analyst
του Ιάκωβου Ιωάννου
του Ιάκωβου Ιωάννου
«Ο χρόνος που θα έχει η νέα κυβέρνηση στη διάθεση της θα είναι ελάχιστος. Αρκετός όμως για να φανούν οι πραγματικές της προθέσεις, στο βασικό θέμα που ενδιαφέρει τους Έλληνες – το οποίο δεν είναι άλλο από την υιοθέτηση και την εφαρμογή ενός δίκαιου, ορθολογικού πλαισίου λειτουργίας της χώρας μας».
.
Άποψη
Προφανώς, οι Έλληνες αποφάσισαν να δώσουν μία δεύτερη ευκαιρία σε εκείνη την κυβέρνηση που απέτυχε παταγωδώς να εκπληρώσει τις προεκλογικές της υποσχέσεις – ενώ οδήγησε τη χώρα στο απόλυτο αδιέξοδο του τρίτου μνημονίου, μέσα από μία σειρά απίστευτα καταστροφικών λαθών.
Η δεύτερη αυτή ευκαιρία είναι πιθανότατα η τρίτη και τελευταία για την Ελλάδα εντός του ευρώ – ενώ ο νέος πρωθυπουργός είναι ο μοναδικός που είχε το προνόμιο να του δοθεί μία «περίοδο χάριτος», παρά το ότι υπέγραψε ένα τρίτο μνημόνιο, χωρίς να τιμωρηθεί όπως όλοι οι προκάτοχοι του.
Βέβαια, ουσιαστικά δεν επιλέχθηκε από την πλειοψηφία, αφού σημειώθηκε ρεκόρ αποχής στις εκλογές (γράφημα) – γεγονός όμως που σημαίνει ότι, δεν έχει μόνο τη συμφωνία των περισσοτέρων αλλά, επίσης, την ανοχή όλων όσον δεν συμμετείχαν, τη βουβή συγκατάθεση τους.
.
.
Την ίδια στιγμή, οι Έλληνες καταψήφισαν την πρώην «αριστερή πλατφόρμα», η οποία θέλησε ανόητα να εκμεταλλευθεί το «ΟΧΙ» τους στο δημοψήφισμα, ταυτίζοντας το λανθασμένα με τη δήθεν πρόθεση τους να επιστρέψουν σε ένα εθνικό νόμισμα – θεωρώντας παράλληλα ότι, η συμπεριφορά της ήταν προδοτική τόσο απέναντι στο πρώην κόμμα της, όσο και σε σχέση με τους ίδιους, αφού παρέφρασε σκόπιμα τις επιθυμίες τους.
Δυστυχώς δε, παρά το ότι το συγκεκριμένο κόμμα δεν είναι κακοπροαίρετο, παρείχε πολύ κακές υπηρεσίες στην Ελλάδα (άρθρο), ενώ λειτούργησε θετικά για τους δανειστές – στόχος των οποίων ήταν η εξασφάλιση της διακυβέρνησης της χώρας από το κόμμα που υπέγραψε το τρίτο μνημόνιο επειδή, λόγω των «αριστερών» του καταβολών, θα αντιμετωπίσει τις λιγότερες δυνατές αντιδράσεις από τους Πολίτες, οι οποίοι δεν έχουν πλέον εναλλακτικές λύσεις.
Θετικά για τον πρωθυπουργό λειτούργησε κυρίως η Νέα Δημοκρατία η οποία, αντί να παρουσιάσει ένα αποτελεσματικό πρόγραμμα για την επόμενη ημέρα, θέλησε να δικαιολογήσει τις προηγούμενες επιλογές της – υποστηρίζοντας πως η πολιτική των μνημονίων ήταν και είναι ο μοναδικός δρόμος της χώρας, με κριτήριο την αποτυχία της επτάμηνης διαπραγμάτευσης.
.
Η ερμηνεία της νίκης
Περαιτέρω, κατά την υποκειμενική μου άποψη, οι Έλληνες επέλεξαν το νικητή ελπίζοντας ότι, θα αλλάξει τα κακώς κείμενα στην Ελλάδα. Πως θα έλθει σε σύγκρουση με τις ομάδες συμφερόντων που ανέκαθεν τους τυραννούσαν: με τις συμμορίες καλύτερα, οι οποίες λυμαίνονται τη χώρα τις τελευταίες δεκαετίες,απομυζώντας αχόρταγα τον τεράστιο πλούτο της – με τελικό αποτέλεσμα να οδηγηθεί στην οικονομική, πολιτική, κοινωνική και πολιτιστική χρεοκοπία.
Εάν το προσπαθήσει πραγματικά, πόσο μάλλον εάν τα καταφέρει, είμαι σίγουρος πως οι Έλληνες δεν θα δώσουν σημασία στα οδυνηρά επακόλουθα που θα έχει η εφαρμογή του τρίτου μνημονίου, όσον αφορά το βιοτικό τους επίπεδο – γεγονός που δεν φαίνεται να κατάλαβε η μελλοντική αξιωματική αντιπολίτευση, από την οποία βέβαια δεν περίμενε κανείς πως θα τοποθετούσε ως στόχο της την κάθαρση της χώρας.
Ο χρόνος τώρα που θα έχει η νέα κυβέρνηση στη διάθεση της θα είναι ελάχιστος. Αρκετός όμως για να φανούν οι πραγματικές της προθέσεις στο βασικό θέμα που ενδιαφέρει τους Έλληνες – το οποίο δεν είναι άλλο από την υιοθέτηση και την εφαρμογή ενός δίκαιου, ορθολογικού πλαισίου λειτουργίας της χώρας μας(άρθρο).
Συνεχίζοντας, όλοι έχουν επίγνωση των δυσκολιών, με τις οποίες θα έλθει αντιμέτωπη η Ελλάδα – αφού είναι υποχρεωμένη να εφαρμόσει καταστροφικά μέτρα για την οικονομία της, για μία ακόμη φορά. Επομένως, κανένας δεν περιμένει θαύματα στο συγκεκριμένο τομέα – κάτι που όμως δεν ισχύει για την ανάγκη κάθαρσης της χώρας, η οποία είναι πολύ εύκολο να δρομολογηθεί, εάν υπάρχει πράγματι πολιτική βούληση.
Η κάθαρση βέβαια αυτή δεν έχει απολύτως τίποτα κοινό με τις απαιτήσεις των δανειστών, έτσι όπως καταγράφονται στα μνημόνια – επειδή ο σκοπός των δυνάμεων κατοχής δεν είναι άλλος, από το να αντικαταστήσουν τους εγχώριους εκμεταλλευτές και δυνάστες, με τους δικούς τους. Αυτός άλλωστε είναι ο στόχος της «απελευθέρωσης» της αγοράς που επιδιώκουν, κυρίως δε των ιδιωτικοποιήσεων – μέσω των οποίων καθιστούν τα κράτη, στα οποία εισβάλλουν, προτεκτοράτα, απόλυτα εξαρτημένα από τους ίδιους (ανάλυση).
Εάν λοιπόν η κυβέρνηση, για την οποία θέλω να πιστεύω πως έχει τις καλύτερες των προθέσεων, προβεί στο ολέθριο σφάλμα να αντικαταστήσει τις εγχώριες βδέλλες με ξένες, επί πλέον με νέες εγχώριες, καθώς επίσης να διατηρηθεί στην εξουσία μέσω ενός «σοβιετικού τύπου» δημοσίου παραπλανώντας τους Έλληνες, τότε η Ελλάδα θα βιώσει τη χειρότερη της εποχή στη μακραίωνη ιστορία της – ειδικά ο ιδιωτικός της τομέας, ο οποίος έχει πληρώσει μέχρι σήμερα το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος του λογαριασμού των μνημονίων.
Στο σημείο αυτό θεωρώ σκόπιμο να υπενθυμίσω την αρνητική πλευρά των ιδιωτικοποιήσεων, οι οποίες πιστεύω πως είναι ο πραγματικός στόχος των δανειστών – η ουσία των μνημονίων, όπως έχει φανεί με το χειρότερο δυνατό τρόπο στην Πορτογαλία (άρθρο). Ειδικότερα τα εξής:
.
Αποκρατικοποιήσεις
“Στόχος οφείλει να είναι η απόλυτα ισορροπημένη σχέση μεταξύ του δημοσίου και του ιδιωτικού τομέα μίας χώρας, έτσι ώστε να προστατεύεται η αυτονομία του κράτους για την ασφάλεια των Πολιτών του – οι οποίοι το εμπιστεύθηκαν, αναθέτοντας τη δημόσια διοίκηση στους Θεσμούς του.
Η εθνική κυριαρχία ενός κράτους, όπως συνήθως αποκαλείται η πλήρης αυτονομία του, είναι δυνατόν να καταλυθεί από αρνητικές εξελίξεις στο εσωτερικό του, ιδίως δε στην οικονομία του – χωρίς να είναι απαραίτητη η στρατιωτική εισβολή στην επικράτεια του”.
Το παραπάνω κείμενο, ελαφρά διαμορφωμένο, προέρχεται από έναν πολύ γνωστό Γερμανό νομικό, ο οποίος είναι ταυτόχρονα μέλος του συνταγματικού δικαστηρίου της χώρας του.
Ο καθηγητής συμπληρώνει έμμεσα ότι, «η Γερμανία είναι πλέον αντιμέτωπη με ένα τεράστιο πρόβλημα, έχοντας εκποιήσει το μεγαλύτερο μέρος της δημόσιας περιουσίας της» – γεγονός που ήδη πληρώνουν ακριβά οι Πολίτες της, μέσω της αυξημένης φορολόγησης τους, καθώς επίσης της συνεχούς μείωσης της κοινωνικής πρόνοιας, σε συνδυασμό με τη σταδιακή υποβάθμιση των υπηρεσιών στην Παιδεία, στην Υγεία και αλλού.
Από τις διαπιστώσεις αυτές συμπεραίνεται ότι, η λειτουργία των επιχειρήσεων με αποκλειστικό στόχο το κέρδος, η οποία είναι χωρίς καμία αμφιβολία «θεμιτή» για τον ιδιωτικό τομέα, δεν μπορεί να θεωρηθεί κατάλληλη για εκείνους τους τομείς, οι οποίοι αφορούν το σύνολο μίας κοινωνίας – για τους κοινωφελείς. Οι «περιοχές» αυτές οφείλουν να λειτουργούν από το Δημόσιο μίας χώρας, με στόχο τη φροντίδα των Πολιτών της και όχι το κέρδος.
Η σημερινή εξέλιξη λοιπόν, η απαίτηση δηλαδή της ιδιωτικοποίησης όλων των κλάδων της οικονομίας μίας χώρας, στην οποία συνηγορούν τόσο η ΕΕ, όσο και οι τρεις βασικοί διεθνείς οργανισμοί(ΔΝΤ, Παγκόσμια Τράπεζα, Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου), είναι σε πλήρη αντίθεση με τα συμφέροντα της πλειοψηφίας των Πολιτών.
Ειδικότερα, εάν το κράτος «αποσυρθεί» τόσο από την ιδιοκτησία, όσο και από τη διαχείριση των κοινωφελών επιχειρήσεων, χάνει μεταξύ άλλων τη δυνατότητα του να ασκεί Πολιτική. Δηλαδή, δεν είναι πλέον η δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση αυτή η οποία δίνει τις κατευθύνσεις, διαμορφώνει και αναπτύσσει την κοινωνία, αλλά οι ιδιώτες –οι οποίοι ουσιαστικά διοικούν απολυταρχικά, χωρίς να λογοδοτούν στους Πολίτες, με αποκλειστικό στόχο το κέρδος.
Σαν έμμεσο επακόλουθο των ιδιωτικοποιήσεων, το κράτος αδυνατεί πλέον να επιβάλλει μία δίκαιη αναδιανομή των εισοδημάτων και να κατευθύνει την Οικονομία επειδή, μεταξύ άλλων, δεν μπορεί να τοποθετήσει τις εταιρείες του ή τη Ζήτηση των απασχολουμένων του «στη ζυγαριά» – εκτός του ότι γίνεται ταυτόχρονα «εκβιάσιμο», εκ μέρους του Καρτέλ.
Για παράδειγμα, θα μπορούσαν οι ιδιώτες στον τομέα της ενέργειας, να διατηρήσουν χαμηλή τεχνητά την προσφορά (όπως συνέβη στην Καλιφόρνια), έτσι ώστε να αυξήσουν τις τιμές – με δυσμενέστατα αποτελέσματα τόσο για το δημόσιο, όσο και για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις ή για τα νοικοκυριά.
Το ίδιο θα μπορούσε να συμβεί με την ύδρευση, με τα λιμάνια και με τις τηλεπικοινωνίες. Στην περίπτωση αυτή, είναι προφανώς αδύνατον να μιλάει κανείς για «αυτονομία» του κράτους – πόσο μάλλον για εθνική κυριαρχία, ειδικά όταν οι ιδιώτες-επιχειρηματίες είναι ξένες πολυεθνικές.
Ένα δεύτερο, γνωστό σε όλους μας παράδειγμα, είναι οι ιδιωτικές αμερικανικές εταιρείες αξιολόγησης – οι τρεις αδελφές. Εάν οποιοδήποτε κράτος, συμπεριλαμβανομένων των Η.Π.Α., της Γαλλίας και της Γερμανίας,αρνηθεί να ακολουθήσει τις εντολές τους, έρχεται αντιμέτωπο με την υποτίμηση της πιστοληπτικής του ικανότητας – η οποία επιβαρύνει με δισεκατομμύρια επί πλέον τόκους τον προϋπολογισμό του.
Συμπερασματικά λοιπόν, από την πλευρά του εκάστοτε Συντάγματος θα έπρεπε να μην επιτρέπεται οτιδήποτε μπορεί να αμφισβητήσει την αυτοδυναμία, την εθνική κυριαρχία καλύτερα ενός κράτους, από όπου και αν αυτό προέρχεται.
Επομένως, οφείλει να απαγορεύεται συνταγματικά η ιδιωτικοποίηση των κοινωφελών επιχειρήσεων, η οποία ουσιαστικά ισοδυναμεί με την εκχώρηση της αυτονομίας του κράτους στους ιδιώτες – με την αποκρατικοποίηση της εξουσίας και με την κατάλυση της Δημοκρατίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου