Από το Σαν σήμερα.gr
Τα ονόματα Μοody's, Standard and Poor's και Fitch είναι οικεία και στον πιο αδαή περί τα οικονομικά πολίτη. Είναι οι τρεις μεγάλοι αμερικανικοί οίκοι πιστοληπτικής αξιολόγησης, που με τις συνεχόμενες αρνητικές αξιολογήσεις τους για το ελληνικό χρέος το 2010 επιτάχυναν τις εξελίξεις και έστειλαν τη χώρα μας στην “αγκαλιά” του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Αφού εκμηδένισαν την οικονομική αξιοπιστία της Ελλάδας, στράφηκαν στη συνέχεια στους λοιπούς αδύναμους κρίκους της Ευρωζώνης και από τον Νοέμβριο του 2011 στον πυρήνα της Ευρωζώνης, στη μεγαλύτερη κρίση του ευρωνομίσματος από την υιοθέτησή του το 2002.
Στην εποχή της παγκοσμιοποιημένης χρηματιστηριακής οικονομίας και της αστραπιαίας μεταφοράς κεφαλαίων σ' όλο τον κόσμο, ο ρόλος των οίκων πιστοληπτικής αξιολόγησης καθίσταται σημαντικός. Τα τελευταία χρόνια βρίσκονται στο στόχαστρο, επειδή με τις επιεικείς έως και ύποπτες σε κάποιες περιπτώσεις βαθμολογήσεις τους δεν μπόρεσαν να διαγνώσουν την οικονομική κρίση του 2008. Καταγγέλλονται από κυβερνήσεις και αναλυτές ότι έχουν αναλάβει το ρόλο της “παγκόσμιας οικονομικής αστυνομίας”, χωρίς να έχουν την παραμικρή δημοκρατική νομιμοποίηση. Οι ίδιες αντιτείνουν ότι έλαβαν το μάθημα και οι αξιολογήσεις τους έγιναν πιο αυστηρές.
MOODY'S
Είναι η κορυφαία σε τζίρο και επιρροή εταιρεία του κλάδου, πρωτοπόρος στην αξιολόγηση και βαθμολόγηση ομολόγων. Χαρακτηριστικό είναι το σχόλιο του γνωστού αμερικανού αρθρογράφου των Τάιμς της Νέας Υόρκης, Τόμας Φρίντμαν, που έγινε το 1996. «Κατά την γνώμη μου υπάρχουν δύο υπερδυνάμεις σήμερα στον κόσμο. Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Moody's. Οι ΗΠΑ μπορούν να σε καταστρέψουν με τις βόμβες τους και η Moody's με την υποβάθμιση των ομολόγων σου. Και πιστέψτε με, δεν ξέρω ποια από τις δύο είναι η πιο ισχυρή.»Ο οίκος αξιολόγησης Moody's ιδρύθηκε το 1909 από τον δικηγόρο και οικονομικό αναλυτή Τζον Μούντι (1868-1958) και την 1η Ιουλίου του 1914 έλαβε νομική υπόσταση. Στην αρχή ο Μούντι εξέδιδε ένα πληροφοριακό δελτίο για τις επενδύσεις στον σιδηρόδρομο και στη συνέχεια επεκτάθηκε στην αξιολόγηση των κρατικών ομολόγων των Ηνωμένων Πολιτειών. Η παγκόσμια επιρροή της εταιρείας αυξήθηκε με ραγδαίους ρυθμούς το τελευταίο τέταρτο του 20ου αιώνα. Το 1975, η Moody's κάλυπτε μόλις τρεις χώρες με τις βαθμολογήσεις της, το 1990, 33 και σήμερα πάνω από 100. Οι ανακοινώσεις της εταιρείας για πιθανή ή πραγματική υποβάθμιση των ομολόγων μιας χώρας έχει μεγάλο πολιτικό και οικονομικό αντίκτυπο. Η Ελλάδα το γνωρίζει πολύ καλά!
Μεγαλομέτοχος της Moody's είναι η εταιρεία Berkshire Hathaway του μεγαλοεπενδυτή Γουόρεν Μπάφετ, ενός από τους πλουσιότερους ανθρώπους του κόσμου. Πολλοί διερωτώνται πώς μπορεί μία εταιρεία να είναι ταυτόχρονα και ελέγχουσα και ελεγχόμενη. Η Moody's διευθύνεται από τον δικηγόρο Ρέιμοντ ΜακΝτάνιελ τζούνιορ, ο οποίος απογείωσε τα κέρδη της και την έκανε παγκόσμια δύναμη.
STANDARD AND POOR'S
Τα ίχνη της εταιρείας τα βρίσκουμε κάπου στα 1860, όταν ο δικηγόρος του Μέιν Χένρι Βάρνουμ Πουρ (1812-1905) εξέδωσε το βιβλίο History of Railroads and Canals in the United States, σε μία προσπάθεια να δώσει την αναγκαία πληροφόρηση στους επίδοξους επενδυτές για την οικονομική και επιχειρησιακή κατάσταση των αμερικανικών σιδηροδρόμων. Νωρίτερα, ο Πουρ είχε κάνει περιουσία, επενδύοντας μαζί με τον αδελφό του στην τοπική βιομηχανία ξυλείας.Σε μία παράλληλη πορεία, ο Λούθερ Λι Μπλέικ (1874-1953) ίδρυσε το 1906 τη Standard Statistics Bureau, με στόχο να παράσχει οικονομική πληροφόρηση στις εταιρείες που δραστηριοποιούνταν εκτός σιδηροδρόμων. Αντί να εκδίδει κάθε χρόνο ένα τόμο, όπως έκαναν ο Πουρ και οι κληρονόμοι του, ο Μπλέικ κυκλοφορούσε κατά τακτά χρονικά διαστήματα μικρές κάρτες, επιτρέποντας έτσι στους ενδιαφερόμενους να έχουν καλύτερη πληροφόρηση.
Οι δρόμοι των δύο εταιρειών διασταυρώθηκαν το 1941, μεσούντος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, όταν συγχωνεύθηκαν και δημιούργησαν τη Standard & Poor's. Το 1996 η εταιρεία περιήλθε στην κατοχή της McGraw-Hill, μεγάλης και πολυπλόκαμης εκδοτικής επιχείρησης, για να αποτελέσει τον οικονομικό της βραχίονα.
Τη Standard & Poor's διευθύνει ο ινδός μηχανικός και οικονομολόγος Ντέβεν Σάρμα, ο οποίος διαδέχθηκε στο τιμόνι της εταιρείας την Καθλίν Κόρμπετ, η οποία παραιτήθηκε εν μέσω της κρίσης των στεγαστικών ομολόγων, που έπληξε την αμερικάνικη οικονομία το 2007, επειδή είχε αποτύχει να την προβλέψει.
FITCH
H Fitch είναι ο τρίτος μεγαλύτερος οίκος χρηματοπιστωτικής αξιολόγησης, χωρίς όμως να έχει τον τζίρο και την επιρροή των Μοοdy's και Standard & Poor's. Ιδρύθηκε στη Νέα Υόρκη στις 24 Δεκεμβρίου 1913 από τον Τζον Νόουλς Φιτς (1880-1943), απόφοιτο του Πανεπιστημίου Κολούμπια, που ξεκίνησε την επιχειρηματική του καριέρα ως ιδιοκτήτης ανθοπωλείου στη Νέα Υόρκη.Μετά τον θάνατο του αδελφού του πούλησε το ανθοπωλείο και ασχολήθηκε με την οικογενειακή τυπογραφική επιχείρηση. Το 1913 ο Τζον Φιτς ίδρυσε τον εκδοτικό οίκο Fitch Publishing Company και ειδικεύτηκε στην έκδοση οικονομικών βιβλίων και στατιστικών. Ο Φιτς διακρίθηκε και για τις φιλανθρωπικές του δραστηριότητες, ενώ υπήρξε δεινός γκόλφερ και ιστιοπλόος.
Την επιχείρηση συνέχισαν οι κληρονόμοι του και το 1997 συγχωνεύτηκε με την IBCA. Τα τελευταία χρόνια έχει περιέλθει υπό ευρωπαϊκό έλεγχο. Ανήκει στον γαλλικό όμιλο Fimalac του επιχειρηματία και επίλεκτου μέλους της Λέσχης Μπίλντερμπεργκ Σαρλ Εζέν ντε Λασαριέρ Λαντρέ.
Η Fitch, που ειδικεύεται στις αξιολογήσεις και στη διαχείριση του επιχειρηματικού κινδύνου, διευθύνεται από τον οικονομολόγο Στίβεν Τζόιντ, ο οποίος δηλώνει ότι επιδιώκει τη μεγαλύτερη δυνατή διαφάνεια στις βαθμολογήσεις της εταιρείας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου