Το Ποντίκι
* Δημοσιεύτηκε στο ΠΟΝΤΙΚΙ, τεύχος 2013 στις 22-03-2018
του Βασίλη Γαλούπη
Ο διπλός πράκτορας, η «ιδιωτική» ρωσική βία και οι δυσχέρειες για την Τερέζα Μέι
Η σχέση μεταξύ Βρετανίας και Ρωσίας είναι πια... δηλητηριασμένη. Η επίθεση κατά του πρώην διπλού πράκτορα Σεργκέι Σκριπάλ βύθισε τις αγγλορωσικές σχέσεις στο χαμηλότερο σημείο τους από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου. Στις 12 Μαρτίου η Βρετανή πρωθυπουργός Τερέζα Μέι «έδειξε» απευθείας τον Βλαντίμιρ Πούτιν λέγοντας ότι το ρωσικό κράτος είτε διέταξε την επίθεση είτε έχασε τον έλεγχο ενός φονικού δηλητηρίου.
Ο Σκριπάλ έφυγε από τη Ρωσία το 2010 στο πλαίσιο μιας ανταλλαγής φυλακισμένων (πρακτόρων) με τη Βρετανία και τις ΗΠΑ. Έτσι ο διπλός πράκτορας της MI6 αντάλλαξε μια ζωή σε ένα κελί ρωσικής φυλακής με μια ήσυχη «συνταξιοδότηση» στο Γουίλτσαϊρ. Όμως στις 5 Μαρτίου αυτός και η κόρη του Γιούλια βρέθηκαν αναίσθητοι σε ένα παγκάκι στο Σόλσμπερι και στη συνέχεια σε εξαιρετικά κρίσιμη κατάσταση δηλητηριασμένοι από μια νευροπαραλυτική ουσία που αναγνωρίστηκε ως η νευροτοξίνη Novichok.
Ένας Βρετανός αστυνομικός, από τους πρώτους που έφτασαν κοντά στη σκηνή, νοσηλεύεται επίσης. Ακόμη 40 άνθρωποι βρίσκονται υπό παρακολούθηση για προβλήματα υγείας και περιοχές του Σόλσμπερι έχουν αποκλειστεί.
Διαρκής κλιμάκωση
Από τα αρχικά στάδια της έρευνας οι υποψίες των Βρετανών έπεσαν στη Ρωσία. Η υπόθεση παραλληλίστηκε με αυτή της δολοφονίας του Αλεξάντρ Λιτβινένκο στο Λονδίνο το 2006. Ο Λιτβινένκο, Ρώσος κατάσκοπος που τάχθηκε κατά του Πούτιν, πέθανε αφότου ήπιε τσάι με πολώνιο-210. Η επίσημη έρευνα που ακολούθησε συμπέρανε ότι η δολοφονία του είχε «πιθανώς» εγκριθεί από τον Πούτιν.
Στις 6 Μαρτίου ο Βρετανός ΥΠΕΞ Μπόρις Τζόνσον αποκάλεσε τη Ρωσία «κακοήθη και διασπαστική». Η Μόσχα από την πλευρά της, τόσο πριν όσο κι αμέσως μετά την επανεκλογή του Πούτιν, αρνείται πως έχει ανάμειξη στη δηλητηρίαση των Σκριπάλ και κατηγορεί τη Βρετανία ότι ηγείται μιας αντιρωσικής καμπάνιας. Η Μέι ήδη έχει τη στήριξη των ηγετών της Γαλλίας, της Γερμανίας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η Μέρκελ εξέφρασε την «πλήρη αλληλεγγύη» της Γερμανίας. Ο Μακρόν υποσχέθηκε να στηρίξει τη Βρετανία.
Η αντίδραση των ΗΠΑ ήταν εξίσου ξεκάθαρη. Ύστερα από κάποιους δισταγμούς, που έκαναν τη ρωσική κρατική τηλεόραση να ισχυριστεί ότι «ο Τραμπ είναι δικός μας», ο Αμερικανός πρόεδρος δήλωσε ότι θα στηρίξει τη Μέι «μέχρι τέλους».
Αφότου το βρετανικό τελεσίγραφο για απάντηση από τη Μόσχα αγνοήθηκε περιφρονητικά, το Λονδίνο προχώρησε στην απέλαση 23 Ρώσων διπλωματών τους οποίους θεωρεί πράκτορες. Ήταν η μεγαλύτερη απέλαση τα τελευταία 30 χρόνια. Επίσης ανακοίνωσε ότι δεν θα στείλει Βρετανούς αξιωματούχους στο ποδοσφαιρικό World Cup στη Ρωσία το καλοκαίρι. Δεν θα παρευρεθεί κανένας Βρετανός υπουργός αλλά ούτε και μέλος της βασιλικής οικογένειας στο Παγκόσμιο Κύπελλο.
Η Μόσχα απάντησε διώχνοντας επίσης 23 Βρετανούς διπλωμάτες και ανακοίνωσε ότι κλείνει το βρετανικό προξενείο στην Αγία Πετρούπολη και το Βρετανικό Συμβούλιο στη Ρωσία.
Ο Βρετανός ΥΠΕΞ στο μεταξύ κλιμάκωσε τη διπλωματική ένταση μεταξύ Λονδίνου και Μόσχας με το να κατηγορήσει τον Πούτιν ότι διέταξε τη δηλητηρίαση του πρώην πράκτορα: «Η φιλονικία μας είναι με το Κρεμλίνο του Πούτιν και την απόφασή του και θεωρούμε συντριπτικά πιθανό ότι ήταν δική του απόφαση η χρήση ενός νευροτοξικού παράγοντα στους δρόμους του Ηνωμένου Βασιλείου, στους δρόμους της Ευρώπης, πρώτη φορά μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο».
Το Κρεμλίνο απάντησε ότι τα λεγόμενα του Τζόνσον συνιστούν «σοκαριστική και ασυγχώρητη» παράβαση της διπλωματικής εθιμοτυπίας και η πρωθυπουργός της Βρετανίας ανταπάντησε ότι η επίθεση αποτελεί «παράνομη χρήση βίας από το ρωσικό κράτος ενάντια στο Ηνωμένο Βασίλειο» και ότι η δηλητηρίαση ήταν «προσβολή στην απαγόρευση χρήσης χημικών όπλων».
Δύσκολο να βρουν άκρη
Το ιδιαίτερο της υπόθεσης, σύμφωνα με τους αναλυτές, είναι ότι, ενώ όλα υποδεικνύουν τη Μόσχα, μπορεί να μην υπάρξουν ποτέ αδιαμφισβήτητες αποδείξεις ότι ο Ρώσος ηγέτης διέταξε την επίθεση, διότι η Ρωσία θεωρείται μια ιδιαίτερη περίπτωση, όπου η βία είναι συχνά «αποκεντρωμένη».
Η γραμμή μεταξύ κράτους και ιδιωτών είναι θολή. Το να διαχωριστεί το επίσημο ρωσικό κράτος από τους διάφορους «ελεύθερους επαγγελματίες» του εγκλήματος μπορεί να αποδειχτεί ιδιαίτερα πολυσύνθετο έργο για τη Βρετανία, κάτι που κατά συνέπεια θα δυσκολέψει περαιτέρω την ενδεδειγμένη αντίδραση του Λονδίνου. Ο διαχωρισμός μεταξύ πράξεων του ρωσικού κράτους και αυτών από άτομα που ενεργούν στο όνομά του είναι ασαφής.
Από τη δολοφονία Λιτβινένκο κι έπειτα οι επιθέσεις της Ρωσίας – είτε αυτές γίνονται εναντίον εγχώριων αντιπάλων είτε αντιπάλων σε Ουκρανία και Συρία είτε δυτικών χωρών online – εκτιμάται ότι βασίζονταν όλο και περισσότερο σε διάφορους «ελεύθερους επαγγελματίες», οι οποίοι ερμήνευαν την ατιμωρησία (από το ρωσικό κράτος) ως οδηγία (εντολή). Παράδειγμα ο φόνος το 2015 του Μπόρις Νεμτσόφ, ενός ηγέτη της ρωσικής αντιπολίτευσης, που έγινε από Τσετσένους εκτελεστές.
Κάποιοι από τους άνδρες που πολεμούσαν στην Ουκρανία υπέρ συμφερόντων της Ρωσίας επανεμφανίστηκαν στη Συρία ως μισθοφόροι με το όνομα «Ομάδα Wagner» και πρόσφατα ενεπλάκησαν σε μάχες με αμερικανικά στρατεύματα. Η συγκεκριμένη ομάδα μισθοφόρων θεωρείται ότι χρηματοδοτείται από τον Γιεβγκένι Πριγκόζιν, τον Ρώσο «βαρόνο» του κέτερινγκ και των εστιατορίων, γνωστό και ως «σεφ του Πούτιν». Ο συγκεκριμένος έχει κατηγορηθεί στις ΗΠΑ για ένα δίκτυο εταιρειών ιντερνετικών trolls που παρενέβησαν στις αμερικανικές εκλογές το 2016.
Αυτό το θολό τοπίο που επικρατεί γύρω από το ποιος ακριβώς είναι πίσω από τέτοιες επιθέσεις επιτρέπει στον Πούτιν, σύμφωνα με τους Βρετανούς, να αρνείται την ανάμειξη του ρωσικού κράτους και παράλληλα να επωφελείται από τον φόβο που σπέρνουν.
Τα όπλα της Ρωσίας
Πολλοί Βρετανοί βουλευτές με μεγάλη επιρροή άρχισαν να πιέζουν την Τερέζα Μέι να πάρει δραστικότερα μέτρα εναντίον των ολιγαρχών του Πούτιν που βρίσκονται στο Λονδίνο και των χρημάτων τους. Να διευρύνει τη λίστα με τους Ρώσους που αποκλείονται από το να κάνουν μπίζνες με βρετανικές επιχειρήσεις. Ακόμη και να κατασχεθούν οι πανάκριβες επαύλεις τους και να μην μπορούν να πηγαίνουν σε βρετανικά σχολεία τα παιδιά τους. Ουσιαστικά να κυνηγήσει το «βρόμικο χρήμα» της Ρωσίας με οποιονδήποτε τρόπο.
Όμως υπάρχει πρόβλημα θέλησης. Οι σκληρότερες κυρώσεις μπορεί να επηρεάσουν την BP, τον βρετανικό πετρελαϊκό κολοσσό, επειδή κατέχει ένα ποσοστό 20% στη Rosneft, τη ρωσική κρατική πετρελαϊκή εταιρεία της οποίας το αφεντικό, ο Ίγκορ Σέτσιν, είναι από τους στενότερους συμμάχους του Πούτιν. Η Βρετανία ανησυχεί ότι ακόμη πιο αυστηρές κυρώσεις μπορεί να επηρεάσουν το στάτους του Σίτι ως παγκόσμιου χρηματοοικονομικού κέντρου.
Ο Μαρκ Γκαλεότι, πρώην καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο πανεπιστήμιο της Ν. Υόρκης και νυν υπεύθυνος για θέματα Ευρωπαϊκής Ασφάλειας στο Institute of International Relations Prague, θεωρεί ότι «υπάρχει η αντίληψη στη Ρωσία πως η Βρετανία δεν θα προχωρήσει σε κυρώσεις που πραγματικά πονάνε, κυρώσεις σε λεφτά ολιγαρχών και στις οικογένειές τους, επειδή χρειάζεται τα χρήματα και θα τα χρειαστεί ακόμη περισσότερο μετά το Brexit».
Η αλήθεια είναι ότι ο Πούτιν αποδεικνύεται ιδιαίτερα καλός στο να «παίζει» με διαφόρων ειδών διχασμούς, όπως και να χρησιμοποιεί το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο ως όπλα. Η Μόσχα έχει άλλα δύο ατού που μπορεί να αξιοποιήσει. Το πρώτο είναι ότι, καθώς φαίνεται αδύνατον να αποδειχθεί συνενοχή του ρωσικού κράτους, θεωρείται εύκολο να ρίξει δυο ερωτήσεις στο τραπέζι:
Γιατί ο Πούτιν να θελήσει να κυνηγήσει έναν τόσο μικρού διαμετρήματος «παίκτη» όπως ο Σκριπάλ;
Γιατί να το κάνει ακριβώς πριν από τις εκλογές, αλλά και λίγους μήνες πριν από τη διεξαγωγή του Παγκοσμίου Κυπέλλου στη Ρωσία;
Σύμφωνα με τον Βρετανό ΥΠΕΞ, ο λόγος είναι ότι η επίθεση αποτέλεσε εκδικητική κίνηση και, κυρίως, μήνυμα προειδοποίησης του Ρώσου προέδρου προς όλους. Όπως δήλωσε ο Τζόνσον, «το μήνυμα Πούτιν ήταν: Αν κάνετε κάτι εναντίον μου, θα πεθάνετε».
Το δεύτερο που μπορεί να αξιοποιήσει η Ρωσία είναι το Brexit, καθώς η Βρετανία βρίσκεται ήδη σε τεταμένες διαπραγματεύσεις σχετικά με την έξοδό της από την Ε.Ε. ακριβώς τη στιγμή που χρειάζεται τη στήριξη των Ευρωπαίων συμμάχων της. Όπως τα περισσότερα κράτη στη Δύση, όπου η άδεια για χρήση βίας τείνει να είναι «συγκεντρωτική» και οι υπηρεσίες ασφαλείας υπόκεινται σε δημόσιο έλεγχο, η Βρετανία συνεχίζει να βλέπει τη Ρωσία ως ένα αντίπαλο κράτος και όχι ως ένα ανεπίσημο δίκτυο ανθρώπων με πρόσβαση σε θανατηφόρες ουσίες και όπλα.
Αυτό που καθιστά τη Ρωσία ακόμη πιο δύσκολο αντίπαλο είναι ακριβώς αυτό το θόλωμα των γραμμών μεταξύ της ρωσικής κυβέρνησης, της δομής των υπηρεσιών ασφαλείας, του επιχειρηματικού κόσμου και του κόσμου του εγκλήματος. Ουσιαστικά θα είναι εξαιρετικά ανησυχητικό αν τελικώς καταδειχθεί ότι πράγματι ο Πούτιν μπορεί να διέταξε μια δολοφονία σε βρετανικό έδαφος. Θα είναι, όμως, ακόμη πιο ανησυχητικό αν τελικά δεν το έκανε. Με την έννοια ότι, σε ένα τόσο μπερδεμένο κουβάρι επίσημων και ανεπίσημων ρωσικών συμφερόντων, η Ευρώπη δεν θα μπορεί να αντιδράσει ούτε να προφυλαχθεί από τέτοιες πράξεις.
«Ευχαριστούμε τη Βρετανία»
Στο μεταξύ την Κυριακή ο Βλαντίμιρ Πούτιν επανεξελέγη στις προεδρικές εκλογές της Ρωσίας, όπως ήταν αναμενόμενο, με ποσοστό 76,65%. Η Μόσχα απέδωσε εν μέρει το σαρωτικό ποσοστό, μεγαλύτερο από όσο αναμενόταν, στη διπλωματική «καταιγίδα» με το Λονδίνο λόγω της δηλητηρίασης του πρώην διπλού πράκτορα Σεργκέι Σκριπάλ.
«Η προσέλευση των ψηφοφόρων είναι υψηλότερη απ’ όσο περιμέναμε κατά 8% - 10%, κάτι για το οποίο πρέπει να ευχαριστήσουμε τη Μεγάλη Βρετανία», δήλωσε ο Αντρέι Κοντρασόφ, υπεύθυνος της προεκλογικής καμπάνιας του Πούτιν, με τα πρώτα αποτελέσματα. Στο πάρτι που ακολούθησε για τη νίκη του Πούτιν ο Κοντρασόφ συνέχισε: «Πιεστήκαμε ακριβώς τη στιγμή που χρειαζόμασταν να κινητοποιήσουμε ψηφοφόρους».
Ο ίδιος ο Πούτιν, αμέσως μετά την επινίκια ομιλία του, απέρριψε άλλη μια φορά τις κατηγορίες του Λονδίνου ότι η Ρωσία βρίσκεται πίσω από την επίθεση στον Σκριπάλ. «Η Ρωσία δεν έχει τέτοιες ουσίες, καταστρέψαμε όλα τα χημικά μας όπλα υπό τον έλεγχο διεθνών παρατηρητών», είπε. Και συνέχισε: «Η Ρωσία ήταν η πρώτη χώρα που το έκανε αυτό, αντίθετα με κάποιους από τους εταίρους μας που υποσχέθηκαν να το κάνουν, αλλά έως τώρα δεν έχουν τηρήσει την υπόσχεσή τους».
Ο Πούτιν αρνήθηκε και τον ισχυρισμό της Μέι ότι η επίθεση στον Σκριπάλ έγινε με έναν «στρατιωτικού επιπέδου» νευροτοξικό παράγοντα. Δήλωσε πως, αν ίσχυε αυτό, θα είχαν πεθάνει πολύ περισσότεροι άνθρωποι στη Βρετανία.
Πάντως, μέχρι στιγμής, για το Λονδίνο η υπόθεση παραμένει ένα παράδειγμα του πώς ένα κράτος χρησιμοποιεί νέους τρόπους για να σκοτώνει τους εχθρούς του στο εξωτερικό, αλλά και να δικαιολογεί τις πράξεις του. Η βρετανική κυβέρνηση μάλιστα ανακοίνωσε ότι πρόκειται να ανοίξει 14 φακέλους θανάτων για τους οποίους διαπιστώθηκαν εκ των υστέρων υποψίες ότι υπήρξε ρωσική ανάμειξη...
* Δημοσιεύτηκε στο ΠΟΝΤΙΚΙ, τεύχος 2013 στις 22-03-2018
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου