Παρασκευή 26 Οκτωβρίου 2018

Το ύπουλα στημένο παιχνίδι

analyst


Δεν έχουμε δυστυχώς καταλάβει ακόμη πως η Ελλάδα είναι αθεράπευτα χρεοκοπημένη – με μη βιώσιμο δημόσιο χρέος, ούτε ιδιωτικό, με μη βιώσιμες τράπεζες, με μη βιώσιμο ασφαλιστικό σύστημα, με μη βιώσιμο πολιτικό σύστημα και με ελάχιστες κερδοφόρες επιχειρήσεις που όμως εγκαταλείπουν η μία μετά την άλλη την ελληνική επικράτεια.
.

Ανάλυση

Το δημόσιο χρέος μίας χώρας, όπου της Ελλάδας σήμερα είναι 360 δις € έναντι ΑΕΠ της τάξης των 180 δις €, άρα στο 200%, μειώνεται είτε μέσω του πληθωρισμού, είτε με τη βοήθεια της ανάπτυξης ως ποσοστό επί του ΑΕΠ, είτε με την ονομαστική διαγραφή του. Σε μία χώρα τώρα της Ευρωζώνης, στην οποία εφαρμόζονται μνημόνια που αποκλείουν την ανάπτυξη, πόσο μάλλον όταν είναι για οκτώ χρόνια βυθισμένη στην ύφεση (αφού το δημόσιο απαγορεύεται ουσιαστικά να επενδύσει, ο εγχώριος ιδιωτικός τομέας είναι αδύνατον όταν οι αποταμιεύσεις είναι αρνητικές, ενώ οι ξένοι δεν τοποθετούν τα χρήματα τους σε μία οικονομία που μειώνεται η ζήτηση και είναι χρεοκοπημένο το δημόσιο, τα νοικοκυριά, οι τράπεζες κλπ.), ενώ δεν μπορεί να εκδώσει χρήματα αυξάνοντας τον πληθωρισμό, μη διαθέτοντας δικό της νόμισμα και δική της κεντρική τράπεζα, ο μοναδικός τρόπος είναι η διαγραφή μέρους του χρέους – το οποίο, αφού στην πραγματικότητα είναι σε ξένο νόμισμα, δεν πρέπει να υπερβαίνει το 60% του ΑΕΠ της (άρα τα 110 δις € στην περίπτωση της Ελλάδας, οπότε θα απαιτούταν διαγραφή της τάξης των 250 δις €). Εάν λοιπόν δεν διαγραφεί χρέος της είναι καταδικασμένη – όπως άλλωστε τεκμηριώνεται από το γεγονός ότι, το χρέος συνεχίζει την ανοδική του πορεία, ενώ οι επενδύσεις την καθοδική.
Περαιτέρω υπενθυμίζουμε πως αυτό που ελάχιστοι άνθρωποι κατανοούν είναι το ότι, η έξοδος από μία οικονομική κρίση είναι εντελώς αδύνατη μέσω της πολιτικής λιτότητας – κάτι που έχει αποδεχθεί από την ιστορία πολλές φορές στο παρελθόν. Ειδικότερα, η πρώτη φορά που υιοθετήθηκε η συγκεκριμένη πολιτική ευρέως στις Δημοκρατίες, ήταν η δεκαετία του 1930 – μετά το χρηματιστηριακό κραχ του 1929, όπου οι μεγάλες βιομηχανικές χώρες, όπως οι Η.Π.Α., η Γερμανία, η Γαλλία και η Ιαπωνία, αποφάσισαν να περιορίσουν τους κρατικούς προϋπολογισμούς τους, μειώνοντας κυρίως τις δημόσιες δαπάνες.

Εν προκειμένω υπήρχαν δύο βασικά κίνητρα, τα οποία τις οδήγησαν σε αυτήν την απόφαση: η ηθική και ο καταναγκασμός, ενώ για την Ιαπωνία επί πλέον η επιθυμία της να ανήκει στα εξελιγμένα δυτικά Έθνη. Ειδικότερα τα εξής:
(α) Όσον αφορά την ηθική, είναι χαρακτηριστικά τα λόγια του τότε προέδρου των Η.Π.Α. (Hoover), σύμφωνα με τον οποίο: «Δεν μπορούμε να παράγουμε ευημερία μέσω της σπατάλης» – επίσης του καγκελαρίου της Γερμανίας (Bruening), ο οποίος είπε ότι: «Χωρίς πόνο δεν γίνεται κανένας υγιής». Οι απόψεις του πρώτου συμβαδίζουν με αυτές αρκετών Ελλήνων σήμερα, οι οποίοι κατηγορούν τη χώρα τους για τις παθογένειες της – ενώ του δεύτερου με τον κ. Σόιμπλε που είναι φανατικός οπαδός της σχολής του προγόνου του.
(β) Σε σχέση με τον καταναγκασμό, οφειλόταν στον κανόνα του χρυσού που ίσχυε τότε, όπου εκείνες οι χώρες που συνέδεαν τα νομίσματα τους με το πολύτιμο μέταλλο, δεν είχαν άλλη δυνατότητα να καλύψουν τα μειωμένα φορολογικά τους έσοδα εκτός από τη λιτότητα – αφού δεν μπορούσαν να τυπώσουν περισσότερα χρήματα, αυξάνοντας τη ρευστότητα. Περίπου όπως συμβαίνει σήμερα με το ευρώ δηλαδή, τουλάχιστον έως εκείνη την εποχή που η ΕΚΤ δρομολόγησε τα προγράμματα της (QE) – από τα οποία έχει αποκλεισθεί μόνο η Ελλάδα.
Περαιτέρω, τα αποτελέσματα της πολιτικής λιτότητας που εφαρμόσθηκε εκείνη την εποχή ήταν καταστροφικά για την οικονομία: αφού στις Η.Π.Α. η ανεργία αυξήθηκε από το 8% στο 30% μέσα σε δύο χρόνια, η Γερμανία βυθίστηκε στο χάος, η Γαλλία έχασε το 25% της βιομηχανικής της παραγωγής ενώ η Ιαπωνία, η οποία εφάρμοσε τη λιτότητα πολύ πιο αυστηρά, βίωσε την μεγαλύτερη οικονομική κατάρρευση της οικονομίας της σε καιρό ειρήνης.
Στην πολιτική, οι συνέπειες ήταν επίσης καταστροφικές. Ειδικότερα, στη Γερμανία εξελέγη το μοναδικό κόμμα που ήταν αντίθετο με τη λιτότητα: το εθνικοσοσιαλιστικό του Α. Χίτλερ, το οποίο αμέσως αύξησε τις δημόσιες δαπάνες για να καταπολεμήσει την ανεργία (ανάλυση). Στην Ιαπωνία ο στρατός δολοφόνησε τον πρωθυπουργό που ήταν υπέρ του κανόνα του χρυσού, αναλαμβάνοντας πραξικοπηματικά την εξουσία. Αντίθετα, στη Γαλλία η κεντρική τράπεζα περιόριζε συνεχώς τις στρατιωτικές δαπάνες, ακόμη και εν καιρώ πολέμου – οπότε εύλογα ηττήθηκε σε χρόνο μηδέν από τη Γερμανία. Ομοιότητες με την Ελλάδα; Πάρα πολλές και οδυνηρές.
Αργότερα, μετά το 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο, το Ολοκαύτωμα και το θάνατο άνω των 60 εκ. ανθρώπων, οι οικονομολόγοι προέβησαν στην αυτοψία του πτώματος, ανακαλύπτοντας τις αιτίες, για τις οποίες δεν λειτουργεί ποτέ η πολιτική λιτότητας σε εποχές κρίσης – όσο και αν θέλουμε στην Ελλάδα να ενοχοποιούμε για το έγκλημα αποκλειστικά και μόνο τις παθογένειες του κράτους μας. Οι κυριότερες (πηγή: C. Seibt) ήταν οι εξής:
(α) Η Μεγάλη Ύφεση, η οποία ακολούθησε το κραχ του 1929, οφειλόταν στο ότι τόσο οι επιχειρήσεις, όσο και τα νοικοκυριά μείωσαν ταυτόχρονα τις δαπάνες τους, με στόχο να περιορίσουν τα χρέη τους (ανάλυση). Έτσι κανένας δεν ξόδευε πια χρήματα ούτε για προϊόντα (κατανάλωση), ούτε για επενδύσεις – γεγονός που οδήγησε όλο και πιο πολλούς στη δίνη της κρίσης. Όταν δε εφάρμοσε το δημόσιο την ίδια πολιτική, έστω καταπολεμώντας τις παθογένειες του, τότε η οικονομία κατέρρευσε – με τις τιμές πώλησης των προϊόντων να ευρίσκονται σε ελεύθερη πτώση, αφού κανένας δεν αγόραζε τίποτα.
(β)  Την ίδια εποχή επικράτησε η (ηθική) αντίληψη, σύμφωνα με την οποία ήταν δίκαιο αυτό που συνέβη – επειδή όλοι ζούσαν πάνω από τις δυνατότητες τους, σπαταλώντας δανεικά χρήματα που δεν είχαν κερδίσει. Εν τούτοις, ακόμη και αν ήταν σωστό, οι επιχειρήσεις έμειναν χωρίς πελάτες και οι εργαζόμενοι χωρίς δουλειά – οπότε η οικονομία δεν είχε καμία δυνατότητα να ανακάμψει.
(γ)  Ο κανόνας του χρυσού, όπως το ευρώ σήμερα, είχε υιοθετηθεί για να εξασφαλίσει τη σταθερότητα του συστήματος – με την έννοια πως αφαιρούσε από τους διεφθαρμένους πολιτικούς τη δυνατότητα να τυπώνουν χρήματα, διαιωνίζοντας το πελατειακό κράτος. Εν τούτοις, αυτός ακριβώς ο κανόνας οδήγησε στην καταστροφή την περίοδο της κρίσης – επειδή δεν έδινε καμία δυνατότητα στην οικονομία να κινηθεί, συμπεριφερόμενη όπως ένα αυτοκίνητο που έμεινε από βενζίνη.
(δ)  Σε ένα δικτατορικό πολίτευμα μπορεί να αφήσει κανείς τους ανθρώπους να φτωχύνουν, να εξαθλιωθούν και να πεινάσουν – σε μία Δημοκρατία όμως όχι, παρά το ότι στην Ελλάδα σήμερα δεν φαίνεται να ισχύει ο κανόνας. Ως εκ τούτου, η συνεχιζόμενη πολιτική λιτότητας τότε προκάλεσε σχεδόν σε όλες τις χώρες μαζικές διαμαρτυρίες, διαδηλώσεις, εξεγέρσεις, αστάθεια και εξτρεμισμό – με αποκορύφωμα την άνοδο των φασιστικών κομμάτων.
Η μεγάλη κρίση του 2008
Περαιτέρω, οι οικονομολόγοι πίστεψαν ότι είχαν βρει τη συνταγή της αντιμετώπισης των μεγάλων υφέσεων – έχοντας διαπιστώσει πως όταν ένα κράτος εν μέσω κρίσης υιοθετεί τη λιτότητα, λειτουργεί ανεύθυνα καταστρέφοντας ανεπανόρθωτα την οικονομία του. Με απλά λόγια, σε μία τέτοια περίπτωση το δημόσιο οφείλει να αυξάνει τις δαπάνες του, για να κινήσει ξανά το σύστημα – αφού δεν υπάρχει κανένας άλλος τρόπος.
Αυτό ακριβώς συνέβη όταν ξέσπασε η χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, με το σπάσιμο της φούσκας των ενυπόθηκων δανείων χαμηλής εξασφάλισης στις Η.Π.Α. – όπου όλα σχεδόν τα κράτη δαπάνησαν τεράστια ποσά, κυρίως για τη διάσωση των τραπεζών αλλά, επίσης, για τη διενέργεια επενδύσεων. Πράγματι δε η μέθοδος είχε αποτέλεσμα, αφού η οικονομία άρχισε να ανακάμπτει – αν και για ένα μόνο έτος, αφού στα τέλη του 2009 η Ευρώπη, υπό την ηγεσία της Γερμανίας, άλλαξε ξαφνικά πορεία.
Έτσι ξεκίνησε ένα από τα μεγαλύτερα οικονομικά πειράματα στην ιστορία: η λιτότητα μίας ολόκληρης ηπείρου, σε πλήρη αντίθεση με τον υπόλοιπο πλανήτη. Η αιτία ήταν το ότι, η κυβέρνηση ενός κράτους που είχε βιώσει προηγουμένως μία μεγάλη κρίση, μεταξύ άλλων επειδή χρηματοδότησε την ένωση του λαμβάνοντας τότε μέτρα εν μέσω ανάπτυξης όλων των υπολοίπων και στηριζόμενο από την ΕΚΤ, θεώρησε την παγκόσμια κρίση ως μεγάλη ευκαιρία για να απομυζήσει όλα τα υπόλοιπα (ανάλυση) – επίσης για να κυριαρχήσει στην Ευρώπη, ανεξαρτητοποιούμενο από την κηδεμονία της υπερδύναμης. Η αφορμή (όχι η αιτία) για την πολιτική λιτότητας που επέβαλλε στους άλλους το κράτος αυτό, η Γερμανία, ήταν η εξής:
(α) αφενός μεν μία μελέτη των Reinhart-Rogoff που, στηριζόμενη σε ένα λανθασμένο excel, ισχυριζόταν πως η ανάπτυξη είναι αδύνατη όταν το δημόσιο χρέος υπερβεί το 90% του ΑΕΠ μίας χώρας,
(β) αφετέρου μία εσφαλμένη έρευνα, σύμφωνα με την οποία ο περιορισμός των δημοσίων δαπανών και η νεοφιλελεύθερη μείωση του κράτους οδηγούν σε ανάπτυξη ακόμη και σε εποχές κρίσης (!) – επειδή οι επενδυτές αποκτούν εμπιστοσύνη σε μία τέτοια χώρα, καθώς επίσης λόγω του ότι πιστεύουν πως ο ιδιωτικός τομέας θα αναλάβει όλες εκείνες τις δραστηριότητες που εγκαταλείπει το δημόσιο, λειτουργώντας πολύ πιο αποτελεσματικά.
Οι μοναδικοί που πιστεύουν κάτι τέτοιο σήμερα είναι η αξιωματική αντιπολίτευση στην Ελλάδα, καθώς επίσης η γερμανική κυβέρνηση – η οποία όμως προσποιείται πως το πιστεύει, έχοντας άλλες σκοπιμότητες (υφαρπαγή των δημοσίων επιχειρήσεων των εταίρων της, έτσι ώστε να επενδύσει με ασφάλεια τα πλεονάσματα της).
Συνεχίζοντας, την ίδια εποχή ένα νέο κόμμα υπεξαίρεσε τις εκλογές στην Ελλάδα, δηλώνοντας δημόσια πως η προηγούμενη κυβέρνηση είχε παραποιήσει τα οικονομικά στοιχεία της χώρας – με αποτέλεσμα τόσο τα ελλείμματα, όσο και τα δημόσια χρέη να είναι πολύ υψηλότερα από ότι φαινόταν.
Το πρόβλημα όμως που δημιουργήθηκε δεν αφορούσε την Ελλάδα, αφού το ΑΕΠ της ήταν μόλις της τάξης του 3% της Ευρώπης, ενώ τα χρέη της σε απόλυτο μέγεθος ήταν ελάχιστα συγκριτικά – αλλά αυτά που ήλθαν στην επιφάνεια αμέσως μετά και τα οποία ήταν τα εξής:
(α)  Όταν ξέσπασε το κραχ του 2008 οι Ευρωπαίοι ήταν υπερήφανοι για την οικονομία τους, αφού οι τράπεζες τους δεν είχαν καταρρεύσει όπως οι αμερικανικές – ενώ θεώρησαν ως υπεύθυνους τους Αμερικανούς, οι οποίοι δεν είχαν συνειδητοποιήσει τα κερδοσκοπικά όργια του χρηματοπιστωτικού τους συστήματος. Σιγά-σιγά όμως και με αφετηρία την Ελλάδα, ανακάλυψαν πως οι ευρωπαϊκές τράπεζες ήταν σε πολύ χειρότερη κατάσταση – επειδή, μετά την υιοθέτηση του ευρώ, όλα τα ομόλογα των κρατών της Ευρωζώνης θεωρούταν 100% ασφαλή, απολύτως εγγυημένα από την ΕΚΤ, οπότε οι τράπεζες δάνειζαν σε όλες τις χώρες όσα περισσότερα χρήματα μπορούσαν, με χαμηλά επιτόκια.
Επρόκειτο λοιπόν για σίγουρα κέρδη, αφού τα κράτη δανείζονταν από τις τράπεζες με υψηλότερα επιτόκια από ότι αυτές από την ΕΚΤ – εισπράττοντας απλά τη διαφορά, χωρίς κανέναν κόπο. Όταν όμως η Ελλάδα δήλωσε αδυναμία εξυπηρέτησης των χρεών της, απειλώντας πως θα καταφύγει στο ΔΝΤ εάν δεν τη βοηθούσαν τα άλλα κράτη, η Γερμανία και η Γαλλία τρομοκρατήθηκαν – γνωρίζοντας πως το ΔΝΤ θα πρότεινε ως συνήθως την αναδιάρθρωση των χρεών της, οπότε οι υπερχρεωμένες τράπεζες τους θα χρεοκοπούσαν, λόγω της μεγάλης έκθεσης τους στα ελληνικά ομόλογα.
(β) Παράλληλα, οι Ευρωπαίοι διαπίστωσαν πως το ευρώ είχε ένα εξαιρετικά επικίνδυνο χαρακτηριστικό που δεν είχαν συνειδητοποιήσει – το ότι έδενε χειροπόδαρα την πολιτική πολύ περισσότερο, από ότι ο κανόνας του χρυσού. Με απλά λόγια, κανένας από τους τρεις βασικούς μοχλούς της οικονομικής πολιτικής δεν μπορούσε να χρησιμοποιηθεί από μία χώρα της Ευρωζώνης – ούτε ο εθνικός καθορισμός των επιτοκίων, ούτε η υποτίμηση του νομίσματος, ούτε η αύξηση της ρευστότητας (λόγω της συνθήκης του Μάαστριχτ που οριοθετούσε το δημόσιο χρέος στο 60% του ΑΕΠ).
Απλούστερα, οι υπεύθυνοι της οικονομικής πολιτικής της Ευρωζώνης είχαν το ρόλο του κομπάρσου – αφού σε περιόδους κρίσεων δεν μπορούσαν να κάνουν απολύτως τίποτα. Ως εκ τούτου το ευρώ, το οποίο είχε υιοθετηθεί για να εξασφαλίσει τη σταθερότητα των κρατών, αποδείχθηκε πως ήταν ένας καταχθόνιος μηχανισμός, ένας ζουρλομανδύας – αφού παρήγαγε με υψηλό ρυθμό και αυτόματα κρίσεις.
Η αιτία ήταν και είναι το ότι, οι χώρες που ευρίσκονταν σε διαφορετικούς οικονομικούς κύκλους, ανοδικούς ή καθοδικούς, ήταν υποχρεωμένες να έχουν την ίδια νομισματική πολιτική –  ενώ η ίδια αιτία εμπόδιζε την επίλυση των κρίσεων, όταν και όπου ξεσπούσαν.
Για παράδειγμα η Γερμανία σήμερα που βιώνει έναν ανοδικό οικονομικό κύκλο, χρειάζεται υψηλά επιτόκια και περιορισμό της ρευστότητας, για να μην δημιουργηθούν επικίνδυνες φούσκες – κάτι που όμως δεν μπορεί να συμβεί, αφού την ίδια στιγμή η Ιταλία βιώνει έναν καθοδικό οικονομικό κύκλο, ενώ είναι υπερχρεωμένη, οπότε τα υψηλά επιτόκια και η μείωση της ρευστότητας θα την κατέστρεφαν εντελώς.
Ακόμη χειρότερα δε από τον κανόνα του χρυσού, το ευρώ δεν επέτρεπε την έξοδο καμίας χώρας – ενώ η εναλλακτική λύση ήταν ένα αυτοκτονικό άλμα στο κενό, αφού το εκάστοτε προηγούμενο νόμισμα των κρατών-μελών είχε πάψει να υπάρχει.
Δηλαδή οι χώρες της Ευρωζώνης είναι ερμητικά κλεισμένες σε μια φυλακή απειλούμενες με το θάνατο, αλλά όποια προσπαθήσει να βγει θα πέσει σε έναν γκρεμό, χωρίς να γνωρίζει καν το ύψος του και τις πιθανότητες να σωθεί – οπότε δεν είναι κανένας λογικός άνθρωπος σήμερα υπέρ του ευρώ, αλλά επίσης κανένας δεν τολμάει να προτείνει ανεπιφύλακτα την υιοθέτηση του εθνικού νομίσματος.
Συνοψίζοντας, οι Ευρωπαίοι ανακάλυψαν το 2010 με αφετηρία την Ελλάδα ότι, βίωναν έναν τρομακτικό εφιάλτη – ευρισκόμενοι όλοι μαζί σε ένα ελαττωματικό πλοίο που ήταν αδύνατον να επισκευασθεί, με μία τραπεζική βόμβα μεγατόνων στο αμπάρι του! Επειδή λοιπόν δεν μπορούσαν να κάνουν οτιδήποτε άλλο, χρησιμοποίησαν την Ελλάδα ως πειραματόζωο, εκβιάζοντας εν ψυχρώ την ανόητη και ενδοτική  κυβέρνηση της – βαφτίζοντας την τεράστια τραπεζική κρίση της Ευρώπης ως κρίση δημοσίου χρέους, καθώς επίσης εντείνοντας την πολιτική λιτότητας, για να μη βυθιστεί το πλοίο αύτανδρο (αλλά να θυσιαστεί μία ή έστω μερικές χώρες).
Οφείλει να θυμηθεί εδώ κανείς πως μόνο η Ελλάδα αντιμετώπιζε τότε μία κρίση δημοσίου χρέους – λιγότερο η Πορτογαλία και η Ιταλία. Όλα τα υπόλοιπα κράτη, όπως η Ισπανία, η Ιρλανδία, η Κύπρος κοκ., συμπεριλαμβανομένης της Γερμανίας με τη Deutsche Bank και σχεδόν όλες τις υπόλοιπες, καθώς επίσης της Γαλλίας, βίωναν τραπεζικές κρίσεις τεραστίου μεγέθους – τις οποίες κάλυψαν με την ακούσια βοήθεια της Ελλάδας και την εκούσια του ΔΝΤ. Εύλογα, αφού εάν χρεοκοπούσε μία μόνο τράπεζα της Ιταλίας, για παράδειγμα, θα ακολουθούσαν όλες οι υπόλοιπες – λόγω της σύνδεσης μεταξύ τους (συγκοινωνούντα δοχεία).
Με απλά λόγια, σκόπιμα η Ελλάδα ενοχοποιήθηκε τοποθετούμενη στο στόχαστρο όλων (ανάλυση). Ενδεχομένως δε να διαδραμάτισε ενεργό ρόλο ο τότε πρωθυπουργός και ο υπουργός οικονομικών του, αφού δεν εξηγείται διαφορετικά η στάση τους –  όπως η μη λήψη των 25 δις € στις αρχές του 2010, ο διεθνής διασυρμός της Ελλάδας με τις περί φοροφυγάδων δηλώσεις, το βρώμικο παιχνίδι της ΤτΕ με τα CDS  κοκ.
Το στημένο παιχνίδι
Συνεχίζοντας, η επίσημη διάγνωση της κρίσης ήταν σκόπιμα διπλά παραποιημένη, όπως τεκμηριώσαμε προηγουμένως, αφού δεν ήταν κρίση δημοσίου χρέους ούτε καν στην περίπτωση της Ελλάδας – η οποία οδηγήθηκε στο ικρίωμα με ένα έλλειμμα που δεν ήταν τόσο υψηλό, με ένα δημόσιο χρέος χαμηλότερο από της Ιταλίας ή της Πορτογαλίας σήμερα, με ένα μηδαμινό ιδιωτικό χρέος, καθώς επίσης με υγιείς τράπεζες.
Ήταν κρίση ιδιωτικού χρέους, ακινήτων και τραπεζών δηλαδή στα περισσότερα κράτη της Ευρωζώνης – ενώ αυτοί που τιμωρήθηκαν δεν ήταν εκείνοι που είχαν προκαλέσει την κρίση, όπως οι τράπεζες, αλλά οι Ευρωπαίοι και κυρίως οι Έλληνες. Οι Ευρωπαίοι μεταξύ άλλων επειδή οι κυβερνήσεις της Γερμανίας και της Γαλλίας μετέφεραν στους ίδιους τα δάνεια των τραπεζών προς την Ελλάδα – οπότε ουσιαστικά πλήρωσαν για τη διάσωση των δικών τους τραπεζών και όχι της πατρίδας μας.
Εκτός αυτού, τράπεζες και χρηματιστήρια στηρίχθηκαν με εκατοντάδες δις €, ενώ από την άλλη πλευρά θυσιάστηκαν εκατομμύρια θέσεις εργασίας, μειώθηκαν οι μισθοί, τα εισοδήματα και οι συντάξεις, έκλεισαν δεκάδες νοσοκομεία και σχολεία, καθώς επίσης καταστράφηκε μία ολόκληρη χώρα: η πατρίδα μας, η οποία πλήρωσε άδικα τη μερίδα του λέοντος του λογαριασμού.
Αναλυτικότερα, όταν η Τρόικα εισέβαλλε στην Ελλάδα, ξεκινώντας τα άθλια προγράμματα της, προέβλεπε μία πτώση του ΑΕΠ της τάξης του 0,3% – ενώ τελικά ακολούθησε η κατάρρευση της οικονομίας μας σε τέτοιο βαθμό που μόνο σε περίοδο πολέμων μπορεί να συμβεί σε μία χώρα: -26%. Όπως στον πόλεμο δε, η αλήθεια ήταν το πρώτο θύμα – κρίνοντας από το γεγονός ότι, το ακριβότερο χρηματοδοτικό πρόγραμμα όλων των εποχών δεν έφτασε ποτέ στη χώρα μας, αφού το 90% των δανείων κατευθύνθηκε μυστικά στις ευρωπαϊκές τράπεζες.
Εκτός αυτού δεν αναφέρθηκε ποτέ ότι, το ευρώ λειτουργεί μόνο με μεταβιβάσεις χρημάτων από τις πλεονασματικές στις ελλειμματικές οικονομίες, όπως συμβαίνει εντός της ομοσπονδιακής Γερμανίας – ενώ προϋποθέτει τη δημοσιονομική, πολιτική και τραπεζική ένωση της Ευρωζώνης, κατά το παράδειγμα των Η.Π.Α.
Όσον αφορά την ίδια την πολιτική λιτότητας, δεν λέχθηκε πως παρά τις μεγάλες προσπάθειες εξοικονόμησης, οι οποίες προκάλεσαν τεράστιες ζημίες στα κράτη, το αποτέλεσμα ήταν αρνητικό – αφού ήταν εις βάρος της ανάπτυξης και των χρεών, τα οποία αυξήθηκαν τρομακτικά στις χώρες της κρίσης. Ούτε πως για την απώλεια της εθνικής κυριαρχίας δεν προσφερόταν κανένα απολύτως αντάλλαγμα αλλά, αντίθετα, ακολουθούσε η λεηλασία της δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας των κρατών που είχαν το ρόλο του θύματος – όπως η Πορτογαλία που μετατράπηκε σε χώρα της Lidl.
Σε σχέση με το ΔΝΤ, η δραστηριοποίηση του σε συνεργασία με τη Γερμανία δεν είχε και δεν έχει καμία σχέση με τη διάσωση της Ελλάδας, αλλά με αυτήν των τραπεζών και του ευρώ – επειδή, εάν κατέρρεαν οι ευρωπαϊκές τράπεζες, ολόκληρος ο πλανήτης μαζί με τις Η.Π.Α. θα βυθιζόταν στο χάος ενώ, εάν συνέβαινε κάτι στο δεύτερο μεγαλύτερο αποθεματικό νόμισμα του πλανήτη, στο ευρώ, το χρηματοπιστωτικό σύστημα μαζί με το δολάριο θα αποτελούσε μακρινό παρελθόν.
Δεν πρέπει λοιπόν να εντυπωσιάζει κανέναν η βίαιη αντίδραση της Τρόικας, όπως στο παράδειγμα του παράνομου κλεισίματος των τραπεζών από την ΕΚΤ, όταν μία αφελής και άπειρη ελληνική κυβέρνηση έκανε το 2015 κάτι εντελώς ασυγχώρητο: είπε την αλήθεια, σύμφωνα με την οποία χρεοκόπησε από την πολιτική των μνημονίων, τα δισεκατομμύρια που εισέπραξε χωρίς να έλθουν ποτέ στη χώρα κάηκαν χωρίς λόγο, ενώ η πολιτική λιτότητας είναι καταστροφική.
Δυστυχώς η κυβέρνηση αυτή δεν είχε συνειδητοποιήσει πως η Ελλάδα τοποθετήθηκε στην καραντίνα το 2011/12 με το έγκλημα του PSI, έχοντας απομονωθεί εντελώς από την Ευρώπη – η οποία άλλαξε πολιτική αμέσως μετά, το καλοκαίρι του 2012, όπου η ΕΚΤ δήλωσε πως θα κάνει τα πάντα για τη διατήρηση του ευρώ, προτού χρεοκοπήσει κάποια άλλη χώρα της Ευρωζώνης.
Η πολιτική αυτή δε διευρύνθηκε το 2015 με τα πακέτα αγοράς παγίων περιουσιακών στοιχείων (QE), από τα οποία αποκλείσθηκε ξανά η Ελλάδα – με αποτέλεσμα να είναι σήμερα τυπικά μία χώρα της Ευρωζώνης και της ΕΕ, αφού στην ουσία έχει το καθεστώς του Πουέρτο Ρίκο με τις Η.Π.Α.
Η αφέλεια δε αυτή συνεχίστηκε, όταν απαίτησε η κυβέρνηση την ονομαστική μείωση του χρέους της, όπου της επιβλήθηκαν νέα αιμοχαρή μέτρα – επίσης όταν είπε πως οι Πολίτες της δεν χρειάζονταν μόνο μεταρρυθμίσεις αλλά, επί πλέον, ελπίδα για το μέλλον τους, κάτι που φυσικά θεώρησαν ανόητο οι δυνάμεις κατοχής της χώρας, οι οποίες μας έχουν ξεγράψει από το χάρτη.
Τέλος, η αντιμετώπιση της Ελλάδας ήταν πάντοτε προσβλητική, εξευτελιστική, ειρωνική, όποια κυβέρνηση και αν είχε  – κυρίως εκ μέρους του συμπλεγματικού κ. Σόιμπλε, ο οποίος ήθελε με αυτόν τον τρόπο να θάψει την αλήθεια όσο πιο βαθειά μπορούσε, τουλάχιστον έως ότου έβρισκε μία ασφαλή πόρτα εξόδου από την Ευρωζώνη για τη χώρα του. Ως εκ τούτου οι υποσχέσεις του ήταν νομοτελειακά ψευδείς – κάτι που δεν ήθελε να πιστέψει η πολιτική ηγεσία της χώρας μας, προτιμώντας τις ψευδαισθήσεις.
Ότι και να συμβεί όμως στην Ελλάδα, η πολιτική λιτότητας ήλθε στην ήπειρο μας για να παραμείνει – δυστυχώς παρά τα καταστροφικά της αποτελέσματα, καθώς επίσης ανεξάρτητα από το ότι έχει μετατρέψει το ευρωπαϊκό όραμα σε εφιάλτη: σε μία ΕΕ που μοιάζει όλο και περισσότερο με τη σοβιετική ένωση, στη χειρότερη της μορφή.
Επίλογος
Ολοκληρώνοντας, η Ελλάδα είχε μεν πολλά προβλήματα εξαιτίας των χρόνιων παθογενειών του συστήματος της το 2010, αλλά δεν ήταν σε χειρότερη θέση συγκριτικά με πολλά άλλα κράτη  – γεγονός που σημαίνει ότι, δεν αποτελούσε το μοναδικό αδύναμο κρίκο του ευρώ, αλλά τον πιο ανόητο, με τη χειρότερη κυβέρνηση στην ιστορία της.
Ανεξάρτητα όμως από την οδυνηρή χρησιμοποίηση της πατρίδας μας στο ρόλο της Ιφιγένειας τόσο από τις Η.Π.Α. (ΔΝΤ), όσο και από την Ευρώπη (πρωσική κυβέρνηση), θεωρούμε υποχρέωση μας να απαντήσουμε στα παρακάτω ερωτήματα:
(1) «Είμαστε υπέρ του ευρώ;»: Δεν θα μπορούσαμε (α) γνωρίζοντας τα τεράστια ελαττώματα του, (β) όταν δεν πιστεύουμε πως είναι δυνατόν να ιδρυθούν οι Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης και (γ) έχοντας αναφέρει ότι είναι ένα θνησιγενές νόμισμα (άρθρο), καθώς επίσης από την αρχή πως η καλύτερη λύση είναι η επιστροφή όλων των χωρών της Ευρωζώνης μαζί στην αφετηρία.
(2) «Είμαστε υπέρ της υιοθέτησης της δραχμής μονομερώς από την Ελλάδα;»: Ασφαλώς όχι, έχοντας αναλύσει ότι είμαστε εγκλωβισμένοι στο ευρώ, χωρίς καμία σοβαρή έξοδο διαφυγής (άρθρο) – ενώ τα προβλήματα της δραχμής είναι πάρα πολλά και σύνθετα, για εκείνους που δεν θέλουν να οδηγήσουν την πατρίδα τους στο γκρεμό.
(3) «Υπάρχουν κερδισμένοι στην Ευρωζώνη;»: Μόνο η Γερμανία σήμερα, αλλά όχι για πολύ ακόμη, αφού κάποια στιγμή θα εξεγερθούν οι Ευρωπαίοι ή/και ο οικονομικός κύκλος θα γυρίσει εναντίον της – οπότε θα χάσει όλα όσα έχει δανείσει απ’ ευθείας στα αλλά κράτη εξαιτίας των πλεονασμάτων της (ανάλυση), μέσω των τραπεζών της ή έμμεσα από το Target 2, αφού πιστεύουμε πως θα ακολουθήσουν μαζικές αθετήσεις πληρωμών εκ μέρους ορισμένων κρατών στο μέλλον ή/και η έξοδος κάποιας χώρας από το ευρώ.
(4) «Πέρασε η κρίση τραπεζών της Ευρωζώνης;»: Σε καμία περίπτωση. Αντίθετα διογκώνεται συνεχώς, παρά τις προσπάθειες της ΕΚΤ να την ελέγξει ή να την κρύψει πίσω από την Ελλάδα – η οποία ως εκ τούτου θα μείνει για πολλά χρόνια ακόμη στο στόχαστρο.
(5) «Κινδυνεύει μόνο η Ευρωζώνη ή επίσης η ΕΕ;»: Δυστυχώς και η ΕΕ, αφενός μεν επειδή έχει μετατραπεί σε γερμανική αποτελώντας απειλή για την ειρήνη, αφετέρου λόγω του ευρώ που, εάν δεν βρεθεί άμεσα λύση, θα προκαλέσει την ανεξέλεγκτη διάλυση της. Αυτό θα συμβεί το αργότερο όταν ξεσπάσει η επόμενη κρίση στον πλανήτη, από όπου και αν αυτή προέλθει – επειδή τότε οι χώρες της νομισματικής ένωσης που είναι ανοχύρωτες απέναντι σε κρίσεις και έχουν ήδη υπερχρεωθεί για να αντιμετωπίσουν την προηγούμενη κρίση, δεν θα διαθέτουν άλλα όπλα.
Δεν θα έχει όπλα ούτε η ΕΚΤ αυτή τη φορά, οπότε η κατάρρευση θα ήταν κάτι περισσότερο από εκκωφαντική – γεγονός που οφείλει να λάβει υπ’ όψιν της η Ελλάδα, απαιτώντας μια ριζική λύση για τα προβλήματα της χωρίς καμία άλλη καθυστέρηση.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου