του Κώστα Μελά
Αν μελετήσουμε προσεκτικά τις τέσσερις μεγαλύτερες
οικονομίες του πλανήτη θα διαπιστώσουμε ότι η κάθε μια ασκεί την οικονομική της πολιτική με
διαφορετικό τρόπο ανάλογα
με τα ιστορικά χαρακτηριστικά και τα προβλήματα που η κάθε μια αντιμετωπίζει.
Οι ΗΠΑ (με ΑΕΠ μεγαλύτερο των 15 τρις δολαρίων) ,
βασίζουν τη μεγέθυνση της οικονομίας τους στην αύξηση της εγχώριας ζήτησης ενώ
η Κίνα (ΑΕΠ περίπου 8,2 τρις δολάρια) και η Γερμανία (ΑΕΠ περίπου 3,4 τρις
δολάρια) αντίστοιχα στις εξαγωγές τους. Η Ιαπωνία (ΑΕΠ περίπου 6,0 τρις
δολάρια) μέχρι πρόσφατα βασιζόταν στον εξαγωγικός της τομέα αλλά τα τελευταία
λίγα έτη επιχειρεί μια μεγέθυνση και μέσω της εγχώριας ζήτησης.
Το ΔΧ/ΑΕΠ των χωρών αυτών δεν υπακούει στα κριτήρια του
Μάαστριχτ. Η Ιαπωνία έχει ΔΧ/ΑΕΠ μεγαλύτερο από 200,0%. Οι ΗΠΑ αντίστοιχα έχουν
ΔΧ/ΑΕΠ περίπου 101% .
Η Κίνα έχει μικρό λόγο ΔΧ/ΑΕΠ αλλά στο μέλλον είναι
αναγκασμένη να κατευθύνει την μεγέθυνσή της στην εσωτερική ζήτηση γεγονός που
προδιαγράφει μια ανοδική τάση στο δημόσιο χρέος.
Η Γερμανία βρίσκεται κοντά στο 82,0% ( Σημείωση με
ενδιαφέρον: Τα χρέη της δημόσιας αναπτυξιακής τράπεζας (Kfw) θεωρούνται ιδιωτικά και δεν συμπεριλαμβάνονται στο δημόσιο χρέος της
χώρας).
Με μια ματιά βλέπουμε ότι οι τέσσερις μεγαλύτερες
οικονομίες του πλανήτη παρουσιάζουν σημαντικές διαφορές.
Όμως υπάρχει κάτι κοινό που ενώνει τις τέσσερις αυτές
οικονομίες. Και οι τέσσερις έχουν προσπαθήσει ,πολλές φορές, (με διαφορετικούς
βεβαίως τρόπους ) να διατηρήσουν το νόμισμά τους υποτιμημένο (σε σχέση με μια
θεωρούμενη ισοτιμία ισορροπίας). Από το 2009 οι ΗΠΑ έχουν θέσει σε εφαρμογή
τρεις σημαντικές «ποσοτικές διευκολύνσεις»(quantitative easing)
με τις οποίες έχουν αυξήσει τη ρευστότητα της οικονομίας με φρέσκο χρήμα μέσω
της αύξησης της νομισματικής βάσης της οικονομίας τους. Με τον τρόπο αυτό η
ισοτιμία του δολαρίου σε σχέση με το ευρώ βρίσκεται στο 1,38 (22.04.2014) ενώ
σύμφωνα με όλες τις αναλύσεις η
Το ίδιο πράττει και η Κίνα με το δικό της νόμισμα renmimbi σε σχέση με το δολάριο. Είναι γνωστές οι αντιδράσεις των
αμερικανών για το διοικητικό καθορισμό του κινέζικου νομίσματος. Η Λαϊκή
Τράπεζα της Κίνας έχει προσδιορίσει ένα ημερήσιο πλαίσιο κίνησης του νομίσματος
σε σχέση με το δολάριο της τάξεως του +/- 1,0%.
Στην Ιαπωνία η Bank of Japan σε συμφωνία με τον πρωθυπουργό Shinzo Abe (σε πλήρη αντίθεση με την επικρατούσα άποψη περί
ανεξαρτησίας της ΚΤ) προχώρησε από τον προηγούμενο Απρίλιο σε μαζικές εκδόσεις
νέου χρήματος μέσω ετήσιας αύξησης της νομισματικής βάσης της οικονομίας κατά
60-70 τρις γιεν (600-700 δις δολάρια). Σύμφωνα
με τα στοιχεία της Bank of Japan η νομισματική βάση αυξήθηκε το 2012 στα 138 τρις γιεν ,
το 2013 ανήλθε στα 202 τρις γιεν και το 2014 προγραμματίζεται να αυξηθεί στα
270 τρις γιεν. Βασικός στόχος να αυξηθεί ο πληθωρισμός στο 2,0% και να
αποφευχθεί πάση θυσία ο αντιπληθωρισμός και να επιτευχθεί η μεγέθυνση της
οικονομίας με βάση μια πιο χαμηλή αξία του νομίσματος.
Η Γερμανία , ενώ φαίνεται ότι ασκεί μια νομισματική πολιτική στον αντίποδα των υπόλοιπων
τριών, στην ουσία
συμβαίνει το εξής: η εισαγωγή του ευρώ πραγματοποιήθηκε με βάση δραστική
υποτίμηση του μάρκου , περίπου 30-40% , γεγονός που έδωσε στην γερμανική
οικονομία μια τεράστια ώθηση. Παράλληλα η ακολουθούμενη οικονομική πολιτική της
Γερμανίας επέτρεψε τη διατήρηση του χαμηλού ευρώ σε σχέση με όλους σχεδόν τους
εταίρους στην ευρωζώνη οι οποίοι ακολούθησαν οικονομικές πολιτικές οι οποίες
οδήγησαν στην ανατίμηση των δικών τους ευρώ. Με τον τρόπο αυτό η γερμανική
οικονομία αντέχει με ανατιμημένο ευρώ μέχρι , σύμφωνα με τους υπολογισμούς, το
1,4 σε σχέση με το δολάριο κάτι που βεβαίως δεν αντέχουν οι υπόλοιπες
οικονομίες της ευρωζώνης.
Το απλό συμπέρασμα είναι ότι η αξία του νομίσματος της
κάθε μεγάλης οικονομίας παίζει σημαντικό ρόλο στην οικονομική τους πολιτικής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου