Τετάρτη 16 Απριλίου 2014

Θρασύβουλος Στανίτσας

ieropsaltis

Αείμνηστος Άρχων Πρωτοψάλτης της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας

ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

Ὁ Θρασύβουλος Στανίτσας γεννήθηκε στὰ Ψωμαθειὰ τῆς Πόλης, τὸ ἔτος 1910 (κατ᾽ ἄλλους 1907).. Τὴν πρώτη μουσική του κατάρτιση τὴν πῆρε ἀπὸ τὸν θεῖό του Δημήτριο Θεραπειανό. Στὴ συνέχεια μαθήτευσε κοντὰ στοὺς Μιχαὴλ Χατζηαθανασίου, Δημήτριο Βουτσινᾶ, Γιάγγο Βασιλειάδη καὶ Ἰωάννη Παλάση.

Ἔψαλλε σὲ διαφόρους ναοὺς τῆς Πόλης· στὰ Ψωμαθειά, στὸν Ἅγιο Μηνᾶ, στὴ Θεία Ἀνάληψη, στὸν Ἅγιο Κωνσταντῖνο, καὶ στὸ Γαλατᾶ, στὸν Ἁγ. Νικόλαο, ἀριστερός, μὲ δεξιὸ τὸν Παλάση.

Κατὰ τὸ ἔτος 1939, ὅταν ὁ Λαμπαδάριος Κων. Πρίγγος διεδέχθη τὸν λόγῳ γήρατος ἀποχωρήσαντα Πρωτοψάλτη Ἰάκωβο Ναυπλιώτη, ἐκλήθη ἔξωθεν ὁ Στανίτσας ὡς ὁ καταλληλότερος νὰ ἀναλάβῃ ἀπὸ 1ης Μαρτίου τοῦ ἰδίου ἔτους τὴν θέση τοῦ Ἄρχοντος Λαμπαδαρίου τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας. Ἐδῶ θὰ πρέπει νὰ σημειωθῇ ὅτι ὁ Θρασύβουλος Στανίτσας πολλὲς δυσκολίες συνήντησε, ὅπως ὁμολογεῖ καὶ ὁ ἴδιος, καὶ πολλὲς προσπάθειες κατέβαλε μέχρις ὅτου γνωρίσει τὰ μαθήματα ποὺ ψάλλονται κατὰ τὴν παράδοση μέσα στὸν Πατριαρχικὸ Ναό, ὡς ἔξωθεν κληθεὶς ἀπ᾽ εὐθείας στὴ θέση τοῦ Λαμπαδαρίου. Λέγεται μάλιστα ὅτι ὁ ἀείμνηστος Ἀναστάσιος Μιχαηλίδης, γνωστὸς μὲ τὸ χαρακτηριστικὸ «ὁ σομπατζής», ἐκ τοῦ ἐπαγγέλματός του, ποὺ ἦταν Α´ Δομέστικος ἐπὶ Ἰακώβου Ναυπλιώτου, τὸν προετοίμαζε κάθε ἑβδομάδα στὰ μαθήματα ποὺ ἐπρόκειτο νὰ ψάλλῃ.


Ἔτσι φαίνεται συνέβαινε καὶ παλαιότερα μὲ τοὺς ἔξωθεν κληθέντας στὸν Πατριαρχικὸ Ναό. Σχετικὰ ὁ Ἄγγελος Βουδούρης (Καθηγητὴς τῶν Θρησκευτικῶν καὶ Α´ Δομέστικος τοῦ Πατρ. Ναοῦ γράφει σὲ ἄρθρο του στὴν Ὀρθοδοξία, τὸ ἔτος 1937, τὰ ἑξῆς· «Οἱ διὰ τὴν θέσιν τοῦ Πρωτοψάλτου (καὶ Λαμπαδαρίου) τοῦ Πατριαρχικοῦ Ναοῦ ἔξωθεν προσληφθέντες συνήντων μεγάλην δυσχέρειαν εἰς τὴν πατριαρχικὴν ψαλμῳδίαν, δυσχέρειαν, ἣν δυσκόλως παρέκαμπτον, ὄντες ὑποχρεωμένοι κατὰ τὸν χρόνον τῆς Πρωτοψαλτίας αὐτῶν νὰ διευθύνωνται καὶ νὰ ῥυμουλκῶνται ἐν τῷ ψάλλειν ὑπὸ τῶν Λαμπαδαρίων καὶ τῶν Δομεστίκων τοῦ Ναοῦ, ὅπως τοῦτο συνέβαινεν εἰς τοὺς ἀμέσως γενομένους Πρωτοψάλτας Σταυράκην Γρηγοριάδην (1866) καὶ Γεώργιον Βιολάκην (1876)».

Ὅμως, ὁ Στανίτσας πολὺ σύντομα ἀνεδείχθη ἀντάξιος διάδοχος τῆς θέσεως τῶν προκατόχων του. Μὲ τὴν ἐπιμέλειά του, μὲ τὴν διακρίνουσα αὐτὸν ἱκανότητα καὶ μὲ τὴν καλλιφωνία του, ἡ φήμη του διαδόθηκέ σὲ ὅλη τὴν Πόλη, ἰδιαίτερα μὲ τὶς ἐπιτυχίες του στὸ «Σὲ ὑμνοῦμεν», στὰ «Κοινωνικά» καὶ πρὸ πάντων στὸ «Τροπάριο τῆς Κασσιανῆς», ποὺ ἐκαλεῖτο νὰ ψάλλῃ μετὰ τὸ Πατριαρχεῖο καὶ σὲ ἄλλους Ναοὺς τῆς Πόλης «σεπτῇ πατριαρχικῇ κελεύσει». Ὁ Στανίτσας διετέλεσε Λαμπαδάριος ἐπὶ μία εἰκοσαετία ἀπέναντι στὸν Κων. Πρίγγο καὶ ἔτσι ἀπεῤῥόφησε ὅλη τὴν τέχνη καὶ τὴν μαεστρία ἐκείνου. Ὁ Στανίτσας, ὕστερα ἀπὸ μακροχρόνια ἀσθένεια τοῦ προκατόχου του Κωνσταντίνου Πρίγγου, κατὰ τὸ ἔτος 1960, προήχθη ἀπὸ τὸν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη Ἀθηναγόρα τὸν Α´, σὲ Ἄρχοντα Πρωτοψάλτη τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας. Ἡ δὲ χειροθεσία του ἔγινε τὴν Κυριακὴ τῆς Σταυροπροσκυνήσεως τοῦ ἔτους 1961. Δυστυχῶς ὅμως δὲν ἀξιώθηκε γιὰ πολὺ νὰ παραμείνῃ στὸν Πατριαρχικὸ Ναό, ὡς Πρωτοψάλτης, ἀπελαθεὶς τὸ ἔτος 1964, λόγῳ τῆς γνωστῆς πολιτικῆς τῆς Τουρκικῆς Κυβερνήσεως γιὰ τὸ Κυπριακό, ποὺ ἀπέλασε τότε τριάντα χιλιάδες Ἕλληνες ὑπηκόους ἐγκατεστημένους στὴν Κωνσταντινούπολη. Στὴ συνέχεια ἦλθε ὁ Στανίτσας στὴν Ἑλλάδα καὶ ἐγκατεστάθηκε γιὰ ἕνα χρόνο στὴ Χίο, ὅπου ἔψαλλε σχεδόν σὲ ὅλο τὸ νησί. Ἔπειτα φεύγει γιὰ δύο μῆνες στὴ Βηρυττό, καὶ ἀπὸ τὸ ἔτος 1966 διορίζεται πλέον μόνιμα στὸν Ἅγιο Δημήτριο Ἀμπελοκήπων, στὴν Ἀθήνα, καὶ δημιουργεῖ παράδοση μέχρι τῆς συνταξιοδοτήσεώς του, τὸ ἔτος 1981, ἐνῷ ἐν τῷ μεταξύ, τὸ ἔτος 1967, πηγαίνει γιὰ τρισήμισυ μῆνες στὴν Ἀμερική. Γενικὰ δέ, ἔψαλλε περιοδικὰ σὲ ὅλη τὴν Ἑλληνικὴ Ἐπικράτεια.

Τὸ ἐκδοτικὸ ἔργο τοῦ Θρ. Στανίτσα

Ὁ Στανίτσας συνέχισε τὸ ἔργο τοῦ Πρίγγου καὶ στὸν συγγραφικὸ τομέα καὶ ἐξέδωκε, τὸ ἔτος 1969, τὸ ἔργο του «Μουσικὸν Τριῴδιον». Ἔτσι, μᾶς παρέδωσε ὅ,τι παρέλαβε ἀπὸ τὴν Πατριαρχικὴ Παράδοση, συμπληρώνοντας τὸ Ἀναστασιματάριο, τὴν Μεγάλη Ἑβδομάδα καὶ τὴν «Μουσικὴ Κυψέλη» τοῦ Πρίγγου, ποὺ εἶχαν ἤδη ἐκδοθεῖ.

Ἀπὸ τὶς μουσικὲς συνθέσεις τοῦ Στανίτσα διακρίνονται τὰ δύο Δύναμις «Ἅγιος ὁ Θεός» καὶ «Tὸν Σταυρόν Σου», Χερουβικά, Κοινωνικά, τὰ Λειτουργικὰ σὲ δευτερόπρωτο, τὰ «Χαῖρε Νύμφη» καὶ «Ἀλληλούϊα» τῶν Χαιρετισμῶν σὲ πλ. α´, ὁ Κανὼν τοῦ Ἀκαθίστου, καὶ ἄλλα.
Ἀπὸ δίσκους τοῦ Θρ. Στανίτσα ἔχουμε Μία παλαιὰ ἐγγραφὴ στὴν Πόλη μὲ τὸ «Σὲ ὑμνοῦμεν» τοῦ πλ. α´, καὶ τὸ «Ἄξιόν ἐστι», τὸ Πατριαρχικό.

Μικρὸ δίσκο, τῶν 33ῶν στροφῶν, μὲ τὴ Χορωδία τῶν Μουσικοφίλων Κωνσταντινουπόλεως, ὑπὸ τὴν διεύθυνσή του καὶ μὲ μονῳδίες του, στὸ «Σὲ ὑμνοῦμεν» σὲ ἦχο πλ. δ´, καὶ τὸ «Κολληθείη», ποὺ συνοδεύει τὸ λεύκωμα τοῦ Ἁγίου Ὄρους «Ἄθως» τοῦ Χρυσοστόμου Ντάμ.

Τρεῖς σειρὲς δίσκων τοῦ «Ἱδρύματος Βυζαντινῆς Μουσικολογίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος», ποὺ διευθύνει τὴν Χορῳδία Ἱεροψαλτῶν Ἑλλάδος, μὲ ὡρισμένες μονῳδίες, ὅπου παρουσιάζονται ὁ Πέτρος Πελοποννήσιος, ὁ Γρηγόριος Πρωτοψάλτης καὶ ὁ Πέτρος Μπερεκέτης, πρωτοτυπώντας στὶς εἰσαγωγὲς τραγουδιῶν τοῦ Γρηγορίου μὲ παραλλαγή. Δύο κασσέτες ἀπὸ τὴν Συναυλία τῶν Βρυξελλῶν.

Καὶ τέλος, δίσκος, ποὺ συνοδεύει τὸ βιβλίο τοῦ Μανώλη Χατζηγιακουμὴ «Μουσικὰ χειρόγραφα Τουρκοκρατίας 1453 – 1820, Ἀθῆναι 1980», ποὺ ἐξέδωκε ἡ Ἐθνικὴ Τράπεζα Ἑλλάδος.

Ἀπὸ χορῳδίες ὁ Στανίτσας ἔχει παρουσιάσει, ὑπὸ τὴν διεύθυνσή του, τὴν Χορωδία τῶν Μουσικοφίλων Κωνσταντινουπόλεως γιὰ τὸ Ἰωβηλαῖο τοῦ Πρίγγου στὴν Αἴθουσα τοῦ Ἀθλητικοῦ Συλλόγου Πέραν, τὸ ἔτος 1962, καὶ στὴν Γαλλικὴ αἴθουσα Union Francais, τὸ ἔτος 1963. Ἐπίσης, στὴν Ἑλλάδα, παρουσίασε καὶ διηύθυνε τὴ Χορωδία Ἱεροψαλτῶν Ἑλλάδος σὲ συναυλίες στὴ Λυρικὴ Σκηνὴ (26.1.1970), στὸ Hilton (17.4.1970), στὸν «Παρνασσό» (20.10.1971 καὶ 2.4.1972), στὸ Θέατρο «Ρέξ» (9.6.1972), στὸ Δημοτικὸ Θέατρο Πειραιῶς (15.4.1973). Ἀκόμη δὲ καὶ σὲ ἄλλες ἐμφανίσεις, ὅπως στὴν Παλαιὰ Βουλή, στὸ Μνημόσυνο τοῦ Αὐτοκράτορα Παλαιολόγου (29.5.1970), στὴν Ἀρχαιολoγικὴ Ἑταιρεία (27.1.1971), καὶ σὲ διάφορες ἄλλες τελετὲς τοῦ Συλλόγου «Νέος Κύκλος Κωνσταντινουπολιτῶν».

Ἀκόμη ὁ Στανίτσας πέραν ἀπὸ τὶς ἐμφανίσεις του αὐτὲς στὴν Ἑλλάδα παίρνει καὶ οἰκουμενικὸ χαρακτῆρα καὶ παρουσιάζει καὶ στὸ ἐξωτερικὸ σπουδαῖες ἐμφανίσεις χορωδίας καὶ προβολῆς τῆς γνησίας Βυζαντινῆς μουσικῆς. Ἔτσι, ἐπισκέπτεται δύο φορὲς τὸ Λονδῖνο, τὸν δὲ Μάϊο τοῦ 1971, γιὰ τρίτη φορά, κατόπιν προσκλήσεως, καὶ λαμβάνει μέρος στὸ «Φεστιβὰλ Μπάχ». Τὸ ἔτος 1975, πηγαίνει στὴ Ῥωσία. Στὸ Βέλγιο πηγαίνει τρεῖς φορές, καὶ τὸν Νοέμβριο τοῦ 1979 παρουσιάζεται στὶς πόλεις Βρυξέλλες, Γάνδη καὶ Λουβαίν. Περιοδεύει ἀκόμη στὴν Ἑλβετία. Καὶ τέλος ψάλλει στὸ ἱστορικὸ γεγονὸς τῆς ἐπιδόσεως τοῦ «Τόμου ἀγάπης» πρὸς τὸν Πάπα, μέσα στὸν ναὸ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου Λατερανοῦ στὴ Ῥώμη, παρουσίᾳ τοῦ Πάπα καὶ τῶν Ἀντιπροσώπων τοῦ Οἰκ. Πατριαρχείου, τὸ ἔτος 1972.
Φωνοληψίες τοῦ Στανίτσα βρίσκονται στὸ Σύνδεσμο Φίλων Βυζαντινῆς Μουσικῆς, πρὸς διάδοση τοῦ γνησίου Πατριαρχικοῦ Ὕφους, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ ζωντανὲς ἠχογραφήσεις, στὰ χέρια πολλῶν φιλομούσων, καθὼς σὲ κάθε Θεία Λειτουργία ἢ Ἀκολουθία συγκεντρώνονταν 5-10 μαγνητόφωνα γύρω ἀπὸ τὸ Ἀναλόγιο του ὅλα τὰ ἔτη.

Ὁ Στανίτσας ἀνέδειξε πολλοὺς μαθητάς. Ἀναφέρουμε ἀπὸ ὅσους εἴμαστε σὲ θέση νὰ γνωρίζουμε, τὸν Βασίλειο Ἐμμανουηλίδη, π. Ἄρχοντα Λαμπαδάριο τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας, τὸν Χρῆστο Δήμου, τὸν Μέγα Πρωτοπρεσβύτερο τοῦ Οἰκ. Θρόνου Γεώργιο Τσέτση, Μόνιμο Ἀντιπρόσωπο τοῦ Πατριαρχείου στὸ Παγκόσμιο Συμβούλιο τῶν Ἐκκλησιῶν στὴ Γενεύη, τὸν Οἰκονόμο π. Ἰωάννη Καμαλακίδη, τὸν Πρωτοπρεσβύτερο π. Γρηγόριο Νάκο, τὸν Ἀνδρέα Πετρόχειλο καὶ τὸν Δημοσθένη Παϊκόπουλο, Δομεστίκους του καὶ διακεκριμένους Πρωτοψάλτας, τὸν Γεώργιο Τσαούση, ἱδρυτὴ καὶ χοράρχη τοῦ Συλλόγου μας, μὲ τὸν ὁποῖο συνεργάσθηκε ὁ Στανίτσας ἐπὶ μακρὸν πάνω στὰ μαθήματα τῶν ἐκδόσεών του, τὸν Λυκοῦργο Πετρίδη, τὸν Δημ. Ἰωαννίδη, τὸν Διονύσιο Γοῦτσε, τὸν Κων. Ζαρακοβίτη, τὸν Παῦλο Φορτωμᾶ, τὸν Ν. Γιάννου καὶ τέλος τὸν Λαμπαδάριο καὶ διάδοχό του Εὐάγγελο Μένεγγα.

Ἀκόμη μαθητὲς καὶ θαυμαστὲς του ἵδρυσαν μουσικὸ σύλλογο στὴν Ἀττικὴ μὲ τὸ ὄνομα «Θρασύβουλος Στανίτσας», καθὼς ἐπίσης καὶ στὴ Σπάρτη, ὅπου λειτουργεῖ Σχολὴ Βυζαντινῆς Μουσικῆς μὲ τὸ ὄνομά του.

Ὁ Στανίτσας ἀπεβίωσε στὶς 18 Αὐγούστου τοῦ 1987. Κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς κηδείας του στὸν Ἅγιο Δημήτριο Ἀμπελοκήπων (24.8.1987), ἡ σορός του ἦταν σὲ παλλαϊκό προσκύνημα ἱεροψαλτῶν, κληρικῶν καὶ κόσμου πιστῶν. Στὸν ἐπικήδειο ποὺ ἐξεφώνησε ὁ Ἐκπρόσωπος τῆς Α.Θ.Π. τοῦ Οἰκ. Πατριάρχου Δημητρίου Μητροπολίτης Σταυρουπόλεως Μάξιμος, Σχολάρχης τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Χαλκῆς, ἀνέφερε ὅτι «μία κέδρος τῆς παρ᾽ ἡμῖν μουσικῆς ἐξηράνθη, ὁ μύστης τῆς πατρώας ἡμῶν Βυζ. Μουσικῆς ἐξεμέτρησε τὸ ζῆν, ἡ πολύφθογγος λύρα ἐσίγησε, ἐκάμφθη ὑπὸ τὸ βάρος τῆς ἐπαράτου νόσου, ᾄδων καὶ ψάλλων σχεδὸν μέχρι τῆς τελευταίας του ἀναπνοῆς ....».

Αὐτὸς λοιπὸν ἦταν ὁ Στανίτσας, ὁ ἐπὶ εἰκοσαετίαν Λαμπαδάριος τοῦ Πρίγγου, καὶ ἐν συνεχείᾳ Ἄρχων Πρωτοψάλτης τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας, ποὺ οἱ αἰῶνες θὰ μιλοῦν καὶ θὰ τραγουδοῦν τὸ ὄνομά του μαζὶ μὲ τοὺς μεγάλους πρωτοψάλτες τῆς ἱστορίας τῆς Βυζαντινῆς μουσικῆς.

ὑπὸ τοῦ Πρωτοπρεσβυτέρου π. Σεραφεὶμ Φαράσογλου










Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου