Παρασκευή 21 Φεβρουαρίου 2014

H Επανασύνδεσις με το Δολλάριον!

 του Κωνσταντίνου Κόλμερ

Η πρόσφατη «περιπέτεια» της Αμερικανικής κυβερνήσεως, να εξασφαλίσει χρηματοδότησι της λειτουργίας της και να εγκρίνει νέον όριο δημοσίου δανεισμού απ’ το Κογκρέσσον, έπληξε το δολλάριον , το οποίον υπετιμήθη  κατά 3% στο 1,3394 ευρώ στις 11 Νοεμβρίου ε.έ.  Συγχρόνως, εδημιούργησε εύλογες αμφιβολίες των επενδυτών διά το μέλλον του Αμερικανικού νομίσματος.
Αμέσως μετά, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα εμείωσε το παρεμβατικό επιτόκιο της κατά 25 βασικές μονάδες στο 0,25%.Το επιτόκιο του ευρώ απέχει τώρα ελάχιστα απ’ το μηδέν.
Οι συνεχιζόμενες δυσκολίες της ευρωζώνης (με επίκεντρο την αύξησι του Ελληνικού δημοσίου χρέους και τον δημοσιονομικό κλονισμό της Πορτογαλίας  και τ’ άλυτα, πολιτικά προβλήματα της Ιταλίας, επαναφέρουν στην επικαιρότητα τον από μακρού συνεχιζόμενο προβληματισμό περί του επικρατεστέρου διεθνούς συναλλάγματος ως αποθεματικού μέσου.
Εν άλλοις λόγοις, αμφισβητείται η κυριαρχία του δολλαρίου διά μίαν εισέτι φορά αλλά δεν φαίνεται να υπάρχει υποκατάστατόν του.
Αναζήτησις εναλλαγής
Πράγματι, η ασυμφωνία διά την χρήσιν ενός δείκτου που θα εκφράζει τις οικονομικές ανισορροπίες επί τη βάσει των ισοζυγίων τρεχουσών συναλλαγών, των πραγματικών επιτοκίων, των αγοραστικών ανισοτιμιών και των νομισματικών αποθεμάτων, κατά βάθος έχει ως στόχον την μείωσι του ρυθμιστικού ρόλου του δολλαρίου.
Αλλά το διεθνές εμπόριον διεξάγεται σχεδόν αποκλειστικώς εις δολλάρια και το 75% των παγκοσμίων συναλλαγματικών αποθεμάτων εξακολουθεί να είναι εις Αμερικανικόν νόμισμα – κάτι που ενοχλεί «τα μάλλα»τον Γαλλογερμανικό άξονα, την Κίνα, την Ρωσσία και μερικούς ευρωπαϊστάς, διά το αζημίωτον…

Η Αμερική κερδίζει πολλά δισεκατομμύρια δολλαρίων κάθε χρόνο από το εκδοτικό προνόμιον (seigniorage) της εκτυπώσεως δολλαρίων… «εκ ζεστού αέρος» στο Φoρτ Νoξ! Το γεγονός εξερεθίζει τους Ευρωπαίους που θα ήθελαν μεγαλύτερο μερίδιο στις διεθνείς χρηματοικονομικές συναλλαγές, αφού το Ακαθάριστον υπερ-Εθνικόν Προϊόν της «ηνωμένης Ευρώπης» υπερβαίνει το Αμερικανικό.
Οι εναλλακτικές «λύσεις» του δολλαριακού προβλήματος δεν προσφέρονται, στερούμενες σοβαρών πλεονεκτημάτων:
• Το ευρώ, ως αποθεματικό μέσον, πάσχει από πλευράς αξιοπιστίας και έχει διαφορετικά επιτόκια, καθώς περιλαμβάνει στους κόλπους του χώρες ως η Ελλάδα, η Ιρλανδία, η Πορτογαλία, η Ισπανία και η Ιταλία με μεγάλα ελλείμματα στο ισοζύγιον εωτερικών συναλλαγών. Τα οποία, όμως, δεν είναι διατεθειμένες οι πλεονασματικές χώρες να τα καλύψουν (κυρίως η εν «ευρεία εννοία» Γερμανία).
• Αντιθέτως, το δολλάριον κινείται μ’ ένα μοναδικόν επιτόκιο και δεν παρουσιάζει ποικίλοντα κίνδυνον ως το ευρώ που κυμαίνεται από 2% έως …άπειρον, ως λ.χ. στην Κύπρον, όπου απαγορεύεται η ανάληψις κεφαλαίων από του περασμένου Μαρτίου.
• Το κινεζικό νόμισμα (ρένμινμπι) είναι ανώριμο ακόμη να παίξει αποθεματικό ρόλο διεθνώς, καθώς τελεί υπό περιορισμούς  κινήσεως κεφαλαίων, παρά τα τεράστια ποσά δολλαρίων, με τα οποία είναι «φορτωμένη» η Κίνα. Τούτο είναι υπέρ του δολλαρίου, διότι ως είπεν κάποτε ο υπουργός Οικονομικών του προέδρου Νίξον, Τζών Κόνναλυ, «το πρόβλημα του δολλαρίου είναι των… άλλων.΄Οχι δικό μας!»
• Τ’ άλλα νομίσματα είναι είτε περιορισμένης εμβελείας (ως λχ. το Ελβετικό φράγκο) είτε αμφιβόλου αξιοπιστίας ως λχ. το Βραζιλιανό ρεάλ είτε τοπικής σημασίας ως το Ιαπωνικό γιέν, το Καναδικό και Αυστραλιανό δολλάριο, παρά τις σημαντικές εξαγωγές  πρώτων υλών που είναι εκπεφρασμένες στα νομίσματα αυτά.
• Ο μόνος ανταγωνιστής του δολλαρίου είναι η τιμή του χρυσού, η οποία όμως παραδόξως έχει υποχωρήσει εφέτος κατά 17% στα 1.289 $/ΟΖ.
• Τέλος, τα «Ειδικά Τραβηκτικά Δικαιώματα» (SDR)  που εκδίδει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείον, ως ένα «καλάθι νομισμάτων», είναι  λογιστικό χρήμα και όχι νόμιμον εν κυκλοφορία (fiat money). Στηρίζεται κι’ αυτό εις μεγάλο ποσοστό στο δολλάριον. Η περιπέτεια του Ντομινίκ Στρως Καν που είχε την φαεινή ιδέα να  προτείνει τα SDR ως υποκατάστατο του δολλαρίου, έγινε ένα σκαμπρόζικον … ανέκδοτο.
Όσον αφορά στον χρυσό, ο οποίος παρά την πρόσφατο υποτίμησι του δολλαρίου δεν «πήρε χαμπάρι», το φαινόμενον προβληματίζει. Εκ πρώτοις όψεως, η ταυτόχρονη υποτίμησι δολλαρίου και χρυσού είναι ένα οικονομολογικό …μυστήριον, που προφανώς συνδέεται με την σχετικώς «ρηχή» αγορά του πολυτίμου μετάλλου. Ακόμη και οι κεντρικές Τράπεζες προτιμούν τα δολλαριακά ομόλογα αντί του περισσότερον ασφαλούς χρυσού.
Ουδείς όμως διανοείται σήμερα να επαναφέρει τον χρυσόν ως αποθεματικό μέσον, λόγω του κινδύνου να προκαλέσει μεγάλη έλλειψι ρευστότητος και συνεπώς παγκοσμίαν ύφεσι. Αν και η μερική επάνοδος που υποστηρίζεται υπό τινων, ως υπό του καθηγητού Νίκου Δεβλέτογλου και του προέδρου της Παγκοσμίου Τραπέζης Ρόμπερτ Ζέλλικ, εν τούτοις οι αγορές δεν φαίνεται να πείθονται και συγκρατούν τις τιμές του χρυσού χαμηλότερα των χρηματιστηριακών δεικτών, πχ. του Στάνταρντ εν’ Πούρς…
Αναντικατάστατον ό,τι δουλεύει
Το παρόν σύστημα των κυμαινομένων ισοτιμιών, παρά τις ακαμψίες του, θεωρείται επαρκές με τον «κανόνα δολλαρίου», διότι έχει επιτύχει σημαντική ανάπτυξι του διεθνούς εμπορίου, δηλαδή εν τελική αναλύσει της απασχολήσεως παγκοσμίως. ΄Οτι το σύστημα διακυμάνσεως παρουσιάζει ενίοτε υστερήσεις ή ακόμη και υπερβολές (ως λχ. η ανατίμησι του Ελβετικού φράγκου) δεν σημαίνει πώς πρέπει ν’ αντικατασταθή από κάτι άλλο, που άλλωστε δεν διαφαίνεται στον ορίζοντα. Ως λέγουν οι Αμερικανοί «αν κάτι λειτουργεί καλά μην το αντικαθιστάς». Το δολλάριον εξακολουθεί να συγκεντρώνει όλα τις αρετές αποθεματικού χρήματος. Συγκεκριμένως είναι:
• Άμεσα ρευστοποιήσιμον εις τ’ άλλα νομίσματα,  άρα έχει το χαμηλότερον «κόστος συναλλαγών».
• «Αποθεματικό νόμισμα», διότι τόσον οι περισσότερες χώρες όσον και οι μεγαλύτεροι επενδυτές τοποθετούν τα διαθέσιμά των εις δολλάρια με ελάχιστον  κόστος διακρατήσεως.
• Ο χαμηλός πληθωρισμός του δολλαρίου,  εν υπνώσει πρός το παρόν, δεν φθείρει τις δολλαριακές επενδύσεις.
• Στηρίζεται το δολλάριον εις μίαν μεγάλη και αναπτυσσομένη οικονομία –την Αμερικανική– εν αντιθέσει με την Ευρωπαϊκή, που είναι μεν μεγαλυτέρα αλλ’ είναι στάσιμος, με 27 εκατομμύρια ανέργους έναντι 10 των ΗΠΑ.
• Το δολλάριον λειτουργεί ως όχημα παγκοσμίου διασώσεως (bailing-out), με την τεραστία «ποσοτική διευκόλυνση» (QE) της Αμερικανικής Κεντρικής Τραπέζης που φαίνεται ότι θα διατηρηθή τουλάχιστον επί ένα ακόμη έτος.
Βεβαίως, το διπλούν έλλειμμα της Αμερικής (δημοσιονομικό και εξωτερικό) δεν ημπορεί να διαρκέσει επ’ άπειρον. Κάποια στιγμήν, η «δολλαριακή φούσκα» θα σκάσει και το Αμερικανικό νόμισμα θα υποτιμηθή.
Εναντι ποίου νομίσματος; Του ευρωπαϊκού, του Κινεζικού ή μήπως έναντι του Ρωσσικού ρουβλίου;
Περιττεύει να επαναλάβω τα θεμελιώδη προβλήματα που εξακολουθούν να συνοδεύουν τα υπερεθνικά νομίσματα, ιδίως του ευρώ που ισούται με δύο Γερμανικά μάρκα. Δηλαδή τις Γερμανικές «κλεψιές» (από το κατοχικό δάνειο μέχρις και πίνακες του Ματίς κ.λπ.). Εν αντιθέσει, να υπενθυμίσωμε τις «αρετές» των ΗΠΑ:
• Τ’ Αμερικανικά ελλείμματα είναι σχετικώς εύκολο να διορθωθούν. Αρκεί να υπάρξει ένας ισχυρός πρόεδρος να επιβάλει φόρους στους πλουσίους Αμερικανούς, να περιορίσει τις ομοσπονδιακές δαπάνες και να τερματίσει τους υπερπόντιους πολέμους – αν και κάπως δύσκολο το τελευταίο γιά μία υπερδύναμη. Δεν ημπόρεσε ούτε η Αθηναϊκή δημοκρατία, που δεν εστηρίζετο στην ψήφο αλλά στην διά κλήρου εκλογή των αρχόντων.
• Ουδένα σήμερον συμφέρει η υποτίμησις του δολλαρίου: ούτε τους Αμερικανούς, διότι θα προκαλέσει πληθωρισμό στις ΗΠΑ μήτε και στους πιστωτές των (Κινέζους, Ρώσσους, Σαουδάραβες) διότι θα χάσουν την απόδοσι των καταθέσεων εις δολλάρια.
Κατά συνέπειαν, δια τα επόμενα χρόνια ο κόσμος θα εξακολουθήσει να ζεί υπό καθεστώς «κανόνος δολλαρίου». Είτε μας αρέσει είτε όχι.
Ετερον εκάτερον ότι χώρες ως η Βραζιλία, η Αργεντινή κι’ άλλες, ως η ιδική μας, οφείλουν να επανεθνικοποιήσουν την νομισματική των πολιτική, γιά ν’ αποφύγουν την οικονομική ύφεσι και την κοινωνικώς φθοροποιό ανεργία.
Η επανασύνδεσις με το δολλάριον
Η Ελλάς έζησεν αρμονικώς επί μία 50ετία, συνδεδεμένη με το δολλάριον. Με ζωηράν ανάπτυξι, χαμηλή ανεργία και, όταν είχε φρόνιμη ηγεσία, με χαμηλό πληθωρισμόν. Χωρίς μεγάλα ανοίγματα στο ισοζύγιον πληρωμών, επωφελήθη της σταθεράς ισοτιμίας δρχ/δολλαρίου στις 30 δρχ./$. Εν συνεχεία ηκολούθησε την ελευθέρα διακύμανσι της τιμής του συναλλάγματος.
Όταν, όμως, το 2002, ο αλήστου μνήμης Σημίτης εγκατέλειψε την δραχμή -Κύριος οίδεν, τίνων ρήμασι πειθόμενος- άρχισαν να εμφανίζονται πολλά προβλήματα: αρχικώς ο «πληθωρισμός του ευρώ» εδιπλασίασε το εγχώριο κόστος ζωής εντός ολίγων μηνών. Τα διαφορικά Ελληνικά επιτόκια, που έγιναν αδικαιολογήτως χαμηλά με το «ενιαίο νόμισμα», εν συνεχεία διαφοροποιήθησαν, με τα τρομακτικά δημόσια ελλείμματα και τον ασύγγνωστο δανεισμό της Ελλάδος. Αν και «χώρα της ευρωζώνης», υπέστη δημοσιονομική  κατάρρευσι από την αιφνιδία αποδοκιμασία της χώρας υπό των αγορών χρήματος και τ’ ασυγχώρηρτα λάθη του Κώστα Καραμανλή και του Ζακ Τρισσέ, διοικητού της ΕΚΤ το θέρος 2008.
Το 2009, εφηρμόσθη η καταστρεπτική οικονομική πολιτική λιτότητος υπό του ΠαΣοΚ και του ΔΝΤ και το 2012 υπό της  Τρώηκα, προεκάλεσε μίαν άνευ προηγουμένου οικονομική ύφεσι στην οικονομία, η οποία έκλεισε 350.000 Ελληνικές επιχειρήσεις και άφησε 1.300.000 Έλληνες χωρίς δουλειά στον ιδιωτικό τομέα.
Στο σημερινό επίπεδο «ισορροπίας» της οικονομίας, μ’ ένα ΑΕΠ της χώρας κάτω των 190 δις. ευρώ (από 270 το 2007) και επισήμως με ένα δημόσιον χρέος 304 δις. ευρώ (συν 74 δανεικά των 4 «συστημικών»Τραπεζών από το ELA), ακόμη και αν η εφαρμοσθείσα «λιτότης» είχεν επιτύχει την εξυγίανσι της ελληνικής οικονομίας,  η ένταξις της Ελλάδος στην Ευρωζώνη υπήρξε μία «αποτυχημένη ιστορία», για να χρησιμοποιήσω όρους Σαμαρά.
Το ευρώ δεν προσφέρει έξοδο από την ύφεσι. Η ένταξις στην ευρωζώνη ήταν εξ υπαρχής άστοχος και ύποπτη, εν συνεχεία δε λανθασμένη.
Συνεπώς, η επάνοδος στο εθνικό νόμισμα είναι εκ των ών ουκ άνευ, τουλάχιστον δι’ εκείνους που έχουν παρακολουθήσει το μάθημα 101 της Οικονομικής, εις οιονδήποτε ξένο  πανεπιστήμιον.
Εν τούτοις, η επαναφορά της δραχμής δεν στερείται σοβαρών προβλημάτων, ιδίως εάν γίνη εν θερμώ, ως διαφαίνεται από την σοβούσα σύγχυσι φρενών του κ. Τσίπρα.
Αντιθέτως, η εναπασύνδεσις της δρχ. με το δολλάριον θα ήταν απλή και πολλαπλώς ωφέλιμος:
• Θα ενίσχυε τις εισροές συναλλάγματος από αναδυόμενες οικονομίες  ως η Κίνα, η Ρωσσία και η Ινδία.
• Θα ενεθάρρυνε, μαζί μ’ άλλες διασφαλίσεις, τις ξένες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου.
• Θα εβελτίωνε την ρευστότητα του Τραπεζικού συστήματος και θα συγκρατούσε τις τιμές, εάν η χώρα αποκτούσε ισοσκελισμένο κρατικό προϋπολογισμό και φειδωλή νομισματική πολιτική.
Εάν το δολλάριον υποχωρήσει περαιτέρω έναντι του ευρώ, ακόμη καλύτερα: ενώ η παραμονή της Ελλάδος στην ευρωζώνη θα ενέτεινε την ύφεσι, η υποτίμησις του δολλάρίου θα ενίσχυε την διεθνή ζήτησι ελληνικού προϊόντος.

Από πάσης απόψεως, η επανασύνδεσις με το δολλάριον είναι συμφέρουσα γιά την ελληνική οικονομία: γιά τον Τουρισμό, την μεγάλη ελληνική ναυτιλία, την συγκράτησι του εμπορικού ελλείμματος και την αύξησι των εξαγωγών, που τόσον χρειάζεται η ελληνική οικονομία γιά να ορθοποδήσει και να εξασφαλίσει δουλειά στούς ΄Ελληνες και  στις Ελληνίδες.

Περιοδικό Νέα Πολιτική τεύχος Β 5

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου