Δευτέρα 27 Ιανουαρίου 2014

Ξαναβαφτίζουν το πλιάτσικο «μεταρρύθμιση»*

Το Ποντίκι

Στην... πλάτη των εργαζομένων θα παιχτεί το παιχνίδι της μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών, μιας ακόμη μνημονιακής υποχρέωσης, η οποία θα επιδιωχθεί να εμφανιστεί επικοινωνιακά ως «μεταρρύθμιση» με στόχο να δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας.

Πληροφορίες εμφανίζουν το υπουργείο Εργασίας πρόθυμο να καταργήσει τις εισφορές που πληρώνουν εργοδότης και εργαζόμενος στον ΟΑΕΔ, ώστε να χρηματοδοτείται το οικογενειακό επίδομα. Αυτό θα σημάνει αυτομάτως την απώλεια εισοδήματος ακόμη και 300 ευρώ τον χρόνο για περισσότερες από 150.000 οικογένειες με παιδιά.
Η συνταγή «μειώνω εισφορές - κόβω παροχές» είναι δοκιμασμένη από την κυβέρνηση. Δεν έχει περάσει πολύς καιρός από τότε που αποφασίστηκε να σταματήσει η εισφορά υπέρ του Οργανισμού Εργατικής Εστίας και του Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας. Φυσικά οι παροχές καταργήθηκαν, όχι όμως και οι εισφορές των εργαζομένων, οι οποίοι έμειναν να πληρώνουν για να χρηματοδοτείται μια ουσιαστικά ανύπαρκτη παροχή.

Πραγματικά θα ήταν ευτύχημα για την κυβέρνηση αν οι συνέπειες από την προωθούμενη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών περιορίζονταν στην κατάργηση μιας ακόμη κοινωνικής παροχής. Όμως τα πράγματα δεν είναι έτσι. Οι απώλειες εσόδων από τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών μπορεί να οδηγήσουν στο άνοιγμα «τρύπας» της τάξεως των 800 εκατομμυρίων ευρώ στα οικονομικά των ταμείων (κατά την εκτίμηση της τρόικας, καθώς η κυβέρνηση κατεβάζει τον πήχη χαμηλότερα), τη στιγμή που από την κατάργηση του οικογενειακού επιδόματος εξοικονομούνται μόλις 116 εκατομμύρια ευρώ.
Αργά ή γρήγορα, αν η τρόικα επιμείνει στη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, θα ξανατεθεί ζήτημα περικοπής των συντάξεων. Ούτως ή άλλως, τα οικονομικά των τριών μεγαλύτερων ασφαλιστικών ταμείων της χώρας βρίσκονται σε δεινή κατάσταση. ΙΚΑ, ΟΑΕΕ και ΟΓΑ μοιράζονται έλλειμμα της τάξεως των 1,6 δισ. ευρώ για το 2014, χωρίς σε αυτό να προσμετρούνται οι όποιες απώλειες από τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών.

Το πρόβλημα

Η τρόικα έχει θέσει θέμα μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών (ειδικά των εργοδοτικών) σχεδόν από την πρώτη στιγμή που πάτησε το πόδι της στην Ελλάδα. Ο λόγος είναι ότι έβλεπε τη χώρα μας στις στατιστικές – τόσο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής όσο και του ΟΟΣΑ – να φιγουράρει στην υψηλότερη θέση στον κόσμο βάσει των ασφαλιστικών εισφορών.
Το συνολικό μη μισθολογικό κόστος (σ.σ.: περιλαμβάνει τους φόρους αλλά και τις ασφαλιστικές εισφορές) ανεβαίνει στο 43% και είναι το μεγαλύτερο μαζί με αυτό στη Γαλλία. Ακόμη και για χώρες όπως η Δανία, η κατάσταση είναι σαφώς ευνοϊκότερη. Ο φορολογικός συντελεστής είναι μεν υψηλός, αλλά ο εργαζόμενος πληρώνει ελάχιστες εισφορές, ενώ ο εργοδότης τίποτε.
Η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών έγινε μνημονιακή υποχρέωση. Δεσμευτήκαμε να περιορίσουμε το κόστος κατά 5% ώστε να πέσει ο συνολικός συντελεστής κάτω από τα επίπεδα του 40% (σ.σ.: ο εργοδότης πληρώνει σήμερα 27,8% και ο εργαζόμενος 16,5%, εκτός αν ανήκει στα λεγόμενα βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα, όπου οι κρατήσεις είναι περισσότερες). Σε πρώτη φάση, ο συντελεστής μειώθηκε κατά 1,1%.
Ολόκληρη η μείωση αφορούσε τις εισφορές των εργοδοτών. Τι καταργήθηκε; Η δική τους συμμετοχή στα προγράμματα της Εργατικής Εστίας (κοινωνικός τουρισμός) και της Εργατικής Κατοικίας (επιδότηση ενοικίου, επιδότηση στεγαστικών δανείων). Το αποτέλεσμα γνωστό: Ο ΟΕΚ και ο ΟΕΕ συγχωνεύτηκαν με τον ΟΑΕΔ, οι παροχές του ΟΕΚ καταργήθηκαν ενώ ο κοινωνικός τουρισμός συρρικνώθηκε καθώς πλέον χρηματοδοτείται μόνο με τις εισφορές των εργαζομένων, οι οποίοι – λόγω ανεργίας – γίνονται ολοένα και λιγότεροι.
Έμεινε σε εκκρεμότητα η περαιτέρω μείωση κατά 3,9%. Το μνημόνιο αναφέρει ρητά ότι και αυτή πρέπει να γίνει μέσα από τον περιορισμό των εργοδοτικών εισφορών ώστε να υπάρξει κίνητρο να δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας. Τώρα πώς μπορεί από μόνη της η μείωση των εισφορών να οδηγήσει σε νέες θέσεις εργασίας, όταν μέσω του ΟΑΕΔ δίδονται στις επιχειρήσεις κίνητρα μειωμένων εισφορών ακόμη και κατά 50%, είναι ένα ερώτημα.
Η κυβέρνηση σκοπίμως έπαιζε καθυστέρηση και σε αυτό το ζήτημα φοβούμενη ότι το αναπόφευκτο δημοσιονομικό κενό που θα άνοιγε μια μείωση συντελεστή θα έπρεπε να κλείσει με μέτρα. Τώρα, όμως, το θέμα επανέρχεται δυνατά στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Μάλιστα, μαζί με το ζήτημα των ομαδικών απολύσεων, τα οικονομικά των ταμείων και το θέμα του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος αποτελούν τα κυρίαρχα κεφάλαια στον νέο γύρο διαπραγματεύσεων με την τρόικα.

Οι διαπραγματεύσεις

Τρία είναι τα κυρίαρχα ζητήματα:
1 Θα γίνει η μείωση του 3,9% «μια κι έξω» ή σταδιακά στο βάθος της τριετίας; Η χρηματοδότηση μιας τέτοιας κίνησης είναι εξαιρετικά δύσκολη υπόθεση. Υποτίθεται ότι ένα μέρος της τρύπας καλύπτεται από την αναθέρμανση της ζήτησης για προσλήψεις, αλλά αυτό παίρνει χρόνο. Επίσης η χρονική περίοδος για εφάπαξ μείωση του συντελεστή δεν είναι η ενδεδειγμένη. Μόλις την προηγούμενη εβδομάδα υπέγραψε ο υπουργός Εργασίας τους προϋπολογισμούς των ταμείων, οι οποίοι δείχνουν:
• Στο ΙΚΑ το έλλειμμα αγγίζει τα 993 εκατ. ευρώ και για να καλυφθεί θα απαιτηθεί ειδική χρηματοδότηση, όπως αναφέρεται στον προϋπολογισμό. Ήδη, με απόφαση της διοίκησης, στο ΙΚΑ συνεχίζονται οι συναλλαγές στα ρέπος, ενώ προωθούνται νέες συμφωνίες για δανεισμό του Ταμείου από το Ταμείο Ασφάλισης Προσωπικού της ΔΕΗ.
• Ο ΟΑΕΕ θα έχει έλλειμμα 472 εκατ. ευρώ το 2014. Ήδη προωθούνται μέτρα όπως είναι η ένταξη στο Ταμείο των μικροεπιχειρήσεων σε νησιά και περιοχές με λιγότερους από 2.100 κατοίκους. Σήμερα οι επιχειρήσεις αυτές ασφαλίζονται στον ΟΓΑ.
• Ο επίσημος προϋπολογισμός του ΟΓΑ εμφανίζει έλλειμμα 181,3 εκατ. ευρώ στον κλάδο κύριας ασφάλισης
2 Η μείωση θα αφορά μόνο τις εργοδοτικές εισφορές (όπως επιβάλλει το μνημόνιο) ή θα ζητηθεί από την τρόικα να υποχωρήσει και να επιτρέψει τη μείωση και για τις εισφορές των εργαζόμενων; Στη δεύτερη περίπτωση, οι υπάλληλοι θα δουν μια καθαρή αύξηση στον μισθό τους, ενώ και το υπουργείο Οικονομικών θα εισπράξει περισσότερα από φόρους. Όπως προαναφέρθηκε, η μέχρι τώρα πείρα δείχνει ότι η τρόικα ακολουθεί το... γράμμα του μνημονίου ζητώντας η περικοπή των εισφορών να προέλθει αποκλειστικά από το εργοδοτικό σκέλος.
3 Το τρίτο ζήτημα έχει να κάνει με την πηγή προέλευσης των περικοπών. Το συνολικό ποσοστό των ασφαλιστικών εισφορών (44%) αναλύεται σε 13 διαφορετικές κατηγορίες. Η βασικότερη έχει να κάνει με τη χρηματοδότηση της κύριας και της επικουρικής σύνταξης καθώς προς αυτήν την κατεύθυνση πηγαίνει το 26% των μεικτών μισθών στον ιδιωτικό τομέα. Η κυβέρνηση όμως δεν θέλει με τίποτε να «αγγίξει» τις εισφορές που χτυπούν αυτομάτως στα οικονομικά των ταμείων για προφανείς λόγους: θα κληθεί αργά ή γρήγορα να βάλει πάλει χέρι στις συντάξεις.
Απομένουν οι υπόλοιπες κατηγορίες εισφορών. Το 6,45% που πηγαίνει για τις παροχές ασθενείας σε είδος και το 1,2% που πηγαίνει για τις παροχές υγείας σε χρήμα το υπουργείο Εργασίας δεν μπορεί να τις αγγίξει, καθώς θα βρεθεί αντιμέτωπο το υπουργείο Υγείας με ακόμη μεγαλύτερη «τρύπα» στον προϋπολογισμό του ΕΟΠΥΥ ή του διαδόχου σχήματος.
Άλλο ένα 4% διατίθεται για την καταπολέμηση της ανεργίας. Ούτε αυτό μπορεί να περικοπεί, καθώς, παρά τη μείωση του επιδόματος και την αυστηροποίηση των κριτηρίων, ο ΟΑΕΔ χρειάζεται περισσότερα από 1 δισ. ευρώ σε ετήσια βάση, μόνο και μόνο για πληρώσει τα επιδόματα ανεργίας.

Οι 13 κρατήσεις στον μισθό μας

1. 20% των αποδοχών μας πηγαίνει για την κύρια σύνταξη (6,67% καταβάλλει ο εργαζόμενος και 13,33% ο εργοδότης).
2. 6% καλύπτει την επικουρική σύνταξη. Με τρεις ποσοστιαίες μονάδες επιβαρύνεται ο εργαζόμενος και άλλες τόσες ο εργοδότης.
3. 6,45% είναι η εισφορά για τις παροχές ασθενείας σε είδος (φάρμακα, νοσοκομειακή περίθαλψη κ.λπ.). Ο εργαζόμενος πληρώνει το 2,15% και ο εργοδότης το 4,3%.
4. 1,20% των αποδοχών αφορά στις παροχές υγείας σε χρήμα (εργαζόμενος 0,4% και εργοδότης 0,8%).
5. 4% των αποδοχών πηγαίνει για την καταπολέμηση της ανεργίας, με τον εργοδότη να πληρώνει 2,67% και τον εργαζόμενο 1,33%.
6. 2% εισφέρουμε για να χορηγεί ο ΟΑΕΔ επίδομα τέκνων σε όσους δεν το καταβάλλει ο εργοδότης τους (από 1% εργαζόμενος και εργοδότης).
7. 1% αφορά κάλυψη επαγγελματικού κινδύνου και το πληρώνει ο εργοδότης.
8. 1% αφορά τη στράτευση των ανδρών και επίσης το πληρώνει ο εργοδότης.
9. 1% πληρώνει ο εργαζόμενος για να έχει παροχές από τον Οργανισμό Εργατικής Κατοικίας (οι παροχές έχουν καταργηθεί από το 2010 ενώ καταργήθηκε και η εισφορά του εργοδότη).
10. 0,35% πληρώνει και πάλι ο εργαζόμενος για τις παροχές του Οργανισμού Εργατικής Εστίας (κοινωνικός τουρισμός, βιβλία, εισιτήρια θεάτρων κ.λπ.).
11. 0,81% κρατείται για τον Λογαριασμό Απασχόλησης και Επαγγελματικής Κατάρτισης και πληρώνει 0,1% ο εργαζόμενος και 0,71% ο εργοδότης.
12. 0%-42% είναι ο μέσος συντελεστής υπολογισμού του φόρου εισοδήματος. Εξαρτάται από το ύψος των αποδοχών που απομένουν μετά την αφαίρεση των ασφαλιστικών εισφορών. Για ετήσιο εισόδημα 20.000 ευρώ, κυμαίνεται στο 10%-11% και για εισόδημα 40.000 ευρώ ανεβαίνει στο 30%-31%. Αφορολόγητα είναι τα εισοδήματα έως 9.000 ευρώ.
13. 1%-4% είναι η εισφορά αλληλεγγύης στα ετήσια εισοδήματα άνω των 12.000 ευρώ (εξαρτάται από το εισόδημα).

Τι θα κόψουν

Έτσι, διά της εις άτοπον απαγωγής, προκύπτουν οι εισφορές που πρόκειται να περικοπούν προκειμένου να συγκεντρωθεί το πολυπόθητο 3,9%:
1. Δύο ποσοστιαίες μονάδες εισφέρουν από κοινού ο εργοδότης και ο εργαζόμενος προκειμένου να χρηματοδοτηθεί η χορήγηση του οικογενειακού επιδόματος από τον ΟΑΕΔ. Δίδεται σε όσους εργαζομένους του ιδιωτικού τομέα δεν εισπράττουν επίδομα τέκνων από τον εργοδότη τους. Οι δικαιούχοι υπολογίζονται σε περίπου 160.000 άτομα, ενώ το ποσό του επιδόματος διαμορφώνεται ως εξής:
• 98,64 ευρώ τον χρόνο για όσους έχουν ένα παιδί.
• 295,8 ευρώ τον χρόνο για όσους έχουν δύο παιδιά.
• 700,8 ευρώ τον χρόνο για όσους τρία παιδιά.
• 843,72 ευρώ τον χρόνο για όσους έχουν τέσσερα παιδιά.
Με την κατάργηση της εισφοράς, τόσο του εργοδότη όσο και του εργαζομένου, είναι προφανές ότι θα κοπεί και το επίδομα. Η κυβέρνηση έχει ήδη χαράξει την επικοινωνιακή τακτική: επίδομα τέκνων χορηγείται ήδη από τον ΟΓΑ με συγκεκριμένα εισοδηματικά κριτήρια, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει κανένας λόγος χορήγησης δεύτερου επιδόματος και μάλιστα χωρίς κανένα κριτήριο.
Αν υιοθετηθεί η λύση της κατάργησης και της εισφοράς των εργαζομένων, θα υπάρξουν και κερδισμένοι καθώς σε αρκετές εκατοντάδες χιλιάδες (κυρίως εργαζομένους χωρίς παιδιά ή εργαζομένους με παιδιά που εισπράττουν επίδομα τέκνων από τον εργοδότη τους) θα γίνονται λιγότερες κρατήσεις. Είναι προφανές ότι κερδισμένοι θα βγουν και οι εργοδότες
2. Η δεύτερη εισφορά που βρίσκεται στο στόχαστρο είναι το 1% που πληρώνει ο εργοδότης και αφορά τη στράτευση των ανδρών.
3. Η τρίτη εισφορά έχει να κάνει με το 0,81% που πληρώνει ο εργοδότης (0,71% το δικό του μερίδιο) και ο εργαζόμενος (0,1%) για τον λογαριασμό απασχόλησης και επαγγελματικής κατάρτισης.
Πού κολλάει η ιστορία; Στο δημοσιονομικό κόστος. Η κατάργηση του οικογενειακού επιδόματος εξασφαλίζει 116 εκατομμύρια ευρώ και δυσαρεστεί περίπου 160.000 οικογενειάρχες. Και πάλι, όμως, από τη μείωση των εισφορών προκαλείται «τρύπα» 800 εκατ. ευρώ τουλάχιστον. Πώς θα καλυφθούν τα υπόλοιπα 680 εκατομμύρια ευρώ, χρήματα τα οποία προφανώς χάνονται στη μαύρη τρύπα των ταμείων;
Ένα μέρος μπορεί να καλυφθεί από την αύξηση του φόρου εισοδήματος (σ.σ.: περισσότερα καθαρά για τους μισθωτούς φέρνουν περισσότερο φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων και περισσότερα κέρδη για τις επιχειρήσεις φέρνουν περισσότερο φόρο νομικών προσώπων). Ένα μέρος μπορεί να καλυφθεί από τις όποιες προσλήψεις γίνουν, καθώς το κράτος θα εισπράξει και φόρο και εισφορές. Αρκούν όμως αυτά; Θα φανεί στην πορεία των διαπραγματεύσεων με την τρόικα.



* Δημοσιεύτηκε στο ΠΟΝΤΙΚΙ, τεύχος 1796 στις 23 Ιανουαρίου 2014

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου