Πέμπτη 12 Σεπτεμβρίου 2013

Η ακολουθούμενη οικονομική πολιτική , η παραγωγή και η παραγωγικότητα.

του Κώστα Μελά

1.
Σύμφωνα με τις εμπειρικές μελέτες σε παγκόσμιο επίπεδο και σε σειρά χωρών υπάρχει ισχυρή συσχέτιση μεταξύ παραγωγής και παραγωγικότητας.
 Όμως ποια είναι η σχέση αιτίου –αιτιατού; Η αύξηση ξεκινά από την παραγωγή και κατευθύνεται στην παραγωγικότητα ή το αντίθετο; Σύμφωνα με όλες τις αναλύσεις  η σχέση αιτίου και αιτιατού λειτουργεί από την αύξηση της παραγωγής προς την αύξηση της παραγωγικότητας , όχι το αντίστροφο. Δηλαδή , βραχυπρόθεσμα, η αύξηση στην παραγωγή οδηγεί σε αύξηση της παραγωγικότητας [1]. Αυτό οφείλεται πρωταρχικά στη λειτουργία του νόμου του Okun[2].   Η εξήγηση είναι απλή:  σε  δύσκολους περιόδους οι επιχειρήσεις προβαίνουν σε αποθεματοποίηση εργασίας – κρατούν περισσότερους εργαζόμενους από όσους χρειάζονται για την τρέχουσα παραγωγή.  Όταν η ζήτηση αγαθών αυξηθεί για οποιονδήποτε λόγο, οι επιχειρήσεις ανταποκρίνονται αυξάνοντας εν μέρει την απασχόληση και εν μέρει έχοντας τους υπάρχοντες εργαζόμενους να δουλεύουν σκληρότερα. Αυτός είναι ο λόγος  που οι αυξήσεις στην παραγωγή οδηγούν σε αυξήσεις στην παραγωγικότητα. Δηλαδή οι διοικούντες τις επιχειρήσεις ασκούν διοίκηση , απολύοντας τους κατά την άποψή τους λιγότερο αποδοτικούς εργαζομένους και διατηρώντας στην εργασία έναν αριθμό εργαζομένων υψηλότερο από αυτόν που τους είναι χρήσιμος στην παρούσα συγκυρία, με στόχο την άμεση ανταπόκριση σε αυξημένη ζήτηση. 
Για να μπορέσουμε να σκεφτούμε σχετικά με τη βραχυπρόθεσμη ή μακροπρόθεσμη ανταπόκριση της παραγωγής σε μια αλλαγή στην παραγωγικότητα βραχυπρόθεσμα πρέπει να χρησιμοποιήσουμε ένα θεωρητικό υπόδειγμα. Χρησιμοποιούμε για το ζήτημα αυτό το υπόδειγμα συνολικής προσφοράς (Σπ) και συνολικής ζήτησης (Σζ). Τα βασικά χαρακτηριστικά του οποίου είναι τα ακόλουθα:
-          Το σημείο τομής των δύο καμπυλών (Σπ. – Σζ) καθορίζει το επίπεδο της παραγωγής.
-          Η σχέση Σζ δίνει την παραγωγή για ένα δεδομένο επίπεδο τιμών. Έχει αρνητική κλίση. Μια αύξηση των τιμών οδηγεί σε μείωση του επιπέδου παραγωγής. Η εξήγηση είναι: μια αύξηση στο επίπεδο τιμών οδηγεί σε μείωση του αποθέματος πραγματικού χρήματος. Αυτό οδηγεί σε αύξηση του ύψους του επιτοκίου και σε μείωση της παραγωγής.
Ας θεωρήσουμε ότι αυξάνει η παραγωγικότητα. Η επίπτωση μιας αύξησης της παραγωγικότητας είναι η μείωση του όγκου της εργασίας που απαιτείται για την επίτευξη μιας μονάδας παραγωγής , μειώνοντας το κόστος για τις εταιρίες. Αυτό οδηγεί τις εταιρίες να μειώσουν την τιμή που χρεώνουν σε κάθε επίπεδο της παραγωγής. Αυτά είναι τα αναμενόμενα αποτελέσματα από την πλευρά της συνολικής καμπύλης προσφοράς.
Τώρα τίθεται η ακόλουθη ερώτηση : μια αύξηση στην παραγωγικότητα αυξάνει ή μειώνει τη ζήτηση αγαθών σε ένα δεδομένο επίπεδο τιμών; Δεν υπάρχει γενική απάντηση σε αυτό το ερώτημα. Η απάντηση εξαρτάται από το τι πυροδότησε εξαρχής την αύξηση της παραγωγικότητας.
-          Αν αυτό ήταν από την εκτεταμένη εφαρμογή μιας νέας τεχνολογικής εφεύρεσης ή από τον τεχνολογικό εκσυγχρονισμό (επενδύσεις σε μηχανήματα και ηλεκτρονικά μέσα) ή ακόμα από έργα υποδομής που αποτελούν προϋπόθεση για την πραγμάτωση των επενδύσεων μπορεί να παρουσιαστεί αύξηση της ζήτησης  με δεδομένο το επίπεδο τιμών. Συνεπώς η  επενδυτική δαπάνη (γενικά και ειδικά) μπορεί να αυξήσει τη ζήτηση και να δημιουργήσει θετικές προσδοκίες μεγέθυνσης της οικονομίας 
-          Αν όμως αυτό προέρχεται από την «αποτελεσματική» χρήση των υφισταμένων τεχνολογιών και τις αναδιοργανώσεις – διαρθρωτικές αλλαγές που επί της ουσίας επιβάλλουν «συρρίκνωση» στην οικονομία τότε δεν υπάρχει προϋπόθεση αύξησης της ζήτησης.  Η αναδιοργάνωση- συρρίκνωση δεν απαιτεί σχεδόν καθόλου νέες επενδύσεις. Βασική συνέπεια των αναδιοργανώσεων τέτοιου είδους είναι η απώλεια θέσεων εργασίας και η αύξηση της ανεργίας. Ουσιαστικά επιχειρείται αύξηση της παραγωγικότητας με φθίνοντες ρυθμούς μεταβολής τόσο του παραγόμενου προϊόντος όσο και του αριθμού των απασχολουμένων με τη διαφορά μόνο ότι οι ρυθμοί μείωσης της απασχόλησης  είναι (ή θα πρέπει να είναι) μεγαλύτεροι από τους αντίστοιχους του παραγόμενου προϊόντος.
Πίνακας 1
Σχέσεις μεταξύ Παραγωγικότητας , Ανεργίας και Ρυθμού μεγέθυνσης του ΑΕΠ στην Ελληνική Οικονομία.
Ρυθμός Μεγέθυνσης ΑΕΠ
Παραγωγικότητα Εργασίας
% Ανεργίας
1961-1973
8,5
9,0
4,4
1974-1985
1,7
0,7
3,8
1986-1990
1,2
0,5
6,6
1991-1995
1,2
0,6
8,3
1996-2000
3,4
2,9
10,7
2001-2005
4,0
2,7
10,2
2006
5,5
3,6
8,9
2007
3,0
1,4
8,3
2008
-0,2
-0,9
7,7
2009
-3,1
-2,5
9,5
2010
-4,9
-2,4
17,7
2011
-7,1
-1,6
24,3
2012
-6,4
2,1
27,0
Πηγή: European Economic Forecast – Spring 2013.   
2.
Ας δούμε αν με βάση τα παραπάνω μπορούμε να εξηγήσουμε όσα έχουν συμβεί τα τελευταία  χρόνια στην ελληνική οικονομία.  
Σύμφωνα με τα  στοιχεία για την ελληνική οικονομία ,υπάρχει (ισχυρή) θετική συσχέτιση ,μεταξύ αύξησης του προϊόντος και αύξησης της παραγωγικότητας (Γραφική Παράσταση 1 )[3].
Κατά τα έτη 1995-2002, η παραγωγικότητα αυξανόταν στην Ελλάδα με πολύ υψηλότερους ρυθμούς σε σύγκριση με τις περιοχές αναφοράς, και εν συνεχεία, μέχρι και το 2008, η απόσταση που χωρίζει την παραγωγικότητα στην Ελλάδα από την μέση παραγωγικότητα στην ευρωζώνη, την ΕΕ-15 ή την Γερμανία,  σταθεροποιήθηκε. Με άλλα λόγια, ο ρυθμός αύξησης της παραγωγικότητας στην Ελλάδα παρέμενε περίπου ίσος με το αντίστοιχο μέσο μέγεθος στις περιοχές αναφοράς. Το άλμα που πραγματοποίησε η ελληνική οικονομία, σε ό, τι αφορά την παραγωγικότητα της εργασίας κατά την περίοδο 1995-2008, αναβάθμισε την θέση της στην κατάταξη των ανεπτυγμένων οικονομιών της Ευρώπης με κριτήριο την παραγωγικότητα. Σε σχέση με την ΕΕ των 15 "παλαιών" χωρών μελών, η παραγωγικότητα της εργασίας στην Ελλάδα ανερχόταν το 2009 σε 89% του μέσου όρου, ενώ σε σχέση με την Ευρώπη των 27, το αντίστοιχο ποσοστό ανερχόταν σε 97%. Ο ρυθμός μεγέθυνσης της παραγωγής  την ίδια περίοδο ήταν πολύ μεγαλύτερος από την αύξηση της παραγωγικότητας. Όταν η οικονομική πολιτική με βάση το πρόγραμμα της δημοσιονομικής γίνεται έντονα συσταλτική η μεγέθυνση του ΑΕΠ γίνεται αρνητική ακολουθούμενη στην ίδια κατεύθυνση και από την παραγωγικότητα.
Μετά από μια  τρομακτική μείωση του ΑΕΠ του οποίου ο ρυθμός μείωσης τα τρία χρόνια (2010-2011-2012) ήταν συνολικά -18,4% (-4,9% ,-7,1%, -6,4%) ο αντίστοιχος ρυθμός μείωσης της ανεργίας ήταν συνολικά  -13,4% (-8,6%, -3,7%, -1,1%)  κάτι που δικαιολογεί απόλυτα την αύξηση της παραγωγικότητας τον τελευταίο χρόνο. Τα δύο πρώτα χρόνια ,2010-2011, οι ρυθμοί μείωσης των δύο μεγεθών είναι περίπου ίσοι: 12,0% η μείωση του ρυθμού μεγέθυνσης του  ΑΕΠ και 12,3% η μείωση του ποσοστού της ανεργίας σε πλήρη αντίθεση με το 2012 (ΑΕΠ : -6,4% , ποσοστό ανεργίας : -1,1%).
Βλέπουμε λοιπόν τι συμβαίνει σήμερα στην ελληνική οικονομία . Απλά επιβάλλεται μια «αναδιάρθρωση» της ελληνικής οικονομίας μέσω «συρρίκνωσης» και «κατεδάφισης», μάλιστα με τόσο βίαιο τρόπο  ώστε δεν μπορούμε ούτε καν  να ομιλούμε για την σουμπετεριανή «δημιουργική καταστροφή» η οποία θα ήταν σε τελική ανάλυση καλοδεχούμενη , αλλά απλά για καταστροφή. Η επιζητούμενη αύξηση της παραγωγικότητας προέρχεται από εσωτερικές συρρικνωτικές «αναδιαρθρώσεις».  Το τεράστιο εναλλακτικό κόστος είναι η δραματική αύξηση της ανεργίας και η συρρίκνωση του παραγωγικού δυναμικού . Αν δεν αυξηθεί η ζήτηση (επενδυτική αλλά και καταναλωτική)  η οικονομία δεν μπορεί να βρει ανοδική . Η αναμενόμενη και μη εμφανιζόμενη μεγέθυνση της οικονομίας δεν μπορεί να γεννηθεί από την πλευρά της προσφοράς. Απλά καθηλώνεται η οικονομία , διαλύεται ο κοινωνικός ιστός , μεγαλώνει η ανεργία , μικραίνει αισθητά η ευημερία , εξαφανίζεται η όποια αποτελεσματικότητα της οικονομικής δράσης στην δημιουργία ενός πολύ χαμηλού επιπέδου ισορροπίας το οποίο υποτίθεται θα αντανακλά τις πραγματικές παραγωγικές δυνατότητες της. Αλλά οι πραγματικές δυνατότητες κάθε οικονομίας και συνεπώς και της ελληνικής δεν είναι  στατική απεικόνιση αλλά αντιθέτως  δυναμική και η εξέλιξη της απαιτεί ισορροπημένη και αναγκαία οικονομική πολιτική  υποβοήθησης και όχι μονοδιάστατης καταβύθισης.  
Όλα αυτά υποτίθεται θα αυξήσουν την παραγωγικότητα  της ελληνικής οικονομίας και παράλληλα θα προκαλέσουν εισροή πόρων ικανών να καλύψουν το χάσμα χρηματοδότησης της διευρυμένης αναπαραγωγής του εισοδήματος. Επομένως όλα θα πάνε κατ’ ευχή αρκεί να βρεθεί η ελληνική οικονομία στο  «άριστο» σημείο ισορροπίας ως προς ποιο μέγεθος; Μάλλον το ζητούμενο επί του παρόντος  θα πρέπει να είναι το πρωτογενές πλεόνασμα . Όμως ακόμη και η πιθανολογούμενη  δημιουργία πρωτογενούς πλεονάσματος , μόνη της, δεν λύνει το πρόβλημα της ισορροπίας της οικονομίας ούτε εξασφαλίζει την αύξηση της παραγωγικότητας με τον πρέποντα τρόπο.
Πίνακας 2
     Παραγωγικότητα Εργασίας στην Ελλάδα, ΕΕ-15, ΕΕ-27.
ΕΕ-15
ΕΕ-27
Ελλάδα
1991-95
2.0
0.6
1996-00
1.5
2.5
2.9
2001
1.0 (μέσος όρος περιόδου 20 01-2005)
1.4
2.7 (μέσος όρος περιόδου 20 01-2005)
02
1.5
03
1.2
04
2.0
05
1.1
06
1.8
1.8
 3.6
07
1.4
1.4
 1.4
08
-0.6
-0.6
-0,9
09
-2.4
-2.4
-2,5
10
2.3
2.6
-2,4
11
1.1
1.1
-1,6
12
0.5
0.5
 2,1
Πηγή: European Economic Forecast – Spring 2013.   


[1] Δες : O.Blanchard, Μακροοικονομική. Επίκεντρο 2006. Επίσης :R. Dornbusch- S.Fischer, Μακροοικονομική, Κριτική 1993. Ακόμα: J.StiglitzC.Walsh , Αρχές της Μακροοικονομικής , Παπαζήση 2009.
[2] Ο συγκεκριμένος νόμος συσχετίζει τη μεταβολή του ποσοστού ανεργίας με τον αρνητικό ρυθμό μεταβολής του προϊόντος.  
[3] Το ίδιο παρατηρείται και για την οικονομία των ΗΠΑ, της Ιαπωνίας κτλ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου