Σελίδες

Δευτέρα 30 Ιουνίου 2014

Τα μνημόνια έχουν ήδη επιτελέσει τον σκοπό τους

ardin-rixi

Tου Σταύρου Λυγερού από τη Realnews.gr

ΠΑΡΑ ΤΙΣ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΕΣ του πρωθυπουργού να καλλιεργήσει την εντύπωση ότι η Ελλάδα γυρίζει σελίδα, τα γεγονότα οδηγούν στο αντίθετο συμπέρασμα. Οι δηλώσεις του ότι τα μνημόνια θα είναι σε λίγο παρελθόν κι ότι δεν θα ληφθούν νέα μέτρα έρχονται σε αντίθεση και με τη δήλωση Σόιμπλε και με την έκθεση του ΔΝΤ. Ο χρόνος θα δείξει εάν θα επιβεβαιωθούν οι δανειστές που μιλάνε για νέο μνημόνιο ή η κυβέρνηση που το αποκλείει. Η πείρα των τεσσάρων χρόνων, πάντως, μας διδάσκει ότι όποτε είχαμε τέτοια διαφωνία, τελικώς έγινε αυτό που ήθελε η τρόικα.
Ο ανασχηματισμός, άλλωστε, είναι μία ένδειξη. Στα υπουργεία που συνδέονται με την εφαρμογή των εντολών της τρόικας παραμένουν ή τοποθετούνται «στρατιώτες του μνημονίου». Το διαβατήριο που έκανε τον Χαρδούβελη τσάρο της οικονομίας είναι το ίδιο που είχε στείλει τον Στουρνάρα στο υπουργείο Οικονομικών δύο χρόνια πριν. Και οι δύο τους είναι τέκνα του σημιτικού «εκσυγχρονισμού», αλλά το καθοριστικό είναι οι προνομιακές σχέσεις τους με την εγχώρια ολιγαρχία του χρήματος και με το ευρωιερατείο.
Οπως, άλλωστε, δείχνει και η επιστολή του προς το ΔΝΤ, ο Σαμαράς έχει συνείδηση ότι ο Γολγοθάς δεν τελειώνει. Ο λόγος που δημοσίως φιλοτεχνεί μία παραπλανητική εικόνα είναι ότι εν όψει των εθνικών εκλογών θέλει να συντηρήσει κλίμα αισιοδοξίας για να συγκρατήσει εκλογικές δυνάμεις. Αυτός είναι ο λόγος που αποσιωπάται η έκθεση του Ευρωκοινοβουλίου, σύμφωνα με την οποία η τρόικα συμπεριφέρθηκε σαν χασάπης κι όχι σαν χειρουργός.
Πράγματι, το τίμημα που έχει πληρώσει η κοινωνία είναι δυσανάλογα υψηλό και το αποτέλεσμα αβέβαιο. Το δραματικό 27,8% της ανεργίας μόνο εν μέρει αποτυπώνει το μέγεθος του προβλήματος. Οχι μόνο επειδή σχεδόν 72% των ανέργων είναι μακροχρόνια άνεργοι, αλλά και επειδή έχει υπολογιστεί ότι σχεδόν 1,5 εκατομμύριο από τα 3,5 εκατομμύρια εργαζομένων είναι απλήρωτοι για πάνω από έξι μήνες.

Η κυβέρνηση μιλάει πολύ για ανάπτυξη, αλλά η πολιτική της αποδομεί την πραγματική οικονομία. Η μεγάλη πτώση του κόστους εργασίας και η κατάργηση προστατευτικών μέτρων δεν έφεραν επενδύσεις. Ο όγκος τόσο των άμεσων ξένων όσο και των εγχώριων επενδύσεων είναι αμελητέος, επειδή όλοι οι άλλοι παράγοντες είναι απωθητικοί (υπερφορολόγηση, υψηλό κόστος ενέργειας, γραφειοκρατία, διαπλοκή – διαφθορά και, βεβαίως, κατακόρυφη πτώση της εγχώριας ζήτησης).
Η κυβέρνηση, ωστόσο, μιλάει για success story, επικαλούμενη το πρωτογενές πλεόνασμα. Το γεγονός ότι η τρόικα -για τις δικές της σκοπιμότητες- το αποδέχθηκε, δεν σημαίνει ότι είναι πραγματικό. Είναι πλασματικό επειδή προέκυψε από σειρά λογιστικών αλχημειών και επειδή το Δημόσιο ακόμα δεν έχει εξοφλήσει ληξιπρόθεσμες οφειλές του προς ιδιώτες.
Εκτός αυτού, ο τρόπος που προέκυψε είναι προβληματικός. Οι δημόσιες δαπάνες δεν μειώθηκαν με εστιασμένες παρεμβάσεις και με εκσυγχρονισμό δομών και λειτουργιών. Αντιθέτως, η κυβέρνηση κατέφυγε στην εύκολη λύση των οριζόντιων περικοπών σε μισθούς, συντάξεις και κοινωνικές παροχές, αλλά και στον ακρωτηριασμό κρίσιμων λειτουργιών του κράτους.
Κάτι αντίστοιχο έπραξε και με τα δημόσια έσοδα. Τα έσοδα είναι βιώσιμα μόνο όταν προέρχονται από λογική φορολόγηση των εισοδημάτων και της κατανάλωσης, εάν δηλαδή προέρχονται από τον παραγόμενο πλούτο. Η κυβέρνηση, όμως, μέσω της υπερφορολόγησης, λεηλατεί την ιδιωτική περιουσία. Η πολιτική αυτή έχει τα όριά της. Εκτός αυτού, καταστρέφει παραγωγικό ιστό και υποσκάπτει την πραγματική οικονομία, γεγονός που με τη σειρά του ανακυκλώνει το αδιέξοδο.
Ας σημειωθεί ότι η κυβέρνηση απέφυγε τις εστιασμένες παρεμβάσεις στις εύπορες κοινωνικές ομάδες που πληρώνουν λιγότερα απ’ όσα τους αναλογούν. Κατέφυγε στην οριζόντια υπερφορολόγηση που πλήττει κυρίως τη βάση της οικονομικής πυραμίδας. Ο χειρισμός της λίστας Λαγκάρντ και η διαγραφή μεγάλων προστίμων σε γιγαντιαίους επιχειρηματικούς ομίλους δείχνουν ότι η διαπλοκή και η προνομιακή μεταχείριση πλουσίων συνεχίζονται.

Στη μέγγενη της «κοινωνικής μηχανικής»
Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ επαίρεται ότι τα δημόσια έσοδα πάνε καλά. Οταν το κράτος αφαιρεί από τους τραπεζικούς λογαριασμούς των φορολογουμένων τα ποσά ληξιπρόθεσμων οφειλών, ενώ επικρεμάται και η απειλή της φυλάκισης, είναι προφανές ότι ο φορολογούμενος υποχρεώνεται να θέσει σε προτεραιότητα την πληρωμή των οφειλών του προς το Δημόσιο. Για πόσο ακόμα, όμως, οι φορολογούμενοι θα αντέξουν την υπερφορολόγηση; Η -παρά τα δρακόντεια μέτρα- συνεχής διόγκωση των ληξιπρόθεσμων οφειλών ιδιωτών προς το Δημόσιο αποδεικνύει ότι κερδίζει συνεχώς έδαφος το «ουκ αν λάβοις παρά του μη έχοντος». Ούτε, βεβαίως, λύση είναι η κάλυψη του κενού από την περαιτέρω φορολόγηση των τμημάτων της μεσαίας τάξης που ακόμα μπορούν να πληρώνουν τα κάθε είδους χαράτσια. Μπορεί, λοιπόν, οι Σαμαράς, Βενιζέλος και Στουρνάρας να συγχαίρουν ο ένας τον άλλον, αλλά στον πραγματικό κόσμο οι επιχειρήσεις ασφυκτιούν από την έλλειψη ρευστότητας και πολλές καταρρέουν. Οι αποταμιεύσεις των μικρομεσαίων εξανεμίζονται για να χρηματοδοτήσουν τη διαβίωση και την πληρωμή φόρων. Οι πιο αδύναμοι κρίκοι της αλυσίδας έχουν σπάσει ή είναι έτοιμοι να σπάσουν. Με την αγορά ακινήτων, μάλιστα, να είναι ουσιαστικά παγωμένη και με τις τιμές να κατρακυλούν, η ρευστοποίηση ακίνητης περιουσίας δεν προσφέρει αξιοπρεπή λύση. Η δραστική μείωση των εισοδημάτων, σε συνδυασμό με την υπερφορολόγηση, αναπόφευκτα πολλαπλασιάζει όχι μόνο τις ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο, αλλά και τα «κόκκινα» δάνεια των τραπεζών. Οταν η πραγματική οικονομία ασφυκτιά και συρρικνώνεται, ούτε τα δημόσια οικονομικά ούτε το τραπεζικό σύστημα μπορεί να είναι πραγματικά υγιή. Με άλλα λόγια, δεν βρισκόμαστε προς το τέλος μιας επώδυνης αλλά εξυγιαντικής διαδρομής. Στην πραγματικότητα, οι μνημονιακές πολιτικές καταλύουν τον μικροϊδιοκτητικό χαρακτήρα της οικονομίας. Πρόκειται για ένα πρωτοφανές σε έκταση και ένταση πείραμα «κοινωνικής μηχανικής», το οποίο αλλοιώνει τα θεμελιώδη χαρακτηριστικά του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού. Μπορεί η κυβέρνηση να λειτουργεί ως θλιβερός εφαρμοστής των έξωθεν εντολών, αλλά το ευρωιερατείο έχει σχέδιο. Μετατρέπει την Ελλάδα σε αποικία χρέους και χώρα φθηνών ευκαιριών στο πλαίσιο της γερμανικής Ευρώπης.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου