Η συζήτηση που έχει αρχίσει εδώ και αρκετό καιρό για την κατάσταση στην οποία ευρίσκεται το ελληνικό χρηματοπιστωτικό σύστημα πολλές φορές έχει οδηγήσει σε παρανοήσεις και σε απόψεις που απέχουν πολλές φορές από την πραγματικότητα.
Γράφει ο Κώστας Μελάς |
Η χρεοκοπία
της Ελλάδος οφείλεται πρωταρχικά σε
δραματικά λάθη των υπεύθυνων ελληνικών κυβερνήσεων των τελευταίων χρόνων
ένταξης της χώρας στο ευρώ, για να περιοριστούμε χρονικά, αλλά και στη συγκυρία
της διεθνούς χρηματοπιστωτικής κρίσης και στις επιδράσεις της στην ευρωπαϊκή και
ελληνική οικονομία.
Αν θα πρέπει
από κάπου να ξεκινήσει κανείς αν θέλει νηφάλια να προχωρήσει σε διαπιστώσεις
που να αντανακλούν την
πραγματικότητα είναι ότι η Ελλάδα είναι
μια χώρα χρεοκοπημένη και συνεπώς αυτή η χρεοκοπία βαραίνει σε όλους τους τομείς
της οικονομίας. Δεν υπάρχει κανένας οικονομικός τομέας που να μην υφίσταται τις
συνέπειες της οικονομίας. Ως εκ τούτου και ο χρηματοπιστωτικός τομέας έχει
υποστεί τις συνέπειες της χρεοκοπίας του ελληνικού κράτους στην οποία συνέβαλε
έμμεσα και με διαφορετικό τρόπο από αυτόν των άλλων χωρών της ΕΕ.
Η χρεοκοπία
του ελληνικού κράτους και η νέα
κατάσταση που διαμορφώθηκε στην ελληνική οικονομία με την επιβολή του
οικονομικού προγράμματος του Μνημονίου οδήγησε με μαθηματική ακρίβεια στην
δραματική μείωση του ΑΕΠ , ως μέσον για την αποθέρμανση της οικονομίας και
μείωση των ελλειμμάτων για να αποτρέψει την αύξηση του ΔΧ/ΑΕΠ. Η δραματική μείωση του ΑΕΠ πρωταρχικά μέσω
της μείωσης της εγχώριας ζήτησης έχει ως άμεση συνέπεια και τη μείωση της
παραγωγής νέων καταθέσεων με αποτέλεσμα το ελληνικό τραπεζικό σύστημα να
στερείται των βασικών πόρων χρηματοδότησής του . Η βασική πηγή χρηματοδότησης
των δραστηριοτήτων του ελληνικού τραπεζικού συστήματος είναι οι καταθέσεις σε
αντίθεση με ότι συμβαίνει στα υπόλοιπα ευρωπαϊκά συστήματα. Η χρεοκοπία της
χώρας στέρησε τις δυνατότητες πρόσβασης σε εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησης
(διατραπεζικό δανεισμό, ή έκδοση διαφόρων χρεογράφων ή έκδοση μετοχών).
Παράλληλα η τρομακτική σπέκουλα από τον Απρίλιο του 2010 για την έξοδο της Ελλάδος από το ενιαίο
νόμισμα κυρίως από ξένους αναλυτές, αλλά και από ντόπιους αναλυτές (οι
τελευταίοι με πλήρη άγνοια του πως δουλεύει η οικονομία) οδήγησε σιγά –σιγά
στην απόσυρση, για διάφορους λόγους , καταθέσεων ύψους περίπου 70 δις ευρώ. Οι τράπεζες δεν
διατηρούν τις καταθέσεις ανενεργές , αλλά τις μετατρέπουν σε δάνεια ή σε άλλα
στοιχεία του ενεργητικού διότι με αυτό τον τρόπο κερδίζουν. Διατηρούν κάθε μέρα
την απαραίτητη ρευστότητα ώστε να ανταποκριθούν στις γνωστές υποχρεώσεις τους (
σε λειτουργικές ανάγκες ,σε χρηματοδοτήσεις ήδη συμφωνημένες κτλ, και στις
πιθανολογούμενες υποχρεώσεις τους πχ αναλήψεις του κοινού). Για να χορηγήσουν
νέα δάνεια πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να το κάνουν , δηλαδή να έχουν
πρόσβαση σε νέους πόρους ή να έχουν αποδεσμευθεί πόροι από παλιές υποχρεώσεις.
Θα πρέπει να
γνωρίζουμε ότι τα δάνεια που έχει χορηγήσει το ελληνικό τραπεζικό σύστημα ύψους
περίπου 250 δις (Δεκέμβριος 2011) υπερβαίνουν κατά πολύ το ύψος των καταθέσεων
που κυμαίνονταν την ίδια περίοδο στα 170 δις ευρώ. Αυτό το κενό έπρεπε να
καλυφτεί για να μην βρεθεί το τραπεζικό σύστημα στην αδυναμία υποχρεώσεων κάτι
που θα οδηγούσε με μαθηματική ακρίβεια σε
τραπεζικό πανικό (Bank run) . Δηλαδή σε αδυναμία ανταπόκρισης
των υποχρεώσεών του και ειδικά όσον αφορά στις καταθέσεις του κοινού αλλά και
στην συνέχιση όλων των άλλων υποχρεώσεών του που έχουν άμεση σχέση με την
οικονομική πραγματικότητα.
Το ελληνικό
κράτος ως όφειλε παρενέβη και χορήγησε με διάφορους τρόπους βοήθεια προς το
ελληνικό τραπεζικό σύστημα . Σε τι συνίσταται αυτή η βοήθεια :
-
Χορήγησε
5δις ρευστά για την αγορά προνομιούχων μετοχών και με την υποχρέωση να
καταβάλλεται σταθερή απόδοση 10% . Η
καταβολή έγινε για τον πρώτο χρόνο , αλλά στη συνέχεια με πρωτοβουλία της ΕΤΕ
σταμάτησε διότι τα αποτελέσματα ήσαν ζημιογόνα. Το ελληνικό δημόσιο αποδέχτηκε
αυτό το αίτημα χωρίς συζήτηση.
-
Χορήγησε
εγγυήσεις, είτε για την έκδοση τραπεζικών χρεογράφων είτε εξέδωσε ίδια ομόλογα
, ύψους 98 δις ευρώ, προς τα τραπεζικά ιδρύματα. Πρόκειται για εγγυήσεις . Οι
εγγυήσεις είναι πιστοδοτικά προϊόντα εν ευρεία εννοία, , δεν πρόκειται για
ρευστά, όμως ενέχουν κίνδυνο και αν καταπέσουν χρειάζεται να πληρωθούν από τον
εκδότη. Στην ουσία πρόκειται για πιστοδότηση ειδικής μορφής. (και εδώ προβλέπεται
ένα είδος προμήθειας για το ελληνικό κράτος , που κυμαίνεται ανάλογα της πιστοληπτικής
ικανότητας του τραπεζικού ιδρύματος ). Υπάρχουν πολλοί αναλυτές που θεωρούν ότι
οι εγγυήσεις επειδή δεν έχουν τη μορφή ρευστών δεν αποτελούν πιστοδοτήσεις. Πέφτουν
σε σοβαρό λάθος είτε από άγνοια είτε από πρόθεση. Ας πάει κάποιος να ζητήσει
μια εγγυητική επιταγή οποιασδήποτε μορφής από ένα τραπεζικό ίδρυμα και θα το
αντιληφθεί αμέσως.
-
Παράλληλα
έχει αποφασισθεί να χορηγηθούν επίσης γύρω στα 50 δις για την ανακεφαλαιοποίηση
[1]των
τραπεζών μετά τις απώλειες από το PSI αλλά και την ύπαρξη υψηλού ποσοστού επισφαλών δανείων
που δημιουργήθηκαν στην τελευταία τριετία λόγω της ύφεσης και της
ακολουθούμενης οικονομικής πολιτικής.
Βεβαίως και εδώ πρόκειται για χρήματα υπό μορφή δανείων που χρειάζεται σε βάθος
χρόνου να αποπληρωθούν (από τρία έως δέκα χρόνια).
Τις εγγυήσεις
του ελληνικού δημοσίου 98 δισ. αλλά και άλλα στοιχεία του χαρτοφυλακίου τους (ομόλογα,
δάνεια κ.λ.π.) χρησιμοποίησαν οι
ελληνικές τράπεζες και μπόρεσαν να
αντλήσουν ρευστότητα ύψους 127
δισ.. Η ΕΚΤ έδωσε 74 δισ. απευθείας και
άλλα 54 δισ. μέσω της Τραπέζης της Ελλάδος, που είναι μέλος της, και κατόπιν
ειδικής άδειας (τα γνωστά ELA). Τα
χρήματα αυτά είναι επομένως δάνεια από την ΕΚΤ και την ΤτΕ με εγγύηση του
Ελληνικού Δημοσίου. Παράλληλα τα ρευστά που έχει λάβει 5δις συν όσα θα πάρει
για την ανακεφαλαιοποίηση τα οποία θα
ανέλθουν περίπου στα 50 δις . Δηλαδή το
ελληνικό τραπεζικό σύστημα θα έχει λάβει δάνειο ύψους περίπου 170 δις για να
μπορέσει να σταθεί στα πόδια του και να κλείσει τις απώλειες του που
προέρχονται από : την απόσυρση των
καταθέσεων 70 δις, τις απώλειες από το PSI 35δις, και τα επισφαλή δάνεια[2]
που ανέρχονται πάνω από το 20,0% των χορηγουμένων δανείων , περίπου 40 -45 δις,
αλλά και να βελτιώσει την κεφαλαιακή του επάρκεια στο 10,0%.
Πιστεύει
κανείς ότι μπορεί ποτέ το τραπεζικό σύστημα να αποπληρώσει 170 δις ευρώ όσο η ελληνική
οικονομία βρίσκεται σε αυτή την δυσχερή
θέση ; Για να μπορέσει το τραπεζικό σύστημα να αποπληρώσει αυτά τα δάνεια
πρέπει να αρχίσει να λειτουργεί η οικονομία και να μεγεθύνεται το ΑΕΠ , το
εισόδημα των πολιτών , η αποταμίευση και επομένως οι καταθέσεις. Ακόμα και αν
το τραπεζικό σύστημα παράγει ορισμένα κέρδη , αυτά θα κατευθύνονται στην
αποπληρωμή των δανείων του . Αυτός είναι ένας επιπλέον παράγοντας που δυσκολεύει την όποια νέα
χορήγηση . Ακριβώς όπως και η ελληνική οικονομία η οποία ένα μεγάλο μέρος αυτού
που παράγει πηγαίνει στην αποπληρωμή των δανείων της.
Με βάση συντηρητικούς υπολογισμούς οι ελληνικές τράπεζες θα χρειαστούν περίπου 10 χρόνια για να μπορέσουν να αποπληρώσουν ένα αξιόλογο μέρος π.χ. το 50% των 170 δις ευρώ. Χωρίς τη δημιουργία νέων πόρων (βασικά καταθέσεων ) είναι αδύνατον να χρηματοδοτηθεί οποιαδήποτε νέα δραστηριότητα . Συνεπώς το ζητούμενο είναι η παραγωγή νέων πόρων . Αυτοί μπορούν να έλθουν μόνο μέσα από τη μεγέθυνση του εισοδήματος. Όσο διατηρείται η υφεσιακή οικονομική πολιτική μην αναμένουμε αύξηση της αποταμίευσης η οποία να κατευθύνεται στο τραπεζικό σύστημα.
Ο δημόσιος χαρακτήρας του
χρηματοπιστωτικού συστήματος επομένως , ο οποίος υπάρχει εκ των πραγμάτων
σήμερα στο τραπεζικό σύστημα λόγω της τεράστιας συμμετοχής στα ίδια κεφάλαια
των τραπεζών δημοσίων πόρων (φθάνουν μόνο τα αρχικά 5 δις ευρώ για αυτό χωρίς να αναφερθούμε καν
στα υπόλοιπα 45-50 δις ), δεν λύνει αυτομάτως
το πρωταρχικό ζήτημα της εξεύρεσης των πόρων και επιπλέον αναλαμβάνει χρέη και
προβλήματα που δεν του ανήκουν.
Ο στενός έλεγχος και η εποπτεία μέσω του
αρμοδίου φορέα (Τράπεζα της Ελλάδος) αλλά και η πιστή εφαρμογή των νόμων του
ελληνικού κράτους (συμμετοχή επιτρόπων-
σύγκλιση της αρμόδιας επιτροπής υπό τον Υπουργό Οικονομίας)[3]
κατ’ αρχάς θα πρέπει να αποτελέσει απαρέγκλιτη κατεύθυνση της νέας κυβέρνησης. Οι
νόμοι του ελληνικού κράτους πρέπει να εφαρμόζονται .
Η σημασία του χρηματοπιστωτικού συστήματος
είναι μεγάλη για κάθε οικονομία και θα πρέπει να γίνει παραδεκτό ότι αποτελεί
ιδιαιτερότητα σε σχέση με τους άλλους οικονομικούς τομείς. Επομένως και η
λειτουργία του θα πρέπει να ρυθμίζεται με εντελώς διαφορετικό τρόπο από τους
υπόλοιπους τομείς . Από τη στιγμή που υπάρχει η διάσωση του κάτω από όλες τις καταστάσεις θα πρέπει να υπακούει και σε ιδιαίτερες
ρυθμίσεις και κανόνες. Δεν γίνεται να
έχουμε το σκύλο χορτάτο και την πίτα ακέρια.
Πηγή ΚΩΣΤΑΣ ΜΕΛΑΣ
[1]
Ένα μεγάλο ζήτημα που χρειάζεται επίσης να μελετηθεί σε βάθος και σοβαρά.
[2]
Η μελέτη της Black rock δεν έχει δοθεί ακόμα στη δημοσιότητα . Επομένως δεν γνωρίζουμε
επακριβώς τα αναφερόμενα
[3] Άρθρο 7/Ν3723/2008.
1.
Συνιστάται Συμβούλιο Εποπτείας, υπό την προεδρία του Υπουργού Οικονομίας και
Οικονομικών, με τη συμμετοχή του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, του
Υφυπουργού Οικονομίας και Οικονομικών αρμόδιου για το Γενικό Λογιστήριο του
Κράτους και των εκπροσώπων του Δημοσίου στα Διοικητικά Συμβούλια των τραπεζών που
θα ενταχθούν στις διατάξεις του παρόντος νόμου.
Το
Συμβούλιο αυτό θα συνέρχεται μια φορά το μήνα προκειμένου να συντονίζει την
ορθή και αποτελεσματική εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος νόμου και να
διασφαλίζει ότι η δημιουργούμενη ρευστότητα θα χρησιμοποιηθεί προς όφελος των
καταθετών, των δανειοληπτών και γενικότερα της ελληνικής οικονομίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου