analyst
Mε μηδενικές προοπτικές εγχώριας ανάπτυξης, με ελλειμματικούς Θεσμούς και με ανεπαρκή πολιτική ηγεσία, καθώς επίσης έχοντας μετατραπεί σε γερμανική αποικία, το θέμα που οφείλει να μας απασχολεί είναι το πώς θα μας συμπεριφερθούν οι Γερμανοί – αφού μη αντιδρώντας έχουμε αποδεχθεί τη μοίρα μας.
του Βασίλη Βιλιάρδου
Άποψη
Ανά τακτά χρονικά διαστήματα θα πρέπει κανείς να ασχολείται με την κατάρτιση ενός ολοκληρωμένου και ρεαλιστικού «ισολογισμού», έτσι ώστε να καταλαβαίνει πού ακριβώς βρίσκεται. Στα πλαίσια αυτά, η Ελλάδα σήμερα έχει ένα δημόσιο χρέος της τάξης των 325 δις € ή στο 184% ενός ΑΕΠ ύψους περί τα 176 δις € – το οποίο μπορεί μεν να εξυπηρετείται λόγω της ρύθμισης του, αλλά εμποδίζει εάν δεν αποκλείει εντελώς την ανάπτυξη της οικονομίας της.
Η αιτία είναι το ότι, μετά από οκτώ χρόνια βίαιης και πολύ βαθιάς ύφεσης, η μοναδική δυνατότητα ανάπτυξης είναι η διεξαγωγή δημοσίων επενδύσεων, οι οποίες ουσιαστικά αποκλείονται από το ύψος του δημοσίου χρέους – ενώ χωρίς ανάπτυξη είναι αδύνατη η έξοδος της χώρας από την κρίση, με δικά της μέσα. Η Ελλάδα έχει βέβαια δημοσιονομικά πλεονάσματα 0,7% στον προϋπολογισμό της (2016), τα οποία θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν αλλά δεν αρκούν, ενώ οι πιστωτές της δεν το επιτρέπουν – ενώ μετά το PSI και την υπογραφή του τρίτου μνημονίου, όπου δολοφονήθηκε η τελευταία ελπίδα των Ελλήνων, είναι έρμαιο των διαθέσεων της, έχοντας υποθηκεύσει τα πάντα και σπαταλώντας ανεύθυνα όλα της τα διαπραγματευτικά χαρτιά.
Όσον αφορά το δεύτερο βασικό πυλώνα, τον ιδιωτικό τομέα, οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά μπορεί μεν να έχουν μειώσει τα συνολικά χρέη τους (γράφημα, μπλε στήλες αριστερή κάθετος το ιδιωτικό χρέος, διακεκομμένη γραμμή δεξιά κάθετος το χρέος των νοικοκυριών), αλλά έχουν αυξηθεί κατακόρυφα τα μη εξυπηρετούμενα απέναντι στο κράτος, στους δημοσίους οργανισμούς, στις τράπεζες και μεταξύ τους – υπερβαίνοντας αρκετά τα 220 δις € ή το 125% του ΑΕΠ.
Ο τρίτος συντελεστής δε του ιδιωτικού τομέα, οι εμπορικές τράπεζες, έχουν αφενός μεν αφελληνισθεί εξαιτίας των τρομακτικών λαθών της τελευταίας κυβέρνησης, αφετέρου πιέζονται από τα κόκκινα δάνεια – ενώ η «εκκαθάριση» τους, η οποία θα ξεκινήσει με εντονότερους ρυθμούς από το Σεπτέμβρη (κατασχέσεις και πλειστηριασμοί σε καθεστώς αγγλικού δικαίου), θα αργήσει να ολοκληρωθεί, οδηγώντας παράλληλα τις τιμές των ακινήτων σε ακόμη πιο εξευτελιστικά χαμηλά επίπεδα.
Το γεγονός δε ότι οι τράπεζες έχουν ελαχιστοποιήσει την παροχή δανείων, τόσο λόγω των δικών τους προβλημάτων ρευστότητας, όσο και εξαιτίας της σχεδόν μηδενικής πιστοληπτικής ικανότητας των πελατών τους, δεν επιτρέπει καμία αισιοδοξία – όσο και αν το θέλει κανείς.
Την ίδια στιγμή οι χιλιάδες χρεοκοπίες των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, σε συνδυασμό με την υπερβολική άνοδο των φόρων και των εισφορών, έχουν εξουδετερώσει την ιδιωτική πρωτοβουλία, καθώς επίσης τη διάθεση ανάληψης επιχειρηματικού ρίσκου – με μοναδική ίσως εξαίρεση τον τουρισμό, ο οποίος είναι σχεδόν ο μοναδικός κλάδος της ελληνικής οικονομίας που παρουσιάζει άνοδο, αν και συγκυριακή λόγω των προβλημάτων των γειτονικών κρατών. Όσον αφορά το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών έγινε ξανά ελλειμματικό, ενώ το εμπορικό ισοζύγιο παραμένει έντονα αρνητικό (γράφημα) – κάτι που δεν είναι καθόλου θετικό για την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας μας, το ιδιωτικό και το εξωτερικό μας χρέος.
Ως εκ τούτου η Ελλάδα δεν φαίνεται να έχει καμία δυνατότητα ανάπτυξης με δικά της μέσα ή/και από τους δικούς της Πολίτες – ενώ οι ξένοι δύσκολα επενδύουν σε μία αγορά που η ζήτηση μειώνεται συνεχώς, χωρίς να υπάρχουν προοπτικές εξόδου από το τούνελ. Εν προκειμένω εξαιρούνται φυσικά οι εξαγορές των επιχειρήσεων του δημοσίου σε εξευτελιστικές τιμές, οι αποκρατικοποιήσεις δηλαδή, οι οποίες δεν αποτελούν νέες επενδύσεις – καθώς επίσης η υφαρπαγή της ιδιωτικής περιουσίας σε χαμηλές τιμές με στόχο την κερδοσκοπία.
Τέλος, όσον αφορά τον τρίτο βασικό πυλώνα, την πολιτική ηγεσία, στην οποία δεν ανήκει μόνο η εκάστοτε κυβέρνηση αλλά, επίσης, η αξιωματική αντιπολίτευση, κατά δεύτερο λόγο τα υπόλοιπα κόμματα, η κατάσταση δεν είναι καθόλου καλύτερη – πόσο μάλλον όταν οι Θεσμοί γενικότερα αποτελούν το νούμερο ένα πρόβλημα της Ελλάδας, αφού αυτοί εμπόδιζαν ανέκαθεν μια ευημερία ανάλογη με τον πλούτο της, ενώ σε αυτούς οφείλεται η υπερχρέωση, η χρεοκοπία και η μετατροπή της σε προτεκτοράτο.
Συνεχίζοντας, το μοναδικό θετικό στοιχείο που καταγράφεται είναι η υποστήριξη της Γερμανίας, την οποία διαπιστώνουμε κυρίως τις τελευταίες εβδομάδες – πρόσφατα με την πρόθεση που εξέφρασε να μας αποδώσει η κεντρική της τράπεζα τα κέρδη από τα ομόλογα που ασφαλώς μας οφείλει. Είναι βέβαια φυσιολογική, αφού έχει πετύχει όσες υποχωρήσεις απαίτησε από τις κυβερνήσεις μας, δραστηριοποιούνται αρκετές δικές της επιχειρήσεις στο εσωτερικό μας (ΟΤΕ, FRAPORT, LIDL, PRAKTIKER κλπ.), εξαγοράζει πολλά ξενοδοχεία, έχει γεωπολιτικά συμφέροντα στην περιοχή, ενδιαφέρεται σε μεγάλο βαθμό για τα ενεργειακά μας αποθέματα κοκ.
Στα πλαίσια αυτά, με μηδενικές προοπτικές εγχώριας ανάπτυξης και με ανίκανη πολιτική ηγεσία, καθώς επίσης γνωρίζοντας πως έχουμε ουσιαστικά μετατραπεί σε γερμανική αποικία (ενώ εάν είμαστε ρεαλιστές το έχουν αποδεχθεί οι Έλληνες, αφού δεν διαπιστώνεται η παραμικρή αντίδραση), το θέμα που οφείλει να μας απασχολεί είναι το πως θα συμπεριφερθούν οι Γερμανοί στο ελληνικό προτεκτοράτο τους – στο οποίο θα συνεχίσουν να διορίζουν κατοχικές κυβερνήσεις, αλλάζοντας αυτές που δεν εξυπηρετούν τα συμφέροντά τους ή που δεν τους εξασφαλίζουν την πειθαρχία των Πολιτών στις εντολές και στα μέτρα που επιβάλλουν. Με δεδομένες δε τις επιδιώξεις τους όσον αφορά την Ευρώπη (ανάλυση), τα όπλα που χρησιμοποιούν, το μνημειώδες αυτομαστίγωματων Ελλήνων κοκ., είναι εύκολο να προβλέψουμε πως η Ελλάδα θα αποτελέσει ξανά το βασικό τους πειραματόζωο – τον πρώτο «σταθμό» της απόλυτης κυριαρχίας τους.
Εν προκειμένω πιστεύουμε ότι, θα προσπαθήσουν να μετατρέψουν την Ελλάδα σε μία μικρογραφία της Γερμανίας – αλλάζοντας εντελώς το παραγωγικό της μοντέλο και προσανατολίζοντας το στις εξαγωγές, στις οποίες συμπεριλαμβάνεται φυσικά ο τουρισμός. Παράλληλα, αφού προηγουμένως εξαθλιώσουν περισσότερο την ελληνική κοινωνία για να εξασφαλίσουν τη μη αντίδραση και την υποταγή της, εξουδετερώνοντας ταυτόχρονα τις εγχώριες ελίτ που αποτελούν κίνδυνο για τα σχέδια τους, θα επιβάλλουν αυστηρούς κανόνες που θα ελέγχονται ως προς την εφαρμογή τους από τους δικούς τους Θεσμούς – έχοντας φυσικά στην κατοχή τους (=στελεχώσει με δικά τους άτομα) την ΕΛΣΤΑΤ, τη Γενική Γραμματεία Εσόδων, το Υπουργείο Οικονομικών και την Τράπεζα της Ελλάδας, καθώς επίσης ορισμένα καθεστωτικά ΜΜΕ.
Με τον τρόπο αυτό θα μετατρέψουν τους ιθαγενείς σε φθηνό εργατικό δυναμικό που θα αγωνίζεται για να επιβιώσει, οπότε δεν θα έχει καθόλου χρόνο ή διάθεση για να αντιδράσει – ενώ οι δικές τους μεγάλες επιχειρήσεις θα ελέγχουν τις ελληνικές άμεσα ή έμμεσα, εν μέρει σε συνεργασία με τις γαλλικές, αποκομίζοντας τεράστια οφέλη. Η ελληνική οικονομία βέβαια θα καταγράφει μεγάλους ρυθμούς ανάπτυξης, οι οποίοι θα καθησυχάζουν τους Έλληνες – ενώ η ανεργία θα μειώνεται, αλλά οι θέσεις εργασίας θα είναι είτε περιορισμένου χρόνου ανάλογα με τις ανάγκες των νέων ιδιοκτητών της χώρας, είτε με πολύ χαμηλούς μισθούς και κοινωνικές παροχές.
Ολοκληρώνοντας, το βασικό εργαλείο που θα χρησιμοποιήσουν οι Γερμανοί εκτός από το «διαίρει και βασίλευε», καθώς επίσης την απειλή του GREXIT, θα είναι η «ισότητα» μεταξύ των Ελλήνων – με την έννοια πως δεν θα υπάρχουν μεγάλες εισοδηματικές διαφορές στην ελληνική κοινωνία, αφού δεν θα επιτρέψουν στα ανώτερα εισοδηματικά στρώματα να κερδίζουν πολύ περισσότερα από όλα τα υπόλοιπα. Η αιτία είναι το ότι, γνωρίζουν πολύ καλά πως η φτώχεια είναι συγκριτικό μέγεθος– οπότε, εάν οι φτωχοποιημένοι Έλληνες δεν θα διαπιστώνουν πως υπάρχουν πλούσιοι συμπατριώτες τους, δεν θα νοιώθουν φτωχοί, πιστεύοντας πως το σύστημα που επικρατεί είναι δίκαιο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου