Τρίτη 28 Ιανουαρίου 2014

Το «κούρεμα», η διαγραφή του χρέους και το απεχθές χρέος

ΕΛευθερη Λαικη Αντιστασιακη Συσπειρωση


Tου Πάνου Κοσμά* 
Με αφορμή τον αντιπερισπασμό του Γ. Σταθάκη στον… ΣΥΡΙΖΑ
Ύστε­ρα από τον εξαι­ρε­τι­κά απο­τε­λε­σμα­τι­κό αντι­πε­ρι­σπα­σμό του Γιώρ­γου Στα­θά­κη απέ­να­ντι στον… ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ με τις δη­λώ­σεις για το ζή­τη­μα του «επα­χθούς» χρέ­ους (που στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα είναι «απε­χθές»…), την μετ’ αγαλ­λιά­σε­ως αξιο­ποί­η­σή τους από τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ και τον εξα­να­γκα­σμό του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ σε έκ­δο­ση διευ­κρι­νι­στι­κής ανα­κοί­νω­σης, το συ­μπέ­ρα­σμα που βγά­ζει κάθε κα­λό­πι­στος πα­ρα­τη­ρη­τής είναι ότι ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ δεν έχει ούτε συ­γκε­κρι­μέ­νη ούτε ενιαία θέση για τα ζη­τή­μα­τα του κρα­τι­κού χρέ­ους. Και δεν μι­λά­με εδώ για τις δια­φο­ρε­τι­κές θέ­σεις για το χρέος που έχουν κα­τα­τε­θεί εσω­κομ­μα­τι­κά από την Αρι­στε­ρά Πλατ­φόρ­μα στο πρό­σφα­το ιδρυ­τι­κό συ­νέ­δριο του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ ούτε για τις τρι­σκα­τά­ρα­τες συ­νι­στώ­σες που δεν αυ­το­δια­λύ­ο­νται, αλλά για τον «επί­ση­μο» ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, για τις επί­ση­μες θέ­σεις, όπως αυτές δια­κο­νού­νται από στε­λέ­χη κε­ντρι­κούς υπεύ­θυ­νους το­μέ­ων δου­λειάς του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ που μά­λι­στα έχουν ντε φάκτο τη δη­μό­σια κα­τα­γρα­φή «εν ανα­μο­νή υπουρ­γών».   
Διότι οι θέ­σεις που εμπε­ριέ­χο­νται στις κομ­μα­τι­κές απο­φά­σεις με­τα­τρέ­πο­νται από θέ­σεις «εσω­τε­ρι­κής χρή­σε­ως» σε «πραγ­μα­τι­κές» θέ­σεις του κόμ­μα­τος μόνο στο βαθμό που «επι­κοι­νω­νού­νται» προς τα έξω (ας μας συγ­χω­ρη­θεί ο βαρ­βα­ρι­σμός), που γί­νο­νται θέ­σεις προς την κοι­νω­νία. Αυτή τη δια­δι­κα­σία εντε­λώς δευ­τε­ρευό­ντως και τρι­τευό­ντως υπη­ρε­τεί­ται από τις επί­ση­μες κομ­μα­τι­κές ανα­κοι­νώ­σεις – οι οποί­ες συ­νη­θέ­στα­τα έχουν το ρόλο να απο­κα­τα­στή­σουν τη ζημιά από την αί­σθη­ση πο­λυ­γλωσ­σί­ας που έχει δη­μιουρ­γη­θεί. Επει­δή λοι­πόν ο Γ. Στα­θά­κης (όπως και ο Γ. Δρα­γα­σά­κης, ο Γ. Μπα­λά­φας, ο Γ. Μη­λιός κ.λπ.) δεν είναι τυ­χαία στε­λέ­χη αλλά οι κε­ντρι­κοί εκ­φρα­στές της «γραμ­μής προ τα έξω», από αυ­τούς -και όσους σαν κι αυ­τούς έχουν αντι­κει­με­νι­κά αυτό το ρόλο- με­τα­τρέ­πο­νται οι εσω­κομ­μα­τι­κές απο­φά­σεις σε «πραγ­μα­τι­κή γραμ­μή προς την κοι­νω­νία. Και το «επει­σό­διο» με τον Γ. Στα­θά­κη (που δυ­στυ­χώς δεν είναι πρω­το­φα­νές» ούτε καν για τον ίδιο) είναι ένα εύ­γλωτ­το πα­ρά­δειγ­μα για το πόσο μπο­ρεί να στρε­βλω­θεί η εσω­κομ­μα­τι­κή γραμ­μή στη με­τα­τρο­πή της σε γραμ­μή προς την κοι­νω­νία… Έχει πά­ντως ση­μα­σία να ει­πω­θεί ότι το σύ­νη­θες φαι­νό­με­νο είναι η αρι­στε­ρή μειο­ψη­φία (ή μειο­ψη­φί­ες) του κόμ­μα­τος να εκ­φρά­ζουν -όταν το εκ­προ­σω­πούν προς τα έξω- την κομ­μα­τι­κή γραμ­μή, η οποία τα­λαι­πω­ρεί­ται και συχνά δια­στρε­βλώ­νε­ται από ση­μαί­νο­νται στε­λέ­χη από το χώρο της πλειο­ψη­φί­ας του κόμ­μα­τος – ο Γ. Στα­θά­κης έχει δια­πρά­ξει αυτό το «αδί­κη­μα» κατά συρ­ρο­ήν…
Ας αφή­σου­με όμως αυτό το ζή­τη­μα, που δεν είναι αμε­λη­τέο, για να πάμε στην ουσία.

Στάση πλη­ρω­μών και δια­γρα­φή του χρέ­ους
Στη συ­ζή­τη­ση που γί­νε­ται μέσα στον ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ αλλά και στη λοιπή Αρι­στε­ρά πα­ρα­τη­ρεί­ται ένα θε­με­λιώ­δες λάθος με­θο­δο­λο­γί­ας, που αφορά την ιε­ράρ­χη­ση και τον «χρο­νι­σμό» ανά­με­σα στη στάση πλη­ρω­μών και τη δια­γρα­φή: στην πλειο­νό­τη­τα των πε­ρι­πτώ­σε­ων η συ­ζή­τη­ση και ο προ­βλη­μα­τι­σμός εστιά­ζο­νται στη δια­γρα­φή του χρέ­ους (σε ποιο πο­σο­στό, με τι νο­μι­κά επι­χει­ρή­μα­τα – ορι­σμός του «απε­χθούς», ανα­φο­ρά στο διε­θνές δί­καιο κ.λπ.) και υπο­βαθ­μί­ζε­ται η ση­μα­σία της στά­σης πλη­ρω­μών, ωσάν αν πρό­κει­ται για ένα ζή­τη­μα που αν λυθεί θε­ω­ρη­τι­κά λύ­θη­κε και στην πράξη. Στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα, χρο­νι­κά και με­θο­δο­λο­γι­κά η ιε­ράρ­χη­ση και ο «χρο­νι­σμός» είναι εντε­λώς ανά­πο­δος: χωρίς τη μο­νο­με­ρή χρήση του «όπλου» της στά­σης πλη­ρω­μών, όλη η συ­ζή­τη­ση για τη δια­γρα­φή του χρέ­ους (ανε­ξαρ­τή­τως πο­σο­στού, με­θό­δου, τα­κτι­κής ή νο­μι­κών επι­χει­ρη­μά­των) είναι ανώ­φε­λη!
Ας αφή­σου­με προς στιγ­μήν στην άκρη τις δια­φο­ρε­τι­κές προ­σεγ­γί­σεις: δια­γρα­φή όλου του χρέ­ους πλην του χρέ­ους προς τα ασφα­λι­στι­κά τα­μεία, δια­γρα­φή του με­γα­λύ­τε­ρου μέ­ρους του χρέ­ους (αλλά ποιου ακρι­βώς πο­σο­στού και με τι κρι­τή­ρια θα κα­θο­ρι­στεί;), δια­γρα­φή του απε­χθούς χρέ­ους (αλλά ποια είναι τα κρι­τή­ρια για το απε­χθές χρέος σε μια χώρα της Ευ­ρω­ζώ­νης και όχι της Λα­τι­νι­κής Αμε­ρι­κής ή του Τρί­του Κό­σμου;), δια­γρα­φή τμή­μα­τος του χρέ­ους ώστε αυτό να κα­τα­στεί βιώ­σι­μο (αλλά σε ποιο πο­σο­στό επί του ΑΕΠ το χρέος θε­ω­ρεί­ται «βιώ­σι­μο» από την Αρι­στε­ρά; στο 120% που θέ­τουν τον πήχη οι δα­νει­στές;).         Και ας εξε­τά­σου­με το εξής σε­νά­ριο ερ­γα­σί­ας: Ας υπο­θέ­σου­με ότι ανα­δει­κνύ­ε­ται κυ­βέρ­νη­ση της Αρι­στε­ράς που θέλει να δια­πραγ­μα­τευ­τεί στα σο­βα­ρά (χωρίς να υπο­χω­ρή­σει σε όλα στο τέλος…) κά­ποιο από τα πα­ρα­κά­τω σε­νά­ρια για το χρέος: ανα­στο­λή πλη­ρω­μής τόκων και χρε­ο­λυ­σί­ων, δια­γρα­φή με­γά­λου μέ­ρους του ονο­μα­στι­κού χρέ­ους ή οποιον­δή­πο­τε συν­δυα­σμό των δύο.
Το πρώτο ερώ­τη­μα στο οποίο αμέ­σως σκο­ντά­φτου­με είναι: ποιο είναι το «όπλο» στα χέρια της κυ­βέρ­νη­σης της Αρι­στε­ράς ώστε να υπο­χρε­ώ­σει αυ­τούς με τους οποί­ους θα δια­πραγ­μα­τευ­τεί να δε­χτούν κάτι απ’ όλα αυτά, από τη στιγ­μή που τα έχουν ήδη απορ­ρί­ψει; Από τη στιγ­μή που δεν δί­νουν τί­πο­τε από τα δύο στον Σα­μα­ρά και τον Βε­νι­ζέ­λο; Ποιο είναι το όπλο που θα κρα­τά­ει στα χέρια της αυτή η κυ­βέρ­νη­ση για να εξα­να­γκά­σει τον συ­να­σπι­σμέ­νο ευ­ρω­παϊ­κό και διε­θνή κα­πι­τα­λι­σμό να υπο­χω­ρή­σει; Η «πυ­ρη­νι­κή βόμβα» του οι­κο­νο­μι­κού ντό­μι­νο στις κα­πι­τα­λι­στι­κές αγο­ρές ομο­λό­γων (και όχι μόνο) δεν υπάρ­χει πια (1): από τα 317 δισ. ευρώ του χρέ­ους (στο τέλος του τρί­του τρι­μή­νου του 2013) μόνο κάτι λι­γό­τε­ρο από 30 δισ. ευρώ είναι στα χέρια ιδιω­τών, το υπό­λοι­πο είναι είτε δια­κρα­τι­κό (προς τις χώ­ρες-μέ­λη) είτε στα χέρια της Ευ­ρω­παϊ­κής Κε­ντρι­κής Τρά­πε­ζας και άλλων κε­ντρι­κών τρα­πε­ζών (όχι μόνο ευ­ρω­παϊ­κών) είτε προς το ΔΝΤ. Επί­σης, η «πυ­ρη­νι­κή βόμβα» ενός διε­θνούς ντό­μι­νο με «με­τα­δό­τη» της ανα­τα­ρα­χής τις τρά­πε­ζες δεν υπάρ­χει πια: η ΕΚΤ φρό­ντι­σε να απαλ­λά­ξει τις με­γά­λες γερ­μα­νι­κές, γαλ­λι­κές, ιτα­λι­κές τρά­πε­ζες από τα βάρη τους σε ελ­λη­νι­κά ομό­λο­γα. (2) Απο­μέ­νει λοι­πόν μόνο το «όπλο» του ανα­τρε­πτι­κού πο­λι­τι­κού ντό­μι­νο. Που με έναν μόνο τρόπο μπο­ρεί να υπάρ­ξει: μο­νο­με­ρείς πο­λι­τι­κές απο­φά­σεις που θα λει­τουρ­γή­σουν σαν πίεση στη δια­πραγ­μά­τευ­ση. Με­τα­ξύ αυτών, κο­ρυ­φαία είναι η στάση πλη­ρω­μών σε χρε­ο­λύ­σια και τό­κους του κρα­τι­κού χρέ­ους.
Στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα όμως, η στάση πλη­ρω­μών θα είναι ανα­πό­φευ­κτη και με πρα­κτι­κούς όρους: ενώ θα έχει ξε­κι­νή­σει η δια­πραγ­μά­τευ­ση, πολύ γρή­γο­ρα η κυ­βέρ­νη­ση της Αρι­στε­ράς θα «σκο­ντά­ψει» πάνω σε πλη­ρω­μές λή­ξεις ομο­λό­γων του ελ­λη­νι­κού Δη­μο­σί­ου. Τι θα κάνει; Θα συ­νε­χί­σει να τα πλη­ρώ­νει ενώ δια­πραγ­μα­τεύ­ε­ται φόρ­μου­λα με ανα­στο­λή της πλη­ρω­μής τους;! Και θα έχει έστω να τα πλη­ρώ­σει; Φυ­σι­κά όχι, αν σκε­φτού­με ότι θα έχει (βάσει των δε­σμεύ­σε­ων) κα­ταρ­γή­σει το μνη­μό­νιο, άρα δεν θα υπάρ­χουν δα­νεια­κές δό­σεις του­λά­χι­στον για την πε­ρί­ο­δο της δια­πραγ­μά­τευ­σης.
Άρα λοι­πόν, όχι μόνο η πο­λι­τι­κή λο­γι­κή, αλλά και η απλή λο­γι­κή λέει ότι ύστε­ρα από την ιδρυ­τι­κή πράξη της κα­τάρ­γη­σης του μνη­μο­νί­ου και ενώ θα γί­νε­ται (ή δεν θα γί­νε­ται…) κά­ποια δια­πραγ­μά­τευ­ση, το επό­με­νο βήμα είναι η (ανα­γκα­στι­κή) στάση πλη­ρω­μών σε χρε­ο­λύ­σια και τό­κους. Χωρίς αυτό, καμία δια­πραγ­μά­τευ­ση δεν θα έχει νόημα, και η υπο­τα­γή στους δα­νει­στές θα είναι άμεση και οδυ­νη­ρή!
(3) Και αυτό που ελά­χι­στοι έχουν κα­τα­νο­ή­σει στην Αρι­στε­ρά είναι ότι στάση πλη­ρω­μών έχου­με όταν δεν πλη­ρω­θεί στην ώρα του έστω και ένα ευρώ τόκων ή χρε­ο­λυ­σί­ων! Με λίγα λόγια, τη ρήξη τη φέρ­νει πρό­ω­ρα ο «πε­λαρ­γός» της στά­σης πλη­ρω­μών και όχι το πολύ με­γά­λο πο­σο­στό της δια­γρα­φής του χρέ­ους. Μπο­ρεί να υπάρ­ξει «κού­ρε­μα» με­γά­λου πο­σο­στού του χρέ­ους χωρίς ρήξη, αν αυτή εντα­χτεί σε ένα σκλη­ρό μνη­μό­νιο και ένα μα­κρο­χρό­νιο πρό­γραμ­μα διε­θνούς οι­κο­νο­μι­κής επι­τή­ρη­σης. Ρήξη όμως που δεν ξε­κι­νά­ει από τη στάση πλη­ρω­μών δεν υπάρ­χει! Από τη στιγ­μή που θα υπάρ­ξει στάση πλη­ρω­μών, τι πο­σο­στό του χρέ­ους θα δια­γρα­φεί είναι πλέον θέμα συ­σχε­τι­σμών και όχι θε­ω­ρη­τι­κών ανα­ζη­τή­σε­ων! (4)
Αν πά­ντως, η κυ­βέρ­νη­ση της Αρι­στε­ράς δεν προ­βεί στην ιδρυ­τι­κή μο­νο­με­ρή ενέρ­γεια της κα­τάρ­γη­σης του μνη­μο­νί­ου ΠΡΙΝ το ξε­κί­νη­μα της δια­πραγ­μά­τευ­σης και στη συ­νέ­χεια δεν αρ­νη­θεί να πλη­ρώ­σει τό­κους και χρε­ο­λύ­σια ενόσω γί­νε­ται η δια­πραγ­μά­τευ­ση, αυτό θα ση­μαί­νει πολύ απλά ότι και η κα­τάρ­γη­ση του μνη­μο­νί­ου και η ανα­στο­λή πλη­ρω­μής τόκων και χρε­ο­λυ­σί­ων θα γί­νουν αντι­κεί­με­νο δια­πραγ­μά­τευ­σης αντί για όπλα πί­ε­σης στη δια­πραγ­μά­τευ­ση!
Σε αυτή την πε­ρί­πτω­ση, δεν θα μι­λά­με απλώς για λάθος δια­πραγ­μα­τευ­τι­κή τα­κτι­κή, αλλά για λάθος με στρα­τη­γι­κά κα­τα­στρο­φι­κές επι­πτώ­σεις, για δύο επι­πλέ­ον λό­γους:
- Γιατί έτσι ακυ­ρώ­νε­ται η πραγ­μα­τι­κή «πυ­ρη­νι­κή βόμβα» που θα δια­θέ­τει στα χέρια της η κυ­βέρ­νη­ση της Αρι­στε­ράς: το πο­λι­τι­κό ανα­τρε­πτι­κό «ντό­μι­νο». Το μή­νυ­μα όχι στις άρ­χου­σες τά­ξεις και τις κα­γκε­λα­ρί­ες τους, αλλά στην ερ­γα­τι­κή τάξη και τους λαούς της Ευ­ρώ­πης, ότι η κυ­βέρ­νη­ση της Αρι­στε­ράς τολμά να αμ­φι­σβη­τή­σει την ίδια τη βάση της δια­πραγ­μά­τευ­σης, τολμά να έρθει σε ρήξη με την Ευ­ρω­ζώ­νη και το διε­θνές σύ­στη­μα. Διότι αυτό -και μόνο αυτό- το μή­νυ­μα μπο­ρεί να δη­μιουρ­γή­σει όρους ανα­τρε­πτι­κού πο­λι­τι­κού «ντό­μι­νο» και όχι βέ­βαια το μή­νυ­μα προς τις άρ­χου­σες τά­ξεις των χωρών του Νότου ότι η ελ­λη­νι­κή κυ­βέρ­νη­ση τολμά να δια­πραγ­μα­τευ­τεί αλλά χωρίς προ­κα­τα­βο­λι­κά να προ­χω­ρή­σει σε αμ­φι­σβή­τη­ση του πλαι­σί­ου της δια­πραγ­μά­τευ­σης.
- Γιατί το μή­νυ­μα προς την ελ­λη­νι­κή ερ­γα­τι­κή τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώ­μα­τα θα είναι ότι η κυ­βέρ­νη­ση της Αρι­στε­ράς δια­πραγ­μα­τεύ­ε­ται «εντός πλαι­σί­ου» και με «σε­βα­σμό» των πλαι­σί­ων και όχι αλ­λά­ζο­ντας εξαρ­χής το πλαί­σιο και με την απο­φα­σι­στι­κό­τη­τα που απορ­ρέ­ει από το στόχο ανα­τρο­πής της λι­τό­τη­τας.
Προς το παρόν ας κρα­τή­σου­με το εξής συ­μπέ­ρα­σμα: αν κα­ταρ­γή­σου­με το μνη­μό­νιο, η στάση πλη­ρω­μών είναι ανα­πό­φευ­κτη – αυτά είναι τα δύο  άρ­ρη­κτα δε­μέ­να πρώτα βή­μα­τα. Και στάση πλη­ρω­μών ση­μαί­νει ρήξη με το εγ­χώ­ριο και διε­θνές σύ­στη­μα.
Πο­λι­τι­κή και νο­μι­κή διά­στα­ση
Είναι λοι­πόν φα­νε­ρό ότι πριν φτά­σου­με να χρεια­στού­με επι­χει­ρή­μα­τα στή­ρι­ξης των πο­λι­τι­κών επι­λο­γών της κυ­βέρ­νη­σης της Αρι­στε­ράς στο ζή­τη­μα του χρέ­ους, θα χρεια­στού­με με­ρι­κά δυ­να­τά τέ­τοια για να «νο­μι­μο­ποι­ή­σου­με» τις δύο θε­με­λιώ­δεις επι­λο­γές: την κα­τάρ­γη­ση του μνη­μο­νί­ου και τη στάση πλη­ρω­μών σε χρε­ο­λύ­σια και χρέ­ους. Δεν μας αφορά προς το παρόν ποια μπο­ρεί και πρέ­πει να είναι αυτά, απλώς ση­μειώ­νου­με ότι η ώρα για πο­λι­τι­κές απο­φά­σεις και πρά­ξεις όσον αφορά το ίδιο το χρέος ακο­λου­θεί.
Επι­πλέ­ον, είναι φα­νε­ρό ότι η πο­λι­τι­κή διά­στα­ση σε κάθε πε­ρί­πτω­ση προη­γεί­ται: πρώτα παίρ­νεις την πο­λι­τι­κή από­φα­ση να δια­γρά­ψεις το χρέος στο δείνα πο­σο­στό και ύστε­ρα ανα­ζη­τείς τη νο­μι­μο­ποι­η­τι­κή βάση γι’ αυτό. Κι όχι ανά­πο­δα: δια­κη­ρύσ­σω και επι­χει­ρη­μα­το­λο­γώ υπέρ μιας νο­μι­κής βάσης και ύστε­ρα, στη βάση αυτή, απο­κτώ το δι­καί­ω­μα να δια­γρά­ψω ανά­λο­γα κά­ποιο πο­σο­στό του χρέ­ους. Η δια­γρα­φή του χρέ­ους και το πο­σο­στό της δια­γρα­φής που μπο­ρεί να επι­τευ­χθεί, εξαρ­τά­ται από πραγ­μα­τι­κούς συ­σχε­τι­σμούς δύ­να­μης σε όλα τα επί­πε­δα και δευ­τε­ρευό­ντως από ένα ιδε­ο­λο­γι­κό ή «ηθικό» συ­σχε­τι­σμό δύ­να­μης – πα­ρό­λο που αυτός είναι μέρος του παι­χνι­διού και δεν πρέ­πει κα­θό­λου να υπο­τι­μη­θεί.
Από αυτή την άποψη,το «επει­σό­διο» με τις δη­λώ­σεις Στα­θά­κη για το απε­χθές χρέος ανέ­δει­ξε τη λα­θε­μέ­νη άποψη κα­ταρ­χήν του ίδιου του Γ. Στα­θά­κη, όταν δη­λώ­νει «Η με­γά­λη πλειο­ψη­φία του χρέ­ους, πάνω από το 90%, είναι πα­ρα­δο­σια­κό, δη­μό­σιο χρέος των αγο­ρών, δη­λα­δή των ομο­λό­γων (…) εκεί δεν υπάρ­χει νο­μι­κή δια­δι­κα­σία για να αμ­φι­σβη­τη­θεί». Εδώ το βα­σι­κό λάθος είναι ότι δεν μπο­ρού­με να αμ­φι­σβη­τή­σου­με πο­λι­τι­κά ό,τι δεν αμ­φι­σβη­τεί­ται νο­μι­κά από την άποψη των νόμων που διέ­πουν τις κα­πι­τα­λι­στι­κές αγο­ρές – αν είναι έτσι, τότε ο κα­πι­τα­λι­σμός έχει «δέσει» με χί­λιους τρό­πους τη «νο­μι­μό­τη­τα» της πρω­το­κα­θε­δρί­ας των αγο­ρών και των κερ­δών, ώστε η Αρι­στε­ρά και το πρό­γραμ­μά της να είναι «εκτός νόμου»! Το δευ­τε­ρεύ­ον λάθος είναι ότι μπο­ρούν να βρε­θούν νο­μι­κά στη­ρίγ­μα­τα σε ένα άλλο επί­πε­δο για τη στάση πλη­ρω­μών που μπο­ρεί στη συ­νέ­χεια να πιέ­σει για τη δια­γρα­φή του χρέ­ους: στο δί­καιο του ΟΗΕ για την πρω­ταρ­χι­κό­τη­τα των θε­με­λιω­δών δι­καιω­μά­των και ανα­γκών του πλη­θυ­σμού σε σχέση με όλα τα άλλα. Είναι η πιο καλή, στέ­ρεη και προ­τι­μό­τε­ρη νο­μι­μο­ποι­η­τι­κή βάση, καθώς μά­λι­στα η Αρι­στε­ρά μπο­ρεί να το συν­δέ­σει άμεσα με το «οι άν­θρω­ποι πάνω από τα κέρδη».
Απε­χθές χρέος και απο­νο­μι­μο­ποί­η­ση του χρέ­ους
Από την άλλη,είναι επί­σης λάθος να θε­ω­ρεί­ται η κα­μπά­νια για το απε­χθές χρέος η βα­σι­λι­κή οδός για την αντι­με­τώ­πι­ση του ζη­τή­μα­τος της δια­γρα­φής του χρέ­ους. Ο Γ. Μη­τρα­λιάς στην «Εφη­με­ρί­δα των συ­ντα­κτών» (5) θέτει στόχο της κα­μπά­νιας «την ταυ­το­ποί­η­ση του απε­χθούς χρέ­ους προ­κει­μέ­νου αυτό να κα­ταγ­γελ­θεί και να μην πλη­ρω­θεί» και ορί­ζει το απε­χθές χρέος ως το χρέος που «πά­σχει και είναι ‘‘ανώ­μα­λο­’’, και για αυτό το λόγο πρέ­πει να εντο­πι­στεί, να ταυ­το­ποι­η­θεί από πο­λί­τες που συν­δυά­ζουν τη γνώση του αντι­κει­μέ­νου με την ανε­ξαρ­τη­σία τους από πο­λι­τι­κά, οι­κο­νο­μι­κά και κομ­μα­τι­κά κέ­ντρα εξου­σί­ας».
Και πα­ρα­θέ­τει δύο επε­ξη­γή­σεις:
Η πρώτη:
«Ο πρώ­τος στό­χος ενός λο­γι­στι­κού ελέγ­χου (Λ.Ε) είναι να ξε­κα­θα­ρί­σει το πα­ρελ­θόν, να ξε­μπλέ­ξει το κου­βά­ρι του χρέ­ους, νήμα προς νήμα, μέχρι να ξα­να­φτιά­ξει το κου­βά­ρι των γε­γο­νό­των που οδή­γη­σαν στο ση­με­ρι­νό αδιέ­ξο­δο. Τι από­γι­νε το χρήμα του τάδε δα­νεί­ου, με ποιους όρους συ­νά­φθη­κε το δείνα δά­νειο; Πόσοι τόκοι πλη­ρώ­θη­καν, με ποιο επι­τό­κιο, πόσο τμήμα του δα­νεί­ου ήδη απο­πλη­ρώ­θη­κε; Πώς διο­γκώ­θη­κε το χρέος πα­ρό­λο που δεν εί­δα­με το χρώμα του χρή­μα­τος; Ποιο δρόμο πήραν τα κε­φά­λαια; Σε τι χρη­σί­με­ψαν; Ποιο μέρος τους κα­τα­χρά­στη­κε και γιατί;»
Η δεύ­τε­ρη:
«Ποιος δα­νεί­στη­κε και στο όνομα ποια­νού; Ποιος δά­νει­σε και ποιος ήταν ο ρόλος του; Πώς βρέ­θη­κε μπλεγ­μέ­νο το Κρά­τος, με ποια από­φα­ση, που λή­φθη­κε με ποια αρ­μο­διό­τη­τα; Πώς τα ιδιω­τι­κά χρέη έγι­ναν ‘‘δη­μό­σια­’’; Ποιος προ­ώ­θη­σε σχέ­δια μαϊ­μού­δες, ποιος έσπρω­ξε, εν­θάρ­ρυ­νε, ποιος κέρ­δι­σε από αυτά; Ποια εγκλή­μα­τα δια­πρά­χτη­καν με αυτά τα χρή­μα­τα; Γιατί δεν απο­δί­δο­νται αστι­κές, ποι­νι­κές και διοι­κη­τι­κές ευ­θύ­νες;»
Με τις επε­ξη­γή­σεις αυτές διευ­κρι­νί­ζε­ται τι εν­νο­ού­με «ανώ­μα­λο» χρέος, με δύο βα­σι­κά κρι­τή­ρια: Πρώτο, η κα­τα­χρη­στι­κή ιδιο­ποί­η­ση του χρέ­ους, που ενώ συ­νά­πτε­ται σαν «δη­μό­σιο», πάει στις τσέ­πες κά­ποιων ή χρη­μα­το­δο­τεί τις δρα­στη­ριό­τη­τες κά­ποιων (ιδιω­τών) και δεύ­τε­ρο οι κα­τα­χρη­στι­κοί όροι δα­νειο­δό­τη­σης («ανώ­μα­λα» επι­τό­κια και όροι δα­νειο­δό­τη­σης γε­νι­κώς). Αν εφαρ­μό­σου­με το πρώτο κρι­τή­ριο, τότε ασφα­λώς μπο­ρού­με να βρού­με σε κά­ποιους το­μείς των κρα­τι­κών δα­πα­νών και προ­μη­θειών τόσο κα­τα­χρη­στι­κές πρα­κτι­κές όσο και ιδιο­τε­λείς-ιδιω­τι­κούς σκο­πούς πίσω από τον κρα­τι­κό δα­νει­σμό. Καλή ώρα, οι «μίζες» στα εξο­πλι­στι­κά, το άσκο­πο από την άποψη των δη­μό­σιων ανα­γκών των έργων για την Ολυ­μπιά­δα, η δια­φθο­ρά και οι υπερ­τι­μο­λο­γή­σεις σε πλή­θος κρα­τι­κών προ­μη­θειών, οι υπερ­τι­μο­λο­γή­σεις και κα­κο­τε­χνί­ες στα δη­μό­σια έργα κ.λπ. Από εδώ προ­κύ­πτει η ανά­γκη του ερ­γα­τι­κού και λαϊ­κού ελέγ­χου ελέγ­χου στα βι­βλία του κρά­τους για να δια­πι­στω­θούν κάθε εί­δους κα­τα­χρή­σεις. Και στη συ­νέ­χεια να εξαι­ρε­θούν τα αντί­στοι­χα «πα­κέ­τα» δα­πα­νών από τον όγκο του χρέ­ους. Μια τέ­τοια δια­δι­κα­σία (συ­μπλη­ρω­μέ­νη από το άλλο της μισό, δη­λα­δή την ανα­ζή­τη­ση και εντο­πι­σμό κα­τα­χρη­στι­κών πρα­κτι­κών στον τομέα των δη­μό­σιων εσό­δων: φο­ρο­δια­φυ­γή με κρα­τι­κή ανοχή και συ­γκά­λυ­ψη κ.λπ.) θα ήταν ασφα­λώς πολύ χρή­σι­μη, αλλά τα απο­τε­λέ­σμα­τά της όσον αφορά το ίδιο το χρέος και το στόχο της δια­γρα­φής με­γά­λου μέ­ρους του είναι εξαι­ρε­τι­κά πε­ριο­ρι­σμέ­να, για τους εξής λό­γους:
1.Ακόμη και αν εξαι­ρε­θούν κά­ποια τέ­τοια «πα­κέ­τα» δα­πα­νών (που μέσω του ελ­λείμ­μα­τος επι­βά­ρυ­ναν τε­λι­κά το χρέος), το πο­σο­στό του χρέ­ους που έτσι θα ταυ­το­ποι­η­θεί σαν απε­χθές θα είναι εξαι­ρε­τι­κά μικρό. Δεν γνω­ρί­ζου­με αν θα είναι 5% που λέει ο Στα­θά­κης, αλλά σί­γου­ρα δεν θα είναι πάνω από 10%. (6)
2.Τα πράγ­μα­τα όμως είναι ακόμη χει­ρό­τε­ρα γιατί, ακόμη και αν είναι 20% ας πούμε, δεν μπο­ρεί να δια­γρα­φεί αυ­τό­μα­τα γιατί δεν ξέ­ρου­με το χρέος ποιου πρέ­πει να δια­γρά­ψου­με! Διότι (και αυτή είναι η θε­με­λιώ­δης δια­φο­ρά σε σχέση με χώρες της Αφρι­κής και του Τρί­του Κό­σμου) το ελ­λη­νι­κό κρα­τι­κό χρέος του 2010 (300 δισ. ευρώ) είχε σε πο­σο­στό πάνω από 95% τη μορφή ομο­λό­γων του ελ­λη­νι­κού Δη­μο­σί­ου σε ελ­λη­νι­κό Δί­καιο. Η έκ­δο­ση αυτών των ομο­λό­γων έγινε με τους ευ­ρω­παϊ­κά κα­θο­ρι­σμέ­νους κα­νό­νες της αγο­ράς και -πλην ελά­χι­στων εξαι­ρέ­σε­ων (7)- δεν συν­δε­ό­ταν με τη χρη­μα­το­δό­τη­ση συ­γκε­κρι­μέ­νων δα­πα­νών του Δη­μο­σί­ου. Δεν μπο­ρού­με να πούμε δη­λα­δή ότι η τάδε έκ­δο­ση ομο­λό­γων του ελ­λη­νι­κού Δη­μο­σί­ου έγινε για να κα­λύ­ψει τις δείνα κρα­τι­κές δα­πά­νες. Αλλά δεν είναι μόνο αυτό: ο συμ­βε­βλη­μέ­νος με το ελ­λη­νι­κό Δη­μό­σιο για τις δα­πά­νες της Ολυ­μπιά­δας, ας πούμε, δεν είναι ο ίδιος με αυτόν που αγό­ρα­σε τα ελ­λη­νι­κά ομό­λο­γα στην τάδε ομο­λο­για­κή έκ­δο­ση! Με τον πρώτο, κά­ποιοι αξιω­μα­τού­χοι του ελ­λη­νι­κού Δη­μο­σί­ου μπο­ρεί να συμ­βλή­θη­καν με όρους κα­τα­χρη­στι­κούς, με μίζες κ.λπ. Ο δεύ­τε­ρος απλώς αγό­ρα­σε ελ­λη­νι­κά ομό­λο­γα χωρίς να έχει σχέση με τους πρώ­τους. Και δεν μπο­ρείς να πεις θα δια­γρά­ψω τα ομό­λο­γα που κά­ποιος τα απέ­κτη­σε με «καθ’ όλα νό­μι­μο τρόπο» επει­δή κά­ποιοι Έλ­λη­νες αξιω­μα­τού­χοι συ­ναλ­λά­χτη­καν με τη Ζί­μενς με μίζες κ.λπ!!! Μπο­ρείς βέ­βαια να κη­ρύ­ξεις άκυ­ρες τις σχε­τι­κές προ­μή­θειες, να ζη­τή­σεις απο­ζη­μί­ω­ση από τη Ζί­μενς (οπότε θα εμπλα­κείς σε μα­κρό­χρο­νους δι­κα­στι­κούς αγώ­νες) και να κι­νη­θείς ποι­νι­κά ή και κατά των προ­σω­πι­κών πε­ριου­σιών των Ελ­λή­νων αξιω­μα­τού­χων που ενε­πλά­κη­σαν, αλλά σε καμία πε­ρί­πτω­ση οι μίζες των δεύ­τε­ρων δεν σε νο­μι­μο­ποιούν για να δια­γρά­ψεις τα ομό­λο­γα που κα­τέ­χουν οι πρώ­τοι.
3.Αφού εκ­δί­δο­νταν, τα ελ­λη­νι­κά ομό­λο­γα άλ­λα­ζαν πολ­λές φορές χέρια μέσω της δευ­τε­ρο­γε­νούς αγο­ράς ομο­λό­γων. Ακόμη και αν ο αρ­χι­κός αγο­ρα­στής είχε κά­ποια σχέση με μίζες και κα­τα­χρη­στι­κές πρα­κτι­κές, δεν ση­μαί­νει ότι έμει­ναν μέχρι τέ­λους στα δικά του χέρια. Ακόμη χει­ρό­τε­ρα, στα χρό­νια του μνη­μο­νί­ου
4.Όσον αφορά τους όρους του δη­μό­σιου δα­νει­σμού (που όπως εί­πα­με στη συ­ντρι­πτι­κή του πλειο­νό­τη­τα έγινε με καθ’ όλα νο­μό­τυ­πες εκ­δό­σεις ομο­λό­γων στο πλαί­σιο ευ­ρω­παϊ­κών πρα­κτι­κών) και όσον αφορά τα επι­τό­κια όχι μόνο δεν υπάρ­χει κα­τα­χρη­στι­κό­τη­τα αλλά η Ελ­λά­δα δα­νει­ζό­ταν με επι­τό­κια «σκαν­δα­λω­δώς» χα­μη­λά: το spreadτων ελ­λη­νι­κών ομο­λό­γων μέχρι και το 2009 ήταν σε πολ­λές πε­ρι­πτώ­σεις κάτω και από το αντί­στοι­χο ιτα­λι­κό.
Οπότε ο μόνος δρό­μος για να κι­νη­θού­με (βάσει του ορι­σμού περί απε­χθούς χρέ­ους) κατά όσων συμ­βλή­θη­καν σε κα­τα­χρη­στι­κές πρα­κτι­κές μέσω των κρα­τι­κών προ­μη­θειών είναι η κή­ρυ­ξη των σχε­τι­κών προ­μη­θειών άκυ­ρων και η διεκ­δί­κη­ση απο­ζη­μιώ­σε­ων. Αλλά αυτό είναι κάτι που δεν αφορά το χρέος ως τέ­τοιο!
Επέ­κτα­ση του ορι­σμού του απε­χθούς;
Ο προ­τει­νό­με­νος ορι­σμός του απε­χθούς χρέ­ους, λοι­πόν, έχει δύο σο­βα­ρά προ­βλή­μα­τα: Πρώτο, ταυ­το­ποιεί ως απε­χθές ένα μικρό μέρος του χρέ­ους. Οπότε αυ­τό­μα­τα τί­θε­ται το ερώ­τη­μα: η Αρι­στε­ρά δι­καιού­ται να δια­γρά­ψει μόνο αυτό το μικρό μέρος του χρέ­ους που ταυ­το­ποι­ή­θη­κε σαν απε­χθές; Αν αυτή είναι η ιδέα, τότε ο Γ. Μη­τρα­λιάς συμ­φω­νεί στη μέ­θο­δο με τον Γ. Στα­θά­κη! Αν πάλι η ιδέα είναι να υπο­νο­μεύ­σου­με τη «νο­μι­μό­τη­τα» του χρέ­ους, απο­συν­δέ­ο­ντας όμως τη δια­δι­κα­σία ταυ­το­ποί­η­σης του απε­χθούς χρέ­ους από το πο­σο­στό που θα δια­γρά­ψου­με, τότε η όλη υπό­θε­ση απο­κτά­ει τις πραγ­μα­τι­κές της δια­στά­σεις σαν δευ­τε­ρεύ­ου­σας και συ­μπλη­ρω­μα­τι­κού χα­ρα­κτή­ρα. Θα μπο­ρού­σε όμως να είναι πιο εστια­σμέ­νη και να γίνει πρω­τεύ­ου­σα σε έναν άλλο τομέα: το άνοιγ­μα των βι­βλί­ων του κρά­τους και τον ερ­γα­τι­κό και λαϊκό έλεγ­χο τόσο για τις κρα­τι­κές δα­πά­νες (κρα­τι­κές προ­μή­θειες, δη­μό­σια έργα, εξο­πλι­στι­κά κ.λπ.) όσο και για τα κρα­τι­κά έσοδα (φο­ρο­δια­φυ­γή με κρα­τι­κή συ­γκά­λυ­ψη, δια­φυ­γό­ντα έσοδα εξαι­τί­ας του τα­ξι­κού χα­ρα­κτή­ρα της φο­ρο­λο­γι­κής πο­λι­τι­κής).
Το «πέ­ρα­σμα» πά­ντως από αυτά στο χρέος ώστε να ταυ­το­ποι­η­θεί σαν απε­χθές και ΓΙ’ ΑΥΤΟ ΤΟ ΛΟΓΟ να δια­γρα­φεί, έχει σο­βα­ρά προ­βλή­μα­τα!
Τα πράγ­μα­τα θα ήταν βέ­βαια δια­φο­ρε­τι­κά αν διευ­ρυ­νό­ταν ο ορι­σμός του απε­χθούς χρέ­ους με άλ­λους τρό­πους και σε άλλες κα­τευ­θύν­σεις:
Αν, παρά το νο­μό­τυ­πο της δια­δι­κα­σί­ας και τα χα­μη­λά επι­τό­κια, θε­ω­ρη­θεί κα­τα­χρη­στι­κός όλος ο μη­χα­νι­σμός δα­νει­σμού του Δη­μο­σί­ου σε ευ­ρω­παϊ­κό επί­πε­δο: όπου οι εμπο­ρι­κές τρά­πε­ζες δα­νεί­ζο­νται πολύ φτηνά από την ΕΚΤ για να αγο­ρά­ζουν με ακρι­βά επι­τό­κια (σε σχέση με τα επι­τό­κια που οι ίδιες δα­νεί­ζο­νται από την ΕΚΤ) τα κρα­τι­κά ομό­λο­γα. Αν όλο το κρα­τι­κό χρέος ανα­θε­ω­ρού­νταν με βάση την υπό­θε­ση ότι θα έπρε­πε ο δα­νει­σμός να γί­νε­ται από την ΕΚΤ με επι­τό­κια ίσα με αυτά που δά­νει­ζε κατά και­ρούς τις εμπο­ρι­κές τρά­πε­ζες και αν ζη­τού­νταν η επι­στρο­φή της επι­το­κια­κής δια­φο­ράς που προ­κύ­πτει έτσι εκ του ασφα­λούς για τις τρά­πε­ζες, τότε ναι, θα προ­έ­κυ­πτε ανα­δρο­μι­κά ένα με­γά­λο επι­το­κια­κό όφε­λος αλλά και μια με­γά­λη μεί­ω­ση του όγκου των χρε­ο­λυ­σί­ων.
Γιατί όχι θα πει κα­νείς. Ασφα­λώς, αλλά τότε δεν θα μι­λά­με για επα­χθές χρέος στην κυ­ριο­λε­ξία, αλλά για την αμ­φι­σβή­τη­ση του ευ­ρω­παϊ­κού πλαι­σί­ου και των ευ­ρω­παϊ­κών συν­θη­κών, δη­λα­δή για μια δια­δι­κα­σία ρήξης με την Ευ­ρω­ζώ­νη! Της οποί­ας η νο­μι­μο­ποι­η­τι­κή βάση θα πρέ­πει να είναι πολ­λα­πλή.
Επί­σης είναι άλλης τά­ξε­ως ζή­τη­μα αν θε­ω­ρή­σου­με όλες τις δα­νεια­κές συμ­βά­σεις με την τρόι­κα επα­χθής. Θα έπρε­πε σε αυτή την πε­ρί­πτω­ση να απο­φα­σί­σου­με αν το επα­χθές έχει να κάνει με τους όρους δα­νει­σμού (επι­τό­κιο, διάρ­κεια) ή με τις πο­λι­τι­κές που επι­βλή­θη­καν ένα­ντι αυτού του δα­νει­σμού (μνη­μό­νια και ακραία λι­τό­τη­τα). Αυτό όμως θα «νο­μι­μο­ποιού­σε» την κα­τάρ­γη­ση του μνη­μο­νί­ου και την κα­ταγ­γε­λία των δα­νεια­κών συμ­βά­σε­ων ως επα­χθών, αλλά θα «δι­καιο­λο­γού­σε» τη δια­γρα­φή ενός μι­κρού μέ­ρους του ση­με­ρι­νού δια­κρα­τι­κού χρέ­ους…
Ποια είναι η κα­τεύ­θυν­ση του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ;
«Κού­ρε­μα» ή δια­γρα­φή;
Μην ψά­χνου­με πα­ρα­καμ­πτή­ριο: ή παίρ­νου­με την πο­λι­τι­κή από­φα­ση να δια­γρά­ψου­με το χρέος ή όχι.
Αν πά­ρου­με αυτή την από­φα­ση, η σειρά των βη­μά­των είναι σαφής:
Πρώτα κα­τάρ­γη­ση του μνη­μο­νί­ου ΠΡΙΝ την όποια δια­πραγ­μά­τευ­ση και για την αλ­λα­γή του πλαι­σί­ου δια­πραγ­μά­τευ­σης. ’Υ­στε­ρα στάση πλη­ρω­μών σε χρε­ο­λύ­σια και τό­κους του κρα­τι­κού χρέ­ους. Όλα τα υπό­λοι­πα θα κα­θο­ρι­στούν από αυτά τα δύο θε­με­λιώ­δη πρώτα βή­μα­τα.
Και με το ίδιο το χρέος τι κά­νου­με; Η θε­με­λιώ­δης από­φα­ση δεν είναι πόσο πο­σο­στό πρέ­πει να δια­γρα­φεί (με τον όρο βέ­βαια ότι μι­λά­με για το με­γα­λύ­τε­ρο πο­σο­στό), αλλά αν θα πρό­κει­ται για δια­γρα­φή ή για «κού­ρε­μα». Δεν είναι τυ­χαίο ότι οι αντί­πα­λοί μας, η τρόι­κα, οι δα­νει­στές, η Ευ­ρω­ζώ­νη μι­λούν για «κού­ρε­μα». Εν­νο­ούν μεί­ω­ση του χρέ­ους ή μεί­ω­ση των βαρών ανα­χρη­μα­το­δό­τη­σής του με στη συ­ναί­νε­ση των δα­νει­στών και άρα με τους όρους τους, δη­λα­δή με σκλη­ρά μνη­μό­νια, σκλη­ρές δια­σφα­λί­σεις και μα­κρο­χρό­νιο οι­κο­νο­μι­κό έλεγ­χο. Αντί­θε­τα, η δια­γρα­φή πα­ρα­πέ­μπει σε ανα­τρο­πή της λι­τό­τη­τας και των μνη­μο­νί­ων, άρα σε ρήξη με το εγ­χώ­ριο και διε­θνές σύ­στη­μα και σε μο­νο­με­ρείς ενέρ­γειες της Αρι­στε­ράς. Δεν είναι το πο­σο­στό της μεί­ω­σης του χρέ­ους που μας χω­ρί­ζει αλλά η τά­φρος των αντί­θε­των και ασυμ­φι­λί­ω­των τα­ξι­κών συμ­φε­ρό­ντων!
Από αυτή την άποψη, το γε­γο­νός και μόνο ότι οι κε­ντρι­κοί εκ­φρα­στές του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ μι­λούν για «κού­ρε­μα» του χρέ­ους, είναι ιδιαι­τέ­ρως ανη­συ­χη­τι­κό. Το δί­λημ­μα «κού­ρε­μα ή δια­γρα­φή» ισο­δυ­να­μεί με το δί­λημ­μα «ανα­δια­πραγ­μά­τευ­ση με αίσιο τέλος ή ρήξη;», «ανα­τρο­πή της λι­τό­τη­τας ή ανα­δια­πραγ­μά­τευ­ση των όρων της;
Είναι αλή­θεια ότι η γραμ­μή της ανα­δια­πραγ­μά­τευ­σης με αίσιο τέλος «δεν αι­σθά­νε­ται καλά τε­λευ­ταία», αλλά εδώ πρέ­πει να στα­μα­τή­σει αυτό το κεί­με­νο και να αρ­χί­σει ένα άλλο…
* Μέλος της συ­νι­στώ­σας ΚΟΚ­ΚΙ­ΝΟ και της Κ.Ε. του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ
(1) Όταν υπο­γρα­φό­ταν το πρώτο μνη­μό­νιο, το Μάη του 2010, τα 300 δισ. ευρώ του ελ­λη­νι­κού χρέ­ους ήταν σε ομό­λο­γα υπό το ελ­λη­νι­κό δί­καιο, τότε η «πυ­ρη­νι­κή βόμβα» ενός κα­τα­στρο­φι­κού διε­θνούς οι­κο­νο­μι­κού ντό­μι­νο ήταν δια­θέ­σι­μη και ενερ­γο­ποι­η­μέ­νη. Όμως η ελ­λη­νι­κή Αρι­στε­ρά (πλην ελα­χί­στων, μειο­ψη­φι­κών εξαι­ρέ­σε­ων, στις οποί­ες έχου­με την τιμή να ανή­κου­με) δεν έθεσε το ζή­τη­μα ούτε της στά­σης πλη­ρω­μών ούτε μιας γεν­ναί­ας δια­γρα­φής του χρέ­ους της στά­σης – που μπο­ρού­σε να γίνει μο­νο­με­ρώς και νό­μι­μα. Το έθε­σαν μόνο, όπως μα­θαί­νου­με τώρα, εκ των υστέ­ρων, κά­ποια στε­λέ­χη του ΔΝΤ!    
(2) Και αφού έγινε αυτό, ο «στρα­τη­γός της κα­τα­στρο­φής» Ευάγ­γε­λος Βε­νι­ζέ­λος «κού­ρε­ψε» το χρέος με το PSI, βυ­θί­ζο­ντας τις… ελ­λη­νι­κές τρά­πε­ζες (ένα είδος ντό­μι­νο… προς τα μέσα), ώστε χρειά­στη­κε να φορ­τω­θεί το ελ­λη­νι­κό κρα­τι­κό χρέος με άλλο 50 δισ. ευρώ για να μην κα­ταρ­ρεύ­σουν από την τορ­πί­λη του PSI! 
(3) Βε­βαί­ως η υπο­τα­γή θα είναι ακόμη πιο άμεση και οδυ­νη­ρή αν δεν υπάρ­ξει κα­τάρ­γη­ση του μνη­μο­νί­ου ΠΡΙΝ το ξε­κί­νη­μα της όποιας δια­πραγ­μά­τευ­σης. Αλλά κάτι τέ­τοιο δεν έχει ακόμη ει­πω­θεί. Διότι η κα­τάρ­γη­ση του μνη­μο­νί­ου δεν μπο­ρεί να είναι στοι­χείο του «πα­κέ­του» της δια­πραγ­μά­τευ­σης, αλλά η ιδρυ­τι­κή της πράξη!
(4) Στην άκρα αρι­στε­ρά, αντί­θε­τα, φα­ντά­ζο­νται ότι ο ρι­ζο­σπα­στι­σμός έγκει­ται στο πολύ με­γά­λο πο­σο­στό του χρέ­ους που θα δια­γρα­φεί. 
(5) βλέπε Γ. Μη­τρα­λιάς «Το απε­χθές -και όχι επα­χθές- χρέος και η άμεση ανά­γκη εντο­πι­σμού του από τους ‘‘από κά­τω­’’», «Εφη­με­ρί­δα των συ­ντα­κτών» Πέμ­πτη 23/1/2014
(6) Ως προς αυτό, ο Στα­θά­κης έχει χο­ντρι­κά δίκιο, έχει όμως άδικο όταν λέει ότι το τμήμα του χρέ­ους που δεν μπο­ρεί να απο­νο­μι­μο­ποη­θεί σαν απε­χθές δεν μπο­ρού­με να το δια­γρά­ψου­με! 
(7) Υπάρ­χουν μόνο κά­ποια ει­δι­κά ομό­λο­γα των Ενό­πλων Δυ­νά­με­ων ή κά­ποιων ΔΕΚΟ (σε σχε­τι­κούς πί­να­κες θα τα βρεί­τε σαν ομό­λο­γα ΕΔ, ΟΣΕ κ.λπ.)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου