Στο πέρασμα των χρόνων πολλοί στρατιώτες έδωσαν τη ζωή τους και έπεσαν στα πεδία Μνημείο Άγνωστου Στρατιώτη μαχών χωρίς να αναγνωριστούν ή να ανεβρεθούν οι σωροί τους. Η ανάγκη να εκπροσωπηθούν όλοι οι άγνωστοι πεσόντες και να επιτευχθεί η απονομή επίσημης συνολικής τιμής στη μνήμη των υπέρ πατρίδος πεσόντων στρατιωτών οδήγησε τα έθνη στη δημιουργία ενός συμβολικού μνημείου, τον τάφο του άγνωστου στρατιώτη. Ο τάφος του αγνώστου στρατιώτη εξωτερικεύει την έννοια της φιλοπατρίας, συγκεντρώνει τα στοιχεία μιας υψηλής πατριωτικής πράξεως και αποτελεί τη φανερότερη εκδήλωση του οφειλόμενου επαίνου και της δόξας που πρέπει να ακολουθεί τη μνήμη των πεσόντων και την εθελουσία τους υπέρ της πατρίδας...
ΣΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣ ΤΑ ΠΕΡΙΞ
Με τον ορισμό της Αθήνας ως πρωτεύουσας του νεοσύστατου Ελληνικού κράτους το 1834, ξεκίνησαν οι εργασίες για τη μεταμόρφωση της μικρής πόλης σε πρωτεύουσα. Από τις πρώτες αποφάσεις της ηγεσίας πρόδηλη είναι η μέριμνα όχι μόνο για την ανέγερση ενός επιβλητικού κτηρίου Ανακτόρων για το βασιλιά της Ελλάδας, αλλά και για τη σύνδεσή του με έναν αντίστοιχο κήπο. Όλες οι προτάσεις που κατατίθενται, από Έλληνες και Γερμανούς αρχιτέκτονες και πολεοδόμους, αποβλέπουν στη δημιουργία μιας λειτουργικής και αισθητικής ενότητας Ανακτόρων και Κήπου. Τελικά, τα Ανάκτορα αρχίζουν να οικοδομούνται, σε σχέδια του Friedrich von Gärtner στο λόφο της Μπουμπουνίστρας το 1836.
Την επόμενη χρονιά φτάνει στην Ελλάδα η σύζυγος του βασιλιά Όθωνα, Αμαλία, και αποφασίζει να ασχοληθεί προσωπικά με τον Κήπο, καθιστώντας τη διαμόρφωσή του το σημαντικότερο έργο της παραμονής της στην Ελλάδα. Παρά τις αλλεπάλληλες αλλαγές στα σχέδια και τις προσαρμογές στις υπάρχουσες δυνατότητες, ο Κήπος κατορθώνει, όχι μόνο να συνδεθεί άρρηκτα με το κτήριο των Ανακτόρων, αλλά και να αποτελέσει έναν ιδιαίτερα πλούσιο Βοτανικό Κήπο και πάρκο. Όσο μάλιστα ο Κήπος γίνεται σταδιακά προσβάσιμος στο λαό, τόσο εμπεδώνεται στις συνειδήσεις των Αθηναίων ως τοπόσημο της καρδιάς της πόλης. Η τύχη της μοναρχίας στην Ελλάδα και τα νέα πολιτικά δεδομένα στις αρχές του 20ού αιώνα, άλλαξαν το χαρακτήρα του κτηρίου και κατ’ επέκταση του Κήπου.
Παράλληλα, οι πολιτικοκοινωνικές εξελίξεις, και ιδίως η εμπειρία του Α' Παγκοσμίου Πολέμου -με τους πολυάριθμους πεσόντες-, είχαν καταστήσει επιτακτική την ανάγκη για τη διαμόρφωση ενός μνημείου για τους ανώνυμους στρατιώτες που έπεσαν στα πεδία των μαχών -άλλωστε, η ιδέα της απόδοσης τιμής στους πεσόντες έχει τις ρίζες της στην κλασική Ελλάδα. Αυτή την ανάγκη, την είχαν ήδη αντιμετωπίσει τη δεκαετία του 1920 άλλες χώρες της Ευρώπης, όπως η Γαλλία και η Μεγάλη Βρετανία. Η επιλογή της θέσης για την ανέγερση του Μνημείου του Άγνωστου Στρατιώτη στο χώρο μπροστά από το κτήριο των παλαιών πλέον Ανακτόρων, επικυρώθηκε από τον ίδιο τον Ελευθέριο Βενιζέλο.