analyst
«Το κεντρικό κτίριο του ΔΝΤ στην Ουάσιγκτον έχει ένα περίπου ελλειπτικό σχήμα, ενώ στη μία πλευρά του διαδρόμου του τελευταίου ορόφου ευρίσκονται τα σύμβολα όλων των κρατών μελών του. Στην απέναντι πλευρά, βλέπει κανείς σε προθήκες τα τραπεζογραμμάτια που χρησιμοποιούνται από τις συγκεκριμένες χώρες – όπου διαπιστώνεται μία αξιοσημείωτη, σχεδόν απόκοσμη σχέση μεταξύ των Εθνών, καθώς επίσης των νομισμάτων τους.Ως εκ τούτου, συμπεραίνει κανείς αυθόρμητα πως τα χρήματα και τα κράτη βαδίζουν μαζί, χέρι-χέρι. Ποιά είναι όμως η πραγματική σχέση μεταξύ χρήματος και Εθνών;» (Lord Mervyns King). Υπενθυμίζουμε πως η δραχμή ήταν παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα τον 4ο αιώνα προ Χριστού, όταν μεσουρανούσε και κυριαρχούσε παντού ο ελληνικός πολιτισμός, στα θεμέλια του οποίου στηρίχθηκε ο ευρωπαϊκός – όπως αργότερα το Solidus της βυζαντινής αυτοκρατορίας, ενώ μέχρι πρόσφατα η δραχμή ήταν το σημαντικότερο νόμισμα των Βαλκανίων» (πηγή).
.
Άρθρο
Είναι πράγματι πολύ αξιόλογο το άρθρο του πρώην κεντρικού τραπεζίτη της Μ. Βρετανίας, το οποίο θα προσπαθήσουμε να αποδώσουμε ελεύθερα, όσον αφορά την ΟΝΕ – το πλέον φιλόδοξο εγχείρημα στη νομισματική ιστορία του πλανήτη. Όπως σωστά δε τονίζει, έχει αποδειχθεί πως δεν πρόκειται για έναν εύκολο γάμο. Αντίθετα, είναι μία αγωνιώδης προσπάθεια να βρεθεί ένα ασφαλές πέρασμα, ανάμεσα στη Σκύλλα των πολιτικών ιδανικών και επιδιώξεων, καθώς επίσης στη άτεγκτη Χάρυβδη της οικονομικής αριθμητικής.
Όσον αφορά το χρόνο που θα διαρκέσει, χωρίς να διαλυθεί, είναι κάτι που το γνωρίζουν μόνο οι «εταίροι», ενώ οι ξένοι δεν μπορούν καν να το εκτιμήσουν – υπενθυμίζοντας πως η Λατινική νομισματική ένωση, στην οποία συμμετείχε και η Ελλάδα, ιδρύθηκε το 1865 από τη Γαλλία, το Βέλγιο, την Ιταλία, καθώς επίσης την Ελβετία, ενώ διαλύθηκε το 1927.
Περαιτέρω, το βασικό πρόβλημα μίας νομισματικής ένωσης, το οποίο υπάρχει μεταξύ των διαφόρων εθνικών κρατών που τη συναποτελούν, είναι εντυπωσιακά απλό. Ξεκινάει με τις διαφορές στα αναμενόμενα ποσοστά του πληθωρισμού, ως αποτέλεσμα της ιστορικής τους διαδρομής – τα οποία, σε συνδυασμό με το ενιαίο επιτόκιο που υιοθετείται, με την κοινή δηλαδή νομισματική πολιτική, οδηγούν αναπόφευκτα σε αποκλίσεις, όσον αφορά την ανταγωνιστικότητα των χωρών.
Με απλά λόγια, ορισμένα κράτη εισήλθαν στην ΟΝΕ με ένα υψηλότερο ποσοστό των μισθών και του πληθωριστικού κόστους, από ότι τα υπόλοιπα. Επομένως, το πραγματικό επιτόκιο που υιοθετήθηκε όταν εισήλθαν, δηλαδή το ονομαστικό μείον το ποσοστό του πληθωρισμού, ήταν χαμηλότερο σε αυτές τις χώρες, όπως η Ελλάδα, από ότι σε εκείνες με παραδοσιακά μικρότερο πληθωρισμό όπως η Γερμανία. Ως εκ τούτου, τόνωσε εσφαλμένα την εγχώρια ζήτηση των πρώτων, οπότε αυξήθηκαν οι μισθοί και οι τιμές των αγαθών – με αποτέλεσμα να κλιμακωθεί περαιτέρω ο πληθωρισμός.
Επειδή λοιπόν η ΕΚΤ δεν ήταν σε θέση να επιβάλλει διαφορετικά βασικά επιτόκια στις επί μέρους χώρες, για να ισορροπήσει τον πληθωρισμό μεταξύ τους, στο ίδιο επίπεδο, σε ορισμένες από αυτές επιδεινώθηκε η οικονομική τους κατάσταση – λόγω ακριβώς του ενιαίου επιτοκίου. Εξαιτίας αυτού του γεγονότος, η απώλεια της ανταγωνιστικότητας που προέκυψε μεταξύ του ευρωπαϊκού νότου, καθώς επίσης κυρίως της Γερμανίας, έγινε τεράστια – πόσο μάλλον αφού η Γερμανία εφάρμοσε κακοπροαίρετα την πολιτική της εσωτερικής υποτίμησης ήδη από το 2000, με την ατζέντα 2010.
Η απώλεια τώρα της ανταγωνιστικότητας είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση των εμπορικών ελλειμμάτων στις χώρες του ευρωπαϊκού νότου, καθώς επίσης την άνοδο των εμπορικών πλεονασμάτων στη Γερμανία. Αυτά ακριβώς τα ελλείμματα/πλεονάσματα αποτελούν την καρδιά των σημερινών προβλημάτων της ένωσης– επειδή τα ελλείμματα πρέπει να χρηματοδοτούνται με δάνεια από το εξωτερικό, οπότε υπερχρεώνονταν τα κράτη, ενώ τα πλεονάσματα επενδύονται νομοτελειακά στο εξωτερικό, οπότε διευκόλυναν το δανεισμό του νότου. Έτσι προέκυψαν επίσης οι ανισορροπίες στο σύστημα διακανονισμού πληρωμών της Ευρωζώνης (Target II) – στο οποίο έχουμε αναφερθεί πολλές φορές (γράφημα).
.
.
Συνεχίζοντας, λόγω της συγκεκριμένης δυσλειτουργίας της Ευρωζώνης, χώρες όπως η Γερμανία εξελίχθηκαν σε μεγάλους πιστωτές των υπολοίπων, επιτυγχάνοντας πλεόνασμα το 2015 που πλησιάζει το 8% του ΑΕΠ της (περί τα 250 δις €) – ενώ τα κράτη της περιφέρειας μετατράπηκαν νομοτελειακά σε μεγάλους οφειλέτες.
Το πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα της όλης διαδικασίας είναι η Ελλάδα, στην οποία «συνοψίζονται» τα προβλήματα της νομισματικής ένωσης – με αποτέλεσμα το ΑΕΠ της να έχει κυριολεκτικά καταρρεύσει, περισσότερο από αυτό των Η.Π.Α. κατά τη Μεγάλη Ύφεση του 1930, ενώ είναι ακατανόητο το πώς αντέχει ακόμη.
Ως εκ τούτου, παρά την τεράστια δημοσιονομική συστολή που της επιβλήθηκε (ανάλυση), λόγω της οποίας το έλλειμμα της μειώθηκε από περίπου 12% το 2010 κάτω από το 3% το 2014, ο λόγος του δημοσίου χρέους προς το ΑΕΠ της συνέχισε να αυξάνεται – ενώ σύντομα θα υπερβεί το 200%, παράλληλα με την κατακόρυφη αύξηση του ιδιωτικού της χρέους. Υπενθυμίζουμε εδώ πώς τόσο οι τράπεζες, όσο και ο ιδιωτικός τομέας γενικότερα της Ελλάδας ήταν από τους υγιέστερους στη Ευρώπη, πριν από την κρίση – σε πάρα πολύ καλύτερη κατάσταση από τους χρεοκοπημένους της Ιρλανδίας, της Ισπανίας κλπ.
Περαιτέρω, ακόμη χειρότερα για την Ελλάδα, το σύνολο του θηριώδους σημερινού χρέους της, το οποίο επιδεινώθηκε με πάνω από 40 δις € από τη «διάσωση» των τραπεζών της, είναι εκπεφρασμένο σε ένα νόμισμα, η αξία του οποίου πολύ πιθανότατα θα αυξηθεί ακόμη περισσότερο, σε σχέση με τα ελληνικά εισοδήματα. Η αύξηση αυτή σημαίνει πως όλο και λιγότεροι Έλληνες θα είναι σε θέση να έχουν στην κατοχή τους ευρώ – οπότε πολύ λογικά τοποθετούνται εναντίον του.
Το ενδεχόμενο αυτό θα συμβεί, παρά το ότι το χρέος είναι ήδη τεράστιο, συγκρινόμενο με τη μείωση των εισοδημάτων των Ελλήνων, όπως οφείλει να το μετρά κανείς (όπου πλησιάζει το 400% σε σχέση με το 2010) – επί πλέον στην πραγματική αύξηση του εξαιτίας του αποπληθωρισμού, λόγω του οποίου ακόμη αν η Ελλάδα δανειζόταν με μηδενικό επιτόκιο, θα ήταν ασύμφορο, αφού προστίθεται ο αποπληθωρισμός.
Συνεχίζοντας, η αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους το 2012 (PSI), δεν διέσωσε την Ελλάδα αλλά τους ιδιώτες πιστωτές της – ενώ μεταφέρθηκε σε κρατικούς Θεσμούς (ESM, Χώρες, ΕΚΤ, ΔΝΤ). Την ίδια στιγμή, η δημοσιονομική λιτότητα έχει αποδειχθεί αυτοκαταστροφική – επειδή η συναλλαγματική ισοτιμία του νομίσματος της, του ευρώ δηλαδή, παρέμεινε σταθερή, οπότε δεν μπορούσε να τονώσει το εμπόριο.
Ως εκ τούτου, όλοι γνωρίζουν πλέον πως ο μοναδικός δρόμος προς τα εμπρός για την Ελλάδα, είναι ηδιαγραφή ενός μεγάλου μέρους των χρεών της – πόσο μάλλον όταν έχει προηγηθεί μία κυριολεκτικά βιβλική καταστροφή στην οικονομία της, μετά από τα έξι χρόνια των αποτυχημένων μνημονίων. Επίσης, επειδή δεν έχει τη δυνατότητα να υποτιμήσει το νόμισμα της, έτσι ώστε να αντικατασταθούν οι εισαγωγές της από εγχώρια προϊόντα, καθώς επίσης να αυξηθούν οι εξαγωγές της – οπότε να αντισταθμισθούν οι καθοδικές πιέσεις που ασκούνται στην οικονομία της, από τη δημοσιονομική συστολή.
Το αναπόφευκτο τώρα της «αναδιάρθρωσης» του ελληνικού χρέους σημαίνει πως οι φορολογούμενοι της Γερμανίας, καθώς επίσης των άλλων χωρών, θα πρέπει να απορροφήσουν σημαντικές απώλειες – ενώ είναι κάτι περισσότερο από θλιβερό να βλέπει κανείς τα κράτη του ευρώ να κάνουν παζάρια, όσον αφορά το πόσα χρήματα θα δανείσουν στην Ελλάδα, έτσι ώστε να είναι σε θέση να τους αποπληρώσει κάποια από τα δάνεια του παρελθόντος. Αυτού του είδους η «κυκλική κυκλοφορία» των δανείων δεν ωφελεί προφανώς καθόλου την Ελλάδα – εκτός του ότι είναι ιδιαίτερα λυπηρό το γεγονός ότι, η Γερμανία φαίνεται πως έχει ξεχάσει τη δική της ιστορία.
Σε αυτό ακριβώς θα αναφερθούμε στο δεύτερο μέρος του κειμένου, καθώς επίσης στις λύσεις που έχει στη διάθεση της η Ευρωζώνη, εάν θέλει να αποφύγει τη διάλυση της – η οποία δεν θα είναι επώδυνη μόνο για τις αδύναμες χώρες αλλά, επίσης, για τις ισχυρές και ιδίως για τη Γερμανία.
Η ειδική δε θέση που έχει κατακτήσει το ευρώ, ως το δεύτερο μεγαλύτερο παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα, θα προκαλούσε εξαιρετικά μεγάλα προβλήματα σε όλες εκείνες τις χώρες, όπως η Κίνα, οι οποίες διατηρούν πολλά δις € στα συναλλαγματικά τους αποθέματα – ως αντιστάθμισμα των κινδύνων του δολαρίου.
Όσον αφορά την Ελλάδα, είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου, καθώς επίσης το πιο εύκολο στην επίλυση του πρόβλημα, σε σχέση με το κόστος – αφού υπάρχουν πολύ χειρότερα, όπως αυτό της Γαλλίας και της Ιταλίας, ένα υπερχρεωμένο ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα, πολύ επικίνδυνο να καταρρεύσει, καθώς επίσης ένα παγκόσμιο περιβάλλον που ευρίσκεται στα πρόθυρα του κραχ: της καταιγίδας των καταιγίδων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου