Δευτέρα 13 Αυγούστου 2018

Πώς θα είναι η ευρωπαϊκή οικονομία το 2030; 2


του John Springford
Οι κρίσεις του 1970 οδήγησαν στο ενιαίο νόμισμα και σε μια βαθιά ενοποιημένη ενιαία αγορά. Ποιο οικονομικό καθεστώς θα χρειαστεί να οικοδομήσει η ΕΕ μετά από την κρίση της τελευταίας δεκαετίας;
"Η Ευρώπη θα σφυρηλατηθεί στις κρίσεις και θα αποτελέσει το άθροισμα των λύσεων που θα υιοθετηθούν για αυτές τις κρίσεις”. Πέντε χρόνια πριν ο Jean Monret γράψει αυτές τις λέξεις το 1976, ο Richard Nixon είχε αναστείλει την μετατρεψιμότητα του αμερικανικού δολαρίου σε χρυσό, βάζοντας ένα τέλος στο σύστημα Breton Woods των σταθερών συναλλαγματικών ισοτιμιών. Η διάλυση του Bretton Woods οδήγησε σε νομισματική αστάθεια στη Δυτική Ευρώπη, η οποία με τη σειρά της περιόρισε το εμπόριο και τις επενδύσεις. Ο Monnet έγραφε στη δεκαετία του 1970 καθώς οι πετρελαϊκές κρίσεις οδήγησαν υψηλότερα τον πληθωρισμό. Οι αδύναμες αγορές αγαθών και εργασίας της Ευρώπης, οι οποίες ήταν σχετικά κλειστές στον ανταγωνισμό, έκαναν τις δυτικές οικονομίες αργές στην προσπάθειά τους να προσαρμοστούν στις κρίσεις.
Το τωρινό οικονομικό καθεστώς της ΕΕ είναι το άθροισμα των λύσεων που υιοθετήθηκαν μετά τις κρίσεις του 1970. Η Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινοτητα καθιέρωσε τον μηχανισμό συναλλαγματικών ισοτιμιών το 1979, ο οποίος πρώτα επανεισήγαγε ένα καθεστώς διαχειριζόμενης συναλλαγματικής ισοτιμίας στην Ευρώπη, και κατέληξε στο ενιαίο νόμισμα. Η Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη του 1986 επεδίωκε να αυξήσει το εμπόριο και τις επενδύσεις μέσω κοινών κανόνων και αυστηρότερης επιβολής, ως εκ τούτου καθιστώντας την ευρωπαϊκή οικονομία πιο αποτελεσματική. Μετά από μια δεκαετία που ξοδεύτηκε στο να αντιμετωπίζει τα προβλήματα της Μεγάλης Ύφεσης του 2008-2009, την κρίση του ευρώ το 2012-2015 και τη μεταναστευτική κρίση που ξέσπασε το 2015, είναι η σωστή στιγμή να ρωτήσουμε: τι καθεστώς χρειάζεται η ευρωπαϊκή οικονομία μέχρι το 2030;

Η οικονομία της Ευρώπης επιτέλους ανακάμπτει, με την ΕΕ στο σύνολό της τώρα να αναπτύσσεται με τους ίδιους ρυθμούς προ κρίσης. Οι επενδύσεις έχουν ανακάμψει δυναμικά, αυξάνοντας τις ελπίδες ότι μια δεκαετία απογοητευτικής ανάπτυξης της παραγωγικότητας ίσως τελικά έρθει στο τέλος της. Αλλά μετά από την τωρινή ανατροπή, η ευρωπαϊκή οικονομία φαίνεται έτοιμη να αναπτυχθεί με βραδύτερο ρυθμό από ό,τι πριν από το 2008 -λόγω μιας γηρασμένης κοινωνίας και των σημαδιών που άφησε η κρίση.
Στο μεταξύ, φθάνουν οι μεγάλες οικονομικές αλλαγές. Η επόμενη φάση της παγκοσμιοποίησης, με μπροστάρη την ψηφιακή τεχνολογία, θα οδηγήσει τις υπηρεσίες να γίνουν πιο εμπορεύσιμες κατά μήκος των συνόρων. Οι Γερμανοί τεχνικοί σύντομα θα είναι σε θέση να φτιάξουν μηχανήματα στην Κίνα από μακριά, χρησιμοποιώντας για παράδειγμα την τηλερομποτική. Η αυτοματοποίηση και η τεχνητή νοημοσύνη ίσως βοηθήσουν στην αύξηση του ρυθμού ανάπτυξης της παραγωγικότητας, αλλά επίσης θα εκτοπίσουν κάποιους εργαζόμενους. Και εάν πιστέψουμε στην ιστορία, θα υπάρξουν δύο ακόμη υφέσεις στη διάρκεια της επόμενης δεκαετίας -ωστόσο η ευρωζώνη δεν έχει ακόμη τα αντικυκλικά εργαλεία που χρειάζεται ώστε να σταθεροποιήσει άμεσα την οικονομία της.
Η μετακίνηση των ανθρώπων εντός της Ένωσης μειώνεται, αλλά οι νέοι, ειδικευμένοι εργαζόμενοι που μεταναστεύουν προς τον πυρήνα της οικονομίας της ΕΕ, έχουν επιπτώσεις τόσο για την οικονομική σύγκλιση όσο και με τη βιωσιμότητα των ταμείων πρόνοιας στα κράτη-μέλη που εγκαταλείπουν. Στο μεταξύ, η μετανάστευση στην Ευρώπη αναμένεται να συνεχιστεί σε υψηλό ρυθμό και ίσως επιταχυνθεί: ο όγκος των νέων ανθρώπων στην Αφρική και στη Μέση Ανατολή είναι πολύ μεγαλύτερος από αυτόν της Λατινικής Αμερικής στη δεκαετία του 1970, του 1980 και του 1990. Το τελευταίο οδήγησε σε ταχύτερους ρυθμούς μετανάστευσης στις ΗΠΑ και συνέβαλε στη ριζοσπαστικοποίηση του Ρεπουμπλικανικού κόμματος.
όλες αυτές οι τάσεις έχουν επιπτώσεις για την ευρωπαϊκή ανάπτυξη στο σύνολό της: εάν οι φτωχότερες χώρες μπορούν να συνεχίσουν να συμβαδίζουν με τις πιο πλούσιες και εάν το ευρωπαϊκό project θα επιβιώσει πολιτικά. Σε αντίθεση με τη δεκαετία του 1970, οι λύσεις στα τρέχοντα προβλήματα της ΕΕ απαιτούσαν από την Ένωση να εμπλακεί στη διανομή -του κόστους και των οφελών της τεχνολογικής αλλαγής, του βάρους της προσαρμογής στις υφέσεις και των μεταναστών από χώρες εκτός της ΕΕ, μεταξύ των κρατών μελών.
Η τεχνολογική αλλαγή θα καταστήσει πιο δύσκολο για τις φτωχότερες χώρες της ΕΕ να προωθήσουν ένα βασισμένο στις εξαγωγές βιομηχανικό μοντέλο ανάπτυξης. Το ποσοστό των Ευρωπαίων εργαζομένων που απασχολούνται σε βιομηχανικές θέσεις εργασίας έχει μειωθεί, παρά το ότι η βιομηχανική παραγωγή έχει αυξηθεί. Η ΕΕ θα συνεχίσει να χρησιμοποιεί ανταγωνιστική πολιτική και να δημιουργεί πρότυπα και ρυθμίσεις για να προσπαθήσει να σταματήσει τα ψηφιακά μονοπώλια από το να πλήξουν τα συμφέροντα των καταναλωτών. Αλλά θα μπορούσε επίσης να κάνει περισσότερα για να αποτρέψει το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής της νέας ψηφιακής τεχνολογίας να λάβει χώρα στις ΗΠΑ και στην Κίνα. Θα μπορούσαν να διατεθούν περισσότερα ευρωπαϊκά και εθνικά κεφάλαια για την επιστήμη και την ανάπτυξη και διάδοση των νέων τεχνολογιών σε όλη την οικονομία, παρά σε φυσικές υποδομές και γεωργικές επιδοτήσεις. Η χρηματοδότηση της ΕΕ θα πρέπει να χορηγηθεί στα θεσμικά όργανα και στις επιχειρήσεις που είναι πιο ικανές να τα χρησιμοποιήσουν αποτελεσματικά, που πιθανώς θα είναι σε πλουσιότερες χώρες-μέλη, εγείροντας ερωτήματα για τις βιομηχανικές στρατηγικές που μπορούν να προωθήσουν τα φτωχότερα κράτη-μέλη.
Η ευρωζώνη δημιούργησε τόσο μεγάλη ένταση από το 2010 διότι τα κράτη-μέλη έπρεπε να αποφασίσουν ποιος πλήρωσε για τα χρέη που προέκυψαν από το 2008. Τέτοια ζητήματα διανομής έχουν παραδοσιακά ιστορική σημασία για τα κράτη-μέλη, στα οποία οι δημοκρατικές πολιτικές θα μπορούσαν να καθορίσουν τους νικητές και τους χαμένους. Η κρίση της ευρωζώνης οδήγηση σε διασώσεις τόσο του ευρωπαϊκού τραπεζικού κλάδου όσο και της Ελλάδας, και η ΕΚΤ έχει πετύχει  να μειώσει τα επιτόκια στη Νότια Ευρώπη μέσω του προγράμματος ΟΜΤ (με το οποίο η ΕΚΤ υποσχέθηκε να αγοράζει το κρατικό χρέος ενός κράτους-μέλους στο χείλος της χρεοκοπίας) και του QE (όπου η ΕΚΤ αγοράζει το κρατικό χρέος όλων των κρατών-μέλων σε αντάλλαγμα νέο χρήμα). Αλλά οι οφειλέτες δεν μπορεί να επιτραπεί να χρεοκοπήσουν. Ένα τέτοιο βαρύ φορτίο είναι διαχειρίσιμο τώρα, αλλά η ΕΚΤ ίσως να μην είναι σε θέση να κρατήσει χαμηλά το κόστος δανεισμού σε μελλοντικές υφέσεις. Εάν οι χώρες της ευρωζώνης δεν μπορούν να συμφωνήσουν σε ένα σύστημα εγγύησης καταθέσεων και σε ένα ουσιαστικό ταμείο εξυγίανσης για τις τράπεζες που αντιμετωπίζουν προβλήματα, τα κράτη-μέλη κινδυνεύουν να καταρρεύσουν από προβληματικές τράπεζες. Μέχρι στιγμής, η Γερμανία, η Ολλανδία και η Αυστρία και άλλες χώρες έχουν αντιμετωπίσει επιτυχώς το έργο να μοιραστεί το κόστος των υφέσεων πολύ πιο ομοιόμορφα μεταξύ πιστωτών και οφειλετών. Οι δύο υφέσεις που αναμένεται να λάβουν χώρα από τώρα μέχρι το 2030, ίσως πιέσουν τα εν λόγω ζητήματα.
Η πολιτική της γήρανσης, οι βραδέως αναπτυσσόμενες κοινωνίες, επίσης τείνουν να κυριαρχούνται από θέματα διανομής. Υπάρχει συγκεκριμένη ανησυχία για χώρες όπως η Γερμανία, η Ιταλία και κάποιες χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, οι οποίες έχουν χαμηλά ποσοστά γεννήσεων ή υψηλά ποσοστά μετανάστευσης. Για τα φτωχότερα κράτη-μέλη, η συνεχιζόμενη απώλεια νέων ειδικευμένων εργαζομένων, θα επιβραδύνει το ρυθμό σύγκλισής τους με τις πλούσιες.
Η άτακτη μετανάστευση κατά μήκος των εξωτερικών συνόρων της Σένγκεν, έχει οδηγήσει σε αύξηση της στήριξης για εθνικιστικά, αντί-ευρωπαϊκά κόμματα, σε μεγάλο βαθμό εξαιτίας ζητημάτων αναδιανομής: η Ιταλία και η Ελλάδα ήθελαν αλληλεγγύη από άλλα κράτη-μέλη, αλλά η Πολωνία, η Ουγγαρία, η Τσεχία και πολλές άλλες έχουν δεχθεί πολύ λίγους αιτούντες άσυλο από την Ελλάδα και την Ιταλία. Μακροπρόθεσμα, οι πιέσεις για το συντονισμό των κρατών-μελών για τη μετανάστευση και το άσυλο πιο στενά, αναμένεται να αυξηθούν. Οι μετανάστες και οι πρόσφυγες που έχουν λάβει ιθαγένεια σε μια χώρα της ΕΕ, έχουν το δικαίωμα να μετακινηθούν και στις άλλες: και η μετανάστευση στην ΕΕ αναμένεται να αυξηθεί, όχι να μειωθεί.
Στα επόμενα δύο χρόνια, το CER θα διεξάγει ένα ερευνητικό πρόγραμμα για την ευρωπαϊκή οικονομία μέχρι το 2030, το οποίο θα διαχειρίζεται από το νέο μας γραφείο στο Βερολίνο. Εστιάζοντας στις μακροπρόθεσμες τάσεις που θα διαμορφώσουν την ευρωπαϊκή οικονομία, ελπίζουμε να παράσχουμε μια στρατηγική για τους Ευρωπαίους φορείς χάραξης πολιτικής που έχουν περάσει την τελευταία δεκαετία προσπαθώντας να αντιμετωπίσουν τις κρίσεις. Φαίνεται πιθανό ότι η ΕΕ θα πρέπει να γίνει λιγότερο τεχνοκρατική και ενώ η ΕΕ θα συνεχίσει να εστιάζει στην αποδοτικότητα, θα χρειαστούν θεσμικά όργανα και κανόνες που θα της επιτρέψουν να διανέμει τα κόστη και τα οφέλη της οικονομικής αλλαγής με τέτοιον τρόπο που οι λαοί θα θεωρούν δίκαιο. Αυτό δεν θα είναι εύκολο, αλλά θα προσπαθήσουμε να προσφέρουμε κάποια καθοδήγηση.
Μπορείτε να δείτε το κείμενο εδώ: https://www.cer.eu/publications/archive/bulletin-article/2018/regime-change-european-economy-2030

capital

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου