά τα τελευταία χρόνια κάθε φορά που οι κυβερνήσεις επέβαλλαν αυξήσεις στην φορολογία καυσίμων.

Από το 2009 έως και σήμερα, ο ΕΦΚ στο πετρέλαιο θέρμανσης έχει εκτιναχθεί από τα 21 ευρώ στα 280 ευρώ το χιλιόλιτρο (+ 1.233%). Στο πετρέλαιο κίνησης, έχει αυξηθεί από τα 302 ευρώ στα 410 ευρώ το χιλιόλιτρο (+36%), και στις βενζίνες από τα 359 ευρώ στα 700 ευρώ το χιλιόλιτρο (+95%). Την ίδια περίοδο, ο ΦΠΑ στα καύσιμα (όπως και σε πλήθος άλλων προϊόντων) εκτινάχθηκε από το 19% στο 24%.

Αλλά στο ίδιο διάστημα η κατανάλωση στην αγορά καυσίμων γνώρισε ραγδαία πτώση της τάξης του 40% (σ.σ: 48% οι βενζίνες, 15% το κίνησης και 59% το θέρμανσης). Οσο για τα κρατικά έσοδα, η πορεία τους ήταν αντιστρόφως ανάλογη των αυξήσεων στους φόρους. Σωρευτικά από το 2011, οι εισπράξεις του κράτους υποχωρούν κατά 32% στις βενζίνες, 30% στο πετρέλαιο θέρμανσης και 15% στο ντίζελ κίνησης.

Η εμπειρία λέει ότι και η φετινή αύξηση των φόρων, η μεγαλύτερη όλων των τελευταίων ετών, δεν θα ξεφύγει από τον παραπάνω κανόνα. Σύμφωνα με μελέτη του ΙΟΒΕ που δημοσιοποιήθηκε τον περασμένο Οκτώβριο για λογαριασμό του Συνδέσμου Εταιρειών Εμπορίας Πετρελαιοειδών, η αύξηση των φόρων στα καύσιμα θα αποφέρει λιγότερα έσοδα από τα προσδοκώμενα και συγκεκριμένα 408 έναντι του στόχου των 492 εκατ. ευρώ τον χρόνο.

Αλλά ταυτόχρονα θα προκαλέσει μεγαλύτερη ζημιά στην οικονομία, καθώς εκτιμάται ότι θα κόψει περίπου 0,30% από το ΑΕΠ ή κοντά στα 530 εκατ. ευρώ, που ισοδυναμούν με 180 εκατ. ευρώ λιγότερα σε φόρους και εισφορές.

Επιπλέον, αν το λαθρεμπόριο αυξηθεί κατά 4% στο πετρέλαιο κίνησης και στις βενζίνες λόγω της διαφοράς του φόρου, τότε τα πραγματικά έσοδα του Δημοσίου δεν θα είναι 408 αλλά 274 εκατ. ευρώ.

Τα παραπάνω φυσικά είναι σενάρια, ενώ το μόνο σίγουρο για την ώρα είναι οι αυξήσεις των τιμών. Τα στοιχεία δείχνουν ότι η κυβέρνηση επέλεξε να αυξήσει τους φόρους στα καύσιμα στην χειρότερη δυνατή συγκυρία, δηλαδή πάνω σε μια ανοδική από πλευράς διεθνών τιμών αγορά, ιδανικό μείγμα για να ενισχύσει σε ακραίες περιπτώσεις κρούσματα σπέκουλας.

Μια εβδομάδα μετά την αύξηση του ειδικού φόρου κατανάλωσης, συνυπολογιζόμενου και του ΦΠΑ, η εικόνα έχει ως εξής: Τέσσερα με πέντε λεπτά υπολογίζεται ότι έχει αυξηθεί πανελλαδικά η τιμή της βενζίνης (από 1,49 στα 1,54 ευρώ), έντεκα ολόκληρα λεπτά το ντίζελ κίνησης (από 1,18 στα 1,30 ευρώ), και δέκα λεπτά το υγραέριο κίνησης (από 72 σε 82 λεπτά).


Πηγή: Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Oil Bulletin 2 Ιανουαρίου 2017


Πηγή liberal

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου